Το γυμνό στη Φωτογραφία

18 Ιαν 2016



Η περιπέτεια του Eλληνικού γυμνού
της Ειρήνης Κοντογεωργίου
Ελευθεροτυπία 31/10/2004, (αναδημοσίευση)


Εντάξει, «όταν εμείς φτιάχναμε Παρθενώνες, αυτοί ήταν στα δένδρα». Οταν όμως αυτοί έβγαζαν έναν Μαν Ρέι, εμείς καίγαμε γυμνές φωτογραφίες για να προστατεύσουμε τη μνήμη του φωτογράφου. Καταλαβαίνετε σε τι κυκεώνα μπήκε ο ιστορικός της φωτογραφίας Αλκης Ξανθάκης προκειμένου να ολοκληρώσει το βιβλίο «Το γυμνό στην ελληνική φωτογραφία», από τις εκδόσεις «Κοχλίας». Δεκαπέντε χρόνια τού χρειάστηκαν.
Ομως, αποζημιώθηκε: ανακάλυψε τη μαντάμ Ορτάνς σε προκλητική πόζα φωτογραφείου της Κρήτης, συνάντησε τις πρώτες πόρνες της οδού Σκουφά να στέκονται ολόγυμνες μπροστά στο φωτογραφικό φακό, μπήκε στο ερωτικό αρχείο του Εμπειρίκου και άλλων επιφανών του πνεύματος και της επιστήμης.



«Η πρόθεσή μου δεν ήταν να κάνω επιλογή αξιόλογων καλλιτεχνικών γυμνών», ξεκαθαρίζει ο Ξανθάκης. «Σκοπός μου ήταν να δείξω το γυμνό όπως εξελίσσεται στην Ελλάδα από την αρχή της φωτογραφίας μέχρι σήμερα. Π.χ. όταν το 1950-70 δεν γίνονται επαγγελματικές λήψεις, γίνονται κρυφά ερασιτεχνικές. Τις έχω συμπεριλάβει.
Υπάρχει επίσης το γυμνό που βγαίνει με πονηριά: η κοπέλα πηγαίνει για φωτογραφία ταυτότητας και ο φωτογράφος παραπλανώντας την της κατεβάζει το ντεκολτέ, υποσχόμενος ότι δεν θα χρησιμοποιήσει την πόζα. Για τη συγκεκριμένη έρευνα, αυτού του είδους οι φωτογραφίες είναι πάρα πολύ σημαντικές. Ναι, δεν είναι όλες καλλιτεχνικές. Είναι όμως όλες χαρακτηριστικές της εποχής τους».
Μια από τις μεγαλύτερες δυσκολίες ήταν η συγκέντρωση και η τεκμηρίωση του υλικού που αφορούσε την περίοδο πριν από το 1950.
Τρομακτική είναι η πλήρης έλλειψη υλικού του 19ου αιώνα. Παρά τη μεγάλη προσπάθεια, δεν εντοπίστηκε καμία φωτογραφία. Τότε υπήρχε η «συγγενική λογοκρισία». Το φαινόμενο του να καίνε οι συγγενείς τις φωτογραφίες -αν απλώς τις πετούσαν υπήρχε κίνδυνος να ανακαλυφθούν αργότερα- συνεχίστηκε και τον 20ο αι., με κάποια γνωστά ονόματα τα οποία ο Ξανθάκης, έπειτα από παράκληση των συγγενών, απέφυγε να δημοσιεύσει.
Ο 19ος αι. είναι επιπλέον και επικίνδυνος για τον ιστορικό. Πολλοί ισχυρίζονται ότι έχουν ελληνικές φωτογραφίες, αλλά το να βαφτίζεις μια φωτογραφία ελληνική είναι πολύ εύκολο. Το να το αποδείξεις είναι τρομερά δύσκολο. Εκείνη την περίοδο, κυκλοφορούσαν στο εξωτερικό, κυρίως στο κέντρο της φωτογραφίας, το Παρίσι, καρτ ποστάλ με ημίγυμνες δήθεν «Νεαρές Ελληνίδες της Ανατολής». Επρόκειτο μάλλον για εξωτικές γυναίκες της Ανατολής, που ήταν άλλωστε στη μόδα. «Το περιβάλλον, το ντεκόρ, ο τρόπος φωτογράφησης, η αισθητική της εικόνας, τα χαρακτηριστικά του προσώπου, οι μαρτυρίες, είναι μερικά από τα στοιχεία που βοηθούν στην τεκμηρίωση. Συχνά όμως τα κριτήρια αυτά είναι επισφαλή», τονίζει ο Ξανθάκης.
Γεγονός πάντως είναι ότι την εποχή εκείνη ήταν πιο εύκολο για τους έλληνες φωτογράφους να εισαγάγουν φωτογραφίες και να κάνουν μεταπώληση, παρά να μπουν στη διαδικασία να βρουν ξένο μοντέλο, χορεύτρια ή τραγουδίστρια που θα δεχόταν να τους ποζάρει.
Σημαντική βοήθεια βρήκε ο Ξανθάκης από την τεράστια συλλογή του συλλέκτη Μιχάλη Τσάγκαρη, ο οποίος του διέθεσε έναν μεγάλο αριθμό φωτογραφιών, κυρίως ερασιτεχνών, της περιόδου 1920-1940. «Ηταν πολύ δύσκολο να βρω πρωτότυπες φωτογραφίες εκείνης της περιόδου, γι' αυτό και χρησιμοποίησα πολλές από περιοδικά. Εκεί υπήρχε το πλεονέκτημα της κριτικής ή της λεζάντας την οποία συμπεριλαμβάνω».
Χαρακτηριστική είναι η φωτογραφία με ημερομηνία 1927 ή 1929, στην οποία ευρωπαία κόμισσα φωτογραφίζεται γυμνή στην Ακρόπολη «με τον ιταλό ζιγκολό της». Και βέβαια συλλαμβάνεται (έχουν προηγηθεί οι φωτογραφήσεις του Steichen και της Nelly's με τις χορεύτριες στον ίδιο χώρο). Η τεράστια δυσκολία ανεύρεσης υλικού όμως αφορούσε κυρίως την πρώτη εικοσαετία του 20ού αι.



Η εποχή των μαρκαδόρων
Οι συγκρίσεις της ελληνικής και της ευρωπαϊκής πορείας του φωτογραφικού γυμνού είναι αναπόφευκτες. Το 1845 έχουμε στο εξωτερικό μια μεγάλη παραγωγή γυμνών δαγκεροτυπιών. Εμείς, 70 χρόνια μετά έχουμε τα πρώτα μας γυμνά με μεγάλη διαφορά στην προσέγγιση του θέματος, συμπεριλαμβανομένων και των μη καλλιτεχνικών φωτογραφιών. Παρ' όλα αυτά, ο Ξανθάκης αισθάνεται ότι όταν αρχίζει το γυμνό να κινείται στην Ελλάδα, από το 1920 δηλαδή και πέρα, γίνονται μεγάλες προσπάθειες για γρήγορη ένταξη.
Δεν συναντάμε βέβαια επίπεδα προβληματισμού του ύψους ενός Μαν Ρέι ή ενός Γουέστον. Αλλωστε, στο σύνολο της τέχνης της φωτογραφίας αργούν να φτάσουν οι προβληματισμοί ή όταν φτάνουν μας αγγίζουν επιδερμικά. Στον μεσοπόλεμο, πάντως, ήρθαν οι πρόσφυγες οι οποίοι, μετάγγισαν μια πιο δυναμική προσέγγιση και σ' αυτό το είδος της φωτογραφίας. Μια απ' αυτούς ήταν και η Nelly's.






Ενα μεγάλο κενό εμφανίζεται μετά το '40 (έχουν σωθεί κάποιες χαρακτηριστικές αποκαλυπτικές φωτογραφίες ιταλών και γερμανών αξιωματικών σε ελληνικούς οίκους ανοχής) και τη δεκαετία του εμφυλίου, οπότε γίνεται φανερό ότι το γυμνό στην Ελλάδα είναι μεγάλο ταμπού. Η επταετία το κάνει χειρότερο. Ετσι, από το 1950 έως το 1970 έχουμε μια πλήρη καταπίεση του γυμνού. Βαρύτατη λογοκρισία, μαρκαδόροι που μουντζουρώνουν, σελίδες που κόβονται. «Ακόμα και το "Χτυποκάρδι", ένα αθωότατο περιοδικό, πηγαίνει στο αυτόφωρο και καταδικάζεται», θυμίζει ο Ξανθάκης.
Συμπέρασμα; Η πορεία του γυμνού σώματος στη φωτογραφία αποτελεί κατά κάποιο τρόπο δείκτη του πολιτικού αυταρχισμού. Επί Μεταξά, το γυμνό εξαφανίζεται τελείως! Αναφέρεται στο βιβλίο η χαρακτηριστική περίπτωση των τσιγάρων «Μέξη», τα οποία κυκλοφορούσαν στο εμπόριο με συλλεκτικές φωτογραφίες γυμνού στα πακέτα τους.
Το '36, με την απαγόρευση κυκλοφορίας του «δώρου» τους, έκλεισαν... Είναι φυσικό. Στα απολυταρχικά καθεστώτα, τέτοια θέματα θεωρούνται «βλαβερά» για την παίδευση του κοινού. Ακόμη κι ο εθνικοσοσιαλισμός, που δεχόταν τα γυμνά ρωμαλέα σώματα στα αγάλματα και στους πίνακες, δεν δεχόταν τις γυμνές φωτογραφίες.

Από το '75 και πέρα έχουμε μια άνθηση, πολύ δυναμική μάλιστα. Ωστόσο, όταν το '76 ο Α. Ξανθάκης κάνει την πρώτη ατομική έκθεση γυμνού σε γκαλερί της Αθήνας, πολλοί επισκέπτες αναρωτιούνται φωναχτά γιατί δεν επεμβαίνει ο εισαγγελέας. Κι αυτός ήταν ένας από τους λόγους που τον οδήγησαν στη συγκεκριμένη έρευνα, όπως παραδέχεται.
Οι επιδράσεις των ξένων καλλιτεχνών και ρευμάτων είναι σήμερα πολλές και ποικίλες. Π.χ., ο Βαγγέλης Κύρης σε ένα μέρος της δουλειάς του επηρεάζεται δημιουργικά από τον Μαν Ρέι. Στον Τάσο Βρεττό υπάρχουν πάρα πολλά σουρεαλιστικά στοιχεία, ενώ εντυπωσιακή είναι η πρωτοτυπία και η πολυμορφία του έργου του. Η Λόρα Ντόντσον κινείται στον χώρο της μεταμοντέρνας εικόνας. Ο Χρήστος Χριστοδουλίδης εμφανίστηκε το '73 με πρωτοποριακή για την εποχή δουλειά. Εκείνοι όμως που αποτελούν ιδιαίτερη περίπτωση, με την έννοια ότι έχουν δώσει μεγάλο βάρος, σχεδόν αποκλειστικό, στο γυμνό είναι ο Στέφανος Πάσχος και ο Στέλιος Σκοπελίτης.
Ο πρώτος ουσιαστικά χρησιμοποιεί το γυμνό για να εκφράσει τους εικαστικούς του προβληματισμούς (στοιχείο που χαρακτηρίζει και τον Νίκο Μάρκου). Ο δε Σκοπελίτης κινείται σε «επικίνδυνα» και μοναχικά μονοπάτια, υπερρεαλιστικά, συχνά σοκαριστικά.
Στο βιβλίο αφιερώνεται ιδιαίτερο κεφάλαιο στην εφαρμοσμένη (διαφημιστική) φωτογραφία. «Τα τελευταία 25 χρόνια φάνηκαν εδώ πολύ ενδιαφέροντα πράγματα», σχολιάζει ο συγγραφέας. «Θέλω μάλιστα να εξομολογηθώ ότι είχα τόσο καλό υλικό και τόσο καλούς καλλιτέχνες που έπρεπε να κάνω άλλες τόσες σελίδες μ' αυτό το θέμα». Ενδεικτικά αναφέρουμε τα ονόματα των Ντίνου και Τάκη Διαμαντόπουλου, Κώστα Κορωναίου, Βασίλη Ρασιά, Τάσου Βρεττού. «Δουλειά επιπέδου, αισθητικής και τεχνικής τελειότητας. Πολλοί απ' αυτούς τους ανθρώπους δημιουργούν τέχνη μέσα από αυτή τη διαδικασία. Π.χ. η σειρά του Βρεττού για τα Ελγίνεια είναι καταπληκτική».

Το ανδρικό γυμνό
Ιδιαίτερο κεφάλαιο αποτελεί και το ανδρικό γυμνό: «Είναι ίσως το μεγαλύτερο ταμπού, παρόλο που η πρώτη φωτογραφία που έχουμε, το 1908, είναι ανδρικού γυμνού (σπουδή ενός ζωγράφου στην αυλή του). Από κει και πέρα, το ανδρικό γυμνό εξαφανίζεται, με εξαίρεση μια φωτογραφία που βρήκα στον Μεσοπόλεμο».
Το '50 ξαναεμφανίζονται τα πρώτα ανδρικά γυμνά με κύριο μαχητή- φωτογράφο τον Θάνο Βελούδιο. Από κει και πέρα υπάρχει μεγάλο κενό μέχρι το '80, οπότε εμφανίζεται ένας σημαντικός φωτογράφος ανδρικού γυμνού, με έργο αναγνωρισμένο και σε διεθνές επίπεδο. Είναι ο Δημήτρης Γέρος. Με το ανδρικό γυμνό έχουν επίσης ασχοληθεί ο Μάρκου, ο Κύρης και η Ντόντσον.





Σε σύγκριση π.χ. με το ελληνικό ντοκουμέντο ή το τοπίο, η φωτογραφία γυμνού είναι πίσω. Υπάρχει η αίσθηση ότι οι φωτογράφοι, και οι επαγγελματίες ακόμα, φοβούνται μήπως υποπέσουν στην κατηγορία του πορνό». Και πότε ξεπέφτει κανείς στο πορνό; «Η άποψή μου είναι», απαντά ο ιστορικός, «ότι μια φωτογραφία είναι πορνό όταν αυτός που τη δημιουργεί τη βλέπει έτσι. Από κει και πέρα, είναι θέμα θεατή. Αν ο δημιουργός δεν έχει σκοπό να ερεθίσει, εμένα μου αρκεί». Η φιλοσοφία του συγγραφέα, που είναι και ο ίδιος φωτογράφος γυμνού, βρίσκεται σε μια κουβέντα τού Οδυσσέα Ελύτη: «Ενα σώμα γυμνό είναι η μοναδική προέκταση της νοητής γραμμής που μας ενώνει με το μυστήριο».


Το γυμνό στην φωτογραφία, μια ιστορία ένα ταμπού
του Φάνη Λογοθέτη

Το γυμνό στην φωτογραφία ξεκίνησε μαζί με την γέννηση της, και ουσιαστικά δεν είναι κάτι το οποίο το ανακαλύψαμε τώρα ή πριν 10 – 20 χρόνια. Από τις αρχές του 1800 με τις πρώτες φωτογραφικές απόπειρες είχαμε και τις πρώτες γυμνές εικόνες, είτε σε επίπεδο καλλιτεχνικής είτε παραστατικής αποτύπωσης μιας και το γυμνό είναι κάτι που τριβελίζει τον ανθρώπινο νου και όλες τις μορφές τέχνης επί αιώνες. Θα μπορούσαμε να πούμε πως στην εξέλιξη της φωτογραφίας ως τεχνικής αλλά και της αλλαγές στην κοινωνικοπολιτική κατάσταση άρχισε το γυμνό να αποκτά κάποιες κατηγορίες στις οποίες θα μπορούσε να διαχωριστεί από τις πρώτες Νταγκεροτυπίες αλλά μέχρι και τις μέρες μας.
Δεν είναι ακριβές ποια χρονολογία είχαμε την πρώτη γυμνή φωτογραφία, ένα είναι σίγουρο πως από το 1839 έως το 1841 είχαμε την πρώτη γυμνή φωτογραφία (διάφορες πηγές αναφέρουν το 1841 άλλες το 1844) τότε που ο χρόνος έκθεσης ενός καρέ ήταν 3-5 ως 10 λεπτά ανάλογα την εποχή και τις συνθήκες. Έχουν καταγραφεί περί τις 5000 Νταγκεροτυπίες (περίπου 1000 σώζονται μέχρι σήμερα) γύρω στο 1860 στην Ευρώπη με ερωτικό περιεχόμενο σε μια φάση που οι εικόνες ήταν μοναδικές(μη αναπαραγωγίσημες ), αρκετά ακριβές και φυσικά κυκλοφορούσαν σε ανώτερα κοινωνικά στρώματα.





Έχουμε κάποιες βασικές κατηγορίες γυμνού στα πρώτα χρόνια της φωτογραφικής τέχνης όπως οι Αναγεννησιακού τύπου, ακαδημαϊκής φύσεως και ουσιαστικά σε μορφή σπουδής στο γυμνό που χρονολογούνται γύρω στο 1850, ακόμα, οι ερωτικές εικόνες που συχνά αναφέρονται και ως Παριζιάνικες (το Παρίσι από το 1870 και ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο ήταν η Μέκκα της ερωτικής φωτογραφίας) μιας και εκεί είχαν αναπαραχθεί αρκετές με μορφή καρτ ποστάλ ή καρτ βιζίτ για διάφορα καμπαρέ αλλά και για προσωπική χρήση.
Εξέλιξη αυτής της μορφής εικόνων ήταν και οι πορνογραφικές εικόνες που είχαν πραγματικά σκληρές σκηνές που και στις μέρες μας θα έκαναν αρκετούς να κοκκινίσουν ή να ενοχληθούν και μιλάμε ακόμα για το τέλος του 1800 και αρχές του 1900.
Αυτό ήταν και το εναρκτήριο λάκτισμα για να θεσπιστούν κάποιοι νόμοι για το τι είναι πορνογραφικό και τι όχι. Αργότερα είχαμε ποιο σκηνοθετημένες εικόνες γυμνού σε συνθήκες στούντιο που είχαν σκοπό να διανεμηθούν σε μορφή καρτ ποστάλ και να φτιάξουν μια κοινότητα ανταλλαγής τέτοιον εικόνων και θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε εδώ πως δεν υπήρχε τέτοια μονομέρεια όπως στις μέρες μας που γυμνό σημαίνει απαραίτητα γυναίκες χωρίς ρούχα! Τα στούντιο και οι φωτογράφοι άρχισαν να πληθαίνουν και φυσικό ήταν να υπάρχουν άνθρωποι που ασχολήθηκαν με το γυμνό σε άλλο επίπεδο, όπως καταγραφή εικόνων ανθρωπολογικού τύπου φωτογραφίζοντας γυμνά με ανθρώπους διαφορετικών εθνοτήτων και φυλών σε στούντιο αλλά και φυσικό περιβάλλον.
Η πιο γνωστή πάντως μορφή – κατηγορία γυμνού, είναι το καλλιτεχνικό γυμνό, που λίγο πριν το 1900 οι καλλιτέχνες έβλεπαν το γυμνό ως μια μορφή έκφρασης μέσα από φόρμες, φωτισμό αλλά και συμβολισμούς, που όμως οι δύσκολες εποχές κοινωνικά αλλά και από άποψη ανταπόκρισης του κοινού μερικοί φωτογράφοι μεταπήδησαν σε μια μορφή τεχνικής που βασίζετε στην ζωγραφική και είναι γνωστή σε όλους μας ως πικτοριαλισμός.
Ο πικτοριαλισμός που δεν είχε το γυμνό μόνο ως θέμα, είχε μια ονειρική soft focus όψη και έφερε μια νέα πιο οικία ως προς την ζωγραφική αίσθηση στο κοινό χρησιμοποιώντας νέες τεχνικές παρμένες από την art pompier .
Ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος εκτός από τις προφανείς απώλειες και αντίκτυπο στον μέσο άνθρωπο, επηρέασε κατά πολύ την φωτογραφία γυμνού που άρχισε να μην έχει καθόλου ανταπόκριση στον κόσμο παραγκωνίζοντας τους καλλιτέχνες φωτογράφους γυμνού αλλά και τους πικτοριαλιστές που οι τελευταίοι μέχρι το τέλος του 1920 είχαν ουσιαστικά εξαφανιστεί.
Το κίνημα των νατουραλιστών, ανθρώπων δηλαδή που προτιμούν τα φυσικά πράγματα στην ζωή (χορτοφαγία, γυμνισμός, φύση κλπ) δεν είναι κάτι καινούριο αλλά κάτι που έρχεται μεσώ χρόνο- μηχανής από τα '20s (ο γυμνισμός ακόμα είναι ταμπού 80 χρόνια μετά!)επηρέασαν την φωτογραφία και ώθησε τους φωτογράφους να ασχοληθούν κατά κόρον με εικόνες γεμάτες γυμνιστές και φυσικό περιβάλλον σε διάφορες στάσεις και δραστηρίοτητες. Καθώς οι φωτογραφικές μηχανές μίκραιναν και οι φωτογράφοι άρχισαν να αρέσκονται στο να βρίσκονται εκτός στούντιο, το γυμνό σε φυσικούς χώρους άρχισε να γίνεται must, όλο και πιο πολλοί φωτογράφοι συνδύαζαν την φωτογραφία τοπίου με το γυμνό κάτι που παραμένει ως τάση μέχρι και τις μέρες μας.
Τα μεγαλύτερα πάντως βήματα όσον αφορά την φωτογραφία γυμνού αλλά και τις φωτογραφίες που λίγο ως πολύ έχουμε δει όλοι μας, δίνοντας μια πιο καλλιτεχνική άποψη, έγιναν μεταξύ πρώτου και δευτέρου παγκοσμίου πολέμου και κυριότερες δεκαετίες από το 1930 ως το 1940.





Φωτογράφοι που έχουν κάνει διάσημες εικόνες και στιγμάτισαν την καλλιτεχνική δουλειά τους με αυτό εκείνη την περίοδο είναι πολλοί, επιγραμματικά αναφέρω τους εξής: Herbert List, Antre Kertesz, Brassai, ManRay, Manasse, Paco κ.α.
Είναι φυσικό και στατιστικά αποδεδειγμένο πως όπως η κοινωνία προχωρούσε αλλά και όποια σημαντική αλλαγή γινόταν( βιομηχανική επανάσταση, σεξουαλική επανάσταση, πόλεμοι, μουσική, εικαστικά κινήματα, μόδα) η φωτογραφία γυμνού ακολουθεί κατά πόδας και καταθέτει τα ανάλογα αποτελέσματα.
Η νεότερη ιστορία είναι λίγο πολύ γνωστή με τα 50s και 60s να είναι γεμάτα σεξουαλισμό και άνθιση των pin up girls και glamour φωτογραφίας με ποπ χρώματα και ψυχεδελικά μοτίβα. Από εκεί και πέρα, με χιλιάδες απόπειρες από πολλούς φωτογράφους ανά τον κόσμο και πλέον μη υπάρχοντας παρθενογένεση στην φωτογραφία η κάθε δεκαετία 70s – 80s και πέρα, άλλαξαν κατά βάση στιλιστικά το γυμνό είτε αυτό είχε να κάνει με τα αξεσουάρ, τα μαλλιά, το τοπίο αλλά και το χρώμα μιας και μιλάμε για πολύ εξελιγμένα υλικά πλέον όσον αφορά την τεχνική. Τρανταχτά παραδείγματα νεοτέρων φωτογράφων που ασχολήθηκαν με το θέμα είναι ο Helmut Newton, Araki, Robert Mapelthorpe, Michal Machu, Jan Saudek κ.α
Πάντως αν είχαμε την δυνατότητα να είχαμε στα χέρια μας μια τέτοια συλλογή εικόνων κατηγοριοποιημένες με γεωγραφική αλλά και χρονολογική σειρά, από την αρχή της γέννησης της φωτογραφίας γυμνού, θα μας έδινε δείγματα της αλλαγής του σωματότυπου, της αισθητικής, της κουλτούρας και τέλος της απήχησης- ανεκτικότητας του κοινού δεδομένης της σχέσης προσφοράς και ζήτησης στο εκάστοτε κοινωνικοπολιτικό σύστημα.
Στις μέρες μας τα ΜΜΕ έχουν κάνει το γυμνό να φαντάζει κάτι συνυφασμένο με την πορνογραφία και συνάμα κάτι το απαγορευμένο σε ένα πεινασμένο για θέαμα κοινό. Είναι λίγο αναχρονιστικό να μιλάμε για τέτοιου είδους ταμπού στην τέχνη αλλά και στην ζωή, θα έπρεπε να μιλάμε για αισθητική και το τι μας ενοχλεί ή τι μας αρέσει στην τεχνική, την φόρμα, τον συμβολισμό την ιδέα μιας φωτογραφίας γυμνού. Σοκαριστική δεν είναι μια εικόνα, αλλά η παραφιλολογία γύρω από αυτήν, τα κοινωνικά standarts που είναι ρευστά ανάλογα την εποχή αλλά και την γεωγραφική περιοχή και τέλος την κουλτούρα του κάθε θεατή. Φυσικά μιλώ για εικόνες που έχουν γίνει με νόμιμο τρόπο και δεν έχουν να κάνουν με εκμετάλλευση οποιουδήποτε ανθρώπου σε οποιοδήποτε επίπεδο, μιας και τώρα με την ψηφιακή τεχνολογία και την ευκολία του πράγματος σχοινοβατούμε ως κοινωνικό σύνολο σε μια του δίχως άλλο υπερβολή σε σχέση με το γυμνό και τις εικόνες.



Φωτογραφία γυμνού
του Πλάτωνα Ριβέλλη
Η φωτογραφία δεν αναπαριστά ένα γυμνό σώμα, αλλά το συγκεκριμένο σώμα που βρίσκεται μπροστά στον φωτογράφο. Η διαφορά αυτή άλλωστε είναι υπεύθυνη για το γεγονός ότι όλοι είμαστε πιο καχύποπτοι και επιφυλακτικοί όταν μας ζητηθεί να στηθούμε γυμνοί μπροστά στον φωτογραφικό φακό, από το να επιτρέψουμε σε κάποιον να μας ζωγραφίσει. Στην πρώτη περίπτωση ο εικονιζόμενος είμαστε εμείς οι ίδιοι, στη δεύτερη δανείσαμε απλώς το σώμα μας για μια αναπαράσταση.
Οι ζωγράφοι ασκούνται απεικονίζοντας το γυμνό σώμα. Μελετούν έτσι τις αναλογίες, την υφή και τα χρώματα. Οι φωτογράφοι δεν χρειάζεται να μελετούν τις λεπτομέρειες. Έχουν όμως μεγαλύτερη δυσκολία να συλλάβουν το σύνολο μέσα από τις λεπτομέρειες. Η φωτογραφία γυμνού βοηθάει τους φωτογράφους να μελετήσουν βαθύτερα τη λειτουργία τής φωτογραφίας και τη σχέση της με την πραγματικότητα τού θέματος. Ακριβώς επειδή σαν θέμα το γυμνό φέρει τη βαριά κληρονομιά τής ζωγραφικής και ταυτόχρονα την εξίσου βαριά παρουσία τής ηδονοβλεπτικής διάστασης τού φωτογραφικού φακού, επιβάλλεται η απόλυτα σαφής σχέση τού φωτογράφου με το θέμα. Με λίγα λόγια στη φωτογραφία είναι εξ ορισμού και εκ προοιμίου ανακόλουθο να ποζάρει ένα μοντέλο μπροστά σε μία ομάδα φωτογράφων χάριν σπουδής, όπως συμβαίνει στις σχολές των καλών τεχνών.
Όταν ο αείμνηστος Μάνος Χατζηδάκης σε ένα από τα «Καφενεία» τού Περιοδικού «Τέταρτο» μάς είχε συγκεντρώσει, μια μικρή ομάδα φωτογράφων, να μιλήσουμε για το γυμνό, έθεσε μια ερώτηση, αστεία ίσως αλλά και πολύ καίρια: «Όταν φωτογραφίζετε κάποιον γυμνό», είπε, «το κάνετε πριν ή μετά;». Και είχε δίκιο. Μια τέτοια ερώτηση δεν θα είχε θέση στη ζωγραφική.
Το πρώτο πράγμα που πρέπει να αποφασίσει ένας φωτογράφος είναι γιατί φωτογραφίζει κάτι. Και αυτό θα του καθορίσει εν μέρει και το πώς. Αν αυτό ισχύει για κάθε φωτογραφικό θέμα, στην περίπτωση τού γυμνού αποκτά κεφαλαιώδη σημασία. Το γυμνό τείνει να «απογυμνώσει» τον φωτογράφο, να τον αφήσει εκτεθειμένο, επειδή από μόνο του είναι ένα θέμα φορτισμένο που καταλαμβάνει ευκολότερα τον χώρο σε βάρος τής παρουσίας τού φωτογράφου.




Στη ζωή, και μην ξεχνάμε ότι η φωτογραφία τη ζωή έχει για πρώτη ύλη, η παρουσία τού γυμνού δεν είναι αυτονόητη. Συνδέεται με ορισμένες συνθήκες και υπακούει σε ορισμένους κανόνες. Η παρουσία επομένως ενός γυμνού σώματος πρέπει να δικαιολογείται και στη συνέχεια να υπερβαίνεται. Και πάλι, αν αυτό ισχύει για όλα τα θέματα, στην περίπτωση τού γυμνού είναι ακόμα πιο δύσκολο να επιτευχθεί. Σε αυτόν μάλλον τον λόγο οφείλεται και το γεγονός ότι υπάρχουν ελάχιστες περιπτώσεις μεγάλων φωτογράφων που να έχουν ασχοληθεί συστηματικά και με επιτυχία με το γυμνό. Και όσο και αν ψάξω, δύσκολα θα βρω κάποιον που να πέτυχε περισσότερο από τον Άγγλο Bill Brandt και μάλιστα όχι σε όλες τις φωτογραφίες του με γυμνά.
Για να πετύχει η φωτογράφιση γυμνού πρέπει ο φωτογράφος να ομολογήσει την αφετηρία του, π.χ. έλξη για ορισμένα σώματα, απέχθεια για άλλα, αγάπη για ένα σώμα, συμπόνια ή τρυφερότητα για άλλα, απεικόνιση τού χρόνου πάνω στα κορμιά, υπόγειος ή προφανής ερωτισμός, περιέργεια για τη διαδικασία, γοητεία απέναντι στο απροστάτευτο και το ευάλωτο που αποκαλύπτει η γύμνια, ή οτιδήποτε άλλο τον έκανε να επιλέξει την απόρριψη των ενδυμάτων. Στη συνέχεια πρέπει να επιχειρήσει την ανατροπή ή την εξισορρόπηση των κινήτρων του με μια άλλη αντίρροπη τάση. Ο Brandt, για παράδειγμα, πέτυχε κάτι τέτοιο με το να εντάξει τα γυμνά γυναικεία σώματα σε έναν χώρο καθημερινής οικειότητας, μπροστά λόγου χάριν σε ένα κρεβάτι ή σε ένα τραπέζι, ανατρέποντας όμως τη φυσικότητα τής παρουσίας τους μέσω ενός θεατρικού φωτισμού, μιας ανέκφραστης μορφής και μιας παραμορφωτικής γωνίας λήψης.
Στη φωτογραφία κανένα θέμα δεν μπορεί να είναι μια απλή πρόφαση, αλλά και κανένα δεν είναι αφ' εαυτού αρκετό. Και όσο πιο φορτισμένο είναι ένα θέμα (και το γυμνό αναμφισβήτητα είναι) τόσο μεγαλύτερες είναι και οι απαιτήσεις του.


Tάκης Διαμαντόπουλος: "Γυμνά", λεύκωμα
από την παρουσίαση του λευκώματος, (αναδημοσίευση)

Στη σχετικα φτωχη ελληνικη φωτογραφικη βιβλιογραφια ενα βιβλιο εκπληξη: "οι γυμνογραφιες" του κ.Τακη Διαμαντοπουλου.
Αν μπορω να θυμηθω καλα ο μονος ως τωρα ελληνας φωτογραφος που τολμησε και εξεδωσε κατι αναλογο ηταν ο κ. Σκοπελιτης.Η παρουσα ομως εκδοση απο τον Καστανιωτη ειναι πολλαπλασια φιλοδοξη εκεινων του κ. Σκοπελιτη απο καθε αποψη.Χαρτι,εκτυπωση,διαστασεις.Τα παντα μαρτυρουν επιμελεια και φροντιδα περισση.
Μετα απο αρκετες εκδοσεις ο Τακης Διαμαντοπουλος εχει διαμορφωσει ενα στυλ στα φωτογραφικα του βιβλια που ειναι πολυ συγκεκριμμενο και ευκολοδιακριτο.Θα πρεπει αυτο το στυλ να το διαστειλουμε απο κεινο των δημοσιευσεων του στα περιοδικα,το οποιο συνδιαμορφωνεται απο τις συγκεκριμμενες εντολες του παραγγελιοδοτη οπως αυτες μεταφραζονται απο τον εκαστοτε στυλιστα που ειναι παρων στη φωτογραφιση.Εχουμε δηλαδη να κανουμε με το προσωπικο εργο του φωτογραφου.Εδω ο δημιουργος βρισκεται ενωπιος ενωπιω με τις επιλογες του.Αυτες τις επιλογες του τις κοινοποιει και κοινοποιωντας τες μας προσκαλει να τις κρινουμε.Εδω ειμαστε λοιπον!
Πρωτα απολα ειναι προφανης η μια και μονη επιρροη που διαπερνα απ'ακρου εις ακρον ολο το εργο οπως παρουσιαζεται στο βιβλιο: Richard Avedon.Το αγαπημενο παιδι (διαχρονικα) των φωτογραφων μοδας.Χαρακτηριστικα αυτης του της επιρροης:εμμονη στο ασπρομαυρο οχι τοσο για το εκφραστικο φορτιο που μια τετοια επιλογη μπορει να εχει οσο για τα στυλιστικα συμφραζομενα μιας τετοιας επιλογης.




Δηλαδη το ασπρομαυρο δεν χρησιμοποιειται για δραματικους ρολους που ενδιαθετα να το απαιτουν οσο για το δυνατο γραφιστικο αποτελεσμα που μπορει να δωσει.Για να το θεσω αλλιως:η χρηση του ασπρομαυρου ειναι προδιατεθειμενη προς το γραφιστικο.Σε επιρρωση αυτου του επιχειρηματος ερχεται η ιδια η σχεδιαση του βιβλιου,οι επιμερους σελιδες και φυσικα αποθεωνεται με τις υστατες σελιδες του καταλογου των φωτογραφιων που δεν παραπεμπουν απλως αλλα αντιγραφουν απροκαλυπτα τον Avedon.
Στο βαθμο που μια τετοια δουλεια απευθυνεται σε ασχετους το εφφε λειτουργει μια χαρα και το βιβλιο φανταζει εξαιρετικο.Φανταστειτε ομως ποσο δυσαρεστη εντυπωση δημιουργει σε κοσμο που εν παση περιπτωσει δεν εχει μια τετοια ασυγχωρητη για την εποχη μας αγνοια.
Η επιρροη του Avedon ομως προχωραει ακομα πιο βαθεια.Με τη δειλη εξαιρεση μονο μιας φωτογραφιας ολες οι υπολοιπες εχουν τραβηχτει η τελος παντων παρουσιαζονται σ'ενα εντελως ουδετερο φοντο,ποτε ασπρο,ποτε μαυρο.Καμμια φορα,ειδικα στο τελευταιο, υπαρχουν στοιχεια μιας σκιας διαβαθμισμενης που δινει καποιο βαθος στην εικονα.Θελω να πω οτι τα γυμνα αυτα ζουν σε ενα ειδος κενου,σ'ενα χωρο αποστειρωμενο,δεν περιβαλλονται απο τιποτε,οι κινησεις τους,οι μετεωρισμοι τους,τα βλεμματα τους,τα χερια τους δεν θα συναντησουν τιποτε που οχι να ανακοψει αλλα ουτε να δεχτει στοργικα(οπως τους οφειλεται)αυτα τα σωματα.Ενα απολυτο γυμνο,χωρις το ελαχιστο ρουχο πανω του η εστω διπλα του η και παραπερα σ'εναν ολοτελα γεγυμνωμενο χωρο δεν ειναι γυμνο επιθυμητο και ζωντανο αλλα μια τυπικη,ξερη,ανυδρη,αναιμικη ακαδημαικη σπουδη(etude)δηλαδη ο,τι πιο απηρχαιωμενο και κατακριτεο μπορει ποτε η τεχνη να παραξει.Και ειναι μονο η κινηση που σωζει αυτα τα γυμνα απ'το να μη γινουν σπουδες νεκροτομειου.
Οι μεγαλοι γυμνογραφοι-εννοω οι πραγματικα μεγαλοι και οχι οι επωνυμοι η οι γνωστοι-παντα ενετασσαν τα γυμνα τους σε καποιο χωρο οπου εκει η γυμνοτητα ασκει τα αισθησιακα της καθηκοντα.Αυτος ο χωρος μπορει να ειναι το υπαιθρο(δες πχ Giorgione,Correggio,Rubens η αργοτερα οCourbet, Manet,o Renoir φτανοντας ως τον Matisse),καλλιστα ομως μπορει ναναι ενα υπνοδωματιο(τι αλλο?)οπως με τον Tiziano,Rembrandt,Fragonard,Ingres η και τον Wesselman.Το ιδιο ισχυσε και για τους μεγαλους του φωτογραφικου γυμνου:τους Kertesz,Bill Brandt μεχρι τον αδικα παρεξηγημενο αλλα αληθινα μεγαλο και-παρα τα περι αντιθετου-τελικα αισθαντικο γυμνογραφο ,τον Helmut Newton.Γυμνα απογυμνωμενα απο το περιβαλλον τους και απο τα αξεσουαρ της γυμνοτητας τους ειναι νοητα μονο στη γραφιστικη(οπου μια συγκεκριμμενη λειτουργικοτητα ετσι επιτασσει) και στην στειρα και θνησιγενη ακαδημαικη τεχνη.Η φωτογραφια του Richard Avedon και των επιγονων του συνδυαζει αυτες τις δυο προβληματικες εκφανσεις τεχνης.Εδω εστιαζεται και το προβλημα πειστικοτητας των εικονων του κ.Διαμαντοπουλου.Η επιρροη του αμερικανου ειναι καταλυτικη επανω του με αποτελεσμα ν'απονευρωνει την οποια διαθεση του για πραγματικη δημιουργικοτητα.Ο Avedon -το ιδιο οπως και ο Warhol-ειναι δημιουργημα των ισχυροτερων μεσων της εποχης τους δηλ. των περιοδικων.Οι περιοδικατζηδες ανα τον κοσμο διεδωσαν τη μυθοποιηση που ειχε ηδη επισυμβει στη χωρα εκπομπης της επιρροης τους,πολλες φορες ακριτα και αβασανιστα κι ετσι η αυρα αυτου του κουφιου μυθου βασανιζει μεχρι σημερα δημιουργους του διαμετρηματος του κ. Διαμαντοπουλου.