Η Εξέλιξη της Φωτογραφίας

12 Ιουλ 2015



Mία σύντομη χρονολογία…
από το βιβλίο του  Ian Jeffrey: “PHOTOGRAPHY A CONCISE HISTORY”, (απόσπασμα - αναδημοσίευση)

1820-1840


Περίοδος φωτογραφικού πειραματισμού. Στο Chalon-sur-Saone, ο J.N.Niepce εργάστηκε μετά το 1813 για τη βελτίωση της προσφάτως εφευρεθείσας επεξεργασίας της λιθογραφίας. Ήλπιζε να αναπτύξει μια επεξεργασία στην οποία το φως θα αντικαθιστούσε τη λιθογραφική κιμωλία ως μέσο σχεδίου.
Το 1827 χρησιμοποιούσε ήδη τον όρο “ηλιογραφία” (ηλιακό σχέδιο), αναφερόμενος στην αντιγραφή γκραβουρών με φωτογραφικά μέσα. Το Δεκέμβριο του 1829 προσχώρησε σε συνεταιρισμό με τον L.J.Μ.Daguerre, πρώην σκηνογράφο, ο οποίος το 1822 είχε επινοήσει το Diorama (έναν εξελιγμένο τύπο πανοραμικού θεάματος).
Για τις ανάγκες των πανοραμάτων του ο Daguerre είχε πειραματιστεί με την camera obscura και είχε απορροφηθεί με το πρόβλημα της στερέωσης της εικόνας που δημιουργείται από το φως.
Ο Niepce πέθανε το 1833, οι ανακαλύψεις του όμως βοήθησαν τον Daguerre να συλλάβει εικόνες σε επαργυρωμένες χάλκινες πλάκες. Ο Daguerre ανακάλυψε ότι οι λανθάνουσες εικόνες ιωδιούχου αργύρου μπορούσαν να εμφανιστούν σε ατμούς υδραργύρου. Η στερέωση των εικόνων αυτών γινόταν βυθίζοντας τις πλάκες σε διάλυμα κοινού αλατιού με καυτό νερό. Η πρώτη επιτυχημένη δαγκεροτυπία χρονολογείται από το 1837. Ο Daguerre προσπάθησε να συστήσει μια εταιρία για την εκμετάλλευση της εφεύρεσής του, μετά την αποτυχία του όμως, πρόσφερε τα δικαιώματα της επεξεργασίας στο Γαλλικό κράτος, που τον τίμησε με τη σειρά του με μια σύνταξη.





Στην Αγγλία, ο W.H.Fox Talbot ξεκίνησε το 1833 την προσπάθεια να στερεώσει εικόνες σε φωτοευαίσθητο χαρτί. Το 1835 το είχε ήδη επιτύχει. Ο εμφανιστής του ήταν γαλλικό οξύ και το αποτέλεσμα ήταν ένα χάρτινο “αρνητικό” που γινόταν διαφανές με επικέρωση και χρησιμοποιούνταν για τη δημιουργία θετικών εκτυπώσεων. Ο Fox Talbot ήταν ο δημιουργός της φωτογραφικής εκτύπωσης. Η επεξεργασία, από την οποία προέκυψε η Ταλμπο-τυπία ή Καλοτυπία, δημοσιεύτηκε το 1839 (σαν “Φωτογενικό Σχέδιο”) και κατοχυρώθηκε το 1841 με πατέντα ευρεσιτεχνίας.
Στη Γαλλία ο Hippolyte Bayard πέτυχε επίσης να κάνει φωτογραφίες σε χαρτί το 1839, ήταν όμως απευθείας θετικές και, ακόμη περισσότερο, ο Bayard δεν προώθησε τις εφευρέσεις του με την οξυδέρκεια του Daguerre. Ο όρος “φωτογραφία” (από τις ελληνικές λέξεις φως και γραφή) άρχισε να χρησιμοποιείται τόσο στην Αγγλία όσο και στη Γερμανία, από το Φεβρουάριο του 1839.





1840-1870
Την ανακοίνωση της φωτογραφίας ακολούθησε ένας πλούτος τεχνικών εξελίξεων. Ο Βιεννέζος μαθηματικός Petzval και ο οπτικός Voigtlander εργάστηκαν μετά το 1840 για τη βελτίωση των φακών αυτό είχε ως αποτέλεσμα τον ορθοσκοπικό -”σωστής όρασης”- φακό του 1857. Οι πρώτοι φακοί βασίζονταν στον κυρτό πυρολιθικό κρύσταλλο, οι περιορισμοί του οποίου τελικά ξεπεράστηκαν με το κρύσταλλο της Jena που εφευρέθηκε το 1842 στη Γαλλία και μετά βελτιώθηκε στη Γερμανία από τον Schott της Jena και από τον οπτικό Zeiss.





Ακολουθώντας τα πειράματα του Sir John Herschel στην Αγγλία, ο Niepce de Saint-Victor -ξάδελφος του Nicephore Niepce- πειραματίστηκε επιτυχώς με γυάλινα αρνητικά επιστρωμένα με αλμπουμίνα (το ασπράδι του αυγού). Αυτά απέδιδαν τις λεπτομέρειες με ακρίβεια. Οι πλάκες έπρεπε να εκτεθούν ενόσω ήταν ακόμη υγρές και οι χρόνοι εκφώτισης ήταν αργοί η επεξεργασία ήταν ιδανική για θέματα τοπίου, αρχιτεκτονικής και αναπαραγωγές έργων τέχνης. Το χαρτί αλμπουμίνας παρουσιάστηκε από τον Blanquart Evrard το 1850 και χρησιμοποιήθηκε ευρέως το υπόλοιπο του αιώνα: το 1894 η Dresdner Albumin Papier Fabrik A.G., ο μεγαλύτερος κατασκευαστής χαρτιών αλμπουμίνας στην Ευρώπη, χρησιμοποιούσε 60.000 φρέσκα αυγά την ημέρα.Το 1851 παρουσιάστηκε η επεξεργασία υγρού κολλοδίου του Frederick Scott Archer.
Το κολλόδιο, μιά κολλώδης ουσία που παραγόταν από βαμβακοπυρίτιδα διαλυμένη σε αιθέρα, απλωνόταν σε γυάλινες πλάκες ενώ προστίθετο και ιωδιούχο κάλιο ήταν εξαιρετικά φωτοευαίσθητη ουσία και ελάττωσε τους χρόνους εκφώτισης από μερικά λεπτά σε δευτερόλεπτα. Παρά το πλεονέκτημα αυτό, το υγρό κολλόδιο παρέμεινε δυσκίνητη επεξεργασία. Το 1855 ο Dr. Taupenot δημοσίευσε την πρώτη πραγματική επεξεργασία ξηράς πλάκας ενώ από το 1860 υπήρχε μαζική παραγωγή ξηρών πλακών στην αγγλική αγορά….





Οι φωτογράφοι όμως προτιμούσαν το υγρό κολλόδιο μέχρι ένα διάστημα τουλάχιστον της δεκαετίας του 1870. Οι φωτογράφοι προσπάθησαν να ζυγίσουν το ενδιαφέρον του κοινού και το εύρος της αγοράς τους. Ο Fox Talbot εξέδωσε το The Pencil of Nature μεταξύ 1844 και 1846. Ο Maxime Du Camp, συγγραφέας και φίλος του Flaubert, τράβηξε φωτογραφίες στην Αίγυπτο το 1849-50,όπως και ο Felix Teynard το 1851-52.
Ο Roger Fenton φωτογράφησε στη Ρωσία το 1852 και ακολούθησε το 1855 την εξέλιξη του Πολέμου της Κριμαίας. Το 1854 ο August SaLzmann κατέγραψε την αρχαία αρχιτεκτονική της Ιερουσαλήμ.
Το σημαντικότερο, μεταξύ πολλών, αρχιτεκτονικό πρόγραμμα που εκπονήθηκε τη δεκαετία του πενήντα ήταν αυτό που ξεκίνησε το 1851 από την Επιτροπή Ιστορικών Μνημείων για την καταγραφή της απειλούμενης αρχιτεκτονικής της Γαλλίας.
Οι επισκοπήσεις, ειδικά οι αρχιτεκτονικές, αφθονούσαν. Ο Claude Char-nay τράβηξε φωτογραφίες μεξικανικών κτισμάτων στα τέλη του πενήντα. Ο Linnaeus Tripe εργάστηκε τα ίδια χρόνια σιην Ινδία και τη Βιρμανία. Οι φωτογράφοι οργανώθηκαν.
Το 1851 σχηματίστηκε ο Ηλιογραφικός Σύλλογος στο Παρίσι και το 1853 ο Φωτογραφικός Σύλλογος του Λονδίνου. Η φωτογραφία έγινε δημοφιλές επάγγελμα.
Στις αρχές του πενήντα τα πορτραίτα carte-de-visite έγιναν της μόδας και η φωτογραφική εικόνα ενηλικιώθηκε: οι εικόνες συνόδευαν πλέον τα ονόματα και η ταυτότητα έγινε θέμα εικόνας περισσότερο παρά λέξεων.
 Ο Disderi εκμεταλλεύτηκε καλύτερα την carte-de-visite, χρησιμοποιώντας μια κάμερα που έπαιρνε δέκα φωτογραφίες σε μία μόνο γυάλινη πλάκα. Τα μικροσκοπικά αυτά φωτογραφικά πορτραίτα συλλέγονταν μανιωδώς τη δεκαετία του εξήντα – μεταξύ άλλων και από τη Βασίλισσα Βικτωρία. Η carte μανία διήρκεσε τον υπόλοιπο αιώνα, όπως και η αγορά των στερεοσκοπικών εικόνων. Η στερεοσκοπική αναπαράσταση ενδιέφερε τους επιστήμονες πριν ακόμη το 1830.
 

Έρευνες του Sir David Brewster στο Εδιμβούργο και του Jules Duboscq στο Παρίσι οδήγησαν στην ανάπτυξη των στερεοσκοπικών μηχανών και των στεροσκοπίων τη δεκαετία του 1850 ενώ το 1856 κάθε σαλόνι διέθετε ένα στερεοσκόπιο.
Το 1861 ο Oliver Wendell Holmes εφηύρε το στερεοσκόπιο χειρός. Οι Αμερικανοί υπήρξαν οι κύριοι οπαδοί των στερεοσκοπικών εικόνων μέχρι τη δεκαετία του 1890 όταν η μόδα των στερογραφικών καρτών άρχισε να ξεθωριάζει. Οι τεχνικές εκτύπωσης βελτιώθηκαν.


Το 1864 ο J.W.Swan εισήγαγε την επεξεργασία του άνθρακα, που συνδύαζε την ανθεκτικότητα στο χρόνο με μια πολύ λεπτή τονική κλίμακα.
Οι ανθρακούχες εκτυπώσεις επέτρεψαν για πρώτη φορά υψηλής ποιότητας μαζική παραγωγή και η επεξεργασία χρησιμοποιήθηκε από τον Adolphe Braun στην Αλσατία για την αντιγραφή των σχεδίων των παλιών μεγάλων δασκάλων. Στη Βρετανία τα δικαιώματα αποκτήθηκαν από την Autotype Company που τύπωσε το Illustrations of China and Its People του John Thomson το 1873-74.



1870-1900
To 1871 ο Dr. R. Maddox από το Σασυθάμπχον, δημοσίευσε τις λεπτομέρειες ενός καινούργιου φωτογραφικού γαλακτώματος που χρησιμοποιούσε ζελατίνα και βρωμιούχο άργυρο. Αυτό βελτιώθηκε τη δεκαετία του εβδομήντα και από το 1878 οι πλάκες ξηράς ζελατίνας υπήρχαν στην αγορά. Ήταν φθηνές και βολικές και ευγενικές με τις μηχανές – που μέχρι τότε σάπιζαν από το υγρό κολλόδιο. Τη δεκαετία του 1850 οι ερευνητές άρχισαν να ενδιαφέρονται για μία κάμερα με γεμιστήρα και για τον μηχανισμό ολισθαίνοντα κυλίνδρου, που χρησιμοποιούσε δύο κυλίνδρους μέσα στο σκελετό της μηχανής. Το 1875 ο Leon Warnerke κατασκεύασε στο Λονδίνο μια τέτοια μηχανή, που δεχόταν ένα καρούλι ξεφλουδιζόμενου φιλμ, ένα ακριβό υλικό που κατασκευαζόταν από κολλόδιο και ινδικό καουτσούκ και απλωνόταν σε γλασαρισμένο χαρτί.
 
Η σελυλλόζη, που εφευρέθηκε το 1861, βελτιωνόταν σταθερά και το 1888 ο John Carbutt από τη Φιλαδέλφια άρχισε να κατασκευάζει εύκαμπτα αρνητικά φιλμ με βάση σελυλλόζης. Οι George Eastman και W.H.Walker στις Ηνωμένες Πολιτείες πειραματίστηκαν επίσης με εύκαμπτα φιλμ και ελαφρές κάμερες. Το 1888 ο George Eastman παρουσίασε την Kodak, που διέθετε ένα μηχανισμό κυλιόμενου φιλμ: περιείχε 100 φωτογραφίες, που εμφανίζονταν στο εργοστάσιο Eastman και επιστρέφονταν στον ιδιοκτήτη με τη μηχανή φορτωμένη με καινούργιο φίλμ.
Από το 1889 η Kodak χρησιμοποίησε φιλμ νιτροσελυλλόζης που εφευρέθηκε από τον Αιδ. Hannibal Goodwin το 1887.






Το χαρτί αλμπουμίνας, που κατασκευαζόταν κυρίως στη Γερμανία, παρέμεινε σε χρήση, τελικά αντικαταστάθηκε, τη δεκαετία του 1890, από τα χαρτιά άμεσης εκτύπωσης ζελατινούχσυ χλωριδίου που δεν απαιτούσαν εμφάνιση και ήταν πολύ γρηγορότερα από την αλμπουμίνα, φθηνότερα και πιο ανθεκτικά. Αυτόματες μηχανές εκτύπωσης δημιουργήθηκαν για να αξιοποιήσουν τα νέα γρήγορα χαρτιά.

Η όρεξη για λεπτομερή εμπειρική πληροφόρηση έφερε σαν αποτέλεσμα εντατικό πειραματισμό με τη στιγμιαία δημιουργία εικόνων. Ο Eadweard Muybridge, Βρετανός τοπογραφικός φωτογράφος που εργαζόταν στην Καλιφόρνια, ξεκίνησε να αναλύσει την κίνηση ενός αλόγου που κάλπαζε και το πέτυχε το 1877-78, με την οικονομική στήριξη του Lelan Stanford. Από το 1884 και μετά εξακολούθησε τις έρευνές του στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβανίας.
Παρόμοιο έργο γινόταν εκείνη την εποχή και από τον Ε. J. Marey στο Παρίσι και λίγο αργότερα από τον Ottomar Anschiitz οτο Μπρέσλαου. Η ίδια παρόρμηση οδήγησε στην ανάπτυξη της “κινούμενης φωτογραφίας”, του Κινητόσκοπίου, του Κινηματογράφου, του Θεατροσκοπίου και του Ανιματογράφου.

Στη Βρετανία ο W.Friese-Greene κατοχύρωσε με πατέντα την επεξεργασία του το 1889. Ο Thomas Edison και οι αδελφοί Lumiere υπήρξαν οι πρωτοπόροι της επεξεργασίας στην Αμερική και τη Γαλλία αντίστοιχα. Οι κάμερες χειρός επέτρεψαν στους ερασιτέχνες να συλλάβουν την κίνηση τσυ δρόμου. Ορισμένες από αυτές ήταν δυσκίνητες: η κάμερα χειρός ‘Facile’ του Paul Martin, που εμφανίστηκε το 1889, ζύγιζε πάνω από δυο κιλά, όταν ήταν φορτωμένη με δώδεκα πλάκες 3 1/4 χ 4 1/4 ιν. (8,3 χ 10,8 εκ.), και έμοιαζε με μικρή βαλίτσα.
Οι αυθεντικές κάμερες τσέπης εξελίχθηκαν στα τέλη του ενενήντα, όπως και το φιλμ ρολό που φορτωνόταν σε φως ημέρας. Τα φωτόμετρα έγιναν επίσης απαραίτητα όταν χρησιμοποιήθηκαν οι ξηρές πλάκες ζελατίνας: το 1878 ο Leon Warnerke εισήγαγε το “Ευαισθητόμετρο”. Ακολούθησαν κι άλλες καινοτομίες καθώς οι φωτογράφοι στρεφόντουσαν όλο και περισσότερο σε κινούμενα αντικείμενα και σε δημόοια γεγονότα. Οι φωτοφράκτες εστιακού επιπέδου, ιδιαίτερα κατάλληλοι για “γρήγορη δουλειά”, έγιναν δημοφιλείς τη δεκαετία του 1890: ένας φωτοφράκτης του Goerz-Anschiitz πρόσφερε ενενήντα διαφορετικές ταχύτητες που κυμαίνονταν από 1/10 μέχρι 1/ 1200 του δευτερολέπτου.

Για να βοηθήσουν στη σύλληψη της στιγμής οι κατασκευαστές παρήγαγαν μηχανές ρεφλέξ και δίδυμων φακών, που επέτρεπαν στους χειριστές να αναζητήσουν τη σωστή, αν όχι αποφασιστική στιγμή.
Η νέα φωτογραφική βιομηχανία οργανώθηκε διεθνώς: το 1900 καθιερώθηκε το σημερινό σύστημα διαφραγμάτων-ταχυτήτων (από f/1 μέχρι και πέρα από f/64) σε διεθνές συνέδριο στο Παρίσι. Οι εφευρέτες τη δεκαετία του 1890 υπήρξαν ιδιαίτερα ενεργοί και ονειρευόντουσαν πρωτοποριακά άλματα, όπως εφημερίδες τυπωμένες φωτογραφικά.
Σε αντίθεση με τον εμπειρισμό των Muybridge, Marey, Anschiitz και των φωτογράφων χειρός, οι καλλιτέχνες φωτογράφοι έδειξαν αυξανόμενο ενδιαφέρον για το συμβολισμό και την τάξη που υπάρχει πέρα από τα φαινόμενα.
Το καλλιτεχνικό κίνημα επικεντρώθηκε στους φωτογραφικούς συλλόγους που ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένοι στη Βρετανία αριθμώντας το 1900 τους 256. Οι βρετανικές μεσαίες τάξεις θεμελίωσαν με ενθουσιασμό την κοινωνία της ενημέρωσης και την έκδοση εντύπων και έτσι εξηγείται το γιατί γνωρίζουμε τόσο πολλά πράγματα για την τεχνική ιστορία του μέσου στα πρώτα του χρόνια.








Το 1822 ο Georg Meisenbach από το Μόναχο κατοχύρωσε την πατέντα της επεξεργασίας φωτογραφικών πλακών ενδιάμεσων τόνων (ράστερ) που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί μαζί με τυπογραφικούς χαρακτήρες σε κανονική τυπογραφική εκτύπωση. Το 1890 οι Max και Louis Levy, στη Φιλαδέλφια, εισήγαγαν τις πρώτες εμπορικές οθόνες ενδιάμεσων τόνων, χρησιμοποιώντας ένα σάντουιτς από λουστραρισμένες γυάλινες πλάκες χαραγμένες με παράλληλες γραμμές. Ο Frederick Ives, επίσης από τη Φιλαδέλφια, ασχολήθηκε με ένα σύστημα που χρησιμοποιούσε κουκίδες αντί για γραμμές και πολλές αμερικανικές εικονογραφήσεις περιοδικών τη δεκαετία του 1890 πραγματοποιήθηκαν με το σύστημα αυτό.
Η πρώτη αναπαραγωγή τέτοιου είδους από φωτογραφία εμφανίστηκε, στην Daily Graphic της Νέας Υόρκης, στις 4 Μαρτίου 1880. Η πρώτη εκτύπωση ενδιάμεσων τόνων από αυτοτυπική πλάκα του Meisenbach εμφανίστηκε στην Illustrirte Zeitung της Λειψίας στις 13 Οκτωβρίου 1883. Το φθινόπωρο του 1896 πρωτοεκδόθηκε το μηνιαίο περιοδικό Paris Moderne’ περιείχε ζωντανά φωτοδοκίμια της Παρισινής ζωής. Το 1898 ιδρύθηκε το γαλλικό αθλητικό περιοδικό La Vie au grand air που σύντομα άρχισε να κάνει χρήση φωτογραφικών ρεπορτάζ.



1900-1920
Το 1907 οι αδελφοί Lumiere άρχισαν την εμπορική παραγωγή της “Αυτοχρωμικής” πλάκας στο εργοστάσιο τους στη Λυών. Αυτή εφευρέθηκε το 1904 και υπήρξε η πρώτη δημοφιλής έγχρωμη επεξεργασία χρησιμοποιούσε βαμμένους κόκκους άμυλου πατάτας, επιστρωμένους σε γυάλινες πλάκες μαζί με αργυρούχο γαλάκτωμα βρωμίου. Η αυτοχρωμική εικόνα μπορούσε να προβληθεί ή να εξεταστεί με μια συσκευή χειρός. Η επεξεργασία εξακολούθησε να είναι σε χρήση μέχρι τη δεκαετία του 1930. Ο Frederick Ives από τη Φιλαδέλφια είχε πειραματιστεί τη δεκαετία του 1890 με περιπλοκότερα έγχρωμα συστήματα.
Το φωτορεπορτάζ έγινε επάγγελμα. Η Daily Mirror, που ιδρύθηκε στο Λονδίνο το Νοέμβριο του 1903, ήταν η πρώτη ημερήσια εφημερίδα στον κόσμο που εικονογραφούνταν αποκλειστικά με φωτογραφίες. Ανάμεσα στους πρώτους φωτορεπόρτερ της ήταν οι αδελφοί Grant και ο Thankful Sturdee. Επιπρόσθετα, ιδρύθηκαν ειδησεογραφικά πρακτορεία όπως το Central News Ltd.








Ο Herbert Baldwin εργαζόταν στο Central News και σημείωσε, στο βιβλίο του για τον Τουρκοβαλκανικό πόλεμο του 1912, πως είχε χρησιμοποιήσει μια μηχανή ενδιάμεσων τόνων Goerz παίρνοντας εικόνες σε επίπεδο φιλμ 5 χ 4 ιν. (12,7 x 10,2εκ.) (για ταχυδρομική ευκολία) ενώ είχε σε εφεδρεία μία Zeiss-Palmos 3 1/2X2 1/2 ιν. (8,9 Χ 6,4εκ.). Η Goerz είχε αναπτυχθεί τη δεκαετία του 1890 σε σύμπραξη με τον Anschutz, ειδικευμένο στην κίνηση των ζώων.
Άλλες δημοσιογραφικές μηχανές ήταν η Γαλλική Gaumont “Spido” (1900) και η Κόμησσα “Nettel” (που κατασκευαζόταν στη Στουτγάρδη από το 1903) και οι δύο με φακούς Zeiss. Οι στερεογραφικές εταιρίες εξελίχθηκαν επίσης σε πρακτορεία εικόνων: όπως, για παράδειγμα, οι Underwood και Underwood για λογαριασμό των οποίων ο Herbert Ponting φωτογράφησε στην Ιαπωνία. Οι εκτυπωτικές επεξεργασίες εξελίχθηκαν.

Ο Karl Klic, που εφηύρε το 1879 τη φωτογκραβούρα (μια δαπανηρή και λεπτή μέθοδο εκτύπωσης που χρησιμοποιήθηκε από τους Τ. & R. Annan στη Γλασκώβη, από τον Ρ.Η. Emerson και από μεταγενέστερους καλλιτέχνες φωτογράφους), ανέπτυξε το 1890 τη ροτογκραβούρα, αυτό επέτρεψε στην επεξεργασία της γκραβούρας να χρησιμοποιηθεί σε περιστρεφόμενα κυλινδρικά πιεστήρια.
Το 1905 η Das Illustrierte Blatt της Γερμανίας ήταν η πρώτη εβδομαδιαία εφημερίδα που τυπώθηκε με τη μέθοδο της ροτογκραβούρας. Την ακολούθησαν το 1911 η Frankfurter Illustrierte και το 1912 η Weltspiegel του Βερολίνου. Η επεξεργασία έκανε δυνατή την εκτύπωση υψηλής ποιότητας και μεγάλου τιράζ. Αξιοποιήθηκε πλήρως μόνο μετά τη δεκαετία τσυ τριάντα.


1920-1933
Η φωτογραφία, ειδικά το φωτορεπορτάζ, γνώρισε την ακμή της μετά το Μεγάλο Πόλεμο. Το 1911 ο Oscar Barnack ξεκίνησε να εργάζεται στην παραγωγή μικροσκοπίων στο εργοστάσιο Leitz του Βέτζλαρ. Έχοντας ενδιαφέρον για τον κινηματογράφο, εφηύρε το 1913 μια πολύ ελαφριά μηχανή που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί, πριν από την κινηματογράφηση, σαν φωτόμετρο. Η μηχανή έπαιρνε κινηματογραφικό φιλμ διαστάσεων 24 x 18 χιλ. (7/8 χ 5/8 ιν.) για να διευκολύνει την εκτύπωση διπλασίασε τις διαστάσεις του καρέ σε 24 χ 36 χιλ. (7/8 x 1 3/8 ιν.) και επέλεξε ένα μήκος φιλμ που χωρούσε τριάντα έξι εικόνες.
Το σχέδιο βελτιώθηκε, προστέθηκε ο αναστιγματικός φακός του Dr. Berek και το 1924 άρχισε να παράγεται η Leica, 180.000 κομμάτια κατασκευάστηκαν τα πρώτα δώδεκα χρόνια. Στο μεταξύ η εταιρία Ernemann της Δρέσδης είχε δημιουργήσει την Ermanox, με τον εξαιρετικά γρήγορο φακό Ernostar που έκανε δυνατή τη φωτογραφία εσωτερικού χώρου με συνηθισμένο ηλεκτρικό φωτισμό. Τα μέσα υπήρχαν πλέον για έναν καινούργιο τύπο άμεσου, αυθόρμητου ρεπορτάζ και γύρω στο 1930 αυτό έγινε πραγματικότητα.





Η Γερμανία διέθετε πληθώρα εικονογραφημένων εντύπων. Το πιο φημισμένο από αυτά, η Berliner Illustrirte Zeitung, είχε ιδρυθεί το 1890. Στις αρχές του 1920 ο αρχισυντάκτης της Kurt Korff και ο διευθυντής Kurt Szafranski άρχισαν να απασχολούν νέους φωτοδημοσιογράφους όπως ο Ούγγρος Martin Muncacsi. To 1921 ξεκίνησε να εκδίδεται στο Βερολίνο η Κομουνιστική Arbeiter Illustrierte Zeitung παρουσίαζε, μεταξύ άλλων, φωτομοντάζ του John Heartfield. To 1923 ιδρύθηκε το Munchner Illustrierte Press το οποίο ακολούθησαν πολλά τοπικά και εξειδικευμένα περιοδικά. Ο ανταγωνισμός παρακινούσε την εφευρετικότητα.
Ο αστέρας του βερολινέζικου Τύπου ήταν ο Erich Salomon, ρεπόρτερ ειδικευμένος σε πολιτικές συσκέψεις, που χρησιμοποιούσε την Ermanox μέχρι το 1932. Ο κυριότερος συντάκτης του περιοδικού του Μονάχου ήταν ο Ούγγρος Stefan Lorant. To 1928 ιδρύθηκαν τα πρακτορεία Dephot και Weltrundschau για να εξυπηρετήσουν τα ανθηρά περιοδικά. Οι Andre Kertesz και Ε.Ρ. Hahn-Gilland υπήρξαν οι βασικοί φωτογράφοι στο Dephot του Simon Gutmann.
To 1929 ο Lucien Vogel ίδρυσε στο Παρίσι το περιοδικό Vu,που έγινε σημαντικό στις αρχές του τριάντα. Μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία η πρωτοποριακή φωτοδημοσιογραφία της Γερμανίας έσβησε.



1933-1980
Οι πρόσφυγες του γερμανικού εκδοτικού χώρου στράφηκαν στη Βρετανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι Korff, Szafranski, Eisenstaedt και Muncacsi συνδέθηκαν με το περιοδικό Life στην Αμερική, που ξεκίνησε να εκδίδεται το Νοέμβριο του 1936. Το 1938 ιδρύθηκε στη Βρετανία το Picture Post με αρχισυντάκτη τον Stefan Lorant. Απασχόλησε φωτογράφους όπως οι Kurt Hubschmann, Felix Man και Tim Gidal. To Picture Post ήταν ένα από τα πιο σοβαρά εικονογραφημένα περιοδικά και βοήθησε να εδραιωθεί μια αίσθηση εθνικής ταυτότητας τα χρόνια της κρίσης.

Τη δεκαετία του τριάντα, τα πεδία καταξίωσης για τους νέους φωτογράφους ήταν πολλά: ο Ισπανικός Εμφύλιος, οι πόλεμοι στην Κίνα και την Αβησσυνία, οι εξεγέρσεις και οι απεργίες της Ευρώπης και των Ηνωμένων Πολιτειών. Μεταξύ 1939 και 1945 οι περισσότεροι φωτογράφοι είχαν εμπλακεί στον πόλεμο. Μετά τον πόλεμο οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι επιζητούσαν ειδήσεις από τον ευρύτερο κόσμο. Τα φωτορεπορτάζ μακρινών τόπων μπορούσαν ουσιαστικά να πουληθούν πριν ακόμη πραγματοποιηθούν. Το 1947 οι Robert Capa, Henri Cartier Bresson, George Rodger και David Seymour ίδρυσαν το Magnum Photos, ένα διεθνές συνεταιριστικό πρακτορείο φιοτοδημοσιογράφων.
Οι πόλεμοι στην Κορέα, την Ινδοκίνα και αργότερα το Βιετνάμ, καθώς και η επανάσταση στην Κίνα και ο διαμελισμός των αυτοκρατοριών της Ανατολής, διασφάλισαν τη συνεχή παροχή ζωτικών ρεπορτάζ. Ο David Douglas Duncan κάνοντας ρεπορτάζ από την Κορέα στο This is War! (1951) σημείωσε επ’ευκαιρία μία από τις εσωτερικές αναταραχές της φωτογραφίας την ανάπτυξη μιάς υψηλής ποιότητας ιαπωνικής βιομηχανίας μηχανών, στην οποία αυτός και οι συνάδελφοι του στηρίζονταν όλο και περισσότερο για τους φακούς τους.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες το κύρος της φωτογραφίας μεγάλωνε χρόνο με το χρόνο. Το 1937 ο Edward Weston ήταν ο πρώτος φωτογράφος που πήρε υποτροφία Guggenheim. Οι φωτογράφοι βραβεύονταν τακτικά από τότε και μετά. Το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης, που είχε ήδη εκθέσει φωτογραφίες των Walker Evans, Paul Strand και Henri Cartier Bresson, διόρισε τον Edward Steichen διευθυντή του τμήματος φωτογραφίας το 1947. Το 1952 ο Minor White έγινε αρχισυντάκτης και υπεύθυνος παραγωγής του νεοϊδρυθέντος τριμηνιαίου φωτογραφικού Aperture, που έπαιξε θεμελιακό ρόλο στην ανεύρεση ενός ευρύτερου κοινού για τη σοβαρή φωτογραφία.






 Τη δεκαετία του εβδομήντα οι φωτογράφοι ανακουφίστηκαν κάπως από την πολλή σοβαρότητα μέσα από το πρόχειρο, ημερολογιακό πρότυπο που επέτρεπε η καινούργια, γρήγορη, απευθείας θετική επεξεργασία Polaroid.
Η επεξεργασία αυτή, που για να δημιουργήσει θετική εικόνα σε ένα στάδιο χρησιμοποιούσε αρχικά αρνητικά αλογονούχου αργύρου, επιτεύχθηκε στην Ευρώπη το 1939 και χρησιμοποιήθηκε αρχικά στην αντιγραφή εγγράφων. Ύστερα από περαιτέρω έρευνα στις ΗΠΑ, δημιουργήθηκε το 1947 από τον Edwin Land μια μηχανή που χρησιμοποιούσε την επεξεργασία Polaroid. Το 1963 η επεξεργασία είχε εξελιχθεί αρκετά ώστε να επιτρέπει τη λήψη θετικών έγχρωμων εικόνων.
Το πρώτο ερασιτεχνικό και επαγγελματικό εύχρηστο έγχρωμο φιλμ βγήκε στην αγορά το 1935, αν και έγινε ευρέως διαθέσιμο μόνο μετά το 1945. Οι άβολες έγχρωμες μηχανές στούντιο αχρηστεύτηκαν. Οι εκτυπωτές άρχισαν να πειραματίζονται με νέες μεθόδους έγχρωμης εκτύπωσης. Η εμπορική παραγωγή επιστρωμένου χαρτιού ξεκίνησε τη δεκαετία του τριάντα και δημιουργήθηκαν εκτυπωτικές μελάνες που στέγνωναν με θερμότητα για τις τυπογραφικές εφαρμογές.
Από το 1940 και μετά υπήρξαν πολλές βελτιώσεις, με κορύφωση την πρόσφατη εισαγωγή των σαρωτών λέηζερ και των υπολογιστών, που κατέστησαν δυνατή την εκτύπωση με μία άνευ προηγουμένου ακρίβεια, πράγμα που με τη σειρά του ενέπνευσε μεταξύ των καλλιτεχνών φωτογράφων ένα νέο ενδιαφέρον γύρω από το χρώμα. Οι εξελίξεις στην επαγγελματική εκτύπωση μετά τη δεκαετία του σαράντα έφεραν το έργο των φωτογράφων κοντά σε ένα μεγάλο καινούργιο κοινό και βοήθησαν τελικά στην καθιέρωση της έγχρωμης φωτογραφίας σε σοβαρό καλλιτεχνικό μέσο.