To σπίτι με τις Καρυάτιδες

5 Δεκ 2016



Ιστορικό

Το σπίτι χτίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα και είναι χαρακτηριστικό δείγμα του αθηναϊκού νεοκλασικισμού και της λαϊκής αρχιτεκτονικής της περιοχής. Οι Καρυάτιδες που κοσμούν την πρόσοψη είναι έργο του γλύπτη Ιωάννη Καρακατσάνη που ήταν Αιγινίτης καλλιτέχνης, ο οποίος μαθήτευσε δίπλα στον Λεωνίδα Δρόση.
Ο Καρακατσάνης ήταν ο ιδιοκτήτης του σπιτιού όπου διέμενε εκεί με την οικογένειά του, και τα μοντέλα που έγιναν Καρυάτιδες ήταν η γυναίκα του Ξανθή και η αδελφή της Ευδοξία. Μετά τον θάνατό του το 1906, η οικογένειά του αποφάσισε να πουλήσει το σπίτι. Το 1989 ανακηρύχθηκε διατηρητέο από το Υπουργείο Πολιτισμού που το έσωσε από κατάρρευση. Δέκα χρόνια αργότερα ανακαινίστηκε με την επίβλεψη του αρχιτεκτονικού γραφείου του Στέφανου Πάντου - Κίκκου και σήμερα φιλοξενεί τον Σύλλογο Ελλήνων Ολυμπιονικών.




"Ο Νεοελληνικός Κλασικισμός υπό το πρίσμα του λαϊκού εκλεκτικισμού"

Στην οδό Ασωμάτων 45 στον Κεραμεικό, βρίσκεται αναπαλαιωμένο σήμερα διώροφο κτίριο, κτισμένο στις αρχές του 20 ου αιώνα, το οποίο αποτέλεσε από νωρίς πηγή έμπνευσης, έναυσμα για τον θαυμασμό ζωγράφων και φωτογράφων που το απαθανάτισαν σε έργα τους αναρίθμητες φορές. Ξεφεύγοντας από την σχεδόν συστηματική κατεδάφιση τέτοιων οικοδομημάτων στη διάρκεια των πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών, στέκεται σε μια περιοχή που ήταν τόπος διαμονής των μεσαίων ή κατώτερων τάξεων ήδη από την περίοδο του Γεωργίου Α ́, αποτελώντας αρχέτυπο της νεοκλασικής Ελλάδας, σήμα κατατεθέν του αθηναϊκού νεοκλασικισμού και αντιπροσωπευτικό δείγμα της λαϊκής αρχιτεκτονικής.

Το διώροφο κτίριο της οδού Ασωμάτων διέθετε στο ισόγειο δυο χώρους για μαγαζιά με συνεχόμενα μεγάλα ανοίγματα, διαμορφωμένα σε όμοιες εισόδους που προφυλάσσονταν από κοινό στέγαστρο, το οποίο στηρίζονταν σε περίτεχνους βραχίονες από χυτοσίδηρο. Το δεξί κατάστημα φιλοξενούσε κουρείο, όπως διακρίνεται καθαρά από την ταμπέλα του σε φωτογραφίες, ενώ το αριστερό άλλαξε χρήσεις.



Ασωμάτων 45 Κεραμεικός,  Καρυάτιδες  1978

 Στη φωτογραφεία από το αρχείο του Κώστα Μπίρη με τις δυο στοίβες από σκούπες που διακρίνονται στην είσοδο αλλά και στο πίνακα του Τσαρούχη με τις κρεμασμένες σκούπες και το στοιβαγμένο δεμάτι από σκουπόχορτα έξω από την αριστερή πόρτα, δηλώνεται η χρήση του ως εργαστήριο παραγωγής σαρώθρων. Η φωτογραφία δε από το αρχείο του Στέλιου Β. Σκοπελίτη  με την πρόσοψη γεμάτη περιοδικά και το χαρακτηριστικό παραθυράκι εξυπηρέτησης των πελατών διαμορφωμένο αριστερά, παραπέμπει στη δεύτερη χρήση ως κατάστημα ψιλικών.

Στον πρώτο όροφο του κτίσματος δεσπόζουν δυο κεραμικές Καρυάτιδες, που αποτελούν τμήμα στηθαίου με τα χαρακτηριστικά μπαλούστρα του όψιμου κλασικισμού και οι οποίες στηρίζουν τον εξώστη, χαρίζοντας στο κτίριο το όνομα με το οποίο έμεινε γνωστό. Η πρόσοψη σε αυτόν τον όροφο έχει τρεις πόρτες και είναι τοποθετημένη βαθύτερα, δημιουργώντας σκεπαστό χαγιάτι. Την επίστεψη του κτιρίου αναλαμβάνει δεύτερο μπαλκόνι με δώδεκα μπαλούστρα τα οποία διακόπτονται στην μέση με πεσσό. Δυο ίδιοι πεσσοί βρίσκονται αριστερά και δεξιά, στις άκρες του στηθαίου.



φωτό Στέλιος Σκοπελίτης

Στο αντίστοιχο μπαλκόνι του πρώτου ορόφου οι πεσσοί είναι σαφώς στενότεροι για να καλυφθεί η έλλειψη του διαθέσιμου χώρου που καταλαμβάνουν οι Καρυάτιδες και ο αριθμός τους μεγαλύτερος. Εκτός των δύο ακριανών πεσσών έχουμε και δυο άλλα ζεύγη να πλαισιώνουν το καθένα από ένα άγαλμα, άρα συνολικά έξι. Επίσης και ο αριθμός των μπαλούστρων διαφέρει, συνολικά οκτώ, με δυο ανάμεσα στα αγάλματα και από τρία στις άκρες. Η όλη σύνθεση παραμένει συμμετρικά αρμονική και η ομοιογένεια του συνόλου δεδομένη.




φωτό Henry Cartier Bresson,  1953 

Η κύρια ρυθμολογική διακόσμηση αναπτύσσεται λοιπόν στον ανώτερο όροφο, όπου πάνω από τις Καρυάτιδες – παραστάδες τρέχει ο θρίγκος που απολήγει σε γείσο με στενό διάζωμα σε μορφή οδοντωτής ταινίας, οριοθετώντας με την έντονη σκιά του την επίστεψη του κτιρίου. Το στηθαίο ακουμπά σε τέσσερα στενά όρθια φουρούσια διακοσμημένα πλευρικά με έλικες και με φύλλο άκανθου στη μπροστινή πλευρά τους. Αντίθετα, το στηθαίο του πρώτου ορόφου δεν διαθέτει ανάλογη διακόσμηση στη βάση του, λόγω και έλλειψης χώρου αφού εκεί ακουμπά το στέγαστρο του ισογείου. Όλες οι λεπτομέρειες που φαίνονται ξεκάθαρα στο αναστηλωμένο οικοδόμημα δεν διακρίνονται στις παλιότερες φωτογραφίες πλην των κιλλιβάντων, παρόλο που και αυτοί, μαζί με ολόκληρο το μπαλκόνι που στήριζαν, για κάποια χρονική περίοδο δεν είχαν διασωθεί. Η φθορά των διακοσμητικών στοιχείων με την πάροδο του χρόνου ήταν απολύτως λογική αφού ο διάκοσμος δεν ήταν μαρμαρόγλυπτος όπως αυτός των αντίστοιχων μεγαλοαστικών επαύλεων, των επίσημων μεγάρων και των δημόσιων κτιρίων. Τα διακοσμητικά στοιχεία αντέγραφαν κατά το δυνατόν τα πολυτελή δομικά στοιχεία της επίσημης αρχιτεκτονικής, κρατικής και ιδιωτικής, αλλά στις περιπτώσεις της περιθωριακής αρχιτεκτονικής είναι σαφώς πιο ευαίσθητα και φθηνά, κατασκευασμένα «τραβηχτά» στο κονίαμα και προκατασκευασμένα κεραμικά.




φωτό Δ. Παπαδήμος, αρχείο ΕΛΙΑ


Από έντονη φθορά υπέφεραν και οι Καρυάτιδες, με βαθιά ίχνη που μετά την συντήρησή τους ευτυχώς δεν είναι πλέον ορατά. Οι λυγερόκορμες κόρες των Καρυών δεν χορεύουν πλέον κρατώντας κάνιστρο στο κεφάλι τους γύρω από το άγαλμα της θεάς Άρτεμης, άλλα οι ίδιες αγάλματα πια, στέκουν στωικά, κοιτώντας τους περαστικούς με το ίδιο βλέμμα που κοίταζαν πριν πολλές δεκαετίες τις δυο μαυροντυμένες γυναίκες, σχηματίζοντας μια εύγλωττη αντίστιξη στη διάσημη φωτογραφία του Μπρεσόν  Βαμμένες με άσπρο χρώμα, όπως επιτάσσει ο δογματικός κλασικισμός που θέλει τα κεραμικά επίπλαστα στοιχεία οπωσδήποτε λευκά και όχι στο φυσικό τους χρώμα, όρθιες με τα χέρια μπροστά, αγκαλιάζουν τα στήθη τους που διαγράφονται ξεκάθαρα μέσα από το ρούχο, σαν να είναι βρεγμένο το ένδυμα τους, ενώ οι πτυχώσεις ξεκινούν πλούσιες κάτω από τη μέση. Το όμορφο πρόσωπο, με μια ελαφρά θλίψη που διαφαίνεται στο σχήμα των χειλιών που χαμηλώνουν προς τα κάτω, στεφανώνεται από πλούσια κόμμωση, με τα μακριά μαλλιά πλεγμένα γύρω από το κεφάλι. Εκεί, το επίκρανο, ως άλλο κάνιστρο, είναι διακοσμημένο και στις τέσσερες πλευρές του με ανθέμια.



φωτό-αρχείο N. Τσαμπούκος

Το κτίριο αναστηλωμένο το 2001 έχει βαφτεί προσεγγίζοντας την αυθεντική χρωματική απόδοση της όψης, βάση του γνωστού πίνακα του Τσαρούχη. Η ώχρα σκεπάζει τους τοίχους, το πορφυρό κόκκινο της όψης του πρώτου ορόφου αποτελεί ιδανικό σκηνικό προβάλλοντας τις λευκές Καρυάτιδες, ενώ όλες οι πόρτες είναι βαμμένες με πράσινο κυπαρισσί. Στο ίδιο κυπαρισσί χρώμα είναι και οι μεταλλικές βάσεις στήριξης του στεγάστρου στο ισόγειο μόνο που τώρα αυτό είναι πλέον γυάλινο και όχι φτιαγμένο από αυλακωτή λαμαρίνα. Όλα τα κεραμικά στοιχεία διακόσμησης και τα δυο μπαλκόνια είναι λευκά. Το ακριβές αποτέλεσμα είναι πολύ δύσκολο να το προσεγγίσουμε σήμερα, με τα χημικά χρώματα που αποδίδουν λαμπερές και καθαρές αποχρώσεις σε αντίθεση με τα υδατοχρώματα από ορυκτά που χρησιμοποιούνταν τότε και απέδιδαν ήπιους και γαιώδεις χρωματισμούς. Παρόλα αυτά το χρώμα της όψης δίνει ένα άριστο αποτέλεσμα που δεν λειτουργεί αυτοτελές, αλλά είναι οργανικά συνδεδεμένο με τον αρχιτεκτονικό ρυθμό του νεοκλασικισμού, προβάλλοντας την ιεράρχηση των διαθρωτικών του στοιχείων, τονίζοντας έμμεσα την
τεκτονική τους υπόσταση.


φωτό-αρχείο N. Τσαμπούκος




Το δείγμα αυτό της ανώνυμης αρχιτεκτονικής διατηρεί το ενδιαφέρον μας, όχι μόνο για την γραφικότητά του και την γοητεία που διαθέτει, αλλά και ως ίχνος της λαϊκής παράδοσης που ενστερνίζεται τα νεοκλασικά πρότυπα συνεχίζοντας να προσφέρει αναπάντεχες λύσεις στις λειτουργικές δυσκολίες που επιφυλάσσουν τα περιορισμένα οικόπεδα με τη στενή όψη και το μεγάλο βάθος. Ο εμπειρισμός και ο δημιουργικός αυθορμητισμός του λαϊκού παράγοντα, μεταχειρίζονται με πρωτότυπη φαντασία αλλά και με απλουστευτική διάθεση τις ακαδημαϊκές μορφές του νεοκλασικισμού.



αρχείο Κώστα Μπίρη



στην φωτό διακρίνεται ο Τσαρούχης




πίνακας του Τσαρούχη 1952

Διαμορφώνει ένα αποτέλεσμα αποστερημένο από την ακρίβεια του αυθεντικού κανόνα του προτύπου, εμπεριέχοντας όμως τους χαρακτηριστικούς και αναγνώσιμους μορφολογικούς κώδικες τη συμμετρία ως προς τον άξονα, την τριμερή διαίρεση της όψης σε βάση, κορμό όπου ξεδιπλώνεται ο ρυθμός και στέψη καθώς και τη χρήση των κλασικών μορφολογικών διακοσμητικών στοιχείων.
Στην προσπάθειά να συνταιριαχθούν όλα αυτά τα στοιχεία με τα κατασκευαστικά μέτρα της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής, τις εκάστοτε λειτουργικές ανάγκες που πρέπει να εξυπηρετηθούν και τη στενότητα του διαθέσιμου χώρου (με το άνοιγμα του κτίσματος να μην ξεπερνά τα 4,20 μέτρα), ακολουθούνται οι κανόνες του κλασικισμού στην εξωτερική όψη του κτιρίου χωρίς να γίνεται το ίδιο και στη διάταξη της κάτοψης. Έτσι η απόλυτα ρυθμική οργάνωση της εξωτερικής αρχιτεκτονικής δεν συμβαδίζει με τις απαιτήσεις της πρακτικής συγκρότησης του εσωτερικού χώρου. Η επίτευξη της νεοκλασικής όψης οδηγεί λοιπόν σε αντινομίες, που δεν είναι σπάνιες στην λαϊκή αρχιτεκτονική.

 Στη συγκεκριμένη περίπτωση έχουμε τη σκηνογραφική λύση του στηθαίου, στην επίστεψη του κτιρίου, το οποίο εξασφαλίζει την ομοιογένεια και τη συμμετρία, σε συνδυασμό με το χαμηλότερο μπαλκόνι, καθώς επίσης και τη χρήση των διακοσμητικών στοιχείων που παραπέμπουν στο θρίγκο των αρχαίων οικοδομημάτων. Πέρα όμως του εικαστικού αποτελέσματος, δεν διαθέτει άλλη λειτουργική χρήση πλην αυτής του διακοσμητικού στοιχείου μπροστά από την σκεπή του οικοδομήματος που διακρίνεται εύκολα. Αντινομία είναι και η πρόσβαση στον πρώτο όροφο, που γίνεται μέσω όμορου κτιρίου. Η κόκκινη πόρτα του διπλανού διώροφου κτιρίου, που διαθέτει τη βολικότερη σε μήκος πρόσοψη των 7,40 μέτρων, οδηγεί σε εσωτερική αυλή που εξυπηρετεί και τα δυο «συνεχή» κτίσματα, τα οποία στην εξωτερική όψη τους φαίνονται εντελώς ανεξάρτητα.

φωτό-αρχείο N. Τσαμπούκος

Έτσι η γραμμική διάταξη του κτίσματος αναπτύσσει μια πρακτικότερα διαρθρωμένη κάτοψη, που ακολουθεί εντέλει τις πρώιμες παραδοσιακές μορφές της διάταξης των δωματίων γύρω από την εσωτερική αυλή, προσαρμοσμένη στην ιδιαίτερη οικονομία του χώρου. Η σκάλα που οδηγεί στον πρώτο όροφο του σπιτιού με τις Καρυάτιδες,  η πρόσβαση στον α ́ όροφο του σπιτιού, όπως την βλέπει ο επισκέπτης κατά την είσοδο του στο διπλανό κτίριο.

πηγές:  α) N. Τσαμπούκος, Αρχιτέκτων (απόσπασμα-αναδημοσίευση), 2007
"Ο Νεοελληνικός Κλασικισμός υπό το πρίσμα του λαϊκού εκλεκτικισμού" και
β) Wikipedia



διαβάστε  εδώ και το πολύ ενδιαφέρον άρθρο του Δημοσθένη Κούτροβικ για τη συμβολική φωτογραφία του σπιτιού από τον Cartier Bresson




Cartier Bresson