Σκέψεις για τη φωτογραφία

28 Μαρ 2024




«Σε έναν πολιτισμό που είναι αποκομμένος από τις ρίζες του στο χώμα, παραγεμισμένος με ανούσια πράγματα και τυφλός από τις άκαρπες επιθυμίες, η κάμερα μπορεί να γίνει ένας δρόμος εξέλιξης του εαυτού μας, ένα μέσο για να ανακαλύψουμε εκ νέου όλες τις εκφάνσεις της βασικής μορφής που είναι η φύση, η πηγή μας».

Edward Weston.





«...το ασπρόμαυρο μου δίνει τη δυνατότητα να συγκεντρωθώ στην ένταση των προσώπων, στη συμπεριφορά τους, στο βλέμμα τους, χωρίς να με παρασύρει το χρώμα. Δεν είναι έτσι η πραγματικότητα, ωστόσο, όταν κοιτάζουμε μια ασπρόμαυρη φωτογραφία εισέρχεται μέσα μας, τη χωνεύουμε και ασυνείδητα τη χρωματίζουμε. Το ασπρόμαυρο, αυτή η αφαίρεση αφομοιώνεται από τον θεατή, ο οποίος στη συνέχεια ιδιοποιείται την φωτογραφία. 
Τη φύση και τους ανθρώπους για να τους φωτογραφίσεις πρέπει να τους αγαπήσεις και να τους σεβαστείς. Γι αυτό χωρίς δισταγμό επιλέγω το ασπρόμαυρο. Αυτή τη δύναμη του ασπρόμαυρου τη βρίσκω εκπληκτική. Το ασπρόμαυρο είναι η προτίμησή μου, η επιλογή μου, ο εξαναγκασμός που μου δημιουργεί δυσκολίες...»   

Sebastião Salgado: "De ma terre a la Terre"







«Τέχνη είναι η συγκίνηση των αισθήσεων, η χαρά του πνεύματος που μετρά και εκτιμά, η αναγνώριση μιας αξονικής αρχής που αγγίζει το βάθος του είναι μας. Τέχνη είναι εκείνη η καθαρή δημιουργία του πνεύματος που μας δείχνει, σε ορισμένες εξαιρετικές περιπτώσεις, τα υπέρτατα όρια της ανθρώπινης δημιουργικότητας. Και ο άνθρωπος νιώθει απέραντη ευτυχία, όταν αισθάνεται ότι δημιουργεί».

Le Corbusier: "Vers une Architecture", 1923






Man Ray και Σουρεαλισμός

18 Μαρ 2024

 




Παρίσι  δεκαετία 1920 


Η πόλη έσφυζε από Αμερικανούς Bon vivants που έψαχναν να ξεφύγουν από την ποτοαπαγόρευση αναμειγνύονταν με καλλιτέχνες και διανοούμενους και όλοι μαζί κυνηγούσαν τα όνειρά τους στη Πόλη του Φωτός. Η καλλιτεχνική σκηνή του Παρισιού βγήκε από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο ανανεωμένη και ανοιχτή σε ένα ευρύ φάσμα δημιουργικής έκφρασης.

Ο Μαν Ρέι έφτασε στο Παρίσι από τη Νέα Υόρκη το 1921 σε ηλικία τριάντα ετών, μπαίνοντας στην ακμή της καριέρας του σε μια σημαντική στιγμή της ιστορίας. Το Παρίσι πρόσφερε αυτό που η Νέα Υόρκη δεν μπορούσε, μία δεκτική κοινότητα καλλιτεχνών και εμπόρων που εκτιμούσαν τη μοντέρνα τέχνη και μπορούσαν να υποστηρίξουν το ριζοσπαστικά εφευρετικό έργο που ήθελε να κάνει. Οι δύο δεκαετίες που πέρασε στο Παρίσι, μέχρι το 1940, ήταν οι πιο παραγωγικές της καριέρας του.

Η φωτογράφηση για περιοδικά και πορτρέτα του εξασφάλιζε το εισόδημά του και τον έφερνε σε επαφή με τους πλούσιους και τους διάσημους. Ταυτόχρονα καθιερώθηκε στα μποέμικα καφενεία του Montparnasse. Ο Μαν Ρέι βρισκόταν ανάμεσα στους ομογενείς του, έπινε στα ίδια μπαρ με αυτούς  και έβγαζε τις φωτογραφίες τους, βίωσε το Παρίσι διαφορετικά. Αναζήτησε τη παρισινή πρωτοπορία και όχι μόνο έγινε δεκτός στον εσωτερικό της κύκλο αλλά τελικά έγινε ένας από τους κορυφαίους εικαστικούς καλλιτέχνες του γαλλικού σουρεαλιστικού κινήματος. 






Raymond Depardon, Glasgow 1980

25 Φεβ 2024

 



"Εντάχθηκα στο πρακτορείο Magnum το 1978. Οι φωτογράφοι του Magnum είχαν πολύ διαφορετικό υπόβαθρο από το δικό μου. Ο καθένας τους προερχόταν από τη μεσαία τάξη ή την ελίτ. Χρησιμοποιούσαν μόνο φωτογραφικές μηχανές Leica και ήταν αρκετά προνομιούχοι. Το δικό μου υπόβαθρο δεν ήταν τέτοιο, έτσι ήμουν αρκετά διαφορετικός από τους άλλους στο πρακτορείο. Μερικοί από αυτούς ήταν φίλοι, όπως ο Gilles Peress ή ο Guy Le Querrec, άνθρωποι για τους οποίους τρέφω μεγάλο σεβασμό."

Raymond Depardon




Γάλλος φωτογράφος και κινηματογραφιστής  ο Depardon είναι γνωστός  για τη σειρά των φωτογραφιών του από τη Γλασκώβη οι οποίες αποτελούν αναμφίβολα ένα από τα κορυφαία σημεία του έργου του. Τραβηγμένες το 1980, αποτυπώνουν  τη χώρα και τη δεκαετία που θα ακολουθούσε, η κατάρρευση βιομηχανικών περιοχών των οποίων ολόκληρη η υποδομή αποδεκατίστηκε από τη φυγή  προς τις πόλεις, με τους εναπομείναντες κατοίκους να μην έχουν παρά να συνεχίσουν τη ζωή τους στα ερείπια. Οι φωτογραφίες του Depardon δείχνουν τη συνέχιση της ζωής, μια  αισιοδοξία που υπάρχει παρά τη συνεχή παλέτα του συννεφιασμενου καιρού, της βροχής και της εγκατάλειψης σε μια πόλη που κυριολεκτικά καταρρέει.

Το 1980, η Sunday Times ανέθεσε στον Γάλλο φωτορεπόρτερ Raymond Depardon να ταξιδέψει στη Γλασκώβη για ένα αφιέρωμα σχετικά με τις πόλεις της Ευρώπης. Δεν γνώριζε τίποτα για την πόλη και ούτε μιλούσε αγγλικά.

"Τα αγγλικά μου ήταν πολύ περιορισμένα ", είπε "δεν μπορούσα να καταλάβω καθόλου την προφορά της Γλασκώβης. Τα μικρά παιδιά στους δρόμους δεν τα πείραζε καθόλου. Δεν με καταλάβαιναν, αλλά με έπαιρναν από το χέρι και με ξεναγούσαν στα αξιοθέατά τους. Χάρη σε αυτά μπόρεσα να απαθανατίσω αυτές τις  εικόνες".

Αντί να απαθανατίσει το μοντέρνο Hillhead ή τις εντυπωσιακές Βικτοριανές λεωφόρους του κέντρου, ο Depardon τράβηξε το Govan, το Maryhill, το Gorbals και το Calton. Οι συνοικίες που επισκέφθηκε ο Depardon ήταν η πρώτη γραμμή της εργατικής τάξης της πόλης με την αποβιομηχάνιση και την ερήμωση... 



Raymond Depardon

Izis Bidermanas, η ποιητική θλίψη του Παρισιού

1 Φεβ 2024

 



"Τύλιξε με την αγκαλιά του όλο το Παρίσι"

Manuel Bidermanas




Ο Izis, του οποίου το πραγματικό όνομα ήταν Israëlis Bidermanas, γεννήθηκε στο Marijampole (Λιθουανία, τότε μέρος της Ρωσικής Αυτοκρατορίας) στις 17 Ιανουαρίου 1911 και πέθανε στο Παρίσι στις 16 Μαΐου 1980. Ήταν Γάλλος φωτογράφος εβραϊκής και λιθουανικής καταγωγής.

Όταν γεννήθηκε στη ρωσοκρατούμενη Λιθουανία, καταγράφηκε με το όνομα Izraël Biderman, το οποίο άλλαξε σε Israëlis Bidermanas μετά την ανεξαρτησία του 1918. Σπούδασε στο Εβραϊκό Σχολείο, όπου είχε το παρατσούκλι "ο ονειροπόλος".

Μετανάστευσε στο Παρίσι το 1930, αποφεύγοντας τις αντισημιτικές διώξεις θέλοντας να γίνει ζωγράφος. Εργάστηκε παράνομα σε διάφορα φωτογραφικά εργαστήρια και από το 1933 ήταν υπεύθυνος ενός παραδοσιακού φωτογραφικού στούντιο στο 13ο διαμέρισμα. Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, κατέφυγε στο Ambazac στο Limousin το 1942. Συνελήφθη και βασανίστηκε από τους Ναζί, στη συνέχεια όμως απελευθερώθηκε από την Αντίσταση και εντάχθηκε στο αντάρτικο κίνημα. Φωτογράφισε τους συναγωνιστές του μεταξύ των οποίων και τον συνταγματάρχη Georges Guingouin. Ο Robert Giraud, ποιητής και δημοσιογράφος της Αντίστασης μαζί με τον René Rougerie ήταν από τους πρώτους που έγραψαν για τον Izis στο εβδομαδιαίο περιοδικό της Αντίστασης Unir.





Sabine Weiss, ο αστέρας της Ουμανιστικής Φωτογραφίας

20 Ιαν 2024

 


"'Εζησε τόσο διαφορετικές περιόδους ως φωτογράφος, ως γυναίκα σε έναν κόσμο ανδρών, ως μητέρα. Ήταν τόσο πρωτόγνωρο για εκείνη την εποχή να μπορεί κάποιος να είναι όλα αυτά. Η Sabine αντιπροσωπεύει τη δύναμη και το θάρρος να είσαι μια ανεξάρτητη γυναίκα που επιλέγει το δρόμο της με μεγάλη αποφασιστικότητα".

Marion Weiss




Ιανουάριος 1924 – Δεκέμβριος 2021

Γεννημένη στην Ελβετία και πολιτογραφημένη Γαλλίδα υπήκοος από το 1975, η Sabine Weiss γνώριζε από πολύ μικρή ηλικία ότι η φωτογραφία θα γινόταν το μέσο έκφρασής της. Στην ηλικία των 12 ετών, αγόρασε μια φωτογραφική μηχανή από βακελίτη με το χαρτζιλίκι της και έκανε εκτυπώσεις επαφής σε ξύλινα πλαίσια που εξέθετε στον ήλιο στο περβάζι του παραθύρου της. Αργότερα μαθήτευσε στη Γενεύη στο Boissonna's το πιο φημισμένο φωτογραφικό εργαστήριο της Ελβετίας, όπου έμαθε όλο το φάσμα των φωτογραφικών τεχνικών, πριν αποφασίσει να ακολουθήσει το δικό της δρόμο.

 Έφτασε στο Παρίσι το 1946 και έγινε βοηθός του Willy Maywald, ενός διάσημου φωτογράφου μόδας, τότε άρχισε να γίνεται γνωστή μέσα στη δεκαετία του 1950. Συνεργάστηκε με μεγάλα περιοδικά της εποχής όπως  Vogue, Esquire, Life. Εκτός από τη δουλειά της για πρακτορεία, περνούσε το χρόνο της περπατώντας στους δρόμους του Παρισιού για να απαθανατίσει στιγμές της καθημερινής ζωής. Οι εικόνες αυτές, άλλοτε ιδιόρρυθμες, άλλοτε τρυφερές, είναι η ατμόσφαιρα του Παρισιού μετά τον πόλεμο και τη συνδέουν με ανθρωπιστές φωτογράφους όπως ο Willy Ronis, ο Robert Doisneau, ο Brassaï και ο Izis Bidermanas.



Sabine Weiss

Christophe Jacrot, ο φωτογράφος του χειμώνα

14 Ιαν 2024

 


"Κατά τη γνώμη μου, υπάρχουν δύο τρόποι για να αποτυπώσει ένας φωτογράφος τον κόσμο, από τη μία πλευρά να συλλάβει τη φρίκη του και από την άλλη να την υποβαθμίσει. Εγώ επέλεξα τον δεύτερο. Πιο συγκεκριμένα, μου αρέσει ο τρόπος με τον οποίο η βροχή, το χιόνι και η κακοκαιρία ξυπνούν μέσα μου ένα αίσθημα ρομαντικής μυθοπλασίας".

"Βλέπω αυτά τα στοιχεία ως ένα μυθικό έδαφος για τη φωτογραφία, ένα υποβαθμισμένο οπτικό σύμπαν με ισχυρή υποβλητική δύναμη και με πλούτο λεπτών φώτων. Αυτό το σύμπαν διαφεύγει από τους περισσότερους από εμάς, αφού είμαστε πολύ απασχολημένοι με το να κρυβόμαστε όταν αυτό συμβαίνει. Ο άνθρωπος γίνεται μια φανταστική σιλουέτα που περιπλανιέται στους κινδύνους της βροχής και του χιονιού".

Christophe Jacrot




Γεννημένος το 1960, ο Christophe Jacrot είναι ένας σύγχρονος φωτογράφος που ζει και εργάζεται στο Παρίσι. Ο Jacrot ασχολείται με τη φωτογραφία από την εφηβεία του, πρωτοεμφανίστηκε στα καλλιτεχνικά πράγματα  με τον κινηματογράφο.  Σκηνοθέτησε αρκετές βραβευμένες ταινίες μικρού μήκους - στα φεστιβάλ Avoriaz και Chamrousse - καθώς και μια μεγάλου μήκους ταινία "House Arrest" το 2000. Το 2006 αποφάσισε να επιστρέψει στην παλιά αγαπημένη του ενασχόληση, τη Φωτογραφία.

Κάποτε όταν του ανατέθηκε να δημιουργήσει ευχάριστες και ηλιόλουστες εικόνες του Παρισιού για ένα τουριστικό φυλλάδιο, ο Jacrot κατέληξε να δημιουργήσει ένα ξεχωριστό καλλιτεχνικό έργο που αφορά το Παρίσι το χειμώνα... 

"Ο καιρός ήταν απελπιστικά κακός, γεγονός που μου έδωσε την ιδέα να φωτογραφίσω αρκετές μη παραδοσιακές εικόνες του Παρισιού για να αποτυπώσω αυτή την εκπληκτική ατμόσφαιρα που λίγοι φωτογραφίζουν. Είχα στο μυαλό μου την υπέροχη φωτογραφία του Henri Cartier Bresson με τον Giacometti στη βροχή και τη φωτογραφία ενός τύπου που πηδάει πάνω από μια λακκούβα μπροστά από το Trocadero, του Elliott Erwitt".



Vladimir Lagrange, The Thaw

6 Δεκ 2023

 


 "H Απόψυξη"




"Το καθήκον μου ήταν να γνωρίσω στον αναγνώστη τη δουλειά των μεταλλουργών, των πιλότων, των ανθρακωρύχων, των γιατρών, των αγροτών, τη ζωή τους και να το κάνω αυτό με ειλικρίνεια"



Οι "ευτυχισμένοι" εργαζόμενοι από τις σκηνοθετημένες, ιδεολογικά εγκεκριμένες φωτογραφίες αντικαταστάθηκαν με ρεπορτάζ από την πραγματική ζωή. Η "απόψυξη" στη σοβιετική πολιτική σκηνή μετά τη Περεστρόϊκα οδήγησε σε "απόψυξη" και στη φωτογραφία. Οι επίσημες προπαγανδιστικές λήψεις πέρασαν στο παρασκήνιο και αντικαταστάθηκαν από ζωντανές στιγμές της πραγματικής ζωής της Σοβιετικής 'Ενωσης.

Ο Vladimir Lagrange αγαπούσε τη φωτογραφία από την παιδική του ηλικία. Φίλοι, συγγενείς ή απλώς τυχαίοι άνθρωποι έχουν αποτυπωθεί από το φακό του. Το 1959, όταν ήταν 20 ετών, ξεκίνησε την καριέρα του ως φωτορεπόρτερ στο TASS, το κύριο πρακτορείο ειδήσεων της χώρας. Ο φωτογράφος έγινε μάρτυρας της μεταβατικής εποχής στη Σοβιετική 'Ενωση, αποτυπώνοντας λυρικά τη καθημερινή της ζωή.



Ray Metzker, ένας περιπλανόμενος διανοούμενος φωτογράφος

20 Οκτ 2023

 

"Το γιατί μια φωτογραφία ξεχωρίζει ανάμεσα σε πολλές άλλες είναι πάντα ένα μυστήριο. Στην αρχή το θέμα δεν είναι ποτέ ακριβώς γνωστό, αλλά στην πορεία της εργασίας μου κάτι εμφανίζεται στο φιλμ ή στην εκτύπωση που μου μιλάει. Δεν μπορώ να προβλέψω πότε θα συμβεί αυτό, ωστόσο όταν συμβαίνει υπάρχει ένας ενθουσιασμός. Και αυτό είναι ένα από τα πράγματα που με κρατάνε σε εγρήγορση"



Ο Ray Metzker γεννήθηκε το 1931 στο Μιλγουόκι. Φοίτησε στο Institute of Design του Σικάγο το 1956, μια σχολή που εκείνη την εποχή αναφερόταν ως το νέο Bauhaus, όπου σπούδασε με τους συναδέλφους του μοντερνιστές φωτογράφους Harry Callahan και Aaron Siskind. Μετά την απόκτηση του μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών από το Ινστιτούτο το 1959, το έργο του Metzker άρχισε να συγκεντρώνει ολοένα και μεγαλύτερη προσοχή και κριτική εκτίμηση, πρώτα και κύρια από τον Edward Steichen, ο οποίος εκείνη την εποχή ήταν επιμελητής φωτογραφίας στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης.  

 Στις αρχές της καριέρας του, το έργο του χαρακτηριζόταν από ασυνήθιστη ένταση. Η σύνθεση, η πολλαπλή έκθεση, η επικάλυψη αρνητικών, η αντιπαράθεση δύο εικόνων, το solarization και άλλα μορφικά μέσα αποτελούσαν αναπόσπαστο μέρος της εργασίας του.  Ήταν αφοσιωμένος στην ανακάλυψη των δυνατοτήτων της ασπρόμαυρης φωτογραφίας κατά τη διάρκεια της λήψης και της εκτύπωσης και επέδειξε άριστη δεξιοτεχνία σε κάθε στάδιο της φωτογραφικής διαδικασίας. Η μοναδική και συνεχώς εξελισσόμενη μαεστρία του Ray Metzker στο φως, τη σκιά και τη γραμμή μεταμορφώνουν το συνηθισμένο σε ένα βασίλειο καθαρής οπτικής απόλαυσης.



Το Αρχιτεκτονικό "Πράγμα"

18 Οκτ 2023

 


"Η τέχνη χαρακτηρίζεται ως η λειτουργία μέσω της οποίας η ψυχή αληθεύει, δηλαδή πραγματώνει την αλήθεια". 

Αριστοτέλης (Ηθικά Νικομάχεια, Γ' κεφ., 6ο βιβλίο)





Οι ποιότητες του  κενού

Το κενό δεν είναι η χαοτική ανυπαρξία, δεν είναι έρημος. Αντίθετα, περιέχει αφανείς ποιότητες, συχνά δύσκολα προσεγγίσιμες. Μια τέτοια ποιότητα συναντούμε στην οθόνη του κινηματογράφου. Το άσπρο πανί ή ο λευκός σοβάς δέχεται την εικόνα της μηχανής τη συγκρατεί για να την προβάλει. Η υποδοχή και η συγκράτηση είναι ποιότητες του κενού. Μια χρωματιστή, ανάγλυφη ή διαφανής επιφάνεια δεν δέχεται, δεν συγκρατεί κατάλληλα την εικόνα.

Το κενό πάντα γεμίζει σε βάρος κάποιας άλλης ποιότητας. Την εποχή που ο Αισχύλος ανέβαζε τις τραγωδίες του, το Διονυσιακό θέατρο διέθετε ένα χωμάτινο κοίλο, το ναό του θεού και ένα πρόχειρο σκηνικό κτίσμα. Τρεις αιώνες αργότερα, το θέατρο ήδη διέθετε υπερκατασκευές, πισίνα για τους μίμους στο νερό, φράγμα για θηριομαχίες. Το θεατρικό περιεχόμενο, όμως, είχε διαφύγει.

Η Γοτθική τέχνη παραδίδει στην Αναγεννησιακή το φόβο του κενού που η δεύτερη εξελίσσει σε ασφυκτικό και πλήρες. Το ζωγραφικό, το γλυπτικό, ακόμη και το προφανώς χρηστικό αντικείμενο παραδίδονται υπεραναλυμένα, παραγεμισμένα. Η εποχή, σκέφθηκε μέσα από την παράσταση την ίδια τη ζωή σαν παράσταση. Το θέατρο της ζωής, η συνήθης αλληγορία διαφαίνεται, παντού. Η ένδυση στυλιζαρισμένη, οι τρόποι ιδιαζόντως επιτηδευμένοι, η αρχιτεκτονική σκηνογραφική.



Andre Kertesz


Street Seen - Lisa Hostetler

15 Σεπ 2023

 


Street Seen: "The Psychological Gesture in American Photography", 1940-1959


Η ψυχολογική χειρονομία στην αμερικανική φωτογραφία, 1940-59



Μια εμπεριστατωμένη και πλούσια εικονογραφημένη ματιά σε έξι μεταπολεμικούς φωτογράφους, μαζί με μια επιλογή από προκατόχους και συγχρόνους τους που αποτυπώνει μια μοναδική και κομβική στιγμή στην αμερικανική φωτογραφική ιστορία. Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος και τα επακόλουθά του εγκαινίασαν μια νέα εποχή καλλιτεχνικής έκφρασης. Ο αφηρημένος εξπρεσιονισμός, το φιλμ νουάρ, η ποίηση Beat και η νέα δημοσιογραφία θεωρούνται συχνά απαντήσεις στη σοκαριστική πραγματικότητα του πολέμου. Οι φωτογράφοι ανταποκρίθηκαν στην ίδια κατάσταση με εικόνες που έσπασαν τους κανόνες της συμβατικής φωτογραφικής τεχνικής. 

Το Street Seen, είναι ένας συνοδευτικός τόμος μιας έκθεσης που αναδεικνύει έξι φωτογράφους κατά τη διάρκεια και αμέσως μετά τον πόλεμο. Η αμείλικτη ματιά της Lisette Model στο αστικό περιβάλλον, τα πορτρέτα του Louis Faurer με τους εκκεντρικούς στην Times Square, οι στοιχειωμένες νυχτερινές εικόνες του Ted Croner, οι υποβλητικές ματιές της καθημερινής ζωής του Saul Leiter, το γραφικό, συγκρουσιακό στυλ του William Klein και η τεκμηρίωση των αμερικανικών ιδανικών που πήγαν στραβά από τον Robert Frank. 



William Klein, New York 1955

Louis Faurer φωτογράφος, Νέα Υόρκη 1950

12 Σεπ 2023

 


"Τα μάτια μου αναζητούν ανθρώπους που είναι ευγνώμονες για τη ζωή, ανθρώπους που συγχωρούν, ανθρώπους που κατανοούν την αλήθεια. "




Ο Louis Faurer (1916-2001) γεννήθηκε από γονείς μετανάστες  στα ρωσοπολωνικά σύνορα και πέρασε τα πρώτα του χρόνια στη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ.  Το 1937 σπουδάζει στη Σχολή Εμπορικής Τέχνης και Γραφολογίας της Φιλαδέλφειας. Εργάστηκε ως ελεύθερος επαγγελματίας ζωγραφίζοντας διαφημιστικές πινακίδες και αφίσες. Την ίδια χρονιά ο Faurer αγόρασε την πρώτη του φωτογραφική μηχανή, μια μεταχειρισμένη Kodak Vollenda 35mm.  Λίγο αργότερα κέρδισε και το πρώτο του βραβείο σε εβδομαδιαίο διαγωνισμό φωτογραφίας του Philadelphia Evening Public Ledger.  Ο Faurer δεν παρακολούθησε ποτέ μαθήματα φωτογραφίας, εκτός από ένα σύντομο μάθημα στο στρατό. 

Στα τέλη της δεκαετίας του 1940 ο Faurer άνοιξε στούντιο στη Νέα Υόρκη. Όπως πολλοί φωτογράφοι της γενιάς του ο Faurer αναζήτησε εργασία στα περιοδικά, αλλά σε αντίθεση με τους φωτορεπόρτερ συνομηλίκους του οι οποίοι ακολούθησαν καριέρα σε εκδόσεις όπως το περιοδικό Life, αυτός στράφηκε προς τη φωτογραφία μόδας. Το 1947, η Lillian Bassman, η πρώτη καλλιτεχνική διευθύντρια του Junior Bazaar (που αργότερα ενσωματώθηκε στο Harper's Bazaar), τον κάλεσε να ενταχθεί στο προσωπικό του περιοδικού. Το νέο περιοδικό προσέλαβε επίσης και τον Ρόμπερτ Φρανκ, έναν πρόσφατο μετανάστη από την Ελβετία, οι δύο τους σύναψαν αμέσως μια φιλία που θα διαρκούσε πενήντα χρόνια.

Ο Faurer υπήρξε βασικό μέλος της Σχολής φωτογράφων δρόμου της Νέας Υόρκης που δραστηριοποιήθηκε από τη δεκαετία του 1930 έως τη δεκαετία του 1950. Η Σχολή της Νέας Υόρκης, μια ομάδα που περιελάμβανε τους Diane Arbus, Robert Frank και William Klein, επέλεξε τη ζωή της πόλης ως θέμα, προτίμησε τις φωτογραφικές μηχανές 35mm και απέρριψε το παραδοσιακό στυλ ντοκιμαντέρ.



Gisele Freund, Φωτογραφία και Κοινωνία

8 Σεπ 2023

 

Μαζική τέχνη, κατά τους κοινωνιολόγους,  η φωτογραφία αποτελεί πια κομμάτι της καθημερινής μας ζωής. Έχει πάρει θέση στην καρδιά του σύγχρονου κόσμου. Καταγγέλλοντας την εισβολή της βιομηχανίας στο χώρο της τέχνης ο Μπωντλαίρ ο τόσο ανοιχτός κατά τα άλλα στο μοντέρνο πνεύμα, δεν μπόρεσε να προβλέψει πως η βιομηχανία, ως στοιχείο της τέχνης, θα έφτανε στο σημείο να πυροδοτεί τα όνειρά μας.

Το εγχείρημα της Gisele Freund πρέπει να αξιολογηθεί και να εκτιμηθεί σε συνάρτηση με την πραγματικότητα αυτή. Γιατί η Freund δε μένει σε μια γενικόλογη καταγραφή της πορείας που έκανε η φωτογραφία. Αντίθετα αντιμετωπίζει τη συγκεκριμένη εφεύρεση και τη χρήση της σαν κοινωνικά φαινόμενα και πρέπει να εγγραφεί στο ενεργητικό της ότι η προσέγγισή της αυτή δεν εμπνέεται από τους πρόσφατους συρμούς, η διατριβή της για τη φωτογραφία στη Γαλλία κατά το 19ο αιώνα χρονολογείται από το 1936. Μια εργασία σκαπανέως τόσο στέρεη είναι η επιχειρηματολογία και η τεκμηρίωση που τη στηρίζουν. Το κείμενο αυτό δε μοιάζει διόλου παράταιρο πλάι στις μεταγενέστερες καταθέσεις που περιέχονται στο βιβλίο κι αναφέρονται στο ρόλο τη χρησιμοποίηση και τη χειραγώγηση των εικόνων στο σημερινό κόσμο.



Gisele Freund


Κική Δημουλά η Φωτογραφία στη ποίησή της

4 Σεπ 2023

 


«...μέχρι νεοτέρας φωτογραφίας...»


Για την Κική Δημουλά η φωτογραφία είναι η «οικιακή βοηθός της μνήμης. Στενογράφος της... Είναι το ορθογραφικό λεξικό της μνήμης όταν ξεχνάει με τι χαρακτηριστικά γράφεται ένα μισοσβησμένο πρόσωπο και με πόσα "πότε". Είναι η αεροπειρατεία της. Διατάζει το χρόνο ν' αλλάξει πορεία και τον κρατάει όμηρο επ' αόριστον... Είναι όμως και καταδότης της μνήμης».




Ο ρόλος της φωτογραφίας στην ποίηση της Κικής Δημουλά


Η φωτογραφία αποτελεί ένα από τα μοτίβα που επαναλαμβάνονται με μεγάλη συχνότητα στο έργο της Κικής Δημουλά, «σαν χαρακτηριστικά λάι μοτίφ, σαν ρεφρέν που επιμένουν, χωρίς, εντούτοις, την παραμικρή κινητικότητα». Η επίμονη παρουσία της στο έργο της ποιήτριας μας επιτρέπει να θεωρήσουμε τη φωτογραφία ως ένα σταθερό χαρακτηριστικό της ποίησης και της ποιητικής της. 

Αντικείμενα της ποίησης της Δημουλά είναι ο χρόνος, η φθορά που αυτός επιφέρει πάνω σ' ανθρώπους, πράγματα και συναισθήματα, η μνήμη, η λήθη αλλά και η νοσταλγία για όσα έχουν αμετάκλητα χαθεί. Η ποιήτρια αφορμάται από το ασήμαντο, το καθημερινό, το απτό, ίσως και το αντιποιητικό, και κατορθώνει «να το εστιάσει στη σκοτεινή περιοχή της ύπαρξης, εκεί όπου τελείται η πραγματική ζωή». Ο χώρος των ποιημάτων της είναι συχνότατα το σπίτι, το εσωτερικό του σπιτιού, χώροι οικείοι, από το σαλόνι στην κουζίνα, με όλα τα μικροαντικείμενα τους.

 Η γραφή της διακρίνεται από μια ιδιαίτερη «ατομική ποιητική γραμματική», στην οποία εντοπίζουμε απροσδόκητα ζεύγη λέξεων, λεκτικές επινοήσεις και νεολογισμούς, επιθετοποίηση ουσιαστικών, ουσιαστικοποίηση χρονικών, τοπικών, τροπικών επιρρημάτων, ρήματα σε χρήση απαρεμφάτου, απουσία άρθρων, απουσία ρημάτων, απουσία στίξης σε χείμαρρους λέξεων, ανθρωπομορφισμό αφηρημένων ουσιαστικών, μετωνυμία, μεταφορά, αποφθεγματικούς στίχους. Σ αυτήν την ποιητική γραμματική η φωτογραφία κατέχει εξέχουσα θέση από τις πρώτες κιόλας ποιητικές συλλογές, έως και την τελευταία συλλογή της ποιήτριας. Τα εύρετρα.

Η φωτογραφία πυροδοτεί το μηχανισμό της μνήμης, φέρνοντας στο παρόν όσα έχουν συμβεί στο παρελθόν. Ξεκινώντας από το 1839 οι φωτογραφίες, θα πει η Susan Sontag, «μεταβάλλουν και μεγεθύνουν τη γνώμη μας για το τι αξίζει να βλέπουμε και τι έχουμε δικαίωμα να παρατηρούμε. Είναι μια γραμματική, και ακόμη πιο σημαντικό, μια ηθική της όρασης. Το πιο μεγαλόπρεπο αποτέλεσμα τελικά του φωτογραφικού εγχειρήματος είναι πως μας δίνει την εντύπωση ότι μπορούμε να χωρέσουμε ολόκληρο τον κόσμο στο κεφάλι μας σαν μια ανθολογία από εικόνες». «Οι φωτογραφίες προσφέρουν αποδείξεις... Η κάμερα τεκμηριώνει», υποστηρίζει η Sontag. Ετσι, «η φωτογραφία αποτελεί ακαταμάχητη απόδειξη πως κάτι δεδομένο συνέβη» και ως εκ τούτου πως κάποιος κάποτε υπήρξε. Αποτέλεσμα αυτής της αποδεικτικής ισχύος της φωτογραφίας είναι το γεγονός πως καθίσταται τεκμήριο της ανελέητης τήξης του χρόνου, καθώς αποτελεί την «ίδια στιγμή μια ψευδοπαρουσία και ένα τεκμήριο απουσίας». 



Duane Michals


Vittorio Sella φωτογράφος και ορειβάτης

1 Σεπ 2023

 


Ο Vittorio Sella (1859-1943) υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους φωτογράφους και ορειβάτες του τέλους του δέκατου ένατου και των αρχών του εικοστού αιώνα. Ήταν ανιψιός του Quintino Sella, ενός από τα ιδρυτικά μέλη της Ιταλικής Αλπικής Λέσχης (1863). Ήταν εξίσου διάσημος τόσο για τις φωτογραφίες του όσο και για τις αναβάσεις του.

Ο ίδιος ο Sella έλεγε ότι είχε αποφασίσει να συνδυάσει τη φωτογραφία και την ορειβασία από το 1880. Ενδιαφερόταν μόνο για τις υψηλές περιοχές των Άλπεων, οι οποίες δεν είχαν ακόμη εξερευνηθεί και φωτογραφηθεί. 


Οι πρώτες φωτογραφίες στα βουνά

Ο Sella ήταν μόλις δεκαεννέα ετών όταν έκανε την πρώτη του απόπειρα στην ορεινή φωτογραφία, πηγαίνοντας στην κορυφή του όρους Mars, το οποίο δεσπόζει της Biella στα 2600 μέτρα. Με τον βαρύ φωτογραφικό εξοπλισμό που είχε δανειστεί, ο Sella έφτιαξε το πρώτο πανόραμα των Άλπεων. Η τεχνική ήταν αυτή του υγρού κολλοδίου, η οποία απαιτούσε όχι μόνο να μεταφέρει ένα μικρό εργαστήριο και έναν σκοτεινό θάλαμο στο βουνό, αλλά και να εμφανίζει τις πλάκες επί τόπου όσο ήταν ακόμα υγρές. Η τεχνική πρόοδο στη φωτογραφία θα διευκολύνει το έργο του φωτογράφου , τα καινούργια ξηρά αρνητικά θα μπορούν να προετοιμάζονται εκ των προτέρων και να εμφανίζονται αργότερα. Η υψηλότερη ευαισθησία τους επιτρέπει επίσης και μικρότερους χρόνους έκθεσης.

Ο Sella αποδίδει μεγάλη σημασία στη φωτογραφία και υποτάσσει σε αυτήν την ορειβασία, όταν πολλοί φωτογράφοι της εποχής του επιχειρούν το αντίθετο.




Vittorio Sella


Δημήτρης Διβάνης η άγνωστη Πίνδος

31 Αυγ 2023

 


Μια Φωτογραφική περιπλάνιση στην άγνωστη Πίνδο μέσα από το έργο του Δημήτρη Διβάνη.



Η αποτύπωση του τοπίου αποτέλεσε από την εμφάνιση της φωτογραφίας - και εξακολουθεί εσαεί να αποτελεί- προσφιλές θέμα για ερασιτέχνες και επαγγελματίες φωτογράφους θα μπορουσαμε να τοποθετήσουμε την αφετηρία της συστηματικής απεικόνισης του ελληνικού φυσικου τοπίου από ερασιτέχνες φωτογράφους στην περίοδο του Μεσοπολέμου, κατά την οποία, υπό τη σκέπη του εκδρομικού σωματείου Ελληνική Περιηγητική Λέσχη, αλλά και πλήθους άλλων ερασιτεχνικών φωτογραφικών συλλόγων, ανακάλυψαν και ανέδειξαν την ελληνική ύπαιθρο μέσα από ομιλίες, εκθέσεις και διαγωνισμούς εδραίωσαν τη φωτογραφία ως τέχνη μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1960, με την παράλληλη δράση της - ιδρυθείσας το 1954- Ελληνικής Φωτογραφικής Εταιρείας (Ε.Φ.Ε), οι εκδρομές των μελών των σωματείων στη φύση για φωτογραφική άσκηση θεωρούνταν αναπόσπαστη τακτική κατάρτισης των εκκολαπτόμενων καλλιτεχνών.

Στα χρόνια που ακολούθησαν, με την είσοδο και την ευρεία χρήση της έγχρωμης φωτογραφίας οι εικόνες του ελληνικού φυσικού τοπίου περιορίστηκαν κυρίως στις αναμνηστικές, τουριστικές φωτογραφίες, είτε προορίζονταν για προσωπική χρήση είτε ακολουθούσαν τον δρόμο της εκτύπωσης καρτποστάλ. Η ραγδαία εξέλιξη του μέσου επεφύλασσε στη συνέχεια νέες μορφές εικόνων, για να φτάσουμε σήμερα στη δυνατότητα τόσο της εύκολης παρέμβασης κατά τη διάρκεια της ψηφιακής λήψης της φωτογραφίας, όσο και της «αλλοίωσής» της κατά την εκτύπωση και τη δημόσια παρουσίαση, όπως, για παράδειγμα, στη μορφή φωτογραφικής έκθεσης. Στο παρόν λεύκωμα ο αυτοδίδακτος ερασιτέχνης φωτογράφος Δημήτρης Διβάνης παραδίδει στο κοινό εκατόν είκοσι δύο ασπρόμαυρες φωτογραφίες, ιδιαίτερου χαρακτήρα, από την ευρύτερη περιοχή της Πίνδου.

Νέος στην ηλικία, αλλά κλασικός στις επιλογές του, ακολουθεί πιστά τον δρόμο της αναλογικής φωτογραφίας. Φωτογραφίζει με φιλμ ασπρόμαυρο, το οποίο εμφανίζεται στο χέρι, ενώ οι εικόνες του τυπώνονται στον σκοτεινό θάλαμο. Ακολουθεί τον δύσκολο επίσης δρόμο της «καθαρής» απεικόνισης της μορφής του τόπου, χωρίς καμία επέμβαση κατά τη λήψη ή κατά την εκτύπωση των φωτογραφιών του.




No Name Zine

22 Ιουν 2023

 


Οι noname zinners, κατά κόσμον Στέλιος Γιανσακίδης, Δώρα Κατάκη, Θανάσης Κριτσωτάκης, Μαρία Λαμπριανίδου, Μένη Σεϊρίδου και Αλέκα Τσιρώνη, είμαστε έξι φωτογράφοι της Θεσσαλονίκης, με διαφορετικές φωτογραφικές καταβολές. Θέλοντας να προσδιορίσουμε τον κοινό μας τόπο, ως υλοποιήσιμη πρόκληση, αλλά και να διατηρήσουμε την αυτονομία μας μέσα σε αυτόν, αρχίσαμε τον Φεβρουάριο του 2023 να προβληματιζόμαστε πώς θα μπορούσαμε να υλοποιήσουμε το στόχο μας. Ο εφήμερος χαρακτήρας της έκθεσης δεν μας ενδιέφερε, ούτε και η άυλη ιδιότητα του διαδικτύου, αλλά ούτε και η «αυστηρότητα» του φωτογραφικού βιβλίου. Επιλέξαμε (σχεδόν ήταν μονόδρομος) να κινηθούμε στην δημιουργία ενός zine, με ευέλικτη μορφή και σχήμα. 

Πειραματιστήκαμε αρκετά με το σχήμα, το χρώμα, το lay out, την ποιότητα του χαρτιού και της εκτύπωσης, το είδος του εξώφυλλου, τις γραμματοσειρές, ακολουθώντας όλα τα βήματα που απαιτεί η έκδοση ενός εντύπου. Το αποτέλεσμα αυτής της συμμετοχικής και ομαδικής διαδικασίας ήταν η αυτοέκδοση του πρώτου τεύχους του no name zine τον Μάϊο του 2023. 

O/H κάθε φωτογράφος αναπτύσσει την θεματική του και με τον τρόπο αυτό το zine αποτελείται από έξι μικρές, ανεξάρτητες φωτογραφικές ενότητες, τυπωμένες σε κινητά φύλλα μεγέθους Α3, δίνοντας στον αναγνώστη την δυνατότητα να μορφοποιήσει έτσι ο ίδιος την σειρά, την δομή και το περιεχόμενο της ανάγνωσής του, χωρίς η δική μας πρόταση να είναι δεσμευτική και απόλυτα καθοριστική.

Ο Στέλιος Γιανσακίδης, επιλέγοντας να διατηρήσει την ενότητά του χωρίς τίτλο, δημιουργεί σκοτεινές, ασπρόμαυρες φωτογραφίες, που αισθητικά παραπέμπουν σε τεχνοτροπίες του παρελθόντος, ως νοσταλγικό αποτύπωμα.  

Η Δώρα Κατάκη χρησιμοποιεί τους στίχους τραγουδιού (“Τι ζητάς εδώ; Δεν είναι μέρος για έναν άγιο αυτό”) και με νόημα κλείνει το μάτι στην αμφιβολία ή την βεβαιότητα μιας υπαρξιακής αναζήτησης. 

Ο Θανάσης Κριτσωτάκης, με τους «Εσωτερικούς Κήπους» του, τους νοηματοδοτεί στο όριο σχεδόν του ψυχικού άλγους. 

Η Μαρία Λαμπριανίδου με την «Τρίτη μεσημέρι» στοιχειοθετεί μία καθημερινότητα ανάμεσα στην οικειότητα και την ανοικειότητα. 

Η Μένη Σεϊρίδου, με τη σειρά “Falling into Morpheus arms”, συνταιριάζει πορτέτα και στοιχεία φύσης ως μία αλλόκοτη περιήγηση στο ονειρικό. 

Και η Αλέκα Τσιρώνη, με το «Πάτημα της πεταλούδας», αποτυπώνει στιγμές τυχαιότητας (;) , αποδίδοντάς τους την αξία της επιλογής της.  


Θεσσαλονίκη, 20 Ιουνίου 2023