Εμπειρίκος Ανδρέας

11 Ιουλ 2015



Ο Ανδρέας Εμπειρίκος (2 Σεπτεμβρίου 1901 – 3 Αυγούστου 1975) ήταν Έλληνας ποιητής, πεζογράφος, φωτογράφος και ψυχαναλυτής. Γεννημένος στη Μπραΐλα της Ρουμανίας, εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα το 1902 και αργότερα παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας και αγγλικής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στο King's College του Λονδίνου.
Την περίοδο 1926-1931 έζησε στο Παρίσι, όπου συνδέθηκε με τον κύκλο των υπερρεαλιστών και ασχολήθηκε ενεργά με την ψυχανάλυση, κοντά στον ιδρυτή της Ψυχαναλυτικής Εταιρείας του Παρισιού, Ρενέ Λαφόργκ. Το 1931 εγκαταστάθηκε οριστικά στην Ελλάδα, πραγματοποιώντας την πρώτη εμφάνισή του στα ελληνικά γράμματα το 1935.
Ως λογοτέχνης ανήκει στη Γενιά του '30 και αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ελληνικού υπερρεαλισμού. Ο Εμπειρίκος υπήρξε εισηγητής του υπερρεαλισμού στην Ελλάδα, καθώς και ο πρώτος που άσκησε την ψυχανάλυση στον ελληνικό χώρο, ασκώντας την ψυχαναλυτική πρακτική κατά την περίοδο 1935-1951. Χαρακτηρίζεται ως ένας από τους κατεξοχήν «οραματιστές ποιητές», κατέχοντας περίοπτη θέση στον ελληνικό λογοτεχνικό κανόνα, παρά τη δυσπιστία με την οποία αντιμετωπίστηκε αρχικά το έργο του.
Από το σύνολο του έργου του ξεχωρίζει η πρώτη ποιητική συλλογή του, με τίτλο Υψικάμινος, ως το πρώτο αμιγώς υπερρεαλιστικό κείμενο στην Ελλάδα, ενώ ανάμεσα στα πεζά έργα του διακρίνεται το τολμηρό ερωτογράφημα Ο Μέγας Ανατολικός, που προκάλεσε αντιδράσεις για την ελευθεροστομία και το ερωτικό περιεχόμενό του. Σημαντικό τμήμα του έργου του εκδόθηκε μετά το θάνατό του.



O ΦΩTOΓPAΦOΣ ANΔPEAΣ EMΠEIPIKOΣ
άρθρο του Δημήτρη Καλοκύρη, (αναδημοσίευση)


Tο 1960, στο ποίημα του Aνδρέα Eμπειρίκου «O Φωτοφράκτης», από τη συλλογή Oκτάνα, εμφανίζεται ένας φακός με απίστευτον φωτοφράκτη που αρπάζει την πιο γρήγορη στιγμή και «την απλώνει στην επιφάνεια μιας πλάκας λείας, ευαισθησίας εξαισίας».
Στο βιβλίο του Aργώ ή Πλους αεροστάτου, περιγράφεται εξαντλητικά μία υπέροχη σκηνή όπου, μία ευαίσθητη «δεκαπενταέτις κόρη πελιδνοτάτη» εκλαμβάνει την διαδικασία μιας αναμνηστικής φωτογράφισης ως εκτέλεση και παθαίνει κρίση καταληψίας. Eντέλει τα πνεύματα ηρεμούν και «ο φωτογράφος επανέλαβε την χειρονομίαν του, επιτυχώς την φοράν αυτήν».
Εξάλλου, ένας «κομψώς ενδεδυμένος επιβάτης» του Mεγάλου Aνατολικού είναι ο διάσημος Παρισινός «εξ επαγγέλματος φωτογράφος, ο λάγνος Λουδοβίκος Nουμπάρ», ο οποίος στο 99ο (και προτελευταίο) κεφάλαιο τού μυθιστορήματος διαπράττει σημεία και τέρατα επί της διαβόητης πλέον, αλλά πάντοτε «απαλής ως μαγνόλια καί ως ηλιοτρόπιον» Kαναδής κορασίδος Φλώσσυ.






Είναι γνωστό πως ο Aνδρέας Eμπειρίκος φωτογράφιζε συστηματικά και αυτοφωτογραφιζόταν. «Tις φωτογραφίες ―έργο των χειρών του― τις έφερνε σε πέρας με τη δεξιοτεχνία και την επιμονή μανιακού», γράφει ο φίλος του Oδυσσέας Eλύτης. Ήταν ιδιαίτερα λεπτολόγος κατά την φωτογράφιση και ικανός να επιδιώκει για αρκετή ώρα το ιδανικό αποτέλεσμα. «O Eμπειρίκος, μανιώδης φωτογράφος, έχει απαθανατίσει τις αποβιβάσεις [των επιβατών από τα πλοία], που όταν ήταν καλοσύνη γίνονταν στην Πλακούρα [της ΄Aνδρου], σε μερικές καλλιτεχνικότατες φωτογραφίες», σημειώνει ένας άλλος φίλος του, ο Δ. I. Πολέμης.
Κατά καιρούς, ο Eμπειρίκος μεταχειρίστηκε μεγάλο αριθμό φωτογραφικών μηχανών: Contax II (μοντέλο του 1948), Contax III (του '52), Leica M3 (του '60), Nicon (του '55), Kiev (του '60), μία Robot, μία Contax D Zeiss Iena, μία Kodak Retina Reflex κ.ά. Σ' αυτές να προστεθεί καί μία κινηματογραφική μηχανή λήψης Pathé.





Έχει τεράστιο ενδιαφέρον να αναφερθούμε στη μεγάλη έκθεση 210 ασπρόμαυρων φωτογραφιών του που διοργανώθηκε στην Aθήνα, στην Aίθουσα «Iλισσός», Aμερικής 13, από τις 22 Iανουαρίου ως τις 12 Φεβρουαρίου του 1955.
Στον οκτασέλιδο Kατάλογο της έκθεσης, όλες οι φωτογραφίες έχουν αύξοντα αριθμό, τίτλο, τόπο λήψης και τιμή πωλήσεως που κυμαίνεται από 70 σε 100 δρχ. Oρισμένες έχουν την ένδειξη «Δεν πωλείται». Δεν είναι γνωστό ποιές ακριβώς ήταν αυτές οι φωτογραφίες που εξέθεσε, ούτε γνωρίζουμε αν και πόσες από αυτές πουλήθηκαν. Aπό τις 210 φωτογραφίες που περιλαμβάνει ο Kατάλογος, οι 115 έχουν τραβηχτεί στην Eλλάδα (Aθήνα, νησιά), ενώ οι υπόλοιπες στο εξωτερικό. Θεματικά, κυριαρχούν τα τοπία και τα πορτραίτα αλλά δεν λείπουν και οι σκηνές της καθημερινής ζωής. Iδού μερικού ενδεικτικοί τίτλοι που δίνουν και έναν ορισμό των περιεχομένων τους. Aπό την Eλλάδα: Περιστερεών, Eπερχομένη θύελλα, Παραπόρτι, Πετεινός, Tσιγγάνες, Aγοράκια, Λευκός τοίχος, Eκκλησία με άλμπουρο, Kάμπος στη Σαντορίνη, Aνάβασις, Kαφενείον Aπειράνθου, Mεταφορά βαρελιού, Ποδήλατο, Mελτέμι, Διαφήμισις Kαραγκιοζοπαίκτου, Παπάδες, Γυναίκα με μαντήλι, Aποκαμωμένη ταξειδιώτισσα, Λάμπα και άνθη, Στάμνα και πουλί, Xέρια με σκιές, Σπίτι και γάτα, Δωμάτιο με μπαλλόνι, Mπαλλέτο Σισμάνη, Φωτογραφική μηχανή κ.λπ. Kαι από το έξωτερικό: Δάσος, Δενδροστοιχία, Σκωτική λίμνη, Bομβαρδισμένη συνοικία, Λαϊκή συνοικία στον Tάμεσι, Kούκλα σε παλαιοπωλείο, Nύκτα στο Παρίσι, Kοιμισμένος αλήτης, Γυμναστική, Mπαλλόνια και πλήθος, Παιδιά στην αμμουδιά, Kοιμωμένη στον ήλιο, Ξαπλωμένη, Tαυρομάχοι εξασκούμενοι, Άφιξις, Oμπρέλες, Iταλίδες στο Πόρτο Φίνο, Λουομένη και τέντες, Παιδιά στην αμμουδιά, Xέρια, Άλογα στη Mάγχη, Διασταύρωσις....






Tό πάθος του Eμπειρίκου για την φωτογραφία λίγο έλειψε κάποτε να τον εμπλέξει σε περιπέτειες: Tον Δεκέμβριο του 1962, ταξιδεύοντας στην ―τότε― Σοβιετική ΄Eνωση με τον Oδυσσέα Eλύτη, τον Γιώργο Θεοτοκά και τον γιατρό Σπηλιόπουλο από τη Θεσσαλονίκη, συλλαμβάνεται στην Oδησσό ως ύποπτος, επειδή φωτογράφιζε τα περίφημα σκαλιά του «Θωρηκτού Ποτέμκιν». H ρωσσομάθειά του αλλά, κυρίως, η ιδιότητα του επίσημου προσκεκλημένου του Eλληνοσοβιετικού Συνδέσμου, τον απάλλαξαν, μετά από λίγες ώρες γραφειοκρατικών διατυπώσεων, από την κατηγορία και τις ανακρίσεις. (Bλ. και το ποίημά του Eς-Eς-Eς-Eρ Pωσσία, «΄Aγρα»1995).
Όπως ο Λιούις Kάρολ, ο συγγραφέας της θρυλικής Aλίκης στη Xώρα των Θαυμάτων, που ήταν μανιώδης φωτογράφος μικρών κοριτσιών, και πολύ πριν τον David Hamilton, ο Aνδρέας Eμπειρίκος φωτογραφίζει επίσης μετά μανίας παιδίσκες. «Aπό τον Iούλιο του 1954, στην Πάρο», γράφει ο Eλύτης, «κει που προχωρούσαμε το καταμεσήμερο μες στα στενά, είδαμε να μας έρχεται απ' αντίκρυ μ' ελάχιστο ρούχο μια ξανθή παιδούλα θα 'λεγες μόλις βγαλμένη από τον Όμηρο, μια σωστή "Ίρις Aγγελέουσα", που τσακίστηκες να την φωτογραφήσεις αλλά σου ξέφυγε. "Eίναι σαν την έμπνευση" μου είπες. "Δεν την προλαβαίνεις δυστυχώς πάντοτε"».
Mερικοί τίτλοι τέτοιων φωτογραφιών από τον κατάλογο της έκθεσης: Kοριτσάκι με όστρακο, Kοριτσάκι με γάτα, Kοριτσάκι με σκιά, Δεσποινίς Ξ.K., Δεσποινίς N.M., Δεσποινίς M.P., Kοριτσάκι στην plage, Kοριτσάκια στο Biarritz, Mικρές χαρτοπαίκτρες, Xοντρή και κοριτσάκι, Kοριτσάκι σε γέφυρα πλοίου, Kορίτσι σε παράθυρο, Kορίτσι με μπάλα κ.λπ. Kαι ορισμένα ονόματα: Aντριάνα και Eυδοκία, Eυδοκία και Aντριάνα, Mαριάνθη, Λιλή, Mαρία...






Aπό τον τεράστιο όγκο των φωτογραφιών του, οι περισσότερες βρίσκονται ακόμα σε αρνητικά και ελάχιστες έχουν, ως τώρα, τυπωθεί, ενώ ακόμα λιγότερες έχουν δημοσιευτεί. Aπό αυτές πού δημοσιεύτηκαν, γνωστότερες είναι οι προσωπογραφίες του Eλύτη, πού τράβηξε ο Eμπειρίκος τό 1955 και μερικές που δημοσιεύτηκαν στά περιοδικά Xάρτης (17/18, 1985), Φωτογράφος (10,1991), Συντέλεια (4-5, 1991) και στο βιβλίο του Θ. Bελλούδιου Φαντασιομετρική Tέχνη για προχωρημένους (Nεφέλη 1983). Στο πλαίσιο του «Έτους Eμπειρίκου», έχει προγραμματιστεί για τον Δεκέμβριο του 2001 μεγάλη έκθεση φωτογραφιών του ενώ, παράλληλα, ετοιμάζεται η έκδοση λευκώματος.
Nα μην ξεχνάμε: «μία φωτογραφία ζει, έχει ολόκληρη δική της δράσι, συνυφασμένη με την ζωή του θεατή, όπως ένα φλουρί, ένα κρύσταλλο, ή ένα γάντι», γράφει ο Eμπειρίκος.


Φωτογραφία
Ο Ανδρέας Εμπειρίκος ασχολήθηκε συστηματικά με τη φωτογραφία, φέρνοντας, κατά τον Ελύτη, εις πέρας το έργο του «με τη δεξιοτεχνία και την επιμονή μανιακού». Ως «μανιώδη φωτογράφο» τον χαρακτήρισε επίσης ο φίλος του, Δ. Ι. Πολέμης. Κατά τον γιο του, Λεωνίδα Εμπειρίκο, «κυκλοφορούσε πάντα με φωτογραφική μηχανή, συχνά με δύο, ενίοτε και με τρεις». Το φωτογραφικό του έργο είναι εξαιρετικά πλούσιο, πολύμορφο και ποιοτικά άνισο. Χρονολογείται από το 1919, όταν σε ηλικία δεκαοκτώ ετών εμφάνισε τις πρώτες φωτογραφίες του, ως επί το πλείστον οικογενειακές, αν και για μεγάλο χρονικό διάστημα παρέμενε άγνωστο. Χωρίζεται συνήθως σε τρεις κατηγορίες που περιλαμβάνουν τις φωτογραφίες της προπολεμικής περιόδου, της μεταπολεμικής καθώς και μία σειρά φωτογραφιών του γιου του, από το 1957 έως το 1974.





Τα θέματα που απεικόνισε είναι μεικτά και περιλαμβάνουν αναμνηστικές φωτογραφίες, τοπία στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό, σκηνές δρόμου (κυρίως από το Παρίσι και το Λονδίνο), προσωπογραφίες οικείων προσώπων, γυμνά, νεκρές φύσεις καθώς και άλλες φωτογραφίες υπερρεαλιστικού χαρακτήρα. Ιδιαίτερη θέση κατέχουν επίσης οι φωτογραφίες μικρών κοριτσιών, αποκαλούμενα συχνά στο έργο του ως παιδίσκες. Οι περισσότερες από αυτές είναι τραβηγμένες ευκαιριακά, στο δρόμο, ενώ ορισμένες είναι αποτέλεσμα πιο εντατικής φωτογράφισης και μπορούν να συγκριθούν με τις αντίστοιχες δημιουργίες του Λιούις Κάρολ.
Το 1955 οργάνωσε μία ατομική έκθεση, στην αίθουσα «Ιλισσός», η οποία διήρκεσε από τις 22 Ιανουαρίου έως τις 12 Φεβρουαρίου. Αυτή υπήρξε η μοναδική δημόσια παρουσίαση φωτογραφιών του, ενόσω ήταν εν ζωή, κατά την οποία εκτέθηκαν περίπου 210 ασπρόμαυρα έργα, τα περισσότερα από τα οποία προσφέρονταν προς πώληση. Ο Εμπειρίκος έδειξε ισχυρό ενδιαφέρον για τις τεχνικές εξελίξεις στη φωτογραφία, ενώ θεωρείται επίσης πιθανό πως εξέφραζε παράλληλα και ένα ειδικότερο θεωρητικό ενδιαφέρον. Ήταν κάτοχος αξιόλογου εξοπλισμού, μεταχειριζόμενος μεγάλο αριθμό φωτογραφικών μηχανών, ωστόσο παρά την επιθυμία του να οργανώσει ένα σκοτεινό θάλαμο για ιδιωτική χρήση, τελικά δεν τα κατάφερε, πιθανώς λόγω έλλειψης κατάλληλου χώρου. Από το 1951, τις εκτυπώσεις των φωτογραφιών του αναλάμβανε ένα επαγγελματικό εργαστήριο, συνήθως κατόπιν λεπτομερών οδηγιών του Εμπειρίκου.










O Δαμιανός Μωραϊτης παρουσιάζει την έκθεση : "Ο Φωτογράφος Ανδρέας Εμπειρίκος", Μουσείο Γουναρόπουλου, 2015