Η Ψηφιακή Τεχνολογία και η Ασπρόμαυρη Φωτογραφία

14 Ιουλ 2015



κείμενο:  Π. Ριβέλλης Φεβρουάριος 2009 περιοδικό «Φωτογράφος», αναδημοσίευση

Οι τεχνολογικές εξελίξεις δεν είναι φαινόμενο τής εποχής μας, αφού συνοδεύουν τη ζωή τού ανθρώπου από την εποχή τής προϊστορίας. Το ιδιαίτερο όμως και καινούργιο χαρακτηριστικό των τελευταίων χρόνων είναι η αδιανόητα μεγάλη ταχύτητα με την οποία πλέον οι εξελίξεις αυτές τρέχουν. Η αντιμετώπιση τού φαινομένου είναι μία και όχι εύκολη. Να καταφέρει κανείς να μετατοπίσει τη βάση των αναφορών του και τής ψυχολογικής του ασφάλειας, από την εφησυχαστική περιοχή των συνηθειών σε εκείνη την πιο απαιτητική των πεποιθήσεων και των επιλογών.
Για τους φωτογράφους η ψηφιακή τεχνολογία συνιστά μια εξαιρετικά τραυματική εμπειρία ανατροπής σχεδόν όλων των κεκτημένων συνηθειών και των ακλόνητων αληθειών. Ανάμεσά τους κορυφαία θέση ίσως να έχει η σχέση τού ασπρόμαυρου με την πάντοτε έγχρωμη ψηφιακή αποτύπωση. Θα ήταν αστείο βέβαια να ισχυριστούμε ότι η εποχή μας είναι πιο έγχρωμη από τις προηγούμενες, ή ότι η παραγωγή των ασπρόμαυρων φωτογραφιών οφειλόταν μόνο στην ελλιπή τεχνολογία τής έγχρωμης, ή ότι το χρώμα τής διαφήμισης και τής τηλεόρασης έχει κυριεύσει τις ψυχές μας. Εντούτοις στο πρόσφατο παρελθόν υπήρχε κάτι που διευκόλυνε τις αποφάσεις. Αν και ο κόσμος ήταν έγχρωμος, και μολονότι το μάτι μας έβλεπε μέσα από το σκόπευτρο μια έγχρωμη πραγματικότητα, η εκ των προτέρων επιλογή ενός ασπρόμαυρου φιλμ απέδιδε χωρίς ενδοιασμούς ένα ασπρόμαυρο αποτύπωμα....




Σήμερα κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι, ακόμα και αν τελικά επιλέξουμε το ασπρόμαυρο ίχνος τού έγχρωμου κόσμου, περνάμε υποχρεωτικά μέσα από το χρώμα των πάντοτε τρίχρωμων ψηφιακών αισθητήρων. Κάθε προσπάθεια άρνησης αυτού τού γεγονότος, μπορεί να μαρτυράει απόγνωση ή πείσμα, παραμένει όμως ατελέσφορη και γραφική. Η αφαίρεση λόγου χάριν τού χρώματος από το σκόπευτρο ή την οθόνη δεν έχει απολύτως κανένα νόημα αφού και ο «ασπρόμαυρος» φωτογράφος τού παρελθόντος αντιμετώπιζε πάντοτε έναν έγχρωμο κόσμο. Ήταν «ασπρόμαυρος» απλώς επειδή είχε διαλέξει ένα συγκεκριμένο φιλμ. Πέραν των άλλων η αφαίρεση τού χρώματος κατά τη σκόπευση θα είχε το αρνητικό αποτέλεσμα να ανατρέπει τη σωστή πορεία τής φωτογραφικής διαδικασίας που θέλει τον φωτογράφο κατά τη λήψη να βλέπει τη ζωντανή πραγματικότητα (και όχι την έγχρωμη ή την ασπρόμαυρη «φωτογραφική» πραγματικότητα) και κατά την επιλογή και την επεξεργασία να κρίνει τη φωτογραφική πραγματικότητα (με τις αντιθέσεις, τις φωτεινότητες, τις τονικότητες, τα χρώματα, τα κροπαρίσματα κλπ).

Αλλά και η εξαρχής, μέσα από τη μηχανή, επιλογή τής μετατροπής των φωτογραφιών σε ασπρόμαυρες καταλήγει στην αυθαίρετη και τεχνικά ελλιπή απόδοση των γκρίζων περιοχών, κάτι που ο υπολογιστής και το εξειδικευμένο πρόγραμμα θα πετύχουν με πολύ μεγαλύτερη ακρίβεια και ποιότητα, αλλά και με πιστότητα στις προσωπικές επιλογές τού φωτογράφου. Αν μάλιστα η λήψη γίνεται, όπως επιβάλλεται, με πλήρως ασυμπίεστα αρχεία, τότε το χρώμα θα είναι πάντα εκεί προκαλώντας μας να το αντιμετωπίσουμε: να το δεχτούμε ή να το απορρίψουμε..
Η επιλογή εκ των προτέρων ενός φιλμ μετατρέπεται σήμερα στην εκ των υστέρων πιο έλλογη, πιο αναλυτική και πιο ψύχραιμη επιλογή ανάμεσα σε μια εκδοχή έγχρωμη και μια ασπρόμαυρη τής ίδιας φωτογραφίας. Αν οι καλλιτεχνικές επιλογές τού φωτογράφου οδηγηθούν σταθερά προς τη μία κατεύθυνση, μπορεί να απαλλαγεί και από τα διλήμματα. Είναι όμως ενδεχόμενο να ανακαλύψει ότι τα διλήμματα είναι πολλές φορές δημιουργικά. Το νέο στοιχείο είναι πως οι αποφάσεις είναι πάντα δικές του, αλλά ποτέ δογματικές. Η μόνη σχεδόν αμετακίνητη αναφορά του είναι οι υπαρξιακές, μεταφυσικές και καλλιτεχνικές θέσεις του, που θα τον βοηθούν πάντοτε να επιλέγει, χωρίς να δεσμεύεται από τεχνικές προεπιλογές. Ίσως μάλιστα ανακαλύψει την πραγματική ουσία και αξία των στερημένων από πληροφορίες γκρίζων περιοχών τής ασπρόμαυρης φωτογραφίας ή την ιδιαίτερη φωτογραφική (και όχι ζωγραφική) ιδιότητα των χρωμάτων τής έγχρωμης.