«Η κατασκευή μιας τέλειας φωτογραφίας με φωτογραφικά μέσα είναι τέχνη. Η κατασκευή ενός τεχνικά τέλειου αρνητικού είναι επιστήμη».
Ferdinand Hurter και Vero C. Driffield.
Η ταχύτητα του φιλμ. Μέτρηση της ταχύτητας του φιλμ κάτω από τις προσωπικές συνθήκες δουλειάς του φωτογράφου
Η Ταχύτητα του φίλμ.
Η ταχύτητα του φίλμ είναι το μέτρο της ικανότητάς του να αντιδρά (αμαυρώνεται) όταν εκτίθεται στο φως. Έτσι λέμε ότι ένα φιλμ έχει μεγαλύτερη ταχύτητα ή είναι πιο γρήγορο από ένα άλλο, όταν έχει την ικανότητα να δίνει μεγαλύτερη πυκνότητα από το δεύτερο, κάτω από τις ίδιες φωτιστικές συνθήκες και με την ίδια επεξεργασία.
Τονίζουμε, ότι η επεξεργασία πρέπει να είναι η ίδια, επειδή η ταχύτητα του φιλμ εξαρτάται από την επεξεργασία και συγκεκριμένα από την εμφάνιση.
Τα κριτήρια με βάση τα οποία καθορίζεται επακριβώς η ταχύτητα του φίλμ είναι αρκετά πολύπλοκα, για να γίνουν αντικείμενο μελέτης στα πλαίσια του Ζωνικού συστήματος. Εδώ θα αρκεστούμε στο να πούμε, ότι τα σύγχρονα κύρια συστήματα μέτρησης της ταχύτητας των ασπρόμαυρων φιλμ συνεχούς τόνου (continous - tone) (ASA, BS, DIN) βασίζονται στο ποσό της έκθεσης που απαιτείται για να μας δώσει ένα φωτοευαίσθητο γαλάκτωμα (μετά την εμφάνισή του) μια πυκνότητα ίση προς 0.1 πάνω από την πυκνότητα βάσης-ομιχλιάσματος κάτω απο αυστηρά ελεγχόμενες συνθήκες έκθεσης και εμφάνισης.
Στο Σχήμα 1 μπορούμε να δούμε τον τρόπο προσδιορισμού της ταχύτητας ενός φιλμ, όπως αυτός καθορίζεται στα συστήματα ASA, BS και DIN. Ο τρόπος αυτός είναι διεθνώς αποδεκτός. Το σημείο ταχύτητας του φιλμ Α βρίσκεται στο μέρος εκείνο της χαρακτηριστικής καμπύλης το οποίο έχει μια πυκνότητα μεγαλύτερη κατά 0.1 από την πυκνότητα βάσης - ομιχλιά-σματος.
Αυτό που πρέπει να προσέξει ο αναγνώστης είναι ότι το φιλμ έχει εμφανιστεί έτσι, ώστε ένα άλλο σημείο Β, που δέχθηκε μια έκθεση μεγαλύτερη από το Α κατά 1.3 μονάδες λογαρίθμου έκθεσης, να άποκτήσει μιαπυκνότητα ίση προς 0.8 πάνω από την πυκνότητα βάσης-ομιχλιάσματος. Η τελευταία συνθήκη καθορίζει το χρόνο εμφάνισης του υλικού (Όπως θα δούμε και στο επόμενο άρθρο η πυκνότητα των μεσαίων τόνων-ζωνών εξαρτάται από τον χρόνο εμφάνισης του αρνητικού).
Η ταχύτητα του φιλμ μετά τον εντοπισμό του σημείου ταχύτητας του φιλμ Α μπορεί να υπολογιστεί με τη βοήθεια των τύπων:
Στο σύστημα ASA και BS
Ταχύτητα = 0.8/έκθεση
στο σύστημα DIN
Ταχύτητα = 10 χ log10 * (1/έκθεση)
'Οπως φαίνεται από τους παραπάνω τύπους αλλά και από τον Συγκριτικό Πίνακα 1, τα συστήματα ASA και BS είναι αριθμητικά. Αυτό σημαίνει, ότι κάθε διπλασιασμός του αριθμού ταχύτητας οδηγεί σε διπλασιασμό της ταχύτητας του φιλμ. Αντίθετα το σύστημα DIN είναι λογαριθμικό. Σ' αυτό κάθε διπλασιασμός της ταχύτητας του φιλμ αντιστοιχεί σε μια μεταβολή του αριθμού ταχύτητας του φιλμ ίση προς 3.
Το σύστημα GOST, που χρησιμοποείται στη Σοβιετική Ένωση και στις Ανατολικοευρωπαϊκές χώρες, είναι επίσης αριθμητικό. Ο αριθμός ταχύτητας είναι βασισμένος, όπως και στα συστήματα ASA, BS, DIN, στην έκθεση η οποία χρειάζεται για να πάρουμε μια ελάχιστη πυκνότητα. Ο εμφανιστής όμως και το είδος της εμφάνισης ποικίλουν ανάλογα με το είδος του φωτοευαίσθητου γαλακτώματος.
Ο τρόπος προσδιορισμού της ταχύτητας του φιλμ στο Ζωνικό Σύστημα στηρίζεται, με τον ίδιο τρόπο που όλο το Σύστημα στηρίζεται ευαισθητομετρία, στον ευαισθητομετρικό προσδιορισμό του αριθμού ταχύτητας του φιλμ που περιγράψαμε.
Οι οδηγίες που δίνονταν στα παλαιότερα βιβλία του Ζωνικού Συστήματος, καθόριζαν σαν ταχύτητα του φιλμ την ταχύτητα εκείνη η οποία μας επιτρέπει να πάρουμε για την Ζώνη I μια πυκνότητα ίση προς 0.1 πάνω από την πυκνότητα βάσης - ομιχλιάσματος.
Στο βιβλίο αυτό προτίμησα ν' ακολουθήσω τη νεώτερη μέθοδο προσδιορισμού του αριθμού ταχύτητας του φιλμ, η οποία δεν αναφέρεται σε πυκνότητες, για δυο λόγους: Πρώτα για να παρακάμψω το πρόβλημα που δημιουργεί η μέτρηση της πυκνότητας και που συνίσταται κυρίως στην έλλειψη ειδικού οργάνου (πυκνόμετρου) και δεύτερο για ν' απαλλάξω την πρακτική εφαρμογή του Ζωνικού Συστήματος, όσο γίνεται, από τους λογάριθμους και τα μαθηματικά. Η μέθοδος αυτή συνίσταται στην εύρεση της διατιμημένης ταχύτητας με καθαρά φωτογραφικά (πρακτικά) μέσα, τα οποία προσομοιάζουν με τις συνθήκες της πραγματικής φωτογράφισης.
Συγκεκριμένα, σα σωστή διατιμημένη ταχύτητα, θεωρείται η ταχύτητα εκείνη η οποία μας δίνει, όταν εκθέσουμε την γκρίζα κάρτα στη Ζώνη I, ένα αρνητικό το οποίο μετά από τη στάνταρτ εκτύπωση, θα μας δώσει μια φωτογραφία ο τόνος της οποίας μόλις διαφέρει από το απόλυτο μαύρο.
Ομως έχουμε πει τόσα θεωρητικά πράγματα μέχρι τώρα, που καιρός είναι να ξαναγυρίσουμε σ' αυτό που είναι ο άμεσος στόχος και γιατί όχι, η κυριώτερη πηγή ικανοποίησης ενός φωτογράφου: Στην πρακτική εφαρμογή.
Μέτρηση της ταχύτητας του φιλμ κάτω από τις προσωπικές συνθήκες δουλειάς του φωτογράφου.
Ο κυριώτερος λόγος για τον οποίο πρέπει να μετρήσουμε την ταχύτητα του φιλμ που χρησιμοποιούμε, έγκειται στο γεγονός του ότι καθένας από μας έχει το δικό του σύστημα εργασίας και τον δικό του εξοπλισμό. Αυτό με άλλα λόγια σημαίνει ότι ο καθένας από μας έχει διαφορετικές συνήθειες καλές ή κακές, προτιμάει διαφορετικά διαλύματα επεξεργασίας και χρησιμοποιεί διαφορετικά μηχανήματα.
Το κάθε ένα από αυτά αντανακλά με το δικό του αποφασιστικό τρόπο στην ταχύτητα του φιλμ που χρησιμοποιούμε και μας υποχρεώνει να διαμορφώσουμε, έπειτα από ένα διάστημα πειραματισμών μια προσωπική ταχύτητα φιλμ ή όπως αλλοιώς συνηθίζουμε να το λέμε μια δική μας διατιμημένη ταχύτητα (rated speed)
Ας δούμε όμως με μερικά αντιπροσωπευτικά παραδείγματα, πως οι συνθήκες εργασίας, τα διαλύματα επεξεργασίας και ο εξοπλισμός μπορούν να επηρεάσουν την ταχύτητα του φιλμ.
Κάθε φορά που εγώ προσωπικά χρησιμοποιώ το φωτόμετρο της μηχανής μου (SLR, 35mm), όταν αδυνατώ να ισορροπήσω, με τη ρύθμιση του διαφράγματος ή της ταχύτητας, τη βελόνα του φωτόμετρου ακριβώς στο κέντρο, προτιμώ να την ισορροπήσω προς την πλευρά του ( + ). Αυτό σημαίνει, ότι συνήθως υπερεκθέτω κάθε φορά το φιλμ κατά ένα κλάσμα του στοπ, πράγμα που ισοδυναμεί με μια φαινόμενη αύξηση της ταχύτητας του φιλμ κατά το αντίστοιχο ποσοστό.
Τα διαλύματα επεξεργασίας και ιδιαίτερα ο εμφανιστής επηρεάζουν την ταχύτητα του φιλμ πιο πολύ από οποιονδήποτε άλλο παράγοντα. Οι ενεργητικοί εμφανιστές (όπως ο D-76 της Kodak ή ο πιο ενεργητικός Ilford Microphen) δίνουν τη μέγιστη δυνατή ταχύτητα και δυστυχώς... και το μεγαλύτερο κόκκο. Οι λεπτόκοκκοι εμφανιστές από την άλλη (όπως ο Microdol-X της Kodak και ο Ilford Per ceptol), δίνουν μεν λεπτότερο κόκκο, η δράση τους όμως συνοδεύεται από κάποια ελάττωση της ταχύτητας του φιλμ.
Τέλος ο εξοπλισμός μας καθορίζει κι αυτός σημαντικά την διατιμημένη ταχύτητα που πρέπει να χρησιμοποιηθεί. Αρκεί ν' αναφέρουμε μόνο, ότι αν το φωτόμετρο είναι βαθμονομημένο (καλιμπραρισμένο) για ένα τόνο διαφορετικό από τη Ζώνη V, η διατιμημένη ταχύτητα που πρέπει να χρησιμοποείται, θα είναι διαφορετική από αυτή που συνιστά ο κατασκευαστής.
Φυσικά αυτές είναι μερικές χαρακτηριστικές περιπτώσεις μόνο. Αν εξυπηρετούσε κάποιο σκοπό και ιδιαίτερα αν δεν γινόταν λόγος γι' αυτές σε κάποιο άλλο μέρος αυτού του βιβλίου, θα μπορούσαμε ν' αναφέρουμε ένα σωρό άλλες αιτίες απ' αυτές που έχουν άμεσο αντίκτυπο στην ταχύτητα του φιλμ.
Τα στάδια που πρέπει να ακολουθήσουμε κατά τον προσδιορισμό της ταχύτητας του φιλμ είναι τα εξής:
1. Έκθεση του φιλμ, που θέλουμε να διατιμήσουμε στην ακτινοβολία της γκρι κάρτας
2. Επεξεργασία του φιλμ με τον εμφανιστή και τη μέθοδο επεξεργασίας της εκλογής μας.
3. Εκτύπωση των αρνητικών με τον μεγενθυτήρα κάτω από αυστηρές συνθήκες και με το συνδιασμό χαρτιού - εμφανιστή χαρτιού -χρόνου εμφάνισης της εκλογής μας
4. Εντοπισμός της Ζώνης I και αποτίμηση των πειραματικών δεδομένων.
Ας δούμε όμως τα στάδια αυτά ένα ένα ξεχωριστά.
1. Έκθεση του φιλμ, που θέλουμε να διατιμήσουμε, στην ακτινοβολία της γκρι κάρτας.
α. Η γκρι κάρτα της Kodak (ανακλαστικότητα 18%) είναι απαραίτητη σ' αυτό το στάδιο.
Τοποθετούμε την γκρι κάρτα σ' ένα μέρος όπου μπορεί να δεχθεί ομοιόμορφο φωτισμό ημέρας (κατά προτίμηση φωτισμό που προέρχεται από τον ασυννέφιαστο ουρανό και όχι κατευθείαν από την ήλιο) ή την φωτίζουμε με δυο λάμπες photoflood των 250 Watt τύπου 4800 Κ (φωτισμού ημέρας).
Αν χρησιμοποιήσουμε λάμπες των 3200 Κ, η ταχύτητα που θα βρούμε, θα πρέπει να αυξηθεί κατά 50%, για να μπορεί να χρησιμοποιηθεί μ' ακρίβεια στο φως της ημέρας.
Το Σχήμα 1 του προηγουμένου άρθρου και το Σχήμα 2 αυτου του άρθρου, δίνουν την πειραματική διάταξη που πρέπει να χρησιμοποιήσουμε. Ο φωτισμός που πέφτει πάνω στην κάρτα πρέπει νάναι ομοιόμορφος!
β. Φορτίζουμε τη μηχανή μας με το φιλμ που θέλουμε να διατιμήσουμε, (καλό είναι ν' αρχίσουμε με το φιλμ που χρησιμοποιούμε πιο πολύ.)
Ένα φιλμ των 20 στάσεων είναι αρκετό για πρώτη δοκιμή.
γ. Τοποθετούμε, στον δείκτη της ταχύτητας του φιλμ της μηχανής μας, την ταχύτητα του φιλμ που συνιστά ο κατασκευαστής.
δ. Πλησιάζουμε ή απομακρύνουμε τα photofloods, έως ότου επιτύχουμε μια αντινοβολία της γκρίζας κάρτας η οποία να αντιστοιχεί σε ενδείξεις έκθεσης (για την Ζώνη V), οι οποίες βρίσκονται στη μέση της κλίμακας των διαφραγμάτων και των ταχυτήτων π.χ f 5.6, 1/125 sec.
Πρέπει νάμαστε ιδιαίτερα προσεχτικοί στη φωτομέτρησή μας. Αν χρησιμοποιούμε ενσωματωμένο φωτόμετρο, πρέπει να καλύπτεται στο σκόπευτρο μόνο η γκρίζα κάρτα και τίποτε περισσότερο. Αν χρησιμοποιούμε φωτόμετρο χειρός, πρέπει να φωτομετρήσουμε από μια απόσταση ίση πρός 20 cm περίπου, αποφεύγοντας τον σχηματισμό σκιών πάνω στην γκρίζα κάρτα. Ένα φωτόμετρο κηλίδας '(spot meter) μπορεί να χρησιμοποιηθεί φυσικά από τη θέση της μηχανής.
Αν κάνουμε το πείραμα στο φως της ημέρας, δεν έχουμε φυσικά τη δυνατότητα να αλλάξουμε το φωτισμό. Πρέπει όμως σ' αυτή την περίπτωση να διαλέξουμε τέτοιο συνδυασμό ταχύτητας - διαφράγματος, ώστε οι εκθέσεις οι οποίες απαιτούνται στην εκτέλεση του πειράματος μας, να μπορούν να γίνουν με τις ελάχιστες δυνατές μεταβολές στην ταχύτητα του φωτοφράχτη.
Ο λόγος για τον οποίο θέλουμε να επιφέρουμε, όσο τον δυνατό περισσότερες μεταβολές στην έκθεση, με μόνη την αλλαγή του διαφράγματος, βρίσκεται στο ότι οι ταχύτητες του φωτοφράκτη, ακόμη και των πιο ακριβών μηχανών, δεν είναι πάντοτε ακριβείς
ε. Ετοιμάζουμε ένα σχέδιο εκθέσεων σαν κι αυτό του Πίνακα 3 το οποίο μας δίνει τις ενδείξεις έκθεσης οι οποίες απαιτούνται για την τοποθέτηση της γκρίζας κάρτας στις Ζώνες 0 έως IX.
Ο τρόπος με τον οποίο μπορεί να κατασκευαστεί ένα τέτοιος πίνακας είναι απλός:
Τοποθετούμε τις ενδείξεις έκθεσης (f 5.6, 1/125 sec στην περίπτωση του παραδείγματος που αναφέρει ο πίνακας 2) απέναντι από τη ζώνη V
Οι ενδείξεις έκθεσης που τοποθετούν τη γκρίζα κάρτα στη ζώνη IV είναι f 8, 1/125. δηλαδή ένα στοπ λιγώτερο από αυτές που την τοποθετούν στη Ζώνη V αυτές που την τοποθετούν στη Ζώνη III είναι f 5.6, 1/125, δηλαδή δυο στοπ λιγώτερο κ.ο.κ.
Ανάλογα, αύξηση της έκθεσης κατά ένα στοπ, μας τοποθετεί τη γκρίζα κάρτα στη Ζώνη VI, αύξησή της κατά δυο στοπ μας δίνει τη Ζώνη VII κ.ο.κ.
Για το σωστό υπολογισμό των ενδείξεων έκθεσης που τοποθετούν την γκρίζα κάρτα όπως και οποιοδήποτε άλλο αντικείμενο, στις επιθυμητές ζώνες, μπορεί να χρησιμοποιηθεί, αφού
συναρμολογηθεί, ο υπολογιστής που συμπεριλαμβάνεται στις σελίδες αυτού του άρθρου. Οδηγίες για τη συναρμολόγηση και τη χρήση του δίνονται στη σελίδα που είναι τυπωμένος.
στ. Με το φακό της μηχανής εστιασμένο στο άπειρο αρχίζουμε τη σειρά των διαδοχικών εκθέσεων.
Η πρώτη έκθεση γίνεται με το φακό καλυμένο. Αυτή θα μας δώσει ένα καθαρό τμήμα του φιλμ, το οποίο θα έχει μόνο την πυκνότητα βάσης συν την πυκνότητα ομιχλιάσματος.
Η δεύτερη έως και η ενδέκατη έκθεση γίνονται με βάση το σχέδιο εκθέσεων που έχουμε καταστρώσει (Πίνακας 2 στη περίπτωση του παραδείγματος μας).
Οι υπόλοιπες εννέα «στάσεις» εκτίθενται στη Ζώνη V ή τις χρησιμοποιούμε για να τραβήξουμε φωτογραφίες. Αυτό το κάνουμε για να έχουμε αργότερα, στη διάρκεια της εμφάνισης του φιλμ, την ίδια αναλογία εμφανιστή-επιφάνειας εκτεθειμένου φιλμ που έχουμε στην πράξη.
2. Επεξεργασία του φιλμ με τον εμφανιστη και τη μέθοδο επεξεργασίας της εκλογής μας.
Αφού βγει το φιλμ από τη μηχανή είναι έτοιμο για την επεξεργασία. Εδώ πρέπει να τονιστεί, ότι ο εξοπλισμός και η μέθοδος εμφάνισης, η οποία θα χρησιμοποιηθεί για τον προσδιορισμό της ταχύτητας του φιλμ, θα πρέπει να χρησιμοποιείται και σ' όλους τους επόμενους προσδιορισμούς (π.χ. εύρεση του κανονικού χρονου εμφάνισης (Κ) κάτω από τις προσωπικές συνθήκες δουλειάς του φωτογράφου κ.λ.π.) καθώς επίσης και σ' όλες τις μελλοντικές φωτογραφίσεις που θ' ακολουθήσουν αυτόν τον προσδιορισμό.
Αν αλλάξουμε οποιοδήποτε κύριο κομμάτι του εξοπλισμού ή των υλικών μας, όπως λόγου χάρη το φωτόμετρο ή το χαρτί της εκτύπωσης, ο προσδιορισμός της ταχύτητας του φιλμ, καθώς και όλες οι άλλες βαθμονομήσεις πρέπει να επαναληφθούν από την αρχή.
Η σωστή επεξεργασία του φιλμ περιγράφεται σ' άλλο μέρος αυτόυ του βιβλίου. Εδώ θα αρκεστούμε να τονίσουμε μερικές βασικές λεπτομέρειες
α. Πρέπει να επιμένουμε πολύ στο να διατηρούμε τη σωστή θερμοκρασία (20°) των διαλυμάτων της επεξεργασίας και ιδιαίτερα αυτή του εμφανιστη.
β. Το πλάνο της ανάδευσής μας πρέπει να είναι ομοιόρφο, αν θέλουμε να παίρνουμε αποτελέσματα που έχουν κάποια συνέπεια.
γ. Ο εμφανιστής πρέπει να είναι φρέσκος και να μη έχει ξαναχρησιμοποιηθεί.
δ. Έως ότου βρούμε το δικό μας κανονικό χρόνο εμφάνισης (Κ) χρησιμοποιούμε αυτόν που συνιστά ο κατασκευαστής.
Τα υπόλοιπα στάδια της επεξεργασίας, αν και μικρότερης σημασίας από την εμφάνιση, πρέπει να γίνουν σωστά και όπως περιγράφονται στις οδηγίες του κατασκευαστή, ή στο αρμόδιο μέρος αυτού του βιβλίου.
Όταν το φιλμ έχει στεγνώσει και κοπεί σε κομμάτια των 6 ή 5 στάσεων μπορούμε να προχωρήσουμε στο επόμενο στάδιο.
3. Εκτύπωση των αρνητικών με το μεγενθυτήρα, κάτω από αυστηρές συνθήκες και με το συνδυασμό χαρτιού-εμφανιστή χαρτιού - χρόνου εμφάνισης της εκλογής μας.
Η εκτύπωση των αρνητικών πρέπει να γίνει κάτω από αυστηρές συνθήκες, οι οποίες να μας επιτρέπουν επαναλήψιμότητα των αποτελεσμάτων. Αυτό που έχει ιδιαίτερη σημασία, είναι η ομοιόμορφη και χωρίς επεμβάσεις εκτύπωση όλων των αρνητικών που έχουμε ετοιμάσει.
Μόνο όταν όλα τα αρνητικά έχουν εκτυπωθεί κάτω από τις ίδιες συνθήκες έκθεσης και εμφάνισης και πάνω στο ίδιο χαρτί, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι, ότι οι τονικές διαφορές, στις φωτογραφίες που θα πάρουμε αντιπροσωπεύουν τις διαφορές στις πυκνότητες των αρνητικών.
Η εκτύπωση των αρνητικών που πήραμε, από το προηγούμενο στάδιο, θα πρέπει να γίνει με την παρακάτω σειρά:
α. Ετοιμάζουμε το μεγεθυντήρα βάζοντας στο φορέα του αρνητικού το αρνητικό με Α/Α 1.
Κανονίζουμε το ύψος της κεφαλής του, ώστε να πάρουμε τη μεγέθυνση που συνήθως προτιμάμε, (Τα 90% των δικών μου φωτογραφιών έχουν μέγεθος 25 Χ 25 cm και συνεπώς η μεγέθυνση που χρησιμοποίησα, για να εκτελέσω αυτό το πείραμα, ήταν για φωτογραφίες των 20 Χ 25 cm).
Εστιάζουμε, είτε μ' ένα ευρέτη εστίασης, είτε καλύτερα, μιας και δεν υπάρχει πολύς κόκκος, προσέχοντας την οξύτητα της ακμής του φορέα.
Βάζουμε το διάφραγμα του φακού στο άνοιγμα που συνήθως χρησιμοποιούμε π.χ. f 8 ή f 11.
β. Με το μεγεθυντήρα έτοιμο, είμαστε τώρα σε θέση να βρούμε τον ελάχιστο χρόνο εκτύπωσης, ο οποίος απαιτείται για να πάρουμε μάξιμουμ μαύρο.
Για να έχουμε μια ένδειξη του τι είναι μάξιμουμ μαύρο, πρέπει να εκθέσουμε ένα κομμάτι από το φωτογραφικό χαρτί, με το οποίο αποφασίσαμε να κάνουμε τη βαθμονόμιση του φιλμ, βαθμού σκληρότητος 2, για ένα λεπτό σε άπλετο φως και κατόπιν να το επεξεργαστούμε κανονικά.
Για να βρούμε τον ελάχιστο χρόνο εκτύπωσης, τοποθετούμε στο κέντρο του πλαισίου του μεγεθυντήρα ένα κομμάτι χαρτί διαστάσεων, ας πούμε 10 Χ 12 cm. Το κομμάτι αυτό το εκθέτουμε σ' όλη του την επιφάνεια για 14 δευτερόλεπτα και μετά αρχίζουμε να το καλύπτουμε διαδοχικά, μετακινώντας πάνω από την επιφάνεια του ένα κομμάτι χαρτόνι.
Το χαρτόνι μετακινείται 2 εκατοστά, έπειτα από κάθε μερική έκθεση, η οποία διαρκεί 2 δευτερόλεπτα. Έτσι εξασφαλίζουμε πάνω στο ίδιο χαρτί εκθέσεις οι οποίες κυμαίνονται από 14 έως 24 δευτερόλεπτα και διαφέρουν η μια από την αμέσως γειτονική της κατά 2 δευτερόλεπτα.
Η δοκιμαστική αυτή λουρίδα εμφανίζεται στον εμφανιστή της προτίμησής μας, για τον καθορισμένο χρόνο και στην καθορισμένη (συνήθως 20°) θερμοκρασία, μετά μπαίνει στο λουτρό ανακοπής και τέλος στερεώνεται για τον καθορισμένο χρόνο.
Όταν πλυθεί και στεγνώσει η δοκιμαστική λουρίδα την εξετάζουμε κάτω από τις ίδιες φωτιστικές συνθήκες με τις οποίες βλέπουμε και τις τελειωμένες φωτογραφίες.
Το πρώτο τμήμα τη λουρίδας, το οποίο δε διαφέρει από το γειτονικό του και φυσικά και από το μάξιμουμ μαύρο, αντιστοιχεί στη Ζώνη 0. Ο χρόνος ο οποίος χρειάστηκε για να πάρουμε το μαύρο αυτό είναι ο ελάχιστος χρόνος εκτύπωσης ο οποίος μας δίνει μάξιμουμ μαύρο.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ, ότι ο χρόνος αυτός ισχύει μόνο για το συγκεκριμένο συνδυασμό φιλμ - εμφανιστού φιλμ-χαρτιού (ορισμένης μάρκας και σκληρότητας) - εμφανιστού χαρτιού - μεγεθυντήρα και διαφράγματος του φακού του μεγενθυτήρα και πάνω από όλα, ότι εξαρτάται από τις συνθήκες δουλειάς του φωτογράφου.
Αν όλη η δοκιμαστική λουρίδα μας είναι μαύρη, κλείνουμε το διάφραγμα κατά ένα ή περισσότερα στοπ. Αν δεν υπάρχουν δυο διαδοχικά τμήματα, που να μη διαφέρουν μεταξύ τους, το ανοίγουμε. Αυτό γίνεται, ώσπου να πετύχουμε το σωστό συνδυασμό διαφράγματος - χρόνου.
Έχοντας βρει τον ελάχιστο χρόνο, εκτύπωσης, ο οποίος μας δίνει μάξιμουμ μαύρο, τυπώνουμε και επεξεργαζόμαστε διαδοχικά με τις ίδιες πάντα συνθήκες τα αρνητικά με Α/Α από 1 έως 12.
Όταν οι φωτογραφίες έχουν στεγνώσει είμαστε έτοιμοι για την αποτίμηση.
4. Εντοπισμός της Ζώνης I και αποτίμηση των πειραματικών δεδομένων.
Για να κάνουμε σωστά την αποτίμηση των πειραματικών δεδομένων και για να προσδιορίσουμε σωστά την ταχύτητα του φιλμ, κάτω από τις προσωπικές συνθήκες δουλειάς του φωτογράφου, πρέπει να εντοπίσουμε ποιά από τις εκθέσεις μας έχει δώσει τη φωτογραφία εκείνη η οποία αντιπροσωπεύει τη Ζώνη I.
Η Ζώνη I είναι εκείνος το τόνος του μαύρου ο οποίος μόλις διαφέρει (είναι πιο ανοιχτός) από το απόλυτο μαύρο. Δε συμβουλεύω τον αναγνώστη να χρησιμοποιήσει το Ζωνικό Κανόνα, που δημοσιεύθηκε στο προηγούμενο τεύχος, γιατί οι αναπόφευκτες αδυναμίες της αναπαραγωγής έχουν εξομοιώσει (ισοπεδώσει) τις τρεις πρώτες Ζώνες (0,1 και II).
Προκειμένου να εντοπίσουμε τη Ζώνη I, βάζουμε όλες τις φωτογραφίες, που έχουμε κάνει, κατά αύξοντα αριθμό, πάνω σ' ένα τραπέζι. Το τραπέζι πρέπει να φωτίζεται σωστά.
Η φωτογραφία εκείνη της οποίας ο τόνος ελάχιστα διαφέρει από το μάξιμουμ μαύρο (Ζώνη 0)και της οποίας η γειτονική πρός τα αριστερά δεν διαφέρει από τη Ζώνη 0 αντιπροσωπεύει τη Ζώνη I.
Αν η φωτογραφία αυτή είχε πράγματι εκτεθεί για τη Ζώνη I. ήταν δηλαδή αυτή που αντιστοιχεί στο αρνητικό με Α/Α 3 (Δες πίνακα 2) η διατιμημένη ταχύτητά μας είναι όμοια μ' αυτή του κατασκευαστή. (Δεν πρέπει να συγχέουμε τις ζώνες, στις οποίες τοποτετήσαμε την γκρι κάρτα, με τις ζώνες στις οποίες ανήκουν οι φωτογραφίες που πήραμε. Ταυτότητα θα υπάρξει μόνο όταν βρούμε τη σωστή για τις προσωπικές μας συνθήκες ταχύτητα του φιλμ και το σωστό χρόνο εμφάνισής του.
Αν η φωτογραφία που αποδίδει τη Ζώνη I είναι αυτή που έχει Α/Α 2, η διατιμημένη ταχύτητά μας είναι διπλάσια από αυτή του κατασκευαστή, ενώ αν είναι αυτή που έχει Α/Α 4, η διατιμημένη ταχύτητα είναι το μισό απ' αυτή που συνιστά ο κατασκευαστής.
Σ' αυτό το σημείο είμαστε σε θέση να κάνουμε μια εκτίμηση του κανονικού χρόνου εμφάνισης.
Μετράμε τέσσερις ζώνες προς τα δεξιά από τη φωτογραφία που αποφασίσαμε ότι είναι η Ζώνη I. Η φωτογραφία αυτή, αν ο χρόνος εμφάνισης του φιλμ είναι ο κανονικός, θα πρέπει να έχει τον ίδιο ακριβώς τόνο με την γκρι κάρτα, που εξ ορισμού ανήκει στη Ζώνη V. Αν δεν έχει τον ίδιο τόνο και ο τόνος της είναι πιο ανοικτός ή πιο σκούρος, αυτό σημαίνει ότι ο χρόνος εμφάνισης πρέπει να ελαττωθεί ή να αυξηθεί αντίστοιχα.
Είναι δυνατό ο τόνος της γκρι κάρτας να είναι ίδιος ή παραπλήσιος με τον τόνο της φωτογραφίας, που βρίσκεται 3 ζώνες δεξιά από τη σωστή Ζώνη Ι,ή ακόμη με τον τόνο που βρίσκεται 5 ζώνες δεξιά. Στην πρώτη περίπτωση, ο χρόνος εμφάνισης πρέπει να ελαττωθεί κατά 20-30%, ενώ στη δεύτερη πρέπει να αυξηθεί κατά το ίδιο ποσό.
Ο Πίνακας 3, αποτελεί συμπλήρωμα του Πίνακα 2 και αναφέρεται στον προσδιορισμό της ταχύτητας του φιλμ της Kodak Plus-X, 35 mm κάτω από τις συνθήκες δουλειάς του συγγραφέα.
Συμπερασματικά πρέπει να τονίσουμε ότι αν η διατιμημένη ταχύτητα στην οποία καταλήξαμε είναι διαφορετική απ' αυτή του κατασκευαστή δεν αποδεικνύεται ότι εμείς έχουμε δίκαιο και ο κατασκευαστής άδικο. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι για τις προσωπικές συνθήκες δουλειάς μας, η ταχύτητα την οποία έχει προσδιορίσει ο κατασκευαστής, με βάση αυστηρά και διαφορετικά από τα δικά μας ευαισθητομετρικά κριτήρια, δεν ισχύει.
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ-ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΠΡΟΚΥΨΕΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΦΙΛΜ.
Φωτογραφική Μηχανή: Pentax Spomatic F, Takumar 55mm F 1.8
Φωτόμετρο: Soligor Spot Sensor 1°
Φιλμ: Kodak Plus-X. Διατιμημένη ταχύτητα από τον κατασκευαστή 125 ASA.
Εμφανιστής Φιλμ: Kodak D-23. Χρόνος 15min στους 20° C. Ανάδευση, 10 sec για κάθε λεπτό με αναστροφή-περιστροφή του τανκ.
Μεγεθυντήρας: Omega Pro-Lab 4x5.
Χαρτί: Ilford Ilfobrom Νο2
Εμφανιστής χαρτιού: Kodak Dektol (1:1) Χρόνος 2.5 min στους 20°. Συνεχής Ανάδευση.
Στάνταρ Μέγεθος Φωτογραφίας: 8 x 10 min (20x25 cm)
Ελάχιστος Χρόνος Εκτύπωσης: 24 sec με άνοιγμα διαφράγματος f 5.6
Συμπεράσματα:
Η Ζώνη I είναι η φωτογραφία με Α/Α 3. Αρα η ταχύτητα του φιλμ είναι 125/2 ASA = 64 ASA.
Ο τόνος της γκρίζας κάρτας μοιάζει με τον τόνο της φωτογραφίας που βρίσκεται 3 Ζώνες μόνο προς τα αριστερά από την Ζώνη Ι, άρα ο χρόνος της εμφάνισης πρέπει να ελαττωθεί κατά 30% και συνεπώς να γίνει 11.5 min.
κείμενο: Απόστολος I. Μαρούλης, Φωτοχημικός, PhD
περιοδικό "Φωτογραφία" 1979 (αναδημοσίευση)
επιμέλεια: J.Eco