Συνέντευξη στο Χρίστο Καλίτση, Παρίσι 1994
Μας μίλησε για το ξεκίνημα του στη ζωγραφική, τις πρώτες του επαφές με τη φωτογραφία, τις εμπειρίες του με τη φωτογραφία μόδας και τη διαφήμιση, και για τα κινηματογραφικά του έργα. Μετανοιωμένος για τα χρόνια που ασχολήθηκε με τη διαφήμιση, φαίνεται να νοιώθει πως ήρθε ο καιρός να τα αναπληρώσει.
Πώς πρωτοβρεθήκατε στο Παρίσι;
Στο Παρίσι ήρθα ως στρατιώτης στη Σορβώνη. Είχα επιλεχθεί μαζί με άλλους είκοσι πέντε, μόλις μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου, μέσα στα πλαίσια του γαλλοαμερικάνικου προγράμματος φιλίας. Είχα τελειώσει το πανεπιστήμιο πολύ νέος και μιλούσα γαλλικά. Έτσι έζησα εδώ, στο Παρίσι τα πρώτα έξι χρόνια. Έπειτα γύρισα στη Νέα Υόρκη όπου άρχισα να τραβάω αφηρημένα φωτογραφίες, συνεχίζοντας την απασχόληση μου με τη ζωγραφική. Έκανα κυρίως φωτογραφία ντοκιμαντέρ, και είχα κατά νού να κάνω ένα βιβλίο με φωτογραφίες της Νέας Υόρκης.
Τι σας έκανε να πιστεύετε ότι οι φωτογραφίες που τραβούσατε τυχαία, μπορούσαν να εκδοθούν σε βιβλίο;
Ήμουν αρκετά νέος ώστε να πιστεύω πως οτιδήποτε έφτιαχνα ήταν καλό. Όταν τραβούσα τις φωτογραφίες ήξερα ότι ήθελα να εκδοθούν σε βιβλίο. Είχα την ιδέα ότι θα είναι μια αναφορά στον ιδιαίτερο τρόπο που βλέπω την πόλη που ανατράφηκα, όντας μισός ευρωπαίος και μισός αμερικάνος γεννημένος στην Νέα Υόρκη από γονείς ουγγρικής καταγωγής.
Ήμουν κυρίως επηρρεασμένος από το ρεύμα του Μπαουχάους. Ασχολήθηκα με τη ζωγραφική, φωτογραφία, τυπογραφία, αρχιτεκτονική, σχέδιο. Είχα την ιδέα ότι ένας ζωγράφος πρέπει να κάνει τα πάντα, έτσι η φωτογραφία ήταν τμήμα του προγράμματος μου όπως και ο κινηματογράφος, κάπως έτσι έκανα και το βιβλίο για τη Νέα Υόρκη.
Τι έχετε να μας πείτε για τη σχέση σας με τη ζωγραφική;
Την πρώτη περίοδο που ήμουν στο Παρίσι συνεργάστηκα με τον Λεζέρ για μερικές βδομάδες η ατμόσφαιρα στο ατελιέ της σχολής δεν μου άρεσε, έτσι το ατελιέ του Λεζέρ ήταν μια καλή διέξοδος. Όταν γυρνούσα στο σπίτι συνέχιζα την δουλειά και του την έδειχνα την άλλη μέρα. Είχαμε κοντινή σχέση.
Αργότερα έκανα εκθέσεις και δούλεψα ένα διάστημα στην Ιταλία όπου σχεδίασα τοίχους σε συνεργασία με αρχιτέκτονες.
William Klein
Γιατί αφήσατε τη ζωγραφική;
Η ανησυχία μου ήταν να δουλεύω και να κατευθύνω τον εαυτό μου προς το μοντερνισμό, η ζωγραφική ήταν για μένα πεθαμένη.
Ήταν μήπως ένα είδος συμβιβασμού;
Όχι γιατί είχα επιτυχία ως νέος καλλιτέχνης των είκοσι δύο χρόνων. Θα μπορούσα να συνεχίσω με τη ζωγραφική αλλά πίστευα πως ήταν αναχρονιστική. Δεν μπορούσα να δω που θα με οδηγούσε.
Νοιώσατε δηλαδή πως είχατε ολοκληρώσει τον κύκλο σας με τη ζωγραφική;
Έκανα ζωγραφική λίγο πολύ στην κατεύθυνση των Πικασό, Μιρό, Κλέ, Λεζέρ, Μοντριάν. Η δουλειά που έκανα με τους αρχιτέκτονες είχε κατεύθυνση του τύπου κινητικής γεωμετρικής αφηρημένης ζωγραφικής. Ο Μάλεβιτς τελείωσε με το άσπρο τετράγωνο σε άσπρο φόντο και νομίζω πως κι ο ίδιος πήγαινα προς την ίδια κατεύθυνση. Για μένα η ζωγραφική ήταν παλιομοδίτικη. Υπήρχαν άλλα πράγματα που νόμιζα πως ήταν στην εμβέλεια αυτών που ήθελα να κάνω. Όπως ταινίες και φωτογραφίες. Μου άρεσε η ιδέα της φωτογραφίας κατά κάποιο τρόπο γιατί έκανα αφηρημένη γεωμετρική ζωγραφική, και δεν είχα καμία επαφή με την πραγματικότητα. Νόμιζα πως θα ήταν ενδιαφέρον να δείξω αυτό που σκεφτόμουν γι' αυτό που έβλεπα. Γι' αυτό και η ιδέα να κάνω βιβλία με φωτογραφίες για την Νέα Υόρκη, ήταν ένας δρόμος δουλειάς για κάποια χρόνια.
William Klein Art work
Τι πιστεύετε για τη σχέση μεταξύ φωτογραφίας και ζωγραφικής;
Στην τελευταία μου δουλειά εμπνεύστηκα από μια σειρά ταινιών που ο ίδιος εισήγαγα και λέγεται Κοντάκτς. Η κάμερα γυρίζει γύρω από τα κοντάκτς, έτσι βλέπει κανείς τις γραμμές του μολυβιού του φωτογράφου, που ξεχωρίζουν τις επιλεγμένες φωτογραφίες. Αυτό μου έδωσε την ιδέα για ένα τρόπο έκθεσης φωτογραφιών. Έτσι δείχνω το αρνητικό και τμήμα ενός άλλου αρνητικού. Αντί του μολυβιού χρησιμοποιώ μπογιά που της δίνω διαστάσεις διαφορετικών μεγεθών. Ξέρεις κάποιες φορές νομίζεις πως κάτι έχει τελειώσει και χρόνια μετά βλέπεις το ίδιο πράγμα από μια άλλη οπτική γωνία, και αλλάζεις γνώμη. Αυτό που είναι αστείο είναι πως σαράντα χρόνια μετά κάνω πράγματα που είναι πολύ κοντά σε αυτά που έκανα στα είκοσιδύο μου. Μου φαίνεται σαν τμήμα της ελευθερίας που πάντα νόμιζα πως μπορώ να έχω. Δεν με πολυενδιαφέρει αν κάποιος μου πει πως αυτό εμπεριέχει μέσα του μια σύγκρουση. Όπως ξέρεις ζούμε μόνο μια φορά και γι' αυτό έκανα πάντα αυτό που ήθελα να κάνω.
Πως ξεκινήσατε με τη φωτογραφία μόδας;
Συμπτωματικά. Όταν ο διευθυντής του περιοδικού Βόγκ, ο Λίμπερμαν, έκανε μια έκθεση της δουλειάς μου πάνω στην αφηρημένη φωτογραφία - ο ίδιος ζωγράφιζε, τον ενδιέφερε το σχέδιο - με ρώτησε τι θα μπορούσα να κάνω για το περιοδικό Βόγκ. Μου είπε πως θα μπορούσα να 'χω την θέση του βοηθού καλλιτεχνικού διευθυντή. Εκείνη την εποχή έβγαζα τα προς το ζείν κάνοντας σελιδοποιήσεις και δουλειές γραφίστα- σκέφτηκα ότι θα μπορούσα να δοκιμάσω και κάτι άλλο. Γυρνώντας πίσω στη Νέα Υόρκη του είπα την ιδέα μου για το βιβλίο με φωτογραφίες της Νέας Υόρκης και μου απάντησε ότι θα μπορούσαν να το χρηματοδοτήσουν. Για μερικούς μήνες ασχολήθηκα με αυτό και μόνο και πράγματι το Βόγκ χρηματοδότησε τα πάντα. Για αυτούς έκανα πολύ λίγα, φωτογραφίες αντικειμένων, πορτρέτα. Στην συνέχεια με παρότρυνε να ασχοληθώ με τη μόδα. Έτσι προσπάθησα λίγο-λίγο ώσπου έμαθα να το κάνω καλά. Είδα πως οι φωτογραφίες που με εντυπωσίαζαν τόσο πολύ, λόγω της τεχνικής τους, όταν ξεφύλλιζα τα περιοδικά μόδας, δεν ήταν κάτι το απραγματοποίητο. Είδα πως μέσα από ένα περιοδικό μόδας μπορεί κανείς να κάνει πολλά πειράματα, υπήρχαν περισσότερα χρήματα και υπήρχε ένας τρόπος ανάπτυξης της φωτογραφικής τεχνικής.
Τι πιστεύετε για τη φωτογραφία μόδας σήμερα;
Τώρα υπάρχουν πολλά περιοδικά μόδας και δίνεται ιδιαίτερο ενδιαφέρον προς την κατεύθυνση της φωτογραφίας. Τότε τα περιοδικά που ο κόσμος έδινε σημασία ήταν μόνο δύο: το Βόγκ και το Χάρ-περς Μπαζάρ. Ήταν πολλοί λίγοι οι εφευρετικοί φωτογράφοι. Σήμερα υπάρχουν εκατοντάδες περιοδικά και χιλιάδες φωτογράφοι. Υπάρχει ένας περιορισμός στο είδος των πραγμάτων που ο κόσμος μπορεί να εφεύρει. Ειδικά για τώρα πιστεύω πως διανύουμε μια περίοδο νοσταλγίας. Ο κόσμος κοιτάει πίσω αυτά που έγιναν στο παρελθόν, όπως έκαναν οι φωτογράφοι της δεκαετίας του '50 και του '60. Δες για παράδειγμα τους Πήτερ Έλγουντ, Όγκουστ Σάντερς, Μπρασάϊ, δες τον Ντουανό, δες εμένα, δες τον Ρόμπερτ Φρανκ. Οι φωτογράφοι μόδας σήμερα τους μιμούνται, παίρνουν φωτογραφίες που υποτίθεται πως δείχνουν κάτι το πραγματικό, το αυθεντικό, θολές με κόκκο ώστε να θυμίζουν φωτογραφίες ρεπορτάζ. Αυτό το είδος φωτογραφίας στη μόδα με ενοχλεί γιατί πιστεύω πως αυτό που είναι όμορφο στις φωτογραφίες μόδας είναι η ψεύτικη τους πλευρά. Η ευρηματικότητα, η σκηνοθεσία, η τεχνική. Ενοχλούμαι όταν βλέπω για παράδειγμα διαφημιστικές ταινίες γυρισμένες με τρόπο που να θυμίζουν ερασιτεχνικό κινηματογράφο, σούπερ 8, με τραντάγματα της κάμερας και χοντρό κόκκο.
Είναι γελοίο αν σκεφτούμε αυτούς που καταβάλλουν έντονη προσπάθεια για να κάνουν ταινίες χωρίς να 'χουν καθόλου χρήματα και από την άλλη μια διαφημιστική εταιρία με πολλά χρήματα και μεγάλο σε αριθμό προσωπικό να προσπαθεί να τους μιμηθεί. Το βρίσκω άδικο και θυμώνω. Μου αρέσουν οι διαφημιστικές ταινίες που είναι αρκετά εφευρετικές από τεχνικής σκοπιάς, όπως του Ζαν Πωλ Γκούτ. Νομίζω πως τα διαφημιστικά του είναι πολύ διασκεδαστικά και μου αρέσουν αυτά που είναι απλοϊκά και βασισμένα σε έξυπνες ιδέες.
Εννοείτε πως στη διαφήμιση όπως και στη φωτογραφία το σπουδαιότερο πράγμα είναι η ιδέα;
Για παράδειγμα αυτό που μου άρεσε στη δουλειά του Λεζέρ είναι που χρησιμοποιούσε αντικείμενα του δρόμου, καθημερινά σύνεργα, γράμματα πινακίδες και άλλα. Συχνά μου άρεσε περισσότερο η ιδέα κι όχι ο τρόπος που έκανε κάτι. Ήταν το ξεκίνημα της ζωγραφικής. Στις πρώτες φωτογραφίες μου η ιδέα ήταν συχνά πιο σημαντική από το αντικείμενο. Ήμουν περισσότερο ανήσυχος για τον τρόπο που θα τραβούσα μια φωτογραφία. Ήταν σημαντικό για μένα το να εφεύρω νέους τρόπους χρήσης της φωτογραφικής μηχανής, του φιλμ, και όχι τόσο το να έχω μια φωτογραφία μου σε ένα μουσείο.
Ποιός είναι για σας ο ρόλος της φωτογραφίας που επιλέξατε, δηλαδή φωτογραφία ντοκιμαντέρ μόδας; Ας συγκρίνουμε, για παράδειγμα, τον ορισμό που δίνει ο Ρολάν Μπάρτ για τις φωτογραφίες σας, μεταδότες μηνυμάτων, με τη δική σας ιδέα για την έννοια της φωτογραφίας.
Ο Μπάρτ μίλησε για το τρόπο που ντύνεται ο κόσμος. Ξέρεις, ο καθένας βλέπει μια φωτογραφία με το δικό του τρόπο. Ο Μπάρτ βλέπει σε μια φωτογραφία το μέρος που ταυτίζεται με τον τρόπο που ο ίδιος βλέπει τη ζωή. Μιλάει για το πούνκτουμ και το στούντιουμ που υπάρχουν σε κάθε φωτογραφία αναπτύσσει μια ολόκληρη φιλοσοφία γύρω από τη φωτογραφία. Όταν βλέπει μια από τις φωτογραφίες μου, για παράδειγμα αυτή που η μητέρα ακουμπά στον κρόταφο του παιδιού της ένα πιστόλι, λέει πως αυτο που τον εντυπωσιάζει είναι το χαλασμένο δόντι του πιτσιρικά.
Όταν βλέπω ο ίδιος αυτή τη φωτογραφία ανακαλύπτω εκατοντάδες διαφορετικά πράγματα. Τη βλέπω σα μια φωτογραφία μιας μαμάς που κρατάει στοργικά ένα πιστόλι, στο κεφάλι του παιδιού της. Δηλαδή ένα πραγματικό γεγονός της Νέας Υόρκης, αυτή η ανάμιξη πραγματικής βίας με στοργή, και ο τρόπος που φαίνονται όλα αυτά σε μια φωτογραφία. Θέλω να πω πως είναι τρελλό που μια μητέρα τη στιγμή που με βλέπει να τραβάω τη φωτογραφία τοποθετεί το πιστόλι στο κεφάλι του παιδιού της. Πιστεύω πως λέει πολλά για τον τρόπο που ζουν οι άνθρωποι στη Νέα Υόρκη. Πιστεύω ότι αυτό είναι και το εξοργιστικό στοιχείο της φωτογραφίας γιατί προσπαθείς να συμπεριλάβεις πολλά πράγματα, σε μια εικόνα, από αυτά που σκέφτεσαι για αυτό που φωτογραφίζεις, για τη ζωή, για την κουλτούρα.
Τελικά τι είναι αυτό που βλέπει ο κόσμος;
Εξακολουθεί να υπάρχει μια δυσκολία στον τρόπο που διαβάζονται οι φωτογραφίες. Παλιότερα τα πράγματα ήταν ακόμη χειρότερα, τώρα γίνονται προσπάθειες να επιτευχθεί κάποιος διάλογος. Ο κόσμος ξέρει αρκετά γύρω από τις εικόνες αλλά πολύ λίγα για την ιστορία της φωτογραφίας. Κανένας δε διδάσκει φωτογραφία στα σχολεία. Κανένας δεν ξέρει αν η φωτογραφία είναι μια εφεύρεση ή μια καινοτομία ή ένα μέσο για να 'ρχεσαι μπροστά και πίσω από αυτό που θέλεις να αποδείξεις. Έτσι τα πράγματα είναι αρκετά περίπλοκα.
Όπως όλος ο κόσμος, ένοιωθα την ανάγκη να με αναπαράγω με κάποιο τρόπο. Ο καθένας θέλει να προβάλλει αυτό που είναι και αυτό που νοιώθει, και βρίσκω πως μέσω της φωτογραφίας για μένα είναι εφικτό κάτι τέτοιο. Συχνά όταν τραβάω φωτογραφίες στο δρόμο ή οπουδήποτε, έχω την αίσθηση πως έχω ξαναδεί την εικόνα που φωτογραφίζω. Ένα είδος σύμπτωσης ανθρώπων, βλεμμάτων, συναισθημάτων. Όταν έκανα τις πρώτες μου φωτογραφίες της Νέας Υόρκης ήταν σα να έχω ξυπνήσει σε ένα όνειρο. Σαν να είχα την Νέα Υόρκη στο πίσω μέρος του κεφαλιού μου και την ξανανακάλυπτα. Μου αρέσει ο έλεγχος που μπορώ να έχω για αυτά που γίνονται γύρω μου για τον τρόπο που μπορώ να τα συνδυάσω.
Πιστεύετε πως μια φωτογραφία ξεπερνά τα όρια του χρόνου, τουλάχιστον έτσι όπως ορίζονται στη σημερινή κοινωνία, άρα και ο φωτογράφος;
Αυτές οι στιγμές διαρκούν για πάντα. Ένα εκατομμύριο πράγματα συμβαίνουν κάθε δευτερόλεπτο. Είναι θαυμάσιο το ότι μπορείς να γράφεις σελίδες ολόκληρες για κάθε μικρό γεγονός που συμβαίνει γύρω σου, μπροστά στα μάτια σου όπως τα περιστέρια, οι περαστικοί, αυτός ο τύπος με την πλαστική σακούλα και τη βαλίτσα, αυτό το κοριτσάκι με τα παπούτσια του μπάσκετ, ο τρόπος που κοιτάει, ο τρόπος που μασάει την τσίχλα. Έτσι αν δεν το έγραφες στο μαγνητόφωνο σου, δεν το συζητούσαμε αυτές οι εικόνες θα είχαν εξαφανιστεί για πάντα. Κάποιος άλλος θα γράψει ένα ποίημα, ένα μυθιστόρημα και πάει λέγοντας. Κάποιος τρίτος παίρνει μια καλή φωτογραφία αυτού του μέρους και είκοσι χρόνια αργότερα, θα αντιπροσωπεύει την εικόνα της πλατείας του μουσείου Πομπιντού. Βλέπεις μια φωτογραφία του Ντουανώ από τα παρισινά προάστια του 1938 και ο κόσμος λέει: "Δες πως ήταν τα προάστια". Λοιπόν αυτό είναι ένα δευτερόλεπτο από τη ζωή των προαστίων όπως την είδε ένας άνθρωπος. Αυτό που μένει από αυτή τη στιγμή είναι απλά μια φωτογραφία, τι άλλο. Οι μνήμες των ανθρώπων πεθαίνουν. Είναι παράξενο το πως μια φωτογραφία μπορεί να αναπαραστήσει μια ολόκληρη εποχή, ένα τρόπο ζωής, μια ευαισθησία.
Αυτά αποτελούν τμήμα της υπερβολικής δύναμης της φωτογραφίας, είναι αρκετά ελκυστικό και απίστευτο το να δημιουργείς αυτές τις φωτογραφίες. Έχω τραβήξει φωτογραφίες για τις οποίες ο κόσμος πιστεύει πως είναι οι εικόνες που αναπαράγουν μια τάση.
Είστε αυτοδίδακτος στη φωτογραφία. Ποιές ήταν οι δυσκολίες που συναντήσατε;
Δεν νομίζω πως συνάντησα δυσκολίες. Ίσως ήταν ένα πλεονέκτημα, γιατί έκανα πολλά πράγματα από σύμπτωση, και αυτό τελικά έκανε τις φωτογραφίες μου ξεχωριστές. Πράγμα που δε θα συνέβαινε αν είχα μάθει τέλεια την τεχνική της φωτογραφίας σε κάποιο σχολείο.
Πως κάνατε τον συνδυασμό μεταξύ κινηματογράφου και φωτογραφίας; Μιλήστε μας για τη σχέση μεταξύ φωτογραφίας και κινηματογράφου.
Ουσιαστικά δεν υπάρχει κάποια σχέση εκτός του ότι έχουν κοινό αντικείμενο την εικόνα. Η φωτογραφία μόδας λογικά είναι πιό κοντά στο κινηματογράφο, γιατί γίνεται προετοιμασία, υπάρχει σκηνοθεσία. Υπάρχει η σκηνή, εξαρτήματα γυρίσματος, βοήθεια. Υπάρχουν πολλά πράγματα που πρέπει κάποιος να οργανώσει, να κάνει αυστηρό ημερήσιο πρόγραμμα δουλειάς. Είναι διαφορετικός όμως ο τρόπος σύλληψης μιας σκηνής από τον τρόπο σύλληψης μιας φωτογραφίας.
Στο βιβλίο σας "Close-up", μπερδεύετε φωτογραφίες της εποχής που ξεκινήσατε τη φωτογραφία με πρόσφατες σας φωτογραφίες. Πώς βλέπετε την εξέλιξη σας μέσα στο πέρασμα του χρόνου;
Δεν με ενδιαφέρει η ποιότητα μιας φωτογραφίας. Με ενδιαφέρει αυτό που γίνεται στη φωτογραφία. Δεν γνωρίζω τι θα πει ποιότητα φωτογραφίας. Συχνά όταν μιλάει κανείς για ταινίες ο κόσμος λέει πως ένας σκηνοθέτης κάνει συνέχεια την ίδια ταινία, ή πως ένας συγγραφέας γράφει συνέχεια το ίδιο βιβλίο. Για το βιβλίο Close-up που ανέφερες, είναι κατά κάποιο τρόπο ένα αυτοπορτρέτο. Νομίζω πως αυτές οι φωτογραφίες αποτελούν ένα είδος αυτοπορτρέτου γιατί δείχνουν εικόνες των συναισθημάτων μου, που λογικά περιλαμβάνουν αρκετά πράγματα, μεταξύ τους διαφορετικά, σε διαφορετικές χρονικές στιγμές. Σε ένα τέτοιο βιβλίο αυτό που με διασκεδάζει είναι οι συμπτώσεις. 0 κόσμος πολύ συχνά εντυπωσιάζεται βλέποντας τη φωτογραφία μιας διάσημης προσωπικότητας σε παιδική ηλικία.
Για παράδειγμα δύο φωτογραφίες της Ατζανί, η μια στα 18 και η άλλη στα 28 της χρόνια. Τελικά τι συμβαίνει, απλά ζεις ολόκληρη τη ζωή σου σε ένα δευτερόλεπτο, αυτό που νομίζω πως συμβαίνει είναι πως βλέπεις την ουσιαστική εικόνα που έχεις για τον εαυτό σου. Τελικά το να παραθέσεις έναν όγκο από διαφορετικές φωτογραφίες τραβηγμένες σε διαφορετικές περιόδους, είναι πιο πλούσιο από έναν χαρακτηρισμό που δίνεται σε δύο λέξεις. Όσο μεγαλώνεις βλέπεις τα πράγματα από διαφορετική σκοπιά, αυτό προσπάθησα να το δείξω και σε κάποιες ταινίες μου.
Μιλώντας για τις ταινίες σας ποιά φιλοδοξία είχατε όταν κάνατε την ταινία Mister Freedom;
Λοιπόν, είμαι αμερικανός και ζούσα στο Παρίσι. Μια ομάδα από διάφορους σκηνοθέτες κάναμε μια ταινία ντοκιμαντέρ που λέγεται "Γεγονότα γύρω από το Βιετνάμ". Η ταινία έδειχνε πληροφορίες γύρω από τον πόλεμο. Ένοιωσα απογοητευμένος. Δούλεψα πολύ σκληρά προσπαθώντας να δείξουμε κάτι που ο κόσμος δεν επιθυμεί να δεί. Νόμισα πως υπήρχε ένας άλλος τρόπος για να δείξει κανείς την άπληστη μεριά της Αμερικής, πιο ελκυστικός για τον θεατή. Ένοιωσα την ανάγκη ύπαρξης ενός σύγχρονου ήρωα της Αμερικής, όπως του Τζέημς Μπόντ ή του Ράμπο, που δεν υπήρχε εκείνη την εποχή. Ήθελα να δείξω πόσο επιθετικός και πόσο σιχαμερός είναι ο τρόπος των αμερικανών να παριστάνουν τους διεθνείς αστυνόμους.
Έλεγες πριν λίγο πως γίνεται να βάζω κάτι που γινόταν πριν από τριάντα χρόνια δίπλα σε κάτι που γίνεται τώρα. Στην ταινία Mister Freedom θα είδες την απόβαση των Αμερικανών. Δεν σου θύμισε την πρόσφατη απόβαση των Αμερικανών στη Σομαλία;
Πριν ένα χρόνο θα σκεφτόσουν πως αυτό είναι μια τρελλή εφεύρεση για το σενάριο μιας ταινίας. Αν το σκεφτείς όμως ο τρόπος που οι αμερικάνοι βγήκαν στη παραλία της Σομαλίας με τις κάμερες στα χέρια, είναι ακριβώς όπως εμφανίζεται ο Mister Freedom όλοι τον μεταχειρίζονται σαν ήρωα σε πολιτικό συνέδριο στην Αμερική. Και λέμε αυτό είναι τελείως τρελλό.
Τι συνέβη πραγματικά, ποιό είναι το αποτέλεσμα;
Τίποτα. Απλά περισσότερες αηδίες, περισσότερη σύγχιση. Και τελικά τώρα φεύγουν, δεν υπάρχουν κάμερες να τους δείξουν, φεύγουν με τις τηλεοράσεις κάτω από τα πόδια τους. Οι Αμερικάνοι έρχονται με τα αεροπλάνα τους ρίχνουν μερικά αλεξίπτωτα με είδη διατροφής, και ρουχισμού και τελικά όλο το κόλπο είναι διαφήμιση και δημόσιες σχέσεις.
Πετύχατε στο να μεταδόσετε αυτές τις ιδέες στους θεατές σας;
Δεν υπάρχουν ταινίες που να αλλάξουν την σκέψη των ανθρώπων. Αυτό που συμβαίνει είναι πως μια εικόνα τους ευαισθητοποιεί όταν φτάνει ξαφνικά μπροστά στα μάτια τους, όπως αυτή του βομβαρδισμού στο Σαράγιεβο που σκοτώθηκαν εξήντα οχτώ άνθρωποι. Αμέσως λοιπόν όλοι είπαν πως πρέπει να κάνουμε κάτι για το Σαράγιεβο. Ξαφνικά αυτή η εικόνα εξωτερίκευσε θέλοντας και μη την ντροπή τους.
Τι πιστεύετε για τη συμβολή των τεχνών στην αντιμετώπιση κοινωνικών προβλημάτων;
Υπήρχε μια περίοδος που πιστευόταν πως οι τέχνες πρέπει να είναι στην υπηρεσία της κοινωνίας. Κατά την περίοδο της ρωσικής επανάστασης έγιναν αρκετές προσπάθειες προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά το εκκρεμές έγερνε από την άλλη μεριά που έλεγε πως η τέχνη είναι για την τέχνη. Η υπόθεση πως μέσω της τέχνης οι άνθρωποι μπορούν να αλλάξουν είναι βλακώδης. Υπάρχουν παραδείγματα έξοχων έργων τέχνης που σχολιάζουν μια πολιτική κατάσταση, αλλά αναρωτιέμαι ποιός είναι σε θέση να το καταλάβει, ποιός πείθεται από την ιδέα της βίας στην κοινωνία.
Βλέπεις πίνακες από ανθρώπους που είναι γνωστοί στο χώρο της ζωγραφικής: Ότο Ντικς, Τζορτζ Γκρος, Στέινλαντ και μετά βλέπεις πως υπάρχουν εκατό πίνακες από καλλιτέχνες που είναι άγνωστοι και ζωγραφίζουν τρελλές πόλεις, την εικόνα του πολιτισμού, τις μητροπόλεις να σταυρώνουν τα άτομα, κόσμο να τρελλαίνεται από την αύξηση των προβλημάτων που μαστίζουν τη ζωή στις πόλεις.
Πολλοί καλλιτέχνες μεταχειρίστηκαν αυτό το αντικείμενο. Τελικά το γεγονός πως όλοι αυτοί οι άνθρωποι πρότειναν μέσω της τέχνης τους την άποψη τους για την τρέλλα στην πόλη, τι απόφερε; Τι άλλαξε, έγιναν οι πόλεις πιο βιώσιμες;
Νομίζω πως ο ρόλος του καλλιτέχνη είναι να αντανακλά με το έργο του τα προβλήματα της κοινωνίας. Το αν αυτό αποφέρει κάποιο αποτέλεσμα ή όχι δεν το γνωρίζω. Ένας αρχιτέκτονας μπορεί να κάνει κάτι, ο αρχιτέκτονας του μουσείου Πομπιντού π.χ. έκανε κάτι διασκεδαστικό, σε άλλους αρέσει σε άλλους όχι. Κοίτα για παράδειγμα την πλατεία που δημιούργησε, έχει γίνει τμήμα της παρισινής ζωής. Πριν από αυτό, τι είχες; Τίποτα. Ένας καλλιτέχνης μπορεί να κάνει καρέκλες για να κάθονται οι άνθρωποι με άνεση, ακόμη μπορεί να εφεύρει νέους τρόπους ντυσίματος. Η Σανέλ π.χ. είπε: "Αρκετά με τους κορσέδες που κρατούν στητά τα γυναικεία κορμιά, ας χαλαρώσουμε τα ρούχα, ας κάνουμε σορτσάκια για τις γυναίκες". Κάποιος άλλος είπε ας κάνουμε τις γυναίκες να φορέσουν παντελόνια και τα γεγονότα αυτά αλλάζουν τις ζωές των ανθρώπων. Υπάρχουν πράγματα που μπορεί να κάνει ένας καλλιτέχνης αλλά φοβάμαι ότι είναι περιορισμένα.
Τι έχετε να πείτε για το γεγονός ότι η ζωή των καλλιτεχνών προμηνύει δυσκολίες; Ας πάρουμε για παράδειγμα την περίπτωση του Ρόμπερτ Φράνκ.
Η προσωπική ζωή του Φράνκ είναι δραματική, αλλά αυτό μπορεί να συμβεί σε όλους τους ανθρώπους όχι αποκλειστικά και μόνο στους καλλιτέχνες.
Από που αντλείτε όλη αυτή την ενέργεια για δημιουργία που αποκαλύπτει ο όγκος του έργου σας στη φωτογραφία, στη διαφήμιση και στο σινεμά, και που δείχνει να είναι αστήρευτη;
Νομίζω πως ένα από τα πράγματα που χαρακτηρίζουν ένα καλλιτέχνη είναι μια επιθυμία από τη φύση του για δημιουργία. Μερικοί την έχουν σε μεγαλύτερο βαθμό από κάποιους άλλους. Μερικοί, είναι λυπηρό και πολύ δύσκολο, έχουν μια περίοδο έκλαμψης που διαρκεί μια δεκαετία γράφουν ένα βιβλίο και κατόπιν περνά μια δεκαετία κενή. Ξόδεψα πολύ χρόνο προσπαθώντας να κάνω χρήματα. Έκανα περισσότερες από διακόσιες διαφημιστικές ταινίες αλλά όταν κοιτάω πίσω νοιώθω πως ήταν χαμένος χρόνος. Χρειαζόμουν όμως τα χρήματα για να κάνω άλλα πράγματα. Θα μου άρεσε να είχα κάποιον να με χρηματοδοτεί. Γράψτε το αυτό στο περιοδικό αν υπάρχει κάποιος Έλληνας εκατομμυριούχος να με χρηματοδοτήσει ώστε να μην έχω να σκέφτομαι για το νοίκι, τη βενζίνη, κ.λ.π.
Ξέρεις είναι δύσκολο να δουλεύεις για ένα χορηγό. Ο Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ ήταν οικότροφος όπως και πολλοί άλλοι. Ο Μιχαήλ Άγγελος, ζωγράφισε τον ναό έχοντας τον Πάπα πίσω από την πλάτη του κάθε πέντε λεπτά. Θα μπορούσε όμως να είναι και πολύ ωραίο να έχεις κάποιον να σε χρηματοδοτεί.
Τώρα μόλις άρχισα να πουλάω κάποιες φωτογραφίες μου. Τα σχέδια μου για το μέλλον είναι απλά, θα συνεχίσω αυτό που κάνω, μερικές ταινίες και βιβλία.
Η συνάντηση με τον Γουίλιαμ Κλαιν έγινε με αφορμή τη σειρά εκθέσεων φωτογραφιών του που πραγματοποιήθηκαν στο Παρίσι και το Λονδίνο με τίτλο "In and out of fashion" και την έκδοση του νέου του βιβλίου "Mode in and out". Η Γκαλερί Ζαμπρίσκυ, στην οποία εκθέτει τη δουλειά του κατ' αποκλειστικότητα στο Παρίσι, λειτουργεί επίσης σα το γραφείο τύπου του.
αναδημοσίευση περιοδικό "Φωτογραφία", 1994
επιμέλεια : J.Eco
Βιογραφία
Ο William Klein γεννήθηκε το 1928 στην Αμερική από οικογένεια Ούγγρων μεταναστών. Άφησε τις ΗΠΑ σε ηλικία 18 ετών για να κάνει την στρατιωτική του θητεία στην κατεχόμενη Γερμανία. Λίγο αργότερα βρίσκεται στο Παρίσι στο πλαίσιο ενός στρατιωτικού προγράμματος Γάλλο-Αμερικανικής φιλίας. Παρακολουθεί μαθήματα ζωγραφικής στην Σορβόννη και στο εργαστήριο του Fernand Léger. Μάλιστα, την δεύτερη ημέρα του στο Παρίσι γνωρίζει την μελλοντική γυναίκα του Ζαν, η οποία θα είναι και η βασική συνεργάτιδά του στις ταινίες του, έως τον θάνατο της το 2005.
Η καλλιτεχνική πορεία του Klein ξεκίνησε από την ζωγραφική, πολύ σύντομα όμως, τον κέρδισε το πάθος του για την φωτογραφία. Το 1954, ο Αλεξάντερ Λίμπερμαν, καλλιτεχνικός διευθυντής της Vogue την εποχή εκείνη, προσλαμβάνει τον Klein ως φωτογράφο μόδας. Με αμφιθυμία, αλλά και μια δόση ειρωνείας, ο Klein, ανατρέπει τις μέχρι τότε φωτογραφικές φόρμες που κυριαρχούσαν στον χώρο της μόδας. Εγκαταλείπει τα ντεφιλέ και τα στούντιο και βγάζει τα μοντέλα στους δρόμους. Οι φωτογραφίες του γίνονται διάσημες, το όνομά του κατοχυρώνει μια θέση ανάμεσα στους αναγνωρισμένους φωτογράφους παγκοσμίως, ωστόσο ο ίδιος ο Klein, επιθυμεί περισσότερα. Τόσο σε ότι αφορά την θεματολογία, όσο και τον τρόπο έκφρασης. Από τον φωτογραφικό φακό, ο Klein, περνά στον κινηματογραφικό. Κι έκτοτε, ισορροπεί ανάμεσα στα δυο είδη.
Πρωτοπόρος και πολιτικοποιημένος, με τον μοναδικό ανορθόδοξο τρόπο του, απαθανατίζει ή κινηματογραφεί θέματα της επικαιρότητας: τον πόλεμο του Βιετνάμ, τον ρατσισμό, τη διαφήμιση, τα reality shows, το rock and roll, τον Μάη του 68’, τα δημοφιλή σπορ (στις ταινίες του για τον Muhammad Ali και το Roland Garos), αλλά και θρησκευτικά ζητήματα, με την τελευταία του ταινία, Ο Μεσσίας σε μουσική του Handel, να αποτελεί ένα σουρεαλιστικό ορατόριο εκτελεσμένο από φυλακισμένους, ναρκομανείς, αστυνομικούς, κ.α.
Όπως δηλώνει, σε συνέντευξη τύπου κατά τη διάρκεια του 48ου Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, κάθε ταινία του «έχει ως σημείο εκκίνησης ένα θέμα που πρέπει να αναλυθεί. Στο Mr Freedom το 1967 ήταν μια εποχή που η Αμερική έκανε επέμβαση στο Βιετνάμ, όμως η γλώσσα της εξουσίας, του προέδρου, μιλούσε για τα γεγονότα και όχι τον πόλεμο. Όπως και σήμερα, ο Μπους για τον πόλεμο στο Ιράκ δεν χρησιμοποιεί τη λέξη «πόλεμος», αλλά σχέδιο εκδημοκρατισμού».
Στην ταινία Grands soirs & petits matins καταγράφεται ο Μάης του ’68. Από τις πρώτες συνεδριάσεις στη Σορβόννη μέχρι και την κατάληψη του θεάτρου «L’ Odeon», η κάμερα του William Klein μας μεταφέρει με μοναδικό τρόπο μέσα στην ατμόσφαιρα των δρόμων του Παρισιού και μας φέρνει πρόσωπο με πρόσωπο με τους διαδηλωτές και τις ζυμώσεις ενός μήνα που για πολλούς άλλαξε τον κόσμο.
Το ντοκιμαντέρ του αμερικανού φωτογράφου δεν καταγράφει απλά τα γεγονότα αλλά δίνει την ατμόσφαιρα τόσο της σύγχυσης όσο και του ενθουσιασμού που κυριάρχησε τότε. Ο φακός του δημιουργού κινείται ανάμεσα στην τρυφερότητα και την ειρωνεία, συλλαμβάνοντας με αυθεντικό τρόπο την έκσταση εκείνων των ημερών. Όπως λέει ο ίδιος: «Ολοι ήθελαν να τους ακούσουν όλους».
Ο Klein, ο οποίος δεν είχε ποτέ επίσημη φωτογραφική παιδεία, είναι φωτογράφος «δράσης». Χρησιμοποιεί την μηχανή σαν πινέλο, σαν όπλο, αποτυπώνει ενστικτωδώς τους ανθρώπους, το φως και τις καταστάσεις στο δρόμο, εν κινήσει, χωρίς να εστιάζει, εντάσσοντας το «φλου» στην αισθητική του, δημιουργώντας εικόνες μοναδικής έντασης, ασχήμιας, ομορφιάς και θορύβου, εικόνες ζωής. Μέσα από τις λήψεις και τις κινηματογραφικές ταινίες του ο Κλάιν στοχεύει σε ένα ρεαλισμό που πηγαίνει πολύ βαθύτερα από την απεικόνιση της πραγματικότητας. Καλλιτέχνης με κοινωνική συνείδηση, κατόρθωσε να ανατρέψει κάθε ασφαλή σύμβαση.
Ο Klein, έχει ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στη Γαλλία. Πρόσφατα μόνο έγινε αποδεκτός στην Αμερική, με την οποία διατηρεί μια σχέση αγάπης και μίσους.
ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΗ ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ
Who are you Polly Maggoo? (Βραβείο Jean Vigo) (1965)
Mr. Freedom (1966)
Eldridge Cleaver Black Panther (1970)
Muhammad Ali the Greatest (1974)
Le Couple Témoin (1976)
Grands Soirs et Petits Matins (1978)
In and Out of Fashion (1993)
Le Messie (2000)
πηγή : cinephilia.gr , δελτία τύπου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης