Τα διασημότερα Φωτογραφικά φιλιά

17 Ιουλ 2015



απόσπασμα από το βιβλίο του Δημοσθένη Κούρτοβικ "Τετέλεσται", (αναδημοσίευση)

Αυτά είναι τα δυο διασημότερα φιλιά όχι μόνο στην ιστορία της φωτογραφίας, αλλά και στην ιστορία του εικοστού αιώνα. Το πρώτο είναι αυθόρμητο- το απαθανάτισε ο φωτογράφος Alfred Eisen-staedt στην πλατεία Time Square της Νέας Υόρκης, στις 14 Αυγούστου 1945 τη μέρα που παραδόθηκε η Ιαπωνία και τελείωσε ο πόλεμος. Το δεύτερο φιλί δόθηκε το 1950 σε άλλη πλατεία, την Place de l' Hotel de Ville του Παρισιού. Αλλά για τη δική του αυθεντικότητα υπάρχουν αμφιβολίες είναι πολύ πιθανό ότι ο φωτογράφος Robert Doisneau έβαλε το χεράκι του, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στη δημόσια έκφραση του πάθους των δυο ερωτευμένων Θα δούμε πιο κάτω τι μπορεί να σημαίνει αυτό.





Δεν είναι τυχαίο, φυσικά, ότι η μεταπολεμική εποχή εγκαινιάζεται με δυο φιλιά που έγιναν θρυλικά και στόλισαν, ως πόστερ, τους τοίχους εκατομμυρίων ανθρώπων έπειτα από ένα πόλεμο που έδειξε σε όλους πόσο εύκολα η ανθρώπινη σάρκα μετατρέπεται σε άμορφη κρεάτινη μάζα, η απελευθέρωση της σωματικής έκφρασης έγινε αίτημα των τριών δεκαετιών που ακολούθησαν. Με μια έννοια, δεν είναι τυχαίο ούτε το ότι και τα δύο φιλιά διαδραματίζονται σε πλατεία περισσότερο από ποτέ άλλοτε, ο έρωτας στην καινούργια εποχή θέλει χώρο για να εκφραστεί, θέλει ν' απλώσει την ενέργειά του πολύ πέρα από το ιδιωτικό σύμπαν του ζευγαριού, να γίνει η δύναμη που θ' αλλάξει τον κόσμο.
Ο οποίος χρειάζεται εξάπαντος αλλαγή, όπως μας δείχνει καθαρά η δεύτερη, η πιθανώς στημένη φωτογραφία (που έστω και μόνο γι' αυτό τον λόγο θα έπρεπε να την υποπτευτούμε ως σκηνοθετημένη). Ας προσέξουμε τις δύο βλοσυρές μορφές, τον άνδρα και τη γυναίκα, που πλαισιώνουν το νεαρό ζευγάρι. Είναι δυο φιγούρες από αυτές που συναντάμε κάθε μέρα στον δρόμο, χωρίς να μας κάνουν την παραμικρή εντύπωση.
Αλλά πόσο άχαρες, αλύγιστες, στεγνές, αραχνιασμένες φαίνονται μπροστά στο ζευγάρι που φιλιέται! Κοιτάζουν και οι δυο προς την ίδια κατεύθυνση, αλλά μακριά από το φιλί: στον ορίζοντά τους δεν υπάρχει η χαρά του έρωτα. Σε αντίθεση με τα φωτεινά πρόσωπα των δυο νέων, τα δικά τους είναι γκρίζα (πώς να μην υποψιαστούμε πάλι ότι ο φωτογράφος έπαιξε με τη φωτοσκίαση;). Ο κόσμος που αντιπροσωπεύουν αυτοί οι δυο διαβάτες είναι ο γερασμένος, αγκυλωμένος από την υπακοή στις συμβάσεις κόσμος του χτες. Πρέπει ν' ανατραπεί. Θα τον ανατρέψει ο έρωτας.
Και στις δύο φωτογραφίες το πιο κινητικό, το πιο παλλόμενο, το πιο εκστατικό μέρος του ζευγαριού είναι η γυναίκα. Αυτή δίνει την ένταση και στις δύο σκηνές. Ας προσέξουμε πώς το σώμα των δύο κοριτσιών λυγίζει σαν τόξο, παραδομένο στην ανδρική δύναμη, αν θέλει κανείς να δει τις φωτογραφίες μέσα από τα γυαλιά των κλασικών αντιλήψεων, αλλά προετοιμασμένο για ν' ανταποκριθεί στο πάθος του, έτοιμο να εκλύσει την καταλυτική του ενέργεια με μια τρομακτική έκρηξη, αν αφεθούμε στη γλώσσα των ίδιων των εικόνων.




Ούτε αυτό είναι σύμπτωση. Η γυναίκα επρόκειτο να είναι το πιο δυναμικό φύλο στην καινούργια εποχή. Αυτή κυρίως θ' αμφισβητούσε τις φθαρμένες αξίες του χτες, αυτή θα έδειχνε μεγαλύτερη ικανότητα προσαρμογής σ' ένα κόσμο όπου οι παλιοί ρόλοι δεν είχαν πια αντίκρισμα στην πραγματικότητα και οι καινούργιοι ρόλοι απαιτούσαν ευελιξία, ανεκτικότητα, ανεξαρτησία από εμμονές. Η εποχή που ανέτελλε ήταν η εποχή της γυναίκας. Ο ανδρισμός είχε τελειώσει μαζί με τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο τον έσχατο, σφοδρότερο και μοιραίο παροξυσμό του.....
Το ζευγάρι στην πιθανώς μη αυθεντική φωτογραφία της Place de l' Hotel de Ville είναι αυθεντικό ζευγάρι. Το ζευγάρι στην αυθεντική φωτογραφία της Time Square δεν είναι αυθεντικό ζευγάρι είναι ένας ναύτης και μια νοσοκόμα που συναντήθηκαν, άγνωστοι, μέσα στο πλήθος και φιλήθηκαν πάνω στον ενθουσιασμό τους για το τέλος του πολέμου. Δεν ξανασυναντήθηκαν ποτέ πια. Η νοσοκόμα είναι γνωστή από καιρό. Ζει ακόμη, είναι σήμερα μια γριούλα γύρω στα εβδομήντα πέντε. Κατά καιρούς της παρουσιάζονταν διάφοροι άνδρες που ισχυρίζονταν ότι ήταν ο ναύτης της φωτογραφίας. Αλλά αυτή ανακάλυπτε πάντα την απάτη, βάζοντάς τους ν' απαντήσουν στην ερώτηση τι της είπε εκείνος ο άνδρας τη στιγμή του φιλιού. Όλοι έδιναν λάθος απάντηση. Ώσπου, τον Αύγουστο που γράφω αυτές τις γραμμές και συμπληρώνεται μισός αιώνας από εκείνη τη μέρα, αποκαλύφθηκε και η ταυτότητα του ναύτη. Ζει κι εκείνος, είναι συνταξιούχος αστυνομικός. Αυτός απάντησε σωστά.
Μπαίνει κανείς στον πειρασμό ν' αναρωτηθεί ποια από τις δυο φωτογραφίες είναι η πιο συγκινητική. Ίσως οι περισσότεροι συναισθηματικοί χαρακτήρες προτιμήσουν το αυθεντικό ζευγάρι της (πιθανώς) μη αυθεντικής σκηνής. Οπωσδήποτε αυτή η φωτογραφία, στημένη ή όχι, είναι ένας εξαίσιος ύμνος στον έρωτα, τα νιάτα και την ομορφιά. Αλλά η τελειότητά της ίσως έχει και κάτι το ψυχρό και απόμακρό. Εξάλλου, στη σκέψη ότι το στιγμιότυπο μπορεί να σκηνοθετήθηκε, αναδεύονται μέσα μας κάποια αόριστα, δυσάρεστα συναισθήματα. Αν το ζευγάρι ήταν αληθινά ερωτευμένο, γιατί άραγε χρειάστηκε την προτροπή του φωτογράφου για να φιληθεί; Και αν ντρεπόταν να φιληθεί δημόσια, επειδή κάτι τέτοιο ήταν ακόμη ασυνήθιστο τότε, τι το έκανε να υπακούσει στην προτροπή; Μήπως εδώ προαναγγέλλεται μια κατάσταση γνώριμή μας σήμερα, η εισβολή της κάμερας στην ιδιωτική ζωή, την οποία δεν καταγράφει απλώς, αλλά και διαμορφώνει;

Προσωπικά προτιμώ την άλλη φωτογραφία, με το τυχαίο ζευγάρι. Ακόμη και αν δεν ήταν αυθεντική, θα μου φαινόταν πιο χαρακτηριστική για την καινούργια εποχή: σήμερα είναι κυρίως οι τυχαίες, οι απρόβλεπτες συναντήσεις που ενεργοποιούν τον ενθουσιασμό και το πάθος μας. Αλλά επειδή η φωτογραφία συμβαίνει να είναι αυθεντική, βλέπω σ' αυτή κι ένα άλλο, ακόμη πιο παρήγορο μήνυμα: στις τυχαίες και φευγαλέες συναντήσεις, που μας προσφέρει η νέα εποχή, ανακαλύπτουμε ξανά τον αυθορμητισμό, τη γνησιότητα και τη νοηματική μεστότητα των χειρονομιών που στις καθημερινές, σταθερές σχέσεις μας χάνονται συνήθως μέσα σε λόγια ανύπαρκτης ή αλλότριας σκοπιμότητας.
Άλλωστε, η σωστή απάντηση στο ερώτημα τι είπε στη νοσοκόμα ο ναύτης, η απάντηση που κανένας κατεργάρης δεν σκέφτηκε, ήταν: τίποτα.