κείμενο Τσίργιαλου Αλίκη, Επιμελήτρια Φωτογραφικού Αρχείου Μουσείου Μπενάκη.
«Στέφανος Ιδομενέως Φιωτάκης – Φωτογράφος 1881 – 1971, Α Mirror of Crete», (αναδημοσίευση)
Το 2005 περιηλθε στα Φωτογραφικά Αρχεία του Μουσείου Μπενάκη η συλλογή του άγνωστου φωτογράφου Στέφανου Φιωτάκη. Έως σήμερα δεν φαίνεται να έχει γίνει κάποια μελέτη σχετική με τη ζωή και το έργο του φωτογράφου από την Κρήτη. Ενδεικτικά αναφέρω ότι δεν περιλαμβάνεται στο βιβλίο του Θεόδωρου Λουλουδάκη Η Κρητική Φωτογραφία που εκδόθηκε το 1984, ενώ στην Ιστορία της Ελληνικής Φωτογραφίας, 1839-1960, ο ιστορικός φωτογραφίας Άλκης Ξανθάκης με μια απλή αναφορά του ονόματός του τον συμπεριλαμβάνει ανάμεσα στους φωτογράφους που δραστηριοποιήθηκαν στην περιοχή των Χανίων στα τέλη του 19ου αιώνα.(1)
Τα βιογραφικά στοιχεία που διαθέτουμε για τον Στέφανο Φιωτάκη είναι πενιχρά. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα περισσότερα έγγραφα καθώς και το μεγαλύτερο μέρος του φωτογραφικού του έργου καταστράφηκαν σε πυρκαγιά που προκλήθηκε στο σπίτι του, με τραγική συνέπεια τον θάνατο του ίδιου. Έτσι, οι πληροφορίες που παραθέτονται για τη ζωή του προέκυψαν από συνομιλίες με τη γυναίκα του γιου του Doris Fiotakis που ζει στην Αμερική, την ανιψιά του Ουρανία Βενέτη, τον συλλέκτη και φίλο των φωτογραφικών Αρχείων, Μιχάλη Τσάγκαρη καθώς και από το περιεχόμενο των λιγοστών εγγράφων που περιήλθαν ως τμήμα της φωτογραφικής συλλογής του στο Μουσείο Μπενάκη.
Ο Στέφανος Φιωτάκης φωτογραφημένος από τον Γεώργιο Ποταμιτάκη γύρω στο 1904 |
Ο Στέφανος Φιωτάκης, γιος του Ιδομενέα και της Αρχοντούλας, γεννήθηκε στο χωριό Θέρισο της επαρχίας Κυδωνίας του νομού Χανίων, στις 26 Μαΐου 1881.(2) Παντρεύτηκε τη Μαρία Στυλιανού Παρασκευάκη, με καταγωγή από την Πλάκα της επαρχίας Αποκορώνου Κρήτης. Η ημερομηνία του γάμου τους δεν ήταν δυνατόν να βρεθεί, επειδή τα έγγραφα του 19ου αιώνα στα ληξιαρχεία και τα δημοτολόγια της Κρήτης καταστράφηκαν από τους πολυάριθμους βομβαρδισμούς. Πρέπει όμως να έγινε πριν από την αναχώρησή τους για την Αμερική το 1916, αφού σύμφωνα με το έγγραφο List or Manifest of Alien Passengers for the United States Immigration Officer at Port of Arrival3 που συμπλήρωσαν λίγο πριν από την άφιξή τους στο Ellis Island, η Μαρία Φιωτάκη δηλώνεται ως σύζυγος του Στέφανου Φιωτάκη.(4)
Μαζί απέκτησαν δύο γιους, τον Εμμανουήλ (5) που γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη το 1920 και τον Ιδομενέα για τον οποίο γνωρίζουμε ελάχιστα, καθώς πέθανε σε κάποιο ατύχημα σε παιδική ηλικία. Ο πρόωρος θάνατος του γιου τους, οδήγησε το ζευγάρι σε χωρισμό στις αρχές της δεκαετίας του 1930.(6)
Στο Θέρισο
Η αφετηρία της ενασχόλησής του με την τέχνη της φωτογραφίας δεν είναι διακριτή, ενώ άγνωστη παραμένει και η αφορμή της. Χρονολογείται περίπου στα μέσα της δεκαετίας του 1890, όταν ο Φιωτάκης ήταν περίπου 15 ετών.(7) Μόλις απέκτησε την πρώτη του μηχανή, άγνωστο πώς, πειραματίστηκε φωτογραφίζοντας το κρητικό τοπίο και τους ανθρώπους του. Δυστυχώς, δεν έχει σωθεί δείγμα από την πρώτη του αυτή φωτογραφική δραστηριότητα. Η πιο πρώιμη φωτογραφία του (εικ 2) που διασώζεται και που αποτελεί τμήμα του αρχείου του αφορά ένα οικογενειακό πορτραίτο.(8) Είναι από τις λίγες που φέρουν τη σφραγίδα του δημιουργού, ενώ στο πίσω μέρος της αναγράφεται με μολύβι η ημερομηνία «τη 5/2/βρίου 1897».
Η εικόνα είναι επικολλημένη σε λευκό χαρτόνι, το οποίο ανήκε σε άλλο φωτογράφο, όπως φαίνεται από το έντυπο λογότυπο που ο Φιωτάκης είχε προσπαθήσει να σβήσει. Από τα ελάχιστα στοιχεία που απομένουν μετά την επέμβασή του (9) και με μόνο στοιχείο τη διεύθυνση του φωτογραφείου, καταλήγουμε ότι το συγκεκριμένο χαρτόνι χρησιμοποιούσε ο Γεώργιος Μωραΐτης, ο οποίος διατηρούσε φωτογραφείο στη στοά Λιζιέρη της οδού Ερμού στην Αθήνα, το διάστημα 1880 – 1900. Ωστόσο, άγνωστη παραμένει η οποιαδήποτε σχέση ανάμεσα στους δύο φωτογράφους.
Είναι βάσιμο να υποστηρίξουμε ότι ο Στέφανος Φιωτάκης μαθήτευσε σε φωτογραφείο στα Χανιά. Η έντονη φωτογραφική δραστηριότητα στην πόλη κατά την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα, είναι συνυφασμένη με την πολιτική ζωή του νησιού, αφού εκεί εδρεύουν η πριγκιπική αυλή της Χαλέπας και τα προξενεία των Μεγάλων Δυνάμεων. Εκεί εργάζονται πολλοί ξένοι φωτογράφοι ανάμεσά τους o Αυστριακός Giuseppe Berinda, ο Ιταλός Battista Anselmi, ο Γάλλος Henri Zimball, οι Γερμανοί Sigismund Feigenbaum και Richard Kruger,(10) οι Τούρκοι Rahmazade Behaeddin (ή Bediz Bahaeddin) (11) και Salih Zeki, αλλά και αρκετοί Έλληνες, όπως ο Γεώργιος και ο Περικλής Διαμαντόπουλος,(12) ο Γρηγόριος Αλεξιάδης, ο Γ. Χ. Δημητριάδης και ο Γεώργιος Μεγαλοοικονόμου.(13).
Δεν είναι όμως δυνατόν να συμπεράνουμε, χωρίς να αποφύγουμε τις εικασίες, ποιος από τους παραπάνω επιφανείς φωτογράφους εισήγαγε τον Φιωτάκη στα μυστικά της νέας τέχνης.
Από τη σφραγίδα (εικ. 3) που φέρουν κάποιες φωτογραφικές εικόνες του στο πίσω μέρος τους, θεωρείται πιθανόν ότι για ένα μικρό διάστημα εργάστηκε ως επαγγελματίας φωτογράφος στα Χανιά. Δεν είναι όμως γνωστό αν διατηρούσε επισήμως κάποιο φωτογραφείο εκεί. Στην περίοδο αυτή εντάσσεται το πορτραίτο του Ελευθέριου Βενιζέλου (εικ. 4), όπου εικονίζεται με γκρίζα μαλλιά και γενειάδα, που διατηρούσε μετά τον πρόωρο χαμό της πρώτης του γυναίκας Μαρίας Ελευθερίου Κατελούζου, τον Νοέμβριο του 1894.
Κατά την παραμονή του στην πρωτεύουσα του νησιού πρέπει να πραγματοποίησε και τις φωτογραφικές απεικονίσεις της Κρητικής Πολιτοφυλακής. Πρόκειται κυρίως για ατομικά και σπανιότερα ομαδικά, όπου αξιωματικοί και άνδρες της Χωροφυλακής, με τις στολές και τα όπλα τους, ποζάρουν υπερήφανα μπροστά στον φακό του Φιωτάκη.
Το 1904 συνεργάστηκε με τον φωτογράφο Γεώργιο Ποταμιτάκη στην Αθήνα,(14) ο οποίος αρχικά διατηρούσε φωτογραφικό εργαστήριο συνεταιρικά με τον Δημήτριο Μαρτιμιανάκη στην οδό Φίλωνος 62 στον Πειραιά έως το 1895, όταν η συνεργασία έληξε και το κατάστημα πέρασε στα χέρια του Πατρινού φωτογράφου Νικόλαου Μπίρκου. Στη συνέχεια, ο Ποταμιτάκης εργάστηκε μόνος στο φωτογραφείο Ηώς, στην οδό Αγίου Μάρκου 38, «όπισθεν Χρυσοσπηλαιοτίσσης», με κύρια δραστηριότητα τη λήψη πορτραίτων. Ενώ η αφετηρία της συνεργασίας ανάμεσα στον Φιωτάκη και τον Ποταμιτάκη δεν είναι διακριτή, φαίνεται ότι διακόπηκε το 1905 όταν ξέσπασε το επαναστατικό κίνημα του Θερίσου (εικ. 5-9). (15)
Η Κρήτη αυτονομήθηκε το 1898 μετά την τελευταία επανάσταση των Κρητών εναντίον των Τούρκων (18971898). Οι Μεγάλες Δυνάμεις επέβαλλαν στη νεοσύστατη Κρητική Πολιτεία την ανάληψη της διοίκησης στον ύπατο αρμοστή πρίγκιπα Γεώργιο Β', γιο του βασιλιά της Ελλάδας Γεωργίου Α'. Περίπου ένα μήνα μετά την αποβίβασή του στο λιμάνι στης Σούδας, ορίστηκαν εκλογές, συντάχθηκε το Σύνταγμα της Κρητικής Πολιτείας, δημιουργήθηκε σώμα Κρητικής Χωροφυλακής, ιδρύθηκε η Τράπεζα Κρήτης και κυκλοφόρησε η κρητική δραχμή. Στο πλαίσιο των έργων ανασυγκρότησης, ιδρύθηκαν πνευματικά, αθλητικά και εργατικά σωματεία, κυκλοφόρησαν εφημερίδες και περιοδικά, παρουσιάστηκαν θεατρικές και μουσικές παραστάσεις.
Σταδιακά όμως η διοίκηση του Αρμοστή Γεωργίου Β' έγινε αυταρχική και οι διαφωνίες για τη χάραξη της εξωτερικής πολιτικής έγιναν όλο και εντονότερες. Ο ύπατος αρμοστής τάχθηκε υπέρ της αυτονομίας, ενώ ο Ελευθέριος Βενιζέλος υπέρ της μετάβασης της Κρήτης από την αυτονομία στην ένωση.
Ύστερα από διενέξεις και συνεχείς προστριβές, στις 10 Μαρτίου του 1905 εκδηλώθηκε το κίνημα του Θερίσου με πρωτεργάτες τον Ελευθέριο Βενιζέλο, τον Κωνσταντίνο Φούμη και τον Κωνσταντίνο Μάνο, με κύριο αίτημα να φύγει ο πρίγκιπας από την Κρήτη και να κηρυχθεί η ένωση της Μεγαλονήσου με το ελληνικό κράτος. Ενώ στο ιστορικό χωριό συγκεντρώθηκαν αντιπρόσωποι – επαναστάτες από όλο το νησί, εκδηλώσεις συμπαράστασης πραγματοποιήθηκαν σε πολλές κρητικές πόλεις, ενισχύοντας τη θέση των επαναστατών.
Η Θερισιανή εξέγερση δεν ήταν ένας εμπόλεμος αγώνας αλλά μία επαναστατική κινητοποίηση (16) που έληξε το φθινόπωρο του 1905. Ήταν εμφανές ότι το κίνημα του Θερίσου δεν μπόρεσε να οδηγήσει στην ένωση κατάφερε όμως να επαναφέρει το Κρητικό Ζήτημα στην επικαιρότητα και να αποτελέσει καθοριστικό καταλύτη των μεταγενέστερων πολιτικών εξελίξεων. Ο πρίγκιπας Γεώργιος Β' έφυγε έναν χρόνο αργότερα και νέος ύπατος αρμοστής ανέλαβε ο Αλέξανδρος Ζαΐμης. Στις 24 Σεπτεμβρίου του 1908 κηρύχθηκε η ένωση του νησιού με την Ελλάδα, η οποία όμως επισημοποιήθηκε το 1913 ως επακόλουθο της ευτυχούς κατάληξης των Βαλκανικών πολέμων (1912-1913). To εικονογραφικό υλικό από τον Θερισιανό αγώνα που είναι γνωστό κυκλοφόρησε κυρίως με τη μορφή επιστολικών δελταρίων και την υπογραφή των εκδοτικών οίκων του Νικόλαου Αλικιώτη17 και του Γ. Ν. Ζουρίδη με έδρα το Ηράκλειο Κρήτης καθώς και των Perakis, Fortzakis & Co. από τα Χανιά.(18) Στα ταχυδρομικά δελτάρια, γνωστά σε όλους μας ως καρτ-ποστάλ,(19) το όνομα το φωτογράφου δεν είναι εύκολο να οριστεί, καθώς στο πίσω μέρος τους αναγράφεται μόνο το όνομα του εκδότη. Σε ό,τι αφορά το συγκεκριμένο εικονογραφικό υλικό από το Θέρισο του 1905, η εμφάνιση της φωτογραφικής συλλογής του Φιωτάκη δεν αφήνει κανένα περιθώριο αμφιβολίας ότι ο δημιουργός του δεν είναι άλλος από τον προαναφερόμενο. Δεν είναι γνωστό με ποιο τρόπο οι συγκεκριμένες φωτογραφίες του Φιωτάκη έφτασαν στα χέρια των εκδοτικών οίκων και κατέληξαν να εικονογραφούν επιστολικά δελτάρια. Ωστόσο, πρέπει να επισημανθεί ότι χάρη στην προσθήκη της λεζάντας στο φωτογραφικό θέμα ή στο περιθώριο μιας καρτ-ποστάλ, πραγματοποιήθηκε η τεκμηρίωση των φωτογραφιών του και η ταυτοποίηση των εικονιζομένων.
Δεν θα ήταν ολότελα αυθαίρετο να υποστηρίξουμε ότι ο Φιωτάκης είναι ο μόνος φωτογράφος που εικονογράφησε συστηματικά με τη φωτογραφική του μηχανή τους αγωνιστές της εξέγερσης του 1905. Επιπλέον, το γεγονός ότι έως σήμερα δεν έχουν εμφανιστεί πρωτότυπα φωτογραφικά δείγματα του επαναστατικού αυτού κινήματος υπογεγραμμένα από άλλο φωτογράφο, ενισχύουν τον παραπάνω ισχυρισμό. (20) Εξάλλου, για τους φωτογράφους η πρόσβαση στο Θέρισο δεν ήταν εύκολη. Ασφαλώς για τους καλλιτέχνες που υπόκειντο στη Βασιλική Αυλή, όπως ο Περικλής Διαμαντόπουλος (21) και οι συνεργάτες του, δεν θα ήταν εφικτό να αποτυπώσουν με τον φακό τους το Θερισιανό κίνημα. Αντίθετα, για τον Φιωτάκη που καταγόταν από το ιστορικό χωριό και με συγγενείς στον αγώνα,(22) ήταν πραγματοποιήσιμο.
Στις φωτογραφίες του Φιωτάκη από το Θέρισο, οι επαναστάτες απαθανατίζονται ηρωικά, με εμφανή την πατριωτική τους έπαρση, η οποία ενισχύεται από την κυρίαρχη παρουσία της ελληνικής σημαίας.
Τοποθετημένοι έτσι ώστε συνθετικά οι εικόνες του να αποπνέουν δυναμισμό και ομαδικότητα, προτάσσουν το όπλο που κρατούν στο χέρι τους και στο όποιο έχουν αναγράψει συνθήματα που παραπέμπουν στο αίτημα του κινήματος: την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα. Άλλοι μάλιστα έχουν χαράξει το όνομά τους με αποτέλεσμα να γνωστοποιείται η ταυτότητα του εικονιζομένου.
Οι αγωνιστές, ντυμένοι με τις παραδοσιακές τους ενδυμασίες, φωτογραφήθηκαν σε υπαίθριο χώρο του Θερίσου, συνήθως μπροστά από κάποιο τοιχίο ή οικοδόμημα.
Μετά την επανάσταση του Θερίσου, ο Φιωτάκης φαίνεται ότι μετακόμισε στο χωριό Βάμος της επαρχίας Αποκορώνου της Κρήτης και εργάστηκε ως φωτογράφος για ένα διάστημα. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει για άλλη μια φορά από τα προσωπικά έγγραφα του Στέφανου Φιωτάκη, τα οποία κατατέθηκαν στα Φωτογραφικά Αρχεία του Μουσείου Μπενάκη μαζί με την φωτογραφική συλλογή. Συγκεκριμένα, από τις αναγραφόμενες ημερομηνίες στις επισκεπτήριες κάρτες του τότε προέδρου του Υπουργικού Συμβουλίου Ελευθέριου Κ. Βενιζέλου (23) και του δικηγόρου και διευθυντή της εφημερίδας Κήρυκος Κυριάκου Κ. Μητσοτάκη, αλλά και σε μία προσωπική επιστολή της Λουκίας Χριστοδούλου, το διάστημα αυτό οριοθετείται από το 1908 έως το 1913.
Ενώ τα βιογραφικά στοιχεία που διαθέτουμε για τον Στέφανο Φιωτάκη δεν είναι πολλά, μπορούμε να αντλήσουμε κάποιες πληροφορίες για την επαγγελματική του δραστηριότητα μελετώντας το φωτογραφικό του έργο. Το μεγαλύτερο μέρος των φωτογραφιών του από την περίοδο αυτή, αφορά πορτραίτα είτε μεμονωμένων ατόμων όρθιων ή καθιστών (μωρά, γυναίκες, άνδρες), είτε ομάδων (ζευγάρια, νεόνυμφοι, οικογένειες, μαθητές) (εικ. 10-12).
Η ανάγνωση των φωτογραφιών του Φιωτάκη, με γνώμονα τη σημειολογική ανάλυση των σκηνογραφικών αντικειμένων που χρησιμοποιούσε, μαρτυρεί πως οι λήψεις δεν πραγματοποιήθηκαν σε κλειστό χώρο αλλά σε κάποιο υπαίθριο φωτογραφείο, που πιθανόν κατασκευάστηκε πρόχειρα στην αυλή της κατοικίας του. Το συμπέρασμα αυτό όμως δεν θα πρέπει να αποκλείσει και το ενδεχόμενο πολλές από τις λήψεις του να πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια περιοδείας του φωτογράφου σε χωριά της Κρήτης. Ούτως ή άλλως, η εκούσια χρήση λιτού φόντου, όπως ένας τοίχος ή ένα μονόχρωμο ύφασμα, καθιστά αδύνατη την τοπογραφική τεκμηρίωση των εικόνων.
Στα υπαίθρια στούντιο οι φωτογράφοι συνήθιζαν να εντάσσουν το μοντέλο τους σε ένα περιβάλλον που θύμιζε το εσωτερικό σπιτιού ή κάποιου άλλου χώρου.(24)
Στις περισσότερες περιπτώσεις, τα διακοσμητικά στοιχεία αποτελούσαν μέρος της επίπλωσης της οικίας του καλλιτέχνη. Ο Φιωτάκης δεν μεταχειρίστηκε παρά μόνο τα απολύτως απαραίτητα: ένα χαλί, μια ξύλινη καρέκλα και συχνά μια γλάστρα. Η χρήση λουλουδιών έρχεται να επιβεβαιώσει, τόσο τη συνεργασία του με τον Γεώργιο Ποταμιτάκη όσο και την επιρροή του από αυτόν. Μια προσεκτική μελέτη του σκηνογραφικού περίγυρου του φωτογραφείου Ηώς θα αποκαλύψει ότι κύριο χαρακτηριστικό στοιχείο του διάκοσμού του αποτελούν οι γλάστρες και οι ανθοστήλες. Επιπλέον όμως, και πέρα από τη χρήση των φυτών για το στολισμό του φόντου, στις φωτογραφίες του Φιωτάκη παρατηρούμε τα εικονιζόμενα πρόσωπα να κρατούν συχνά στο χέρι τους ένα μπουκέτο λουλούδια ή ένα ματσάκι φύλλα. Η Helen Zeese Papanikolas υποστηρίζει στο βιβλίο της Amulet of Greek Earth: Generations of Immigrant Folk Culture ότι πρόκειται για συμβολική πράξη. Συγκεκριμένα, αναφέρει πως πολλοί φωτογράφοι στις αρχές του 20ού αιώνα εικονογραφούν τα μοντέλα τους κρατώντας φύλλα βασιλικού ως ένδειξη φιλίας.
Λόγω του αφαιρετικού διακόσμου, στις φωτογραφικές απεικονίσεις του Φιωτάκη το μοντέλο παρουσιάζεται απομονωμένο μέσα στο χώρο. Οι εικονιζόμενοι, ανώνυμοι στην πλειονότητά τους, φωτογραφημένοι μεμονωμένα ή σε ομάδες, στέκουν σαν κέρινες μορφές, παγωμένες στον χρόνο. Ελάχιστες είναι οι περιπτώσεις, που ο Φιωτάκης καταφεύγει σε κάποιο σκηνοθετικό τέχνασμα, προσδίδοντας στην εικόνα του φυσικότητα. Το βλέμμα των εικονιζομένων παραμένει ανέκφραστο, όπως εξάλλου παρατηρούμε συχνά στα φωτογραφικά πορτραίτα του 19ου αιώνα. Το γεγονός αυτό οφείλεται κυρίως στην ακινησία που επέβαλλε ο μεγάλος χρόνος έκθεσης της φωτογραφικής πλάκας καθώς και στον φόβο που προκαλούσε το άγνωστο περιβάλλον του φωτογραφείου ή ακόμη η ανέγνωρη έως τότε (ειδικά σε πολλά χωριά της Κρήτης) φωτογραφική μηχανή. Ο φωτισμός είναι φυσικός, διάχυτος, χωρίς να προσδίδει δραματικότητα στην εικόνα.
Στο μεγαλύτερο μέρος τους οι φωτογραφίες αυτές ανήκουν στην κατηγορία της αναμνηστικής φωτογραφίας.(25) Ίσως να είναι και τα εικονογραφικά κατάλοιπα από τα ενθύμια που οι πελάτες του Φιωτάκη, κατόπιν παραγγελίας, συνέλεξαν ώστε να διατηρήσουν στη μνήμη τους μια δεδομένη χρονική στιγμή. Η φωτογραφία, το πιστό αποτύπωμα της ορατής πραγματικότητας, έρχεται να πραγματοποιήσει, εκεί όπου η ζωγραφική μειονεκτεί, την επιθυμία αυτή.Οπτικές εμπειρίες του παρελθόντος εγκλωβισμένες σε φωτογραφικές εικόνες. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και το "τελευταίο" πορτραίτο, γνωστό ως νεκρικό πορτραίτο.(26)
Εντούτοις, η οπτική απεικόνιση του θανάτου από τον Φιωτάκη (εικ. 13) παραπέμπει περισσότερο σε πρώιμο δείγμα φωτογραφικού ρεπορτάζ, παρά σε αντιπροσωπευτική εικόνα, μεταθανάτιας φωτογραφίας.(27) Βεβαίως, πρόκειται για πολυπρόσωπη σύνθεση, χωρίς όμως να είναι εμφανής η δική του επέμβαση ως προς την τοποθέτηση των εικονιζομένων. Φαίνεται ότι οι λήψεις αυτές δεν πραγματοποιήθηκαν κατόπιν προτροπής κάποιου συγγενή του θανόντα, αλλά αποτελούν προσωπική επιλογή του φωτογράφου. Οι νεκρικές εικόνες του αφορούν μάλλον κάποιους επιφανείς Κρητικούς και πιθανόν αποτυπώθηκαν την ημέρα της επικήδειας τελετής.
Στην Αμερική
Η οικονομική ανάγκη ώθησε τον Στέφανο Φιωτάκη, όπως και πολλούς Έλληνες εκείνη την εποχή, να εγκαταλείψει την Κρήτη και να ξενιτευτεί, μεταναστεύοντας στην Αμερική. Στις 6 Μαΐου του 1916 επιβιβάστηκε με τη γυναίκα του στο καράβι ΠΑΤΡΙΣ και αναχώρησαν από τον Πειραιά για τις Ηνωμένες Πολιτείες.28 Το ταξίδι κράτησε 19 μέρες, με αποτέλεσμα να φτάσουν στη Νέα Υόρκη στις 25 Μαΐου του ίδιου έτους. Σύμφωνα με την τότε νομοθεσία, όλοι οι μετανάστες ήταν υποχρεωμένοι να περάσουν από το Ellis Island, όπου γινόταν εξακρίβωση των στοιχείων τους και στη συνέχεια ο καθένας συνέχιζε το ταξίδι του. Σύμφωνα με έγγραφο που φυλάσσεται στα Εθνικά Αρχεία της Ουάσιγκτον,(29) ο Φιωτάκης επισκέφτηκε τον φίλο του Νικήτα Βολονάκη που είχε εγκατασταθεί νωρίτερα στη Νέα Υόρκη και ο οποίος βοήθησε το ζευγάρι να αρχίσει τη νέα του ζωή. Αρκετά χρόνια αργότερα, το 1945, πήρε την αμερικανική υπηκοότητα.(30)
Ο Φιωτάκης, εργάστηκε ως υπάλληλος σε ένα από τα μεγαλύτερα για την εποχή φωτογραφικά πρακτορεία της Νέας Υόρκης, με την επωνυμία White Studio το οποίο δημιούργησε τη δεκαετία του 1890 ο Luther S. White (1857-1936) καιπου ήταν ιδιαίτερα γνωστό για την παραγωγή φωτογραφικών πορτραίτων, κυρίως κατά τα πρώτα χρόνια της δραστηριότητάς του. Αργότερα, στα μέσα της δεκαετίας του 1900, το επαγγελματικό ενδιαφέρον του φωτογραφείου στράφηκε προς τη θεατρική φωτογραφία, εικονογραφώντας περίπου το 85% των παραστάσεων που έλαβαν χώρα στη Νέα Υόρκη την περίοδο 1904-1936. Λέγεται μάλιστα πως το Studio αποτελούταν από δύο μονάδες: το φωτογραφείο όπου γινόταν η λήψη πορτραίτων στην οδό Broadway 1546 και μια κινητή μονάδα φωτογράφησης θεατρικών παραστάσεων.(31)
Jean Harlow, φωτό Σ. Φιωτάκης, 1930
Δεν είναι γνωστό πώς ακριβώς βρέθηκε στη δουλειά αυτή ο Φιωτάκης. Πιθανόν να συνέβαλε σε αυτό, το γεγονός ότι κύριος φωτογράφος την εποχή εκείνη ήταν ο ελληνικής καταγωγής George W. Lucas. Η εργασία του εκεί είχε να κάνει, τόσο με τη λήψη φωτογραφικών πορτραίτων, όσο και με μια πιο τεχνικής φύσης δουλειά, όπως αυτή της επεξεργασίας των αρνητικών (retouching negatives).(32) Στη συλλογή του Στέφανου Φιωτάκη περιλαμβάνονται πορτραίτα γνωστών Αμερικανών ηθοποιών, όπως της Jean Harlow (εικ. 14), που φέρουν την υπογραφή του White Studio. Δεν είναι όμως γνωστό αν πρόκειται για λήψεις του ίδιου ή κάποιου άλλου συνεργάτη του πρακτορείου.
Η εικασία ότι o Στέφανος Φιωτάκης σχετίζεται με το Fios Photo Studio που βρισκόταν στην οδό Gratiot 339 του Detroit είναι λανθασμένη. Ύστερα από σχετική έρευνα, διαπιστώθηκε ότι το παραπάνω φωτογραφείο διατηρούσε ο επίσης Έλληνας μετανάστης φωτογράφος Δημήτριος Δ. Αβούρης.(33)
Επιπλέον, σύμφωνα με έγγραφο που περιλαμβάνεται στα προσωπικά αντικείμενα του φωτογράφου, ο Φιωτάκης εργάστηκε στο White Studio για 33 συνεχή χρόνια, έως τον Απρίλιο του 1950, γεγονός που δεν θα του επέτρεπε οποιαδήποτε άλλη επαγγελματική δραστηριότητα πέρα από τα σύνορα της Νέας Υόρκης.
Είναι αξιοσημείωτο ότι παρόλο που έζησε τόσα χρόνια στην Αμερική, δεν φαίνεται να κατέγραψε συστηματικά το τοπίο της. Ίσως το αστικό περιβάλλον της Νέας Υόρκης με τα ψηλά, μοντέρνα κτίρια, να μην κέντρισε το οπτικό του ενδιαφέρον. Αντίθετα, διασώζονται κάποια φωτογραφικά δείγματα από την κοινωνική ζωή της πόλης, με σημαντικότερα εκείνα από τη Διεθνή Έκθεση της Νέας Υόρκης του 1939.(34)
Με τη φωτογραφική του μηχανή στο χέρι περιηγήθηκε στον χώρο της έκθεσης, καταγράφοντας σκηνές με τον κόσμο να περιδιαβαίνει καθώς και τα περίπτερα διάφορων κρατών με έμφαση στο ελληνικό (εικ. 15). Το ενδιαφέρον του φακού του όμως, φαίνεται να μονοπωλούν σχεδόν αποκλειστικά τα αγάλματα, τα οποία διακοσμούσαν τον εξωτερικό χώρο της έκθεσης και ιδιαίτερα εκείνα που σχετίζονταν με την ελληνική μυθολογία.
Εντούτοις, η σημασία που δόθηκε από τον φωτογράφο στο φωτισμό, φαίνεται να είναι στις περισσότερες περιπτώσεις σχεδόν ανύπαρκτη, ενώ σε ελάχιστες, τυχαία, με αποτέλεσμα οι εικόνες αυτές να μη διακρίνονται μόνο για την αισθητική τους αξία αλλά και για την καταγραφική τους ιδιότητα.
Επιπλέον, στο πλαίσιο αυτής της φωτογραφικής του δραστηριότητας εντάσσονται και τα πορτραίτα των γυναικών που υποδέχονταν τον κόσμο στα περίπτερα των χωρών που συμμετείχαν στην Παγκόσμια Έκθεση. Από τις λήψεις αυτές δεν έχουν διασωθεί τα αρνητικά, αλλά εικόνες μεγάλου μεγέθους. Πρόκειται για ασπρόμαυρα τυπώματα, τα οποία στη συνέχεια επιχρωματίστηκαν με μπογιές λαδιού, με αποτέλεσμα να παραπέμπουν μάλλον σε ζωγραφικό πίνακα παρά σε φωτογραφία.
Στην αρχειακή ενότητα του Στέφανου Φιωτάκη απαριθμούνται 13 επιζωγραφισμένα φωτογραφικά πορτραίτα (εικ. 16-18). Σύμφωνα με τη μαρτυρία της ανιψιάς του Ουρανίας Βενέτη, δεν επιμελήθηκε καλλιτεχνικά ο ίδιος τις εικόνες αυτές αλλά κάποιος συνεργάτης του από το πρακτορείο White Studio. Οι περισσότερες φέρουν την υπογραφή του «S. Fiotakis, N.Y.», επικυρώνοντας τον δημιουργό της φωτογραφικής λήψης, ενώ δύο φέρουν στο δεξί κάτω άκρο την υπογραφή «M. Burroughs» και «M.B. Seaborne» αντίστοιχα, δηλώνοντας προφανώς το ζωγράφο.
Ο φωτογραφικός φακός του Φιωτάκη, όπως άλλωστε δικαιολογεί και η καταγωγή του, στράφηκε στην κοινωνική ζωή της Νέας Υόρκης που σχετιζόταν άμεσα με την ελληνική κοινότητα της πόλης. Αποτύπωσε τις παρελάσεις στις εθνικές επετείους, την επίσκεψη του Νικόλαου Πλαστήρα στις αρχές της δεκαετίας του 1950, τις δραστηριότητες του ελληνικού σχολείου «Πλάτων» και της Παγκρητικής Ένωσης της Αμερικής.
Το ενδεχόμενο να υφίστανται σήμερα φωτογραφικές εκτυπώσεις του Φιωτάκη στους προαναφερθέντες συλλόγους είναι μεγάλο. Ενώ η έρευνα αυτή θα αποτελούσε μια χρονοβόρο διαδικασία και θα απαιτούσε το συντονισμό πολλών φορέων, διάχυτη παραμένει η ελπίδα ότι η πρώτη αυτή επαφή με το φωτογραφικό έργο του Κρητικού φωτογράφου, θα ανοίξει τον δρόμο και ίσως αποκαλύψει έναν κρυμμένο θησαυρό.
Ο Στέφανος Φιωτάκης συνταξιοδοτήθηκε το 1951, σε ηλικία 70 ετών. Η χρονολογία αυτή όμως δεν είναι συνυφασμένη και με τη λήξη της φωτογραφικής του δραστηριότητας. Το 1958 επέστρεψε για τελευταία φορά στην Κρήτη και φωτογράφισε το τοπίο και τους κατοίκους της. Μαζί του μετέφερε και τις φωτογραφικές του μηχανές Agfa και Speedgraphic της εταιρείας Graflex,35 αφήνοντας βέβαια πίσω την ογκώδη Improved Seneca.36 Δεν ήταν η πρώτη φορά που επισκέφτηκε την Ελλάδα, από τότε που μετανάστευσε στην Αμερική το 1916. Ταξίδια στην Κρήτη είχε ήδη πραγματοποιήσει τα καλοκαίρια του 1922, του 1926, του 1931 και του 1938. Σε κάθε επίσκεψή του, όπως ήταν αναμενόμενο, εμπλούτιζε το φωτογραφικό του αρχείο με εικόνες. Ο φακός του στράφηκε κυρίως στην κοινωνική ζωή του νησιού, απαθανατίζοντας γαμήλιες τελετές (εικ. 19) και θρησκευτικές εκδηλώσεις. Επιπλέον, από τα ταξίδια του αυτά προκύπτουν και κάποια δείγματα της φωτογραφικής του τοπιογραφίας. Ενώ στη θεματολογία αυτή πρωτοστατεί η εικονογράφηση του ιστορικού χωριού του Θερίσου, μια ρομαντικά μελαγχολική διάθεση αποπνέει η απεικόνιση της πόλης των Χανίων με έμφαση στο λιμάνι της (εικ. 20).
Πέθανε στη Νέα Υόρκη στις 8 Απριλίου του 1971 (37) σε ηλικία 90 ετών, μία μέρα μετά τη φωτιά που εκδηλώθηκε στο διαμέρισμά του λόγω κακών καλωδιώσεων. Η πυρκαγιά ήταν καταστροφική: κάηκε το μεγαλύτερο μέρος του έργου του. Από τη φωτογραφική του δραστηριότητα σώθηκαν όσες εικόνες είχε από πριν παραδώσει στον γιο του Εμμανουήλ και ό,τι απέμεινε από τη φωτιά. Τα συμπεράσματα επομένως στα οποία καταλήγουμε σχετικά με αυτήν, αφορούν το υλικό που έχει διασωθεί και όχι στο σύνολο του φωτογραφικού του έργου.
Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι στην περίπτωση που η αρχειακή ενότητα είχε παραμείνει ανέπαφη, ενδεχομένως οι διαπιστώσεις στις οποίες καταλήγουμε να ήταν διαφορετικές. Με την εξέλιξη αυτή, οι 1.100 πρωτότυπες φωτογραφικές εκτυπώσεις και τα 11 γυάλινα αρνητικά που διασώθηκαν και απαρτίζουν την αρχειακή ενότητα του Στέφανου Φιωτάκη, αποκτούν ιδιαίτερη αξία. Το ταξίδι των φωτογραφιών αυτών ήταν μακρύ, μέχρι και οδυνηρό, ωστόσο σήμερα στις συλλογές των Φωτογραφικών Αρχείων του Μουσείου Μπενάκη γνωρίζουν την ασφάλεια που δικαιούνται.
κείμενο Αλίκη Τσίργιαλου
Σημειώσεις
1. Η τέφρα του Στέφανου Φιωτάκη είναι θαμμένη στο νεκροταφείο Θερίσου και ο τίτλος «A Mirror of Crete» που δόθηκε στο άρθρο προέρχεται από την πλάκα που κοσμεί τον τάφο του.
2. Α. Ξανθάκης, Ιστορία της Ελληνικής Φωτογραφίας 1839-1960 (Αθήνα 1994) 101.
3. Η ημερομηνία και ο τόπος γέννησης του Στέφανου Φιωτάκη προέκυψαν από τα έγγραφα που παραδόθηκαν μαζί με το φωτογραφικό του έργο στα Φωτογραφικά Αρχεία του Μουσείου Μπενάκη. Συγκεκριμένα, σε πιστοποιητικό που χορηγήθηκε από τη Νομαρχία Χανίων το 1922 και σε πιστοποιητικό ταυτότητας που χορηγήθηκε από την Αστυνομική Αρχή Θερίσου Κυδωνίας το 1926 αναφέρεται πως ο Στέφανος Φιωτάκης είναι «εγγεγραμμένος στα έντυπα μητρώα του Πύργου Ψιλονέρου υπ' αύξ. αριθ. 938 και έτος γεννήσεως 1881». Σε διαβατήριο του όμως που εκδόθηκε το 1957 αναφέρεται, πιθανόν εσφαλμένα, ως ημερομηνία γέννησής του η 26η Μαΐου 1886.
4. Ancestry.com-New York Passenger Lists, 1820-1957, microfilm serial T715_2469, αριθμός λίστας 21, γραμμές 17-18, έτος 1916.
5. Τη λίστα αυτή τη συμπλήρωναν οι υπάλληλοι του πλοίου με τα στοιχεία που τους έδιναν οι επιβάτες. Στη συνέχεια, την παρέδιδαν στους επιθεωρητές του Ellis Island απ' όπου οι μετανάστες περνούσαν για τον τελικό έλεγχο.
6. Ο πρωτότοκος γιος του Φιωτάκη βαπτίστηκε Εμμανουήλ Φιωτάκης αλλά τον φώναζαν Michael. Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου πολέμου στρατεύτηκε στο Pearl Harbor. Ασχολήθηκε με την ηθοποιία και το τραγούδι. Πέθανε στη Νέα Υόρκη το 1983 από καρδιακή προσβολή.
7. Η Μαρία Στ. Παρασκευάκη μετακόμισε σε άλλο προάστιο της Νέας Υόρκης. Ξαναπαντρεύτηκε και απέκτησε μία κόρη. Πέθανε το 1981.
8. Μαρτυρία της ξαδέλφης του Φιωτάκη Κυριακής Μπι-ζάκη, στην κόρη της Ουρανία Βενέτη.
9. Η φωτογραφία αυτή περιήλθε στις συλλογές των Φωτογραφικών Αρχείων του Μουσείου Μπενάκη ύστερα από δωρεά του συλλέκτη Μιχάλη Τσάγκαρη.
10. Το χαρτόνι είχε εκτυπωμένο με χρυσό μελάνι στο κέντρο του, το λογότυπο του Γεωργίου Μωραΐτη. Ο Φιωτάκης έξυσε το λογότυπο και χρησιμοποίησε το χαρτόνι για να κολλήσει επάνω του τη δική του φωτογραφία. Στο μπροστινό μέρος και κάτω από τη φωτογραφία υπάρχει κολλημένο χαρτί με εκτυπωμένο το λογότυπό του με μαύρο μελάνι: «Στέφανος Δ. Φιωτάκης, Φωτογράφος».
11. Ο Ριχάρδος Κρούγερ (1860-1944) διετέλεσε πρόξενος της Γερμανίας στα Χανιά από το 1889. Χ. Μαχαιρίδης, «Ριχάρδος Κρούγερ. Ο Πρόξενος της Γερμανίας, στα Χανιά, αυτοβιογραφούμενος», Έρεισμα (36-37) 83-101· Δ. Α.
Νικο-λακάκης, Το «Κρητικό Ζήτημα» την περίοδο 1897-98, Φω-τογραφικό-ιστορικό λεύκωμα με ανέκδοτες φωτογραφίες από το Αυστριακό Εθνικό Αρχείο (Χανιά 2006).
12. E. Ozendes, Photography in Turkey (Istanbul 1999) 100-01.
13. Σχετικά με τον Περικλή Διαμαντόπουλο, βλ. Α. Ξανθάκης, «Περικλής Διαμαντόπουλος, Ο φωτογράφος της Κρητικής Πολιτείας» Opticon 36 (1996) 40-45· ο ίδιος, «Περικλής Διαμαντόπουλος, Ο φωτογράφος της Κρητικής Πολιτείας» Φωτογράφος 103 (2002) 80-84· Γ. Μανουσάκης κ. ά., Η Κρήτη στις Αρχές του Αιώνα μας. Φωτογραφικό Πανόραμα από το Αρχείο του Περικλή Διαμαντόπουλου (Αθήνα 1988).
14. Σχετικά με την ιστορία της φωτογραφίας στην Κρήτη, βλ. Θ. Λουλουδάκης, Η Κρητική Φωτογραφία (Αθήνα 1984)· Ε. Μπουντούρη, Κρήτη (Αθήνα 2001)· Μ. Παπαδάκης, Η Ιστορία της Φωτογραφίας και της Καρτ-Ποστάλ στο Ρέθυμνο 1898-1913. Από την Αυτονομία στην Ένωση (Ρέθυμνο 1998)· Ε. Ζέη, Χώρος και Φωτογραφία. Το Ηράκλειο από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στον Κρητική Πολιτεία, Συλλογή Μιχάλη Σάλλα (Αθήνα 2005).
15. Στα προσωπικά του έγγραφα βρέθηκε ένα επιστολικό δελτάριο με θέμα τη χωροφυλακή της Κρήτης, το οποίο αποστέλλεται στον «Αξιότιμον Κύριον Στέφανον Ι. Φιωτά-κην, φωτογράφον, οδός Αγίου Μάρκου, φωτογραφείον ΗΩΣ, αριθμός 38, εν Αθήναις». Το δελτάριο αυτό ταχυδρομήθηκε από τον Άγιο Νικόλαο Κρήτης στις 13 Φεβρουαρίου 1904.
16. Σχετικά με το επαναστατικό κίνημα του Θερίσου του 1905, βλ. Κ. Μητσοτάκης, Ο Επαναστάτης. Το χρονικό του Θερισιανού αγώνα (Αθήνα 1970)· Κ. Δ. Σβολόπουλος, Ο Ελευθέριος Βενιζέλος και η πολιτική κρίσις εις την Αυτόνομον Κρήτην 1901-1906(Χανιά 2005)· Στ. Αλιγιζάκη, Θέρισο 1905 (Χανιά 2003).
17. Το προεδρείο της επαναστατικής συνέλευσης όρισε «Προσωρινή Κυβέρνηση Κρήτης», ενώ αργότερα προέβησαν στην έκδοση γραμματίων για «πατριωτικό δάνειο 100.000 δραχμών», τύπωσαν γραμματόσημα σε μικρό πιεστήριο, εξέδωσαν την Επίσημη Εφημερίδα της Επαναστατικής Συνελεύσεως και την εφημερίδα Το Θέρισο, Αλιγιζάκη (ό.π.) 23-24.
18. Το 1898 και στην αρχή της δραστηριότητάς του, ο Αλι-κιώτης είχε την αντιπροσωπεία των αθηναϊκών εφημερίδων στο Ηράκλειο, ενώ στη συνέχεια άνοιξε βιβλιοπωλείο και τυπογραφείο όπου σε συνεργασία με διάφορους φωτογράφους -και κυρίως με τον Rahmazade Behaeddin- εκτύπωσε μεγάλο αριθμό επιστολικών δελταρίων, Ζέη (σημ. 14) 20-21.
19. Πλούσια συλλογή με επιστολικά δελτάρια με θέμα το Θέρισο (1905) υπάρχουν στις συλλογές της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Χανίων, του Ιστορικού Αρχείου Χανίων και του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών και Μελετών «Ελευθέριος K. Βενιζέλος».
20. Τα επιστολικά δελτάρια εμφανίστηκαν στην Κρήτη μετά την Επανάσταση του 1897 και χρησιμοποιήθηκαν ως μέσο για ανταλλαγή σύντομων μηνυμάτων. Στις περισσότερες περιπτώσεις, πρόκειται για φωτογραφικές εικόνες τυπωμένες με τη μέθοδο της λιθογραφίας ή της χρωμολιθογραφί-ας, που συνήθως έφεραν στο πίσω μέρος το όνομα του εκδοτικού οίκου, παραλείποντας έτσι το όνομα του φωτογράφου. Γ. Διγαλάκης, Καρτποστάλ Κρήτης, Συλλογές (1993) 25.
21. Στο αρχείο του Στρατηγείου Θερίσου έχουν εντοπιστεί φωτογραφίες που εικονίζουν επαναστάτες στο Θέρισο το 1905. Στις περισσότερες περιπτώσεις όμως πρόκειται για αντίγραφα φωτογραφιών πιθανώς του Φιωτάκη με λογότυπο άλλου καλλιτέχνη. Στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Χανίων φυλάσσεται χειροποίητο λεύκωμα της συλλογής του Παντελή Συγγελάκη στο οποίο περιλαμβάνεται φωτογραφία επαναστατών του Θερισιανού αγώνα με υπογραφή από τον φωτογράφο Γεώργιο Διαμαντόπουλο.
22. Ο Περικλής Διαμαντόπουλος (1863-1941) ήταν ο επίσημος φωτογράφος του πρίγκιπα Γεωργίου. Στο verso των φωτογραφιών του το λογότυπο του ανέφερε: «P. Dia-mandopoulos, Photographe de S.A.R. le Prince Georges, Haut
Commissaire en Crete et de la famille Royale de Grece».
23. Ο Σοφοκλής Φιωτάκης ο οποίος εκλέχθηκε από το προεδρείο της επαναστατικής συνέλευσης ως μέλος της «Προσωρινής Κυβέρνησης Κρήτης» και ο καπετάν Παναγιώτης Φιωτάκης που σκοτώθηκε σε μάχη στο Μορίχοβο της Μακεδονίας το 1907.
24. Δεν είναι τυχαίο που στα προσωπικά έγγραφα του φωτογράφου βρέθηκαν οι προαναφερθείσες επισκεπτήριες κάρτες. Επιπλέον, μαρτυρούν και την πιο ιδιαίτερη σχέση του Στέφανου Φιωτάκη με τον Ελευθέριο Βενιζέλο, κάτι που ενισχύεται από το γεγονός ότι και οι δύο άνδρες κατάγονταν από το ίδιο χωριό, το Θέρισο. Η μητέρα του Ελευθέριου Βενιζέλου, Στυλιανή Πλουμιδάκη, γεννήθηκε στο Θέρισο της Κρήτης.
25. H. K. Henisch – Β. A. Henish, The Photographic Experience 1839-1914, Images and Attitudes (Pennsylvania 1994)
26. Σχετικά με τη φωτογραφία-ενθύμιο, βλ. Κ. Αντωνιάδης, Λανθάνουσα εικόνα (Αθήνα 1995).
27. Σχετικά με το νεκρικό πορτραίτο, βλ. Α. Ξανθάκης, Φωτογραφίζοντας το θάνατο, στο: Θ. Μουτσόπουλος, Μυστήρια και Θαύματα, Η φωτογραφία πέρα από την Αναπαράσταση (Θεσσαλονίκη 2005) 179-98 και Θ. Μουτσόπουλος, Το τελευταίο πορτρέτο (ό.π.) 199-205.
28. Σε μία αντιπροσωπευτική μεταθανάτια φωτογραφία ο νεκρός (σε κρεβάτι ή φέρετρο) τοποθετείται σε κεντρικό σημείο και οι συγγενείς παρατάσσονται προσεκτικά ανάλογα με το βαθμό συγγένειας γύρω και πίσω του. Ορισμένες φορές, το φέρετρο στηνόταν όρθιο στην αυλή της εκκλησίας, ενώ γύρω του συγκεντρώνονταν οι κάτοικοι του χωριού.29. Ancestry.com (σημ. 4).
30. Ό.π.
31. Certificate of Naturalization no. 6577026 με ημερομηνία 14 Νοεμβρίου 1945.
32. Στο White Studio εργάστηκαν μεγάλοι φωτογράφοι, όπως ο Edward Thayer Monroe και o Ralph Shaklee. Από το 1934 έως το 1939 τη διαχείριση του πρακτορείου ανέλαβε ο γιος του Luther S. White, Dexter. Όταν ο τελευταίος
πέθανε από καρδιακή προσβολή στις 4 Μαΐου 1939 το πρακτορείο έκλεισε και το αρχείο διέσωσε η Δημοτική Βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης. Φαίνεται όμως από την αλληλογραφία του Στέφανου Φιωτάκη ότι το πρακτορείο συνέχισε να λειτουργεί υπό τη διαχείριση της κόρης του Dexter White, Hope Townsend White στη διεύθυνση 520, 5th Avenue στη Νέα Υόρκη. http://broadway.cas.sc.edu.
33. Έγγραφο από το προσωπικό αρχείο του Στέφανου Φιωτάκη με ημερομηνία 25 Ιουλίου 1951.
34. Ο Δημήτριος Αβούρης γεννήθηκε στη Ζάκυνθο στις 25 Οκτωβρίου 1891. Το 1917, μαζί με τη γυναίκα του και το μωρό τους μετανάστευσαν στην Αμερική. Εργάστηκε ως φωτογράφος στο Detroit από το 1917 έως το 1941. Στις 20 Ιουνίου του 1969 πέθανε σε ηλικία 78 ετών. Οι πληροφορίες προέρχονται από τον Dave Tinder, μέλους του Michigan Photographic Historical Society.
35. Στην αρχειακή ενότητα του Στέφανου Φιωτάκη περιλαμβάνεται και μικρός αριθμός φωτογραφιών από τη Διεθνή Έκθεση της Νέας Υόρκης του 1964.
36. Οι φωτογραφικές μηχανές είναι δηλωμένες στο αμερικανικό διαβατήριο που χρησιμοποίησε κατά το ταξίδι του στην Κρήτη το καλοκαίρι του 1958.
37. H φωτογραφική αυτή μηχανή αποτελεί τμήμα της αρχειακής ενότητας του Στέφανου Φιωτάκη.
38. Απόκομμα από εφημερίδα όπου αναγγέλλεται ο θάνατος του Στέφανου Φιωτάκη (προσωπικό αρχείο του Στέφανου Φιωτάκη).