Σκέψεις στη "Φωτογραφική ματιά"
Άρθρο του Ανδρέα Ζέρβα, (αναδημοσίευση)
Το πρώτο από τα επτά σημεία που χρειάζεται να έχουμε για να κάνουμε υπέροχες φωτογραφίες είναι αυτό που λέμε "το μάτι του φωτογράφου", ή αλλιώς "φωτογραφική ματιά". Κατά τη γνώμη μου, το σημαντικότερο απ όλα.
Είναι δύσκολο να περιγράψει κανείς την έννοια αυτή και με προβλημάτισε πολύ το τι θα πρέπει να γράψω πάνω σ αυτό το ζήτημα χωρίς να παρεξηγηθώ. Πολλοί νομίζουν ότι πρόκειται για θεωρητική έννοια, και κάποιοι θα την αμφισβητήσουν. Όμως όλοι ξέρουν ότι κάποιοι από μας "βλέπουν" πράγματα, καταστάσεις και λεπτομέρειες στον κόσμο μας, που άλλοι τις περνούν χωρίς καν να τις δουν. Έτυχε πολλές φορές να είμαστε αρκετά άτομα σε μιά φωτογραφική εξόρμηση, να περνάμε όλοι από το ίδιο σημείο, αλλά κάποιοι από μας να αποτυπώνουν στιγμές, που όταν οι άλλοι τις βλέπουν να λένε "καλά, εγώ που ήμουν??". Κάποιοι να βγάζουν αριστουργήματα και κάποιοι μετριότητες, μέσα στον ίδιο χώρο, βλέποντας τις ίδιες καταστάσεις..
Τι είναι λοιπόν αυτό που κάνει κάποιους να δημιουργούν και κάποιους όχι? Είναι έμφυτο? Καλλιεργείται? Η γνώμη μου είναι πως υπάρχουν και τα δύο. Κάποιοι γεννιούνται με το ταλέντο, "τόχουν" που λέμε! Για αυτούς είναι εύκολο. Με μιά ελάχιστη προσπάθεια καταγράφουν εικόνες που οι άλλοι θαυμάζουν. Οι παλιότεροι στο χώρο της φωτογραφίας το βλέπουμε έντονα στην επαφή μας με τους νέους. Κάποιοι απ αυτούς απέχουν από τους άλλους από την πρώτη κιόλας στιγμή.
Οι περισσότεροι από μας όμως μπορούν να αναπτύξουν το ταλέντο αυτό σε σημαντικό βαθμό. Το ίδιο που συμβαίνει και στη μουσική, ή σε άλλες τέχνες, ισχύει και στη φωτογραφία. Η φωτογραφική ματιά καλλιεργείται με την άσκηση και τη συναναστροφή. Εχω δει αρκετούς που μέσα σε μερικούς μήνες, με διαρκή άσκηση, συζήτηση, σκέψη και την επαφή με άλλους φωτογράφους και κυρίως με έργα τους, κάνουν άλματα.
Η φωτογραφική ματιά δεν έχει να κάνει σε τίποτα με τον εξοπλισμό! Δεν έχει σχέση με το αν η φωτογραφία έγινε με το κινητό, ή με μιά πανάκριβη full frame. Ισως ακόμα και να μην έχει καμία σχέση με το αν τελικά τραβήξαμε μιά φωτογραφία, ή όχι! Έχει να κάνει μόνο με το αν "είδαμε" το θέμα. Η φωτογραφική ματιά έχει να κάνει με το μάτι μας και το μυαλό μας. Φυσικά, ο εξοπλισμός παίζει κάποιο ρόλο στο αν θα κάνουμε μιά θαυμαστή εικόνα, αλλά οι εικόνες που "μιλάνε" στους άλλους έχουν κυρίως σχέση με το πως ο φωτογράφος είδε και πάγωσε το θέμα!....
ΕΧΩ ΘΕΜΑ!
Πριν από τη λήψη λοιπόν προηγείται το να "δούμε" και να καταλάβουμε ότι έχουμε θέμα. Πολλές φορές μου συμβαίνει, πριν κάνω το κλικ, να ξέρω ότι "έχω θέμα". Ξέρω ότι, ακόμα και αν δεν κάνω τη λήψη, έχω θέμα. Ακόμα και όταν δεν κρατώ μηχανή στα χέρια μου (σπάνιο :)), ξέρω πότε έχω θέμα. Κάποιος είπε "τις καλύτερες φωτογραφίες μου τις έχω στο μυαλό μου". Σε ελάχιστες περιπτώσεις μου έτυχε να τραβήξω μιά φωτογραφία στην οποία να να έχω ένα καλό θέμα, που δεν το αναγνώρισα από την αρχή.. Αλλες φορές τριγυρνάω σε μιά σκηνή χωρίς να βρίσκω θέμα, ίσως είναι αυτό που λέμε "δεν έχω έμπνευση".
Τελικά τι είναι το θέμα? Είναι μιά μικρή (ή μεγάλη) αφήγηση? Ενα αντικείμενο ενδιαφέροντος? Μια κατάσταση αντιθέσεων? Μιά εικαστική σύνθεση? Ενα οπτικό ερέθισμα που διεγείρει τη φαντασία του θεατή μας? Είναι όλα αυτά και πολλά άλλα..
Το μεγαλείο της φωτογραφίας έγκειται στο γεγονός ότι δεν είναι εύκολο να προσδιορίσεις το τι είναι θέμα και τι όχι. Το πότε κάτι είναι θέμα και το πότε όχι. Είναι απίστευτο!! Πολλοί βλέπουν μιά εικόνα, αλλά ένας απ αυτούς "έχει θέμα". Δεν υπάρχουν καλά και κακά θέματα. Όλα έχουν σχέση με την προσωπική γεύση και στάση ζωής του καθενός μας. Άλλοι ενδιαφέρονται για τοπία, άλλοι για σκηνές δρόμου, αλλοι για το μικρόκοσμο, άλλοι για τον αστρόκοσμο, άλλοι για την υποβρύχια ζωή, άλλοι για τις κοινωνικές αντιθέσεις.. άλλοι βλέπουν την ομορφιά του κόσμου, άλλοι την ασχήμια του, άλλοι και τα δύο..
Οτι και αν διαλέξουμε σαν φωτογραφική στάση, θέματα υπάρχουν και θα υπάρχουν συνεχώς γύρω μας, απλά δεν είμαστε σε θέση να τα αναγνωρίζουμε πάντα. Πάρτε τη μηχανή σας και βγείτε στο δρόμο, ή ανεβείτε στο βουνό, ή βουτήξτε σε μιά λίμνη, ή, αν θέλετε, κλειστείτε στο δωμάτιό σας. Θέματα θα βρείτε ακόμα και μέσα στο συρτάρι με τις κάλτσες σας.
ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΣΑ ΕΙΚΟΝΑ
Πριν προχωρήσουμε παρακάτω θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τι θεωρούμε ενδιαφέρουσα φωτογραφία και τι όχι.
Είναι εξ ίσου δύσκολο να το περιγράψει κανείς, και πιθανώς ο καθένας μας να δώσει την δική του προσέγγιση. Πάντως, αυτό που είναι σημαντικό να έχουμε πάντα κατά νου είναι ότι μάλλον κάνουμε φωτογραφία για κάποιους άλλους και όχι για μας. Ή, τέλος πάντων, όχι αποκλειστικά για μας. Μπορεί να δημιουργούμε τις συνθέσεις μας προσαρμοσμένες στην προσωπική μας γεύση και στάση ζωής, όμως στο πίσω μέρος του μυαλού μας έχουμε πάντα το ότι κάποιος θα την δει και θα την αξιολογήσει. Ότι με κάποιο τρόπο θα την μοιραστούμε με άλλους, με κάποιο τρόπο θα περάσουμε ένα μύνημα, και κάπως θα εισπράξουμε μιά ανταπόκριση, θετική ή αρνητική. Ίσως κάποιοι από σας έχουν τις χίλιες αντιρήσεις πάνω σ αυτό. Αλλά θα αντιπαραθέσω το ότι δεν υπάρχει τέχνη χωρίς ένα ελάχιστο "κοινό".
Μιλώντας για "κοινό" δεν εννοώ φυσικά όλον τον κόσμο. Είναι αδιανόητο να σκεφτεί κανείς ότι θα βρεί θετική ανταπόκριση στη δουλειά του από το 100% ενός πληθυσμού. Ούτε και νομίζω ότι ενδιαφέρει κανένα καλλιτέχνη αυτό. Πάντα απευθυνόμαστε σε μιά μερίδα κόσμου. Αλλά έστω και αν το κοινό μας είναι πολύ περιορισμένο σε αριθμό, ή με ιδιαίτερα και παράξενα γούστα, υπάρχει πάντα αυτό το συγκεκριμένο ελάχιστο κοινό που θα ενδιαφερθεί για τη δουλειά μας, τώρα ή στο μέλλον. Διαφορετικά, μιά τέχνη κλεισμένη σ ένα συρτάρι δεν έχει και τόση σημασία.
Η τέχνη είναι για να τη μοιραζόμαστε. Προσωπικά δεν ξέρω κανέναν που να κάνει φωτογραφίες και να μην τις παρουσιάζει (ή έστω ένα μέρος τους) κάπου, με κάποιο τρόπο. Επομένως το αν η δουλειά μας είναι ενδιαφέρουσα ή όχι, έχει να κάνει κυρίως με την άποψη του κοινού μας, δηλαδή του κοινού που μας ενδιαφέρει, ή που θα ενδιαφερθεί για τη δουλειά μας, και όχι μόνο η προσωπική μας άποψη για τα δικά μας έργα. Φυσικά η προσωπική μας άποψη (πρέπει να) ειναι πάντα κυρίαρχη, αλλά η ποιότητα της τέχνης μας κρίνεται πάντα από το "κοινό" μας.
Πάντως, όποιο κι αν είναι το κοινό μας, η γυναίκα μας, η πεθερά μας, οι φίλοι μας, οι επισκέπτες της έκθεσής μας, μιά φωτογραφική ομάδα, ή το διαδίκτυο, προσωπικά πιστεύω ότι μιά εικόνα γίνεται ενδιαφέρουσα όταν είναι ξεκάθαρο αυτό που παρουσιάζει, απαλαγμένο από λεπτομέρειες και στοιχεία που μπερδεύουν το θεατή απ αυτό που θέλει να πει ο φωτογράφος. Μια εικόνα γίνεται δυνατή όταν διεγείρει τη φαντασία του θεατή, ο οποίος με τη σειρά του συνθέτει τη δική του τελική εικόνα.
Η ΤΡΙΤΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ
Το μεγάλο πρόβλημα με τις εικαστικές τέχνες είναι το ότι προσπαθούμε να αποτυπώσουμε την πραγματικότητα (ή τη φαντασία μας) που είναι τρισδιάστατη με ένα δισδιάστατο μέσο. Ο κόσμος γύρω μας είναι τρισδιάστατος (ύψος, πλάτος, βάθος), αλλά η φωτογραφία (ή ένας πίνακας) έχουν δύο διαστάσεις μόνο, δεν υπάρχει το βάθος. Η φύση μας έχει προικίσει με δύο μάτια (διοπτική όραση) που η κατασκευή τους και η απόστασή μεταξύ τους είναι τέτοια που, σε συνδυασμό με την εγκεφαλική λειτουργία, να μας δίνουν σαφέστατη την αίσθηση του χώρου. Λένε ότι αυτό εξελιχθηκε όταν είμασταν ακόμα κάτοικοι των δασών, και έπρεπε να μπορούμε να έχουμε σαφή και ξεκάθαρη αντίληψη του χώρου, για να μπορούμε να κυνηγάμε και να προστατευόμαστε από τους εχθρούς μας. Πάντως έχουμε τόσο δυνατή αίσθηση του χώρου, που μπορούμε με τη διοπτική μας όραση να καταλάβουμε με σιγουριά τι είναι εμπρός και τι είναι πίσω.
Για παράδειγμα, αν φανταστούμε μιά σκηνή σε ένα κήπο, που κάποιος (το μοντέλο μας) στέκεται ένα μέτρο μπροστά από μιά φορτωμένη με μήλα μηλιά, είναι πολύ πιθανό κάποιο μήλο να φαίνεται ακριβώς πάνω από το κεφάλι του μοντέλου μας. Σαν φυσικοί θεατές της σκηνής, αποκλείεται να μπερδευτούμε. Με τη διοπτική μας όραση θα δούμε το μήλο στη θέση του, πάνω στη μηλιά και όχι πάνω στο κεφάλι του μοντέλου! Όμως η φωτογραφική μηχανή έχει μόνο ένα φακό, είναι μονοπτική! Αν τραβήξουμε την παραπάνω φωτογραφία, θα δείχνει το μήλο ακριβώς πάνω στο κεφάλι του μοντέλου! Η μονοπτική όραση της φωτογραφίας δεν δίνει πληροφορίες για την τρίτη διάσταση, το βάθος.
Προσπαθώντας λοιπόν να αποτυπώσουμε τον κόσμο μας με τη μηχανή μας, θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι ο θεατής της φωτογραφίας μας δεν γνωρίζει το χώρο και το χρόνο που έγινε η λήψη, δεν γνωρίζει το υπόλοιπο περιβάλλον μέσα στο οποίο εντάσσεται η σκηνή, δεν είναι σε θέση να εκτιμήσει τις αποστάσεις και τα μεγέθη σε σχέση με διπλανά αντικείμενα, γιατί πολύ απλά δεν τα βλέπει. Και αυτά που βλέπει, δεν είναι εύκολο να καταλάβει πόσο απέχουν μεταξύ τους, για να έχει αίσθηση του τι συμβαίνει σ αυτή την εικόνα.
Πρέπει λοιπόν να του δώσουμε εμείς με κάποιο τρόπο την αίσθηση του βάθους, των σχέσεων, του ορίζοντα και των αποστάσεων. Πρέπει να "δούμε" τη σκηνή μονοπτικά και να χρησιμοποιούμε τεχνικές σύνθεσης για να βελτιώσουμε την αίσθηση του βάθους. Για τις τεχνικές σύνθεσης έχω διατυπώσει κάποιες απόψεις, αλλά θα αναφερθώ εκτενέστερα σε άλλη ευκαιρία στο προσεχές μέλλον.
ΤΟ ΛΙΓΟ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ
Η γνώμη μου είναι ότι η εικόνα πρέπει να είναι απλή και να δίνει το μύνημα με την πρώτη ματιά. Συνήθως η πρώτη ματιά σε μιά εικόνα που αντικρύζουμε είναι και η καθοριστική. Αν μας αρέσει στην αρχή, θα σταθούμε περισσότερο επάνω της για να δούμε τις λεπτομέρειες.. Είναι όπως με το κρασί. Η πρώτη γουλιά είναι αρκετή για να δει κανείς αν του αρέσει, ή όχι. Δε χρειάζεται να πιεί όλο το μπουκάλι...
Η απλότητα είναι το στοιχείο κλειδί. Όσο πιό λίγα παρουσιάζουμε, τόσο πιό δυνατό είναι το μύνημα, τόσο πιό ενδιαφέρουσα μπορεί να γίνει η εικόνα. Αυτό δε σημαίνει φυσικά ότι αν κάνουμε μια τελείως απλή εικόνα θα είναι και ενδιαφέρουσα, χρειάζονται οπωσδήποτε κι άλλα στοιχεία. Αλλά συνήθως οι πολύ φορτωμένες εικόνες είναι δυσνόητες και βαρετές. Όπως λέει και ο φίλος τραγουδοποιός Ευγένιος Δερμιτάσογλου "το μικρό είναι κάτι".
Αν παραδείγματος χάριν θέλουμε να παρουσιάσουμε την ομορφιά της φύσης που, κατά τη γνώμη μας, εκφράζεται μέσα από ένα τριαντάφυλλο, πάνω στο οποίο έχει καθήσει η πρωινή δροσιά, ή ένα όμορφο πορτρέτο, θα χρησιμοποιήσουμε τέτοια τεχνική που να απαλύνουμε αισθητά τις λεπτομέρειες του φόντου, ώστε να μην αποσπάται η προσοχή του θεατή απ αυτές και να εστιάζει στο θέμα. Θα προσπαθήσουμε δηλαδή να κάνουμε φλου όλο το φόντο, όπως ακριβώς θα το βλέπαμε ζωντανό. Ίσως το ίδιο να επιδιώκαμε και στο παραπάνω παράδειγμα με το μοντέλο και το μήλο, αν το θέμα μας ήταν το μοντέλο. Θα κάναμε έτσι τη φωτογράφηση, ώστε το μοντέλο να ξεπηδάει, είτε με επιλεκτική εστίαση, ή με επιλεκτικό φωτισμό (ή και τα δύο) και η μηλιά με τα μήλα να "χάνεται" στο βάθος.
Φυσικά, σε μιά φωτογράφηση τοπίου ίσως να θέλουμε να δείξουμε περισσότερες λεπτομέρειες. Και τότε θα επιλέξουμε εστίαση σε όλο το βάθος της σκηνής, αλλά θα πρέπει να δημιουργήσουμε μιά ισορροπημένη σύνθεση που να παρουσιάζει ευδιάκριτα τα δυνατά σημεία της σκηνής, παίζοντας με τους όγκους και τις διαβαθμίσεις του φωτός, ώστε να φαίνονται ξεκάθαρα τα στοιχεία της σύνθεσης (πχ. Η ακτή στο πρώτο πλάνο, οι βάρκες στο ενδιάμεσο, οι καλύβες και τα βουνά στο βάθος).
ΤΟ ΚΑΔΡΟ
Οι περισσότεροι φωτογράφοι στο ξεκίνημά τους πάσχουν από αυτό, "βλέπουν" δηλαδή μόνο στο κέντρο του κάδρου τους, στο οποίο συνήθως είναι το θέμα τους, το οποίο φυσικά μπορεί να έχει κάποιο ενδιαφέρον, αλλά αγνοούν τα περιφερειακά στοιχεία της εικόνας που οδηγούν στην τελική σύνθεση. Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργούν μιά φορτωμένη εικόνα, μέσα στην οποία χάνεται το ενδιαφέρον του θέματός τους. Οι ίδιοι οι φωτογράφοι βλέποντας αυτή τη φορτωμένη και άκομψη φωτογραφία, πολλές φορές παρασύρονται από την παρουσία του κέντρου ενδιαφέροντός των, και θεωρούν ότι έκαναν μιά αξιέπαινη προσπάθεια. Ο θεατής της δουλειάς τους όμως δεν θα δαπανήσει χρόνο για να ανακαλύψει τη χάρη του θέματος.
Ο χρόνος δεν περισσεύει σε κανένα μας. Στις περισσότερες περιπτώσεις δεν θα δαπανήσουμε πάνω από μερικά δευτερόλεπτα σε μιά εικόνα. Αν μιά φωτογραφία μας χάσει το θεατή της στα πρώτα 1-2 δευτερόλεπτα, πιστέυω ότι τον έχασε οριστικά. Σπάνια ξαναγυρνάμε να δούμε κάτι που δεν καταλάβαμε. Αν όμως κερδίσουμε την πρώτη εντύπωση με μιά ισορροπημένη, αρμονική, ή τέλος πάντων, πρωτότυπη σύνθεση, τότε ο θεατής μας μπορεί να μας αφιερώσει λίγο παραπάνω χρόνο, και ίσως αγοράσει τη φωτογραφία μας, για να την κρεμάσει στο χώρο του, και να την απολαμβάνει που και που..
Ο κόσμος μας είναι πολύπλοκος και φορτωμένος με λεπτομέρειες.. Και αυτό είναι ένα μεγάλο πρόβλημα! Πρέπει να μάθουμε να βλέπουμε από την αρχή, πριν τη λήψη, την εικόνα μας, σαν θεατής. Οταν λοιπόν αναρωτιώμαστε γιατί μιά φωτογραφία δεν αρέσει στο κοινό μας, θα πρέπει να σκεφτούμε σαν απλός θεατής, να απομακρυνθούμε από το έργο μας και να το δούμε με φρέσκια ματιά, σαν να το βλέπαμε πρώτη φορά. Τότε θα δούμε αν πραγματικά αξίζει ή όχι.
Συνήθως, την πλευρά του φωτογράφου τη μπερδεύουν επίσης και τα υπόλοιπα αισθήματα και συναισθήματα που βιώνει όταν κάνει μιά λήψη. Η μυρωδιά της βροχής, ο κρότος της αστραπής, ο γλυκός ήχος του χαμόγελου του μωρού, η απαλότητα του δέρματος, η απαλή μουσική, το τρίξιμο της πόρτας δεν αποτυπώνονται στη φωτογραφία. Ο φωτογράφος, έχοντας τις μνήμες από τη στιγμή της λήψης επηρεάζεται όταν βλέπει τη φωτογραφία. Η πλευρά του θεατή όμως δεν θα τα εισπράξει, αν ο φωτογράφος δεν βρει τρόπο να τα αναδείξει οπτικά! Από την άλλη, μιά σκηνή που θα απομονωθεί, μπορεί να αναδείξει συναισθήματα και αφηρημένες έννοιες, που είναι ακόμα πιό δύσκολο να εκφραστούν. Μπορεί να μην υπάρχουν στην ευρύτερη σκηνή, αλλά να εμφανιστούν μόνο όταν απομονωθούν με ένα σφιχτό κάδρο. Ο δημιουργικός φωτογράφος οφείλει να το αναγνωρίσει και να το απομονώσει.
Για το θεατή της φωτογραφίας δεν έχουν σημασία όσα διαδραματίζονταν στη σκηνή όταν έγινε η λήψη. Έχουν σημασία μόνο όσα βλέπει, όσα του παρουσιάζει ο φωτογράφος. Και σ αυτά προσθέτει τη φαντασία του. Πολλές φορές χρησιμοποιούνται σύμβολα για να εκφραστούν αισθήματα ή συναισθήματα. Για παράδειγμα, αν δει κανείς μιά καρδιά, δεν βλέπει κάτι πέρα από αυτό, αν δει ένα βέλος, το ίδιο. Αν δει όμως μιά καρδιά με ένα βέλος καρφωμένο πάνω της, στο μυαλό του έρχεται αυτόματα ο έρωτας. Χρησιμοποιώντας το συνδυασμό δύο εικόνων ή αντικειμένων στην ίδια εικόνα, παράγουμε μιά τρίτη εικόνα, συνήθως μιά αφηρημένη έννοια. Ο κινηματογράφος χρησιμοποιεί την τεχνική ευρέως, το ίδιο μπορεί να κάνει και ο δημιουργικός φωτογράφος.
Μιά βασική λοιπόν τεχνική που πρέπει να εξασκήσουμε είναι να βλέπουμε από την αρχή όλο το κάδρο. Να βλέπουμε απ άκρη σ άκρη τι είναι αυτό που θέλουμε να παρουσιάσουμε και να πετάμε εκτός τα περιττά στοιχεία, είτε κατά τη λήψη, είτε και μετά. Να βλέπουμε το κάδρο σαν θεατές και όχι σαν φωτογράφοι. Να βλέπουμε τις σχέσεις και τα σύμβολα, τις ιδέες που ξεπηδάνε από αυτά. Μόνο έτσι θα βάλουμε το θέατή μας μέσα στη σκηνή, μέσα στη φαντασία μας.
Η ΓΩΝΙΑ
Πολλοί φτασμένοι φωτογράφοι δεν χρησιμοποιούν φωτογραφική μηχανή όταν ψάχνουν για θέμα, αλλά ένα οπτικό, ή άλλο βοηθητικό στοιχείο που λειτουργεί σαν κάδρο. Ίσως χρησιμοποιούν μόνο τις παλάμες τους, δημιουργώντας μ αυτές ένα "κάδρο", όπως θα έχετε δει να κάνουν στο σινεμά. Περιτριγυρίζουν τη σκηνή που θα φωτογραφίσουν και ψάχνουν την σωστή γωνία, τη σωστή θέση, τη σωστή απόσταση, το σωστό κάδρο. Είναι απίστευτο το πόσο αλλάζει η εικόνα αν μετατοπιστούμε από την αρχική θέση, αν σφίξουμε ή ανοίξουμε λίγο το κάδρο, αν πλησιάσουμε η απομακρυνθούμε, αν κατέβουμε χαμηλά, ή αν σηκωθούμε ψηλά.
Αυτό που προσελκύει τους θεατές μας είναι περισσότερο το απροσδόκητο, παρά το συνηθισμένο. Μιά εικόνα τραβηγμένη από παράξενη γωνία είναι συνήθως περισσότερο ενδιαφέρουσα από αυτή που έγινε από το ύψος του ματιού. Μιά εικόνα που έγινε με τρόπο, ή από εκεί που δεν περιμένει ή δεν μπορεί να φτάσει ο μέσος θεατής, γίνεται από μόνη της ενδιαφέρουσα. Η εικόνα μπορεί να δημιουργεί από απλή περιέργεια, μέχρι ίλιγγο, ή και ακόμα και δυνατά συναισθήματα.
Για παράδειγμα, φανταστείτε μιά σκηνή που κάποιος επίδοξος δολοφόνος απειλεί κάποιον άλλο με ένα μαχαίρι. Αν φωτογραφήσετε τις σκιές τους, όπως πέφτουν σε ένα τοίχο, το αισθητικό αποτέλεσμα μπορεί να είναι πολύ πιό δυνατό, από ότι να φωτογραφήσετε την ίδια τη σκηνή. Απλοποιώντας τις λεπτομέρειες και μένοντας μόνο στα περιγράμματα η σκηνή της δράσης αποκτάει νέα δυναμική. Ο θεατής βλέπει και εστιάζει στην δράση, στο συναίσθημα και όχι στις λεπτομέρειες ενός προσώπου που ίσως είναι αδιάφορες και αποπροσανατολιστικές. Κάποιος παλιός μάστερ της φωτογραφίας είχε πει ότι υπάρχουν πολλοί τρόποι να δει κανείς μιά σκηνή, αλλά ένας είναι ο πιό δυνατός. Πρέπει να τον ψάξουμε!!
Η ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΗ ΣΤΙΓΜΗ
Στη ζωγραφική τα πράγματα είναι διαφορετικά, γιατί ο ζωγράφος μπορεί να παίξει λίγο με τη φαντασία του θεατή, όπως έκανε ο αρχαίος αιγύπτιος ζωγράφος που παρουσίαζε κάθε μέρος του ανθρώπινου σώματος από τη χαρακτηριστική του όψη, με αποτέλεσμα να εμφανίζει κάποιον με κεφάλι και πόδια προφίλ, μάτι και στήθος ανφάνς, αφήνοντας στο θεατή να συμπληρώσει τα υπόλοιπα και να καταλάβει τι θέλει να του πει. Ή, όπως έκανε ο Λεονάρντο "παίζοντας" με τον ορίζοντα στα αριστερά και στα δεξιά της Τζοκόντας, με σκοπό να μας δώσει σκόπιμα μιά ασαφή ένδειξη για το που στεκόμαστε (ψηλότερα ή χαμηλότερα) σε σχέση με το μοντέλο, και σε συνδυασμό με κάποιες άλλες τεχνικές, να μην ξέρουμε τελικά αν γελάει ή όχι.. Είναι καταπληκτική η ικανότητα του ανθρώπινου εγκεφάλου να συνθέτει νέες εικόνες και να φαντάζεται καταστάσεις, όταν διεγείρεται από την εικονα που βλέπει. Και αυτό το ήξεραν πολύ καλά οι παραπάνω καλλιτέχνες.
Στη φωτογραφία είμαστε αναγκασμένοι να αποτυπώσουμε το οπτικό μέρος του φυσικού κόσμου, από μιά συγκεκριμένη γωνία που θα επιλέξουμε, αξιοποιώντας το φως και τις σκιές, τα στοιχεία της σκηνής που θα εντάξουμε (ή θα απορρίψουμε), τονίζοντας (ή απαλύνοντας) κάποια με διάφορες τεχνικές στη λήψη ή επεξεργασία, ώστε αυτό που θα παρουσιάσουμε να έχει μιά αισθητική και λογική συνέχεια για το θεατή μας, ο οποίος με τη φαντασία του θα συμπληρώσει τα υπόλοιπα, που θέλει αυτός να δει. Γιατί δεν είναι σίγουρο ότι όλοι όσοι βλέπουμε την ίδια εικόνα, εισπράτουμε τα ίδια ερεθίσματα.
Πάντως οι ζωγράφοι είναι σε πλεονεκτική θέση, γιατί μπορούν ένα έργο τους να το δουλεύουν όσο καιρό πιστεύουν οι ίδιοι ότι χρειάζεται να ολοκληρωθεί (για αυτό το θέμα έγιναν ατέλειωτες συζητήσεις και κόντρες), αλλάζοντας στοιχεία, τόνους, έμφαση, αφαιρώντας και προσθέτωντας κατά βούληση. Και φυσικά μπορούν να δημιουργήσουν εκ του μη όντος, εικόνες που υπάρχουν μόνο στη φαντασία τους, ή στη φαντασία του θεατή τους.
Από την άλλη, οι φωτογράφοι είναι αναγκασμένοι να χρησιμοποιήσουν αυτό που πραγματικά υπάρχει, ή τουλάχιστον να ξεκινήσουν από αυτό. Δεν μπορείς να φωτογραφίσεις τη φαντασία – τουλάχιστον όχι εύκολα. Και επειδή ζούμε σε ένα κόσμο που διαρκώς μεταβάλλεται, οι σκηνές γύρω μας αλλάζουν λεπτό το λεπτό, το φως αλλάζει, όλα ρέουν.. Αλλά υπάρχουν κάποιες στιγμές που η φύση ποζάρει για μας, υπάρχουν στιγμές που περιμένουν να τις φωτογραφήσουμε, υπάρχουν στιγμές με τόση κλεισμένη μέσα τους ένταση.. ο Bresson τις αποκάλεσε "αποφασιστική στιγμή", η στιγμή του "κλικ", η στιγμή που παγώνει και μεταφέρεται στην αιωνιώτητα..
Το μεγαλύτερο μέρος της δουλειάς μας συνήθως τελειώνει με το "κλικ"... Αλλά αρχίζει πολύ πριν...
Γράφοντας αυτές τις σκέψεις, διαπιστώνω πως συνεχώς μου γενιούνται νέες.. Νομίζω πως κάποια στιγμή θα επανέλθω σ αυτό το θέμα. Κλείνοντας συνοψίζω πως κατά την γνώμη μου "φωτογραφική ματιά" είναι το να ξέρει κανείς πότε και πως να δημιουργήσει μιά ενδιαφέρουσα (για τους άλλους) εικόνα.
Για να εξασκήσουμε τη φωτογραφική ματιά μας θα πρέπει:
* να μάθουμε να βλέπουμε και να αναγνωρίζουμε τα θέματα μας
* να απλοποιήσουμε τις συνθέσεις μας
* να βλέπουμε σαν τρίτος θεατής μέσα σε όλο το κάδρο
* να ψάχνουμε την πιό δυνατή γωνία θέασης
* να αποδώσουμε την αίσθηση του βάθους
* να βρούμε την κατάλληλη στιγμή για το "κλικ"