Περί Αρχαίας Οπτικής

17 Ιουλ 2015




Η ΠΡΟΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ
α. ΠΕΡΙ ΟΠΤΙΚΗΣ


Οι παραδόσεις των νομαδικών φυλών στη βόρεια Αφρική , μιλούν από πολύ νωρίς για τις 'μαγικές' αντεστραμμένες εικόνες της ερήμου που εισβάλουν στις σκοτεινές σκηνές τους από μικροσκοπικές τρύπες στα δερμάτινα τοιχώματα. Αρχίζει να φωτίζεται στην ανθρώπινη σκέψη , ο δρόμος για την ανακάλυψη της φωτογραφίας. Η πραγματική έκρηξη στην γνώση, έρχεται με την ανάπτυξη της Ελληνικής και κινέζικης φιλοσοφίας .Παρότι πρώιμη και αρνούμενη συνήθως τον πειραματισμό, η Ελληνική φιλοσοφία από τον 6ο π.χ. αιώνα και μετά θέτει τις βάσεις για την επιστήμη και αποτελεί το σημείο αναφοράς για κάθε ανήσυχο πνεύμα , στους αιώνες που ακολουθούν. Η κινέζικη φιλοσοφία από την από την άλλη μεριά ,ανάλογη της Ελληνικής, παρόλη την ανάπτυξη της , δεν επηρεάζει στον ίδιο βαθμό την παγκόσμια σκέψη[1]
Ο κινέζος φιλόσοφος Mo Ti (470 – 391 Π.Χ.) είναι ο πρώτος που παρατηρεί πειραματικά τον σχηματισμό του ειδώλου όταν το φως περάσει μέσα από μια μικρή τρύπα (pinhole) ,και το αιτιολογεί σωστά [2] ,όμως διάφορες αντιλήψεις για την οπτική ,εκφράζουν οι αρχαίοι Έλληνες πολύ νωρίτερα. Ο Θαλής (640 – 546 Π.Χ.) ασχολείται πρώτος με την αναζήτηση της αιτίας κάθε φαινομένου στη φύση και με τα φαινόμενα της οπτικής , και είναι, μπορούμε να πούμε, ο πατέρας της φιλοσοφίας και της επιστημονικής έρευνας. Ο Πυθαγόρας ( 580 – 500 Π.Χ.) και οι μαθητές του πιστεύουν ότι η όραση οφείλεται στις φωτεινές ακτίνες που ανακλούν τα
αντικείμενα ,αλλά θεωρούν λανθασμένα ότι πηγή αυτής της ακτινοβολίας είναι το μάτι. Μια πιο σταθερή θεωρία της ακτινοβολίας , όπως θα την λέγαμε σήμερα , εισάγει ο Εμπεδοκλής ( 495 – 435 Π.Χ.),και με αυτό τον τρόπο ερμηνεύει τα διάφορα οπτικά φαινόμενα. Οι δημιουργοί της ατομικής θεωρίας , Λεύκιππος και ο μαθητής του Δημόκριτος (460 – 370 Π.Χ.) είναι φυσικό να έχουν μιλήσει πρώτοι για την σωματιδιακή φύση του φωτός και είναι οι πρώτοι που αναφέρουν ότι η λαμπρότητα των αντικειμένων είναι ανάλογη της απόστασης. O Πλάτωνας (428 – 347 Π.Χ.) Ασχολείται με την οπτική σε πολλούς από τους διάλογους του
και προσπαθεί να γεφυρώσει τις διάφορες αντιλήψεις. Στην περιγραφή της 'σπηλιάς' του , στην 'πολιτεία' δίνει υλικό για τις πιο ευφάνταστες υποθέσεις [3].



Ο Αριστοτέλης (384 – 322 Π.Χ.) περιγράφει την ευθύγραμμη μετάδοση του φωτός και σκιαγραφεί τις βασικές αρχές του 'σκοτεινού θαλάμου'(camera obscura) και το πώς σχηματίζετε το είδωλο , στο βιβλίο του 'προβλήματα' [4]. Ο Επίκουρος (341 – 270 Π.Χ.) διαπιστώνει ότι το χρώμα των αντικειμένων εξαρτάται από το χρώμα που έχει το φως που τα φωτίζει. Ο Ευκλείδης (365 – 300 Π.Χ.) γράφει τα δυο πρώτα αυτόνομα συγγράμματα για την οπτική ,τα 'οπτικά' και τα 'κατοπτρικά' και θέτει πια στέρεες βάσεις για την ευθύγραμμη μετάδοση του φωτός , με την γεωμετρική οπτική του.
Ο Αρχιμήδης (287 – 212 Π.Χ.) ασχολείται με όλα τα ζητήματα της οπτικής ,αλλά δυστυχώς δεν σώζετε κανένα έργο του. Η πληροφορία ότι έκαψε τα Ρωμαικά πλοία με μια κατασκευή από κάτοπτρα που συγκέντρωσε επάνω τους τις ηλιακές ακτίνες, μπορεί να μην είναι αληθινή ,αλλά επιβεβαιώνει τις γνώσεις των αρχαίων Ελλήνων για την οπτική, τα κάτοπτρα και τις ιδιότητες τους. Ένα έργο που του αποδίδεται , το 'περί πυρπολικού κατόπτρου' και σώζετε σε αραβική μετάφραση, είναι πιθανότατα ενός άλλου
Έλληνα σοφού , του μαθηματικού Απολλώνιου (260 – 200 Π.Χ.)που έζησε την ίδια εποχή. Ο Γέμινος ο Ρόδιος (110 – 40 Π.Χ.), κωδικοποιεί τις διάφορες σχολές της Ελληνικής αρχαιότητας και τα ζητήματα με τα οποία ασχολείται η επιστήμη της οπτικής[5].
Ο Ήρωνας ο Αλεξανδρινός (62 – 125) εκτός από τις διάφορες αυτόματες συσκευές του μας άφησε και ένα έργο κατοπτρικών και ένα άλλο για την μέτρηση γωνιών με οπτικά μέσα. Πρέπει επίσης να αναφέρω τον Ρωμαίο φιλόσοφο Lusius Annaeus Seneca (4 – 65) που έκανε παρατηρήσεις σχετικές με οπτική, και πρώτος κατέγραψε ότι τα αντικείμενα μεγεθύνονται όταν τα κοιτάει κανείς μέσα στο νερό και τον Κλαύδιο Πτολεμαίο(85 – 165) και τους πειραματισμούς του στα θέματα της οπτικής καθώς και τα δυο βιβλία του 'περί οπτικής', που συζητήθηκαν πολύ στους αιώνες που ακολούθησαν.
1.Η εσωστρέφεια και ο απομονωτισμός του κινέζικου πολιτισμού .Η μεγάλη απόσταση από την μεσόγειοπου αποτελεί το κέντρο τηςανθρώπινης ιστορίας για πολλούς αιώνες ,και η δύσκολη γραφή ,φαίνεται να είναι κάποιες από τις αιτίες για αυτό.2




.Αναφέρει ότι τα αντικείμενα ανακλούν το φως προς όλες τις κατευθύνσεις και ότι το είδωλο οφείλεται στην ευθύγραμμη μετάδοση του φωτός.3.Για την περίφημη 'σπηλιά ' έχει γραφτεί ότι περιγράφει το θέατροσκιών,ότι ήταν ένας μεγάλος 'σκοτεινός θάλαμος', ότι ήταν μια πρώιμη μορφή του κινηματογράφου που γνώριζαν οι αρχαίοι Έλληνες , και άλλα πολλά!4.Ανεξάρτητα από το αν τα'προβλήματα' είναι γνήσιο έργο του Αριστοτέλη, τοόνομα του μεγάλου φιλόσοφου και το έργο του , αναφέρεται σε κάθε κείμενο οπτικής για τα επόμενα 1700 χρόνια ,και αποτελεί πηγή έμπνευσης για κάθε σχετική έρευνα 5.
Χωρίζει την οπτική σε:
α. Κυρίως οπτική
β. Την κατοπτρική
γ. Τα καυστικά κάτοπτρα
δ. Την σκηνογραφική οπτική


β. ΠΕΡΙ ΦΑΚΩΝ
{Στ.} ηύρηκ' αφάνισιν τής δίκης σοφωτάτην, ώστ' αυτόν ομολογείν σέ μοι.
{Σω.} ποίαν τινά;
{Στ.} ήδη παρά τοίσι φαρμακοπώλαις τήν λίθον ταύτην εόρακας, τήν καλήν,
τήν διαφανή, αφ' ής τό πύρ άπτουσι;
{Σω.} τήν ύαλον λέγεις;
{Στ.} έγωγε.
{[Σω.]} φέρε, τί δήτ' άν,
{[Στ.]} ει ταύτην λαβών, οπότε γράφοιτο τήν δίκην ο γραμματεύς, απωτέρω στάς
ώδε πρός τόν ήλιον τά γράμματ' εκτήξαιμι τής εμής δίκης;
{Σω.} σοφώς γε νή τάς Χάριτας.
Μετάφραση:
ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Βρήκα την άκρη να τη σκαπουλάρω απ'τη δίκη και μπράβο θα μου πεις.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Πως δηλαδή;
ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Δε σου λαχε να δεις στα φαρμακεία εκείνη την ωραία διάφανη πέτρα,που
ανάβει τη φωτιά;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Το κρύσταλλο λες;
ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Αυτόν ακριβώς
ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Για λέγε
ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Θα πάρω το κρύσταλλο κι όταν γράφει ο γραμματέας τη μήνυση, θα πάω στον ήλιο
να σταθώ και τις αχτίδες δέσμη θα ρίξω στο κερί του απάνω και θα λιώσω τα
γράμματα.Τι λες;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Έξυπνο, μα τις Χάριτες!
Το παραπάνω απόσπασμα από τις "Νεφέλες" του Αριστοφάνη είναι η αρχαιότερη αναφορά για την χρήση φακού και μας τα λέει όλα! Οι "Νεφέλες"πρωτοδιδάχθηκαντο 423 π.Χ. και πήραν το τρίτο βραβείο.Ο Στρεψιάδης, Αθηναίος αγρότης, καταχρεωμένος όπως ήταν, επηρεάζετε από την μόδα της εποχής του και θέλει να σπουδάσει κι αυτός την ρητορική, για να κατορθώσει με αυτόν τον τρόπο να αποφύγει τους δανειστές του και να εξαπατήσει τους δικαστές.[1]



Μαθαίνουμε ότι οι συγκεντρωτικοί φακοί, τον 5ο αιώνα π.χ. στην αρχαία Αθήνα , ήταν σε κοινή χρήση.Μπορούσε να τους προμηθευτεί ο οποιοσδήποτε στα ειδικά καταστήματα [2],και πιθανότατα ήταν κομμάτια ειδικά επεξεργασμένου φυσικού κρυστάλλου
Τα μουσεία όλου του κόσμου είναι γεμάτα από φακούς κάθε είδους, παρόλα αυτά για δεκαετίες οι αρχαιολόγοι τους θεωρούσαν σαν διακοσμητικά αρχιτεκτονικών μελών ή κοσμήματα. Κανείς δεν τολμούσε να υποστηρίξει το αυτονόητο. Το πρώτο αντικείμενο που θεωρήθηκε φακός είναι ο "Laynard lens" που ανακάλυψε ο Austen Henry Layard (1817-1894) και από αυτόν πήρε το όνομα του.
Ο Laynard είχε ήδη αποκτήσει φήμη με την ανασκαφή της αρχαίας Νινευή το 1849, την επόμενη χρονιά στην ανασκαφή της γειτονικής Νιμρούντ βρήκε τον φακό ,που χρονολογήθηκε γύρω στο 700 π.χ.
Παρόλες τις ατέλειες του ο "Laynard lens" και τις πολλές αντιρρήσεις αν πράγματι είχε χρήση φακού [3], είναι πολύ σημαντικός καθώς θεωρήθηκε για πολλά χρόνια ο πρώτος ιστορικά φακός και έδωσε αφορμή για να αντιμετωπίζονται πολύ διαφορετικά τέτοιου είδους αντικείμενα ,όπου κι αν ανακαλύπτονταν. Φακούς και μάλιστα σε μεγάλο αριθμό φαίνεται να περιείχε η συλλογή των αντικειμένων του Schliemann από την αρχαία Τροία που χάθηκε μετά τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο. Κυρτοί φακοί έχουν ανακαλυφθεί στις ανασκαφές στην Καρχηδόνα.
Πολλά τέτοια αντικείμενα βρέθηκαν στην αρχαία Αίγυπτο ,ακόμα και φακοί που χρησιμοποιούντε στην θέση των ματιών σε αγάλματα. Τα γυάλινα αντικείμενα της Μινωικής εποχής και η τελειότητα του σκαλίσματος στους αρχαίους σφραγιδόλιθους είχαν οδηγήσει πολλούς να υποστηρίξουν ότι οπωσδήποτε αυτά τα σκαλίσματα είχαν γίνει από τους αρχαίους τεχνίτες με την βοήθεια μεγέθυνσης από κάποιο φακό και ότι υπήρχε και η τεχνογνωσία και η δυνατότητα για κατασκευή φακών στην Μινωική Κρήτη.[4]Αυτή η άποψη φαίνεται πια να επιβεβαιώνετε μετά από τις τελευταίες ανακαλύψεις του αρχαιολόγου Γιάννη Σακελλαράκη στις ανασκαφές του στις Αρχάνες και στα λατρευτικά κέντρα γύρω από τον Ψηλορείτη.[5] Υπάρχουν πολλές γνώσεις μας για την αρχαιότητα που χρειάζονται συμπλήρωμα και αναθεώρηση. Χάρη σε ανθρώπους που έχουν αφιέρωση την ζωή τους στην συνεχή προσπάθεια να φωτίσουν το παρελθόν μας, αυτό γίνεται πραγματικότητα. Πάντως όλα τα παραπάνω και οι σχεδόν άψογες μερικές φορές αστρονομικές παρατηρήσεις αρχαίων λαών, κάνουν σχεδόν βέβαιο ότι οι αρχαίοι είχαν πολλές γνώσεις όσον αφορά την κατασκευή μεγεθυντικών φακών και βοηθητικών την όρασης συστημάτων.Δεν μένει παρά να ανακαλύψουμε περισσότερα ευρήματα και περισσότερα κείμενα που να το επιβεβαιώνουν.
Τελειώνω εδώ με τους φακούς στην αρχαιότητα με μια τελευταία αναφορά που είναι σχετική με τον Νέρωνα. Ο Nero Claudius Caesar Augustus Germanicus( 37 – 68) αναφέρεται ότι χρησιμοποιούσε ένα σμαραγδένιο μονόκλ για να τον βοηθάει να παρατηρεί καλύτερα τα τεκταινόμενα στην αρένα.
Μετά από αυτό για πολλούς αιώνες δεν υπάρχει καμία αναφορά για φακούς. Η ανθρωπότητα έχει μπει στο μεσαίωνα.
—————–
[1]Στο παραπάνω απόσπασμα,ένας τρόπος που σκέφτεται ώστε να αποφύγει τη δίκη, είναι να αγοράσει έναν συγκεντρωτικό φακό και τη στιγμή που ο γραμματέας θα γράφει την κατηγορία επάνω στην πλάκα την στρωμένη με κερί, όπως το συνήθιζαν τότε ,να συγκεντρώσει τις ακτίνες του ήλιου πάνω της και να λιώσειτα γράμματα.
[2]Μιας και το πουλούσαν τα φαρμακεία θα είχε κι άλλες χρήσεις εκτός από το ναανάβει φωτιά (π.χ μικροκαυτηριάσεις)
[3]Υπάρχουν υποστηρικτές της αντίθετης άποψης που την στηρίζουν στις ατέλειεςκαι στην χαμηλή ποιότητα μεγέθυνσης σύμφωνα με τα σημερινά κριτήρια περί της καθαρότητας, σχήματος και οπτικής διόρθωσης των φακών.
[4]Για όλα αυτά μπορείτε να διαβάσετε και την πολύ ωραία εισαγωγή του Άλκη Ξανθάκη στο βιβλίο του "Ιστορία της Ελληνικής φωτογραφίας" 1994
[5]Γυάλινα αντικείμενα από την Μινωική εποχή που μπορούν να είναι και φακοί υπάρχουν εδώ και χρόνια και στο Εθνικό
αρχαιολογικό μουσείο και στο αρχαιολογικό μουσείο Ηρακλείου αλλά και στο Βρετανικό μουσείο.
Ανακαλύφθηκαν όμως και σε πρόσφατες ανασκαφές που κάνει τα τελευταία χρόνιαο σημαντικός αυτός Έλληνας αρχαιολόγος.
Περισσότερα για αυτό, στο άρθρο του Sines, George, and Sakellarakis, Yannis Α "Lenses in Antiquity," American Journal of Archaeology 1987.




Η ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ ΓΥΑΛΙΟΥ

Από πότε ήταν όμως δυνατή η κατασκευή γυάλινου φακού; Αν δούμε τα εξαιρετικής ποιότητα βάζα από γυαλί που βρέθηκαν στην Μινωική Κρήτη παρατηρούμε την τεχνολογία διαθέσιμη με ικανοποιητική ακρίβεια από αρκετά παλιά. Τα γυάλινα αντικείμενα κατασκευαζόταν από μίγμα άμμου και ρητινώδους ύλης (γνωστό σαν φαγεντιανή) μαζί με πρόσθετα οξείδια χαλκού, σόδας, ή ποτάσας για επίτευξη των επιθυμητών αποχρώσεων. Το καλούπι ψηνότανε σε αρκετά υψηλή θερμοκρασία ώστε να επιτευχθεί υάλωση.
Με παρόμοιο τρόπο κατασκευαζόταν φυσικά και αρκετά μικρά αγάλματα. Αυτά γύρω στα 1600 π.Χ.
κρανίο φτιαγμένο από ορυκτό κρύσταλλο.


'Αγνωστης χρησιμότητας μυστηριώδη κρανία από ορυκτό κρύσταλλο έχουν βρεθεί στο Μεξικό αλλά και αλλού. Παραμένει άγνωστο το πώς κατασκευάστηκαν, από ποιους και με τι σκοπιμότητες, των θρησκευτικών τέτοιων μη εξαιρουμένων. Σε ένα υπάρχει τρύπα στην κορυφή του κρανίου πιθανώς για την τοποθέτηση κεριού (?) ενώ οι Gilbert & Cotterell θεωρούν ότι χρησίμευαν σαν φακοί για την συγκέντρωση των ακτινών του Ήλιου. Πιθανώς να ήταν ένας αναπτήρας της εποχής, αλλά μια τόσο έξοχη κατασκευή υποδηλώνει μάλλον και άλλα εκτός από μια θρησκευτική η διακοσμητική χρήση.
Αν η μόνη σκοπιμότητα ήταν να ανάβουν φωτιές ή να στερεώνουν κεριά γιατί να μπούνε στον κόπο να τους δώσουν αυτό το σχήμα; Υπολογίστηκε ότι λόγω της σκληρότητας του ορυκτού και της εκπληκτικής επιφάνειας των κρανίων, αν σκαλίστηκαν στο χέρι θα χρειάστηκαν 150 ή και περισσότερα χρόνια τρίψιμο! (Να αποτολμήσουμε να συνδυάσουμε αυτό το γεγονός με την φήμη υγρών που "μαλάκωναν τα μέταλλα και άλλα αντικείμενα";)
Ανεξάρτητα από την σκοπιμότητα χρησιμότητα και κατασκευή τους παραμένουν ως απόδειξη ότι δεν χρειάστηκε να φτάσουμε στον 20ο αιώνα και τους τροχούς της Hoya για να στιλβωθεί κρύσταλλο!


ΑΡΧΑΙΟΙ ΦΑΚΟΙ
Ο αρχαίος φακός «Lanyard»
Στα ερείπια της Νινευής, πρωτεύουσας της Ασσυρίας βρέθηκε λείος οπτικός φακός τελειότητας αντίστοιχης με των σημερινών.
Παρόλο που αμφισβητήθηκε η χρησιμότητα του σύμφωνα με τα σημερινά κριτήρια περί της καθαρότητας, σχήματος και οπτικής διόρθωσης των φακών και μερικοί ερευνητές αμφισβητούν ότι χρησιμοποιήθηκε ως φακός με την ακριβή έννοια της λέξης, μερικές παρατηρήσεις στο όλο θέμα μας οδηγούν σε διαφορετικά συμπεράσματα:
Παρόμοιοι φακοί της ίδια περιόδου βρέθηκαν επίσης στην Λιβύη στο Ιράκ, στο Μεξικό , στον Ισημερινό και στην κεντρική Αυστραλία. Στο Μεξικό, στην πόλη Λα Βέντα, βρέθηκαν επίσης και μικροί κοίλοι καθρέφτες που αποδίδονται στην εποχή των Ολμέκων που θεωρούνται οι αρχαιότεροι κάτοικοι του Μεξικού. Οι αρχαιολόγοι βρήκαν καθρέπτες στην Αίγυπτο που χρονολογούνται το 1900 π.Χ. και υπάρχουν γραπτές αναφορές για «γυαλιά οράσεως» στο Ισραήλ προ 1500 ετών.

O περίφημος «Lanyard Lens» που ονομάστηκε έτσι από το όνομα του Sir Austen Henry Lanyard που τον ανακάλυψε στην Νινευή το 1850 και χρονολογείται το 721-705 π.Χ.! Ο Lanyard είχε ήδη ταρακουνήσει το αρχαιολογικό κατεστημένο ξεθάβοντας τα ερείπια της Νινευή το 1849. Επί πολύ καιρό θεωρήθηκε σαν ο πρώτος γνωστός φακός.



Από μερικούς ερευνητές θεωρείται ότι πρόκειται απλά για ένα αντικείμενο διακοσμητικής χρήσης και βασίζουν την άποψη αυτή σε μερικά χαρακτηριστικά του όπως την ανώμαλη και μη τροχισμένη περίμετρο που υποδηλώνει σκάλισμα και όχι τρόχισμα και τις εγγενείς ανωμαλίες του φακού (νερά) που είναι μάλλον διακοσμητικής αξίας και μειώνουν πολύ την χρησιμότητά του σαν μεγεθυντικού φακού.
Ο φακός εκτίθεται στο Βρετανικό Μουσείο, δωμάτιο 55.
Δεν είναι όμως ο μόνος πανάρχαιος φακός που βρέθηκε! 'Αλλος ένας, πολύ καλύτερης οπτικής ποιότητας βρέθηκε στην Ίδη, στο γνωστό βουνό της Κρήτης.



Η «ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ» ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ.
του 'Αλκη Ξανθάκη απο το βιβλίο "Ιστορία της Ελληνικής Φωτογραφίας 1839-1960″

Στά πλαίσια της Ελληνικής φωτογραφικής ιστορίας, εντάσσεται τό εισαγωγικό αύτό κεφάλαιο, πού σκοπό εχει ν' Αποδείξει οτι τά φυσικά καί οπτικά φαινόμενα, που άποτέλεσαν τίς βάσεις της φωτογραφίας, ήταν γνωστά στήν Άρχαία Ελλάδα.
Οί φακοί τά κάτοπτρα, οί ιδιότητες τοΰ φωτός, ή σύνθεση καί ή δημιουργία των χρωμάτων, οι νόμοι τής άνάκλασης και της διαθλασης καί ακόμα ή αρχή τοϋ σκοτεινού θαλάμου, ειχαν παρατηρηθει καί διατυπωθεί έγγραφα κατά την άρχαιότητα. Αν κι οί αρχαίοι 'Έλληνες σοφοί απέφυγαν συστηματικά νά εφαρμόσουν στήν πράξη τίς θεωρητικές παρατηρήσεις τους, είναι αποδεδειγμένο, πιά, οτι ορισμένες από τίς παραπάνω εφευρέσεις τους, οπως π.χ. ό φακός καί τά κάτοπτρα, βρήκαν πρακτική εφαρμογή στήν εποχή τους.
Πάνω σε αυτές τις παρατηρήσεις βασίστηκαν οί νεώτεροι εφευρέτες κι ερευνητές τής Δύσης πού άσχολήθηκαν, ομως, μέ τους νόμους τής οπτικής, μόνο μετά τόν 13 μ.Χ. αιώνα.
Οί χημικές παρατηρήσεις σχετικά μέ τίς ευαίσθητες στό φώς ένώσεις, που αποτελούν τό δεύτερο σημαντικό σκέλος πού συντέλεσε στήν ολοκλήρωση τής φωτογραφικής εφεύρεσης, εγιναν γνωστές μόνο κατά τόν 15 μ.Χ. αιώνα.


Οί αρχαΐοι Έλληνες γνώριζαν άπό τους Μινωικούς χρόνους τήν κατασκευή τοϋ τεχνητού γυαλιού, πού είχαν προφανώς μάθει άπό τούς Φοίνικες. Σάν παράδειγμα αναφέρουμε τόν κύανο, μιά ορυκτή πέτρα, πού χρησιμοποιήθηκε, άπό τούς 'Ομηρικούς χρόνους, γιά τήν εξωτερική διακόσμηση Αρχιτεκτονικών κτιρίων καθώς καί σάν διακοσμητικό στοιχείο διάφορων αντικειμένων. Ό Θεόφραστος στό «Περί λίθων» σύγγραμμά του διακρίνει δυό ειδη κύανου: τόν «αυτοφυή» καί τόν σκευαστόν», δηλαδή τήν τεχνητή κυανή ύαλόμαζα.
Ή παραπάνω πληροφορία δείχνει τήν εξέλιξη πού είχε ή υαλουργία κατά τήν αρχαιότητα. Στήν άρχή κατασκεύαζαν χρωματιστά γυαλιά κι αργότερα διάφανα, πού τά χρησιμοποίησαν γιά νά φτιάξουν σκεύη καθώς καί διακοσμητικούς λίθους.
Στίς περισσότερες φωτογραφικές ιστορίες, ξένοι ερευνητές θεωρούν oτι ό φακός ήταν γνωστός στούς Κινέζους, μίετά τό 900 π.Χ. Μέ βάση τις ερευνές μου πιστεύω οτι ό φακος ηταν γνωστός στή Νεοανακτορικη Μινωϊκή περίοδο, γύρω στά 1500 π.Χ. καί πιθανό στή Μυκηναϊκή 'Ελλάδα.
Οί μεγεθυντικές καί συγκεντρωτικές ιδιότητες τοϋ φακού οχι μόνο είχαν πρακτική εφαρμογή, άλλά περιγράφονται καί σέ σχετικά κείμενα. Τό πιθανότερο είναι οτι οι φακοί, πού χρησιμοποιήθηκαν κατά τήν άρχαιότητα, δέν ήταν φτιαγμένοι άπό τεχνητό γυαλί, άλλά ό «διαφανής λίθος» καί ή «ύαλος», οπως τούς αποκαλούσαν, ήταν κομμάτια φυσικού γυαλιού, πού είχαν τίς ιδιότητες τού φακού.
Είναι εξακριβωμένο οτι ό ορος «φακός», πού σήμαινε τόν καρπό της φακής, δέν χρησιμοποιήθηκε κατά τήν άρχαιότητα για να δηλωσει τον οπτικο φακο. Χρησιμοποιήθηκε,ομως, γιά νά χαρακτηρίσει αντικείμενα πού είχαν τό σχήμα φακής καί μόνον πρόσφατα ,η λέξη χρησιμοοιήθηκε για να δηλωσει τόν αμφίκυρτο φακο.
Οί πρώτοι φακοί ηταν κομμάτια όρείας κρυστάλλου (όρεία κρύσταλλος = κρύσταλλος τών όρέων, δηλαδή τό ορυκτό κρύσταλλο), πού είναι παραλλαγή τού ορυκτού χαλαζία καί βρίσκεται συνήθως μέσα σέ κρυσταλλοπαγεΐς σχιστόλιθους καί γρανίτες. 'Έχει λάμψη υαλώδη, είναι συνήθως άχρωμος καί χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα σάν ήμιπολύτιμος λίθος, καθώς καί στά οπτικά συστήματα τών διάφορων οργάνων.
Κομμάτια χρωματιστής κι άχρωμης όρείας κρυστάλλου χρησιμοποιήθηκαν, κατά τήν άρχαιότητα, σάν διακοσμητικά στοιχεία. Αύτός είναι κι ό λόγος πού οδήγησε τούς Αρχαιολόγους νά θεωρούν, ολα τά κομμάτια της όρείας κρυστάλλου πού ανακαλύπτουν, σάν ενθετα διακοσμητικά ξύλινων καί άλλων σκευών.
Ή πληροφορία γιά τίς συγκεντρωτικές ιδιότητες τού φακού καί ή ίκανότητά του ν' ανάβει φωτιά μέ τή συγκέντρωση τών άκτίνων τού ήλιου, άναφέρεται άπό τόν 'Αριστοφάνη (453-393 π.Χ.) στίς «Νεφέλες». 'Από τό σχετικό διάλογο, γίνεται φανερό, οτι οί φακοί οχι μόνο ήταν γνωστοί, άρκετά παλιότερα άπό τήν έποχή τού 'Αριστοφάνη, άλλά καί πουλιόντουσαν στά μαγαζιά τής έποχής έκείνης, γιά καθημερινή χρήση.
Τό γεγονός αύτό εχει ιδιαίτερη σημασία, γιατί καταρρίπτει τήν άντίληψη πού επικρατούσε μέχρι σήμερα, οτι ή πρώτη γραπτή περιγραφή τού φακού, εγινε τόν 11ο αιώνα άπό τόν "Αραβα λόγιο Alhazen. Επίσης καταρρίπτεται ή θεωρία, οτι ό φακός δέν είχε πρακτική έφαρμογή κατά τήν άρχαιότητα. 'Αξίζει λοιπόν νά μεταφερθεί εδώ ό σχετικός διάλογος:
«Σωκράτης: Ποίαν τινά;
Στρεψιάδης: "Ηδη παρά τοισι φαρμακοπώλαις τήν λίθον ταύτην έόρακας τήν καλήν τήν διαφανή, άφ' ής τό πύρ άπτουσι;
Σωκράτης: Τήν ΰαλον λέγεις;
Στρεψιάδης: Έγωγε. Φέρε, τί δήτ' αν, εί ταύτην λαβών, όποτε γραφοιτο τήν δίκην ό γραμματεύς, άποτέρω στάς ώδε πρός τόν ήλιον τά γράμματα έκτήξαιμι τής έμής δίκης».
(Νεφέλες 766-772)





Τό κείμενο σε ελεύθερη μετάφραση εχει ετσι:
Σωκ: Ποιάν δηλαδή;
Στρεψ: Δέν ετυχε νά δεις στούς φαρμακοπώλες εκείνη τήν ώραία διάφανη πέτρα πού άνάβει τή φωτιά;
Σωκ: 'Εννοείς τό γυαλί (τό κρύσταλλο);
Στρεψ: Αύτήν ακριβώς. Θά πάρω τό κρύσταλλο κι οταν γράφει ό γραμματέας τήν μήνυση, θά πάω νά σταθώ στόν ήλιο καί θά ρίξω τίς ακτίνες του πάνω στό κερί καί θά λειώσω τά γράμματα».
Μετά τόν 'Αριστοφάνη, τη συγκεντρωτική ιδιότητα τοΰ φακού, αναφέρει καί ό Θεόφραστος στό (Περί πυρος σύγγραμμά του, πού μόνο άποσπάσματά του έχουν διασωθεί. Σε αυτό εξετάζει τήν ούσία καί τίς ιδιότητες τού πυρός μέ μέθοδο επιστημονική, αλλ' οχι άπόλυτα σωστή, σχετικά μέ τή φύση τού φωτός. «Ότι δ' άπό μέν τού ήλίου φώς άπτουσι τή άνακλάσει άπό τών λείων (τί τό άπορον;).... έξάπτεται δέ άπό τε τής ύέλου» (Περί πυρός 73, βλ. καί §77) Μετάφραση: (Ποιά άπορία μπορεί νά υπάρχει ώς πρός τό οτι (οί άνθρωποι) άνάβουν φώς (φωτιά) άπό τήν αντανάκλαση τού ήλιακού φωτός στίς λείες έπιφάνειες... γιατί άνάβεται ώς γνωστόν καί άπό τό γυαλί».
Ό Θεόφραστος (372-287 π.Χ.) υπήρξε μαθητής τού 'Αριστοτέλη καί άμεσος διάδοχος τής Περιπατιτικής Σχολής, μετά τό θάνατο τού δασκάλου του. 'Ανάμεσα στά σωζόμενα εργα του είναι καί τό «Περί λίθων», πού θεωρείται απόσπασμα μεγαλύτερου έργου σχετικού μέ τήν ορυκτολογία καί περιέχει πολύτιμες πληροφορίες γιά τήν έπεξεργασία τών λίθων άπό τούς άρχαίους.



Είναι αναμφισβήτητο πιά γεγονός, οτι ά αμφίκυρτος φακός χρησιμοποιήθηκε άπό τούς άρχαίους; "Έλληνες για το αναμα τής φωτιάς. 'Αφού, ομως, ήταν γνωστή ή συγκεντρωτική ίδιότητα τών φυσικών αυτών φακών, οδηγούμεθα στό λογικό συμπέρασμα, οτι πρέπει νά ειχε παρατηρηθεί καί ή μεγεθυντική ικανότητα ορισμένων άπό τά «γυαλιά» αύτά. Έτσι, τά κρύσταλλα πού ειχαν μεγεθυντικές ιδιότητες, υστέρα άπό πρόχειρη έπεξεργασία καί λείανση, πρέπει νά χρησιμοποιήθηκαν σέ διάφορες εργασίες.
Οί πρώτοι Έλληνες άστρονόμοι πρέπει νά τούς χρησιμοποίησαν γιά τήν κατασκευή τηλεσκοπίων, πού τούς βοηθούσαν στίς άστρονομικές παρατηρήσεις τους.'Ανάμεσα στά διάφορα αστρονομικά οργανά τους αναφέρεται κι ή διόπτρα, πού σύμφωνα μέ τήν οπτική, καλείται «κάθε οπτικό οργανο τον όποιου τό αντικειμενικό σύστημα είναι φακός». Σύμφωνα μέ διήγηση τού Διόδωρου, πού εζησε τήν εποχή τού Μεγάλου 'Αλέξανδρου, ό Εκαταίος εβλεπε, άπό κάποιο νησί, τή σελήνη τόσο κοντά, ώστε μπορούσε νά διακρίνει τά βουνά, πού βρίσκονται έκει.

Χρήση τών φακών έκαναν έπίσης, κι οί άρχαιοι 'Έλληνες γιατροί., γιά νά καυτηριάζουν ελκη καί να άφαιρούν μικρά σώματα, πού βρισκόντουσαν σέ μικρο βαθος στο δέρμα τού άσθενή.
Μιά άλλη βασική χρησιμοποίηση τών μεγεθυντικών ιδιοτήτων τού φακού, πού πρέπει να αρχίζει άπό τή Μινωϊκή έποχή, είναι ή βοήθεια πού πρόσφερε στή χάραξη τών σφραγιδόλιθων. Οί περίτεχνες παραστάσεις καί ή μεγάλη λεπτομέρεια τών σφραγιδόλιθων καί τών δακτυλιόλιθων, εκανε υποχρεωτική τή χρήση τοΰ μεγεθυντικού φακού άπό τόν χαράκτη, γιά τό σκάλισμα τους.
Στό άρχαιολογικό μουσείο τού Ηρακλείου Κρήτης, καθώς καί σ' άλλα Ελληνικά μουσεία, βρίσκονται εκτεθειμένα στίς προθήκες τους, πολλά δείγματα κρυστάλλινων κομματιών. Πιστεύω οτι άρκετά άπ' αύτά ήταν «φακοί», πού χρησιμοποιήθηκαν μ' αύτόν τόν προορισμό κι οχι απλές διακοσμητικές πέτρες.
Τά επίπεδα καί κοίλα κάτοπτρα (άλλοιώς ενοπτρα ή εσοπτρα) ειχαν νρησιμοποιηθει επίσης, κατά τήν άργαιότητα, άρχικά σάν καθοέπτες κι αργότερα για τό άναμμα τής φωτιάς. Σχετικά μέ τά επίπεδα κάτοπτρα ό Πλάτωνας άναφερει τήν «τών κατόπτρων ειδωλοποιΐάν καί πάντα οσα εμφανή καί λεία κατιδεΐν...» οπου «δεξιά φαντάζεται τό άριστερά...» ένώ πιό κάτω άναφερει οτι «οταν ή τών κατόπτρων λειότης, ενθεν καί ενθεν οψη λαβούσα... τό κάτω πρός τά άνω. (Τίμαιος 46α, c).
Στό σημείο αύτό ό Πλάτωνας άναφέρεται στά κοίλα κάτοπτρα, πού έχουν τήν ιδιότητα ν' άναστρέφουν τά είδωλα τών άντικειμένων.
Ή σημαντικότερη ομως άνακάλυώη μετά τό φακό, ήταν ή περιγραφή τών άρχων τού σκοτεινού θάλαμου. άπό τόν 'Αριστοτέλη. (384-323 π.Χ.) Σύμφωνα μέ τή φωτογραφική ιστορία, ή πρώτη γραπτή περιγραφή τών άρχών τού σκοτεινού θάλαμου, εγινε άπό τόν Battista della Porta τό 1569, στό βιβλίο του «Magia Naturalise. Ή παρατήρηση δμως τού 'Αριστοτέλη, άποτελει τήν παλιότερη άναφορά τού φωτογραφικού θάλαμου, δηλαδή τής συμπεριφοράς τών άκτίνων τού φωτός, οταν περνάνε μέσα άπό μιά μικρή τρύπα. Ή περιγραφή της ευθύγραμμης διάδοσης τού φωτός καί τού σχηματισμού του ειδώλου ένός άντικειμένου μέσα άπό μιά μικρή τρύπα, περιγράφονται σέ βασικές γραμμές άπό τόν μεγάλο σοφό, στό 15ο κεφάλαιο τού βιβλίου του «Προβλήματα».
Τό φώς καί οί ιδιότητες του απασχόλησαν ολους σχεδόν τούς Έλληνες φιλόσοφους καί μαθηματικούς τής αρχαιότητας, πού έγραψαν καί σχετικά έργα. Οί περισσότεροι πρέσβευαν οτι τ' αντικείμενα γίνονται ορατά, γιατί κάτι εκπέμπεται άπό τό μάτι καί φτάνει μέχρις αύτά. Ή θεωρία «Περί πόρων καί άπορροών» τού Εμπεδοκλή (495-435 π.Χ.) παραδέχεται τήν άποψη αύτή, άλλά ταυτόχρονα θεωρεί οτι άπό κάθε άντικείμενο έκπέμπονται άκτίνες (άπορροές) πού γίνονται άποδεκτές άπό τούς «πόρους» πού βρίσκονται μέσα στό μάτι. Τό μάτι, δηλαδή, είναι μιά πηγή εκπομπής καί λήψης τών άκτίνων, ετσι ώστε νά γίνεται δυνατή ή οραση.






'Ο Δημόκριτος (460-370 π.Χ.), ήταν ό πρώτος πού διατύπωσε τή θεωρία, οτι τό φώς άποτελειται άπό σωματίδια πού εκπέμπονται μέ πολύ μεγάλη ταχύτητα, άπό ενα αυτόφωτο σώμα. Ό Διογένης ό Λαέρτιος (Θ' 48) μάς πληροφορεί οτι ό Δημόκριτος είχε γράψει σχετικό σύγγραμμα μέ τίτλο «Ακτινογραφίες». Ό ορος άκτινογραφία σήμαινε τήν ερευνα καί τή μελέτη τής ακτινοβολίας μέ μαθηματικό τρόπο.
Πολύ άργότερα, τό 17Ο4, ο Αγγλος φυσικός Νεύτων θά δημοσιεύσει τό βιβλίο του «Όπτικη». οπου θ' άναπτύξει τήν αντίστοιχη θεωρία του τής σωματιδιακής επομπής τού φωτός.
Σέ πολλά εργα του, ό Πλάτωνας άναφέρει παρατηρήσεις γιά τά οπτικά φαινόμενα, τής διάθλασης καί τής ανάκλασης, πού τά χρησιμοποιεί, ομως, γιά νά δηλώσει μιά μεταφορική έννοια. Χαρακτηριστικό είναι τό άπόσπασμα άπό τό βιβλίο Ι τής «Πολιτείας» του:
«... Επίσης τά ίδια άντικείμενα φαίνονται καμπύλα ή ευθύγραμμα, ανάλογα πού τά βλέπουμε, μέσα ή εξω άπό τό νερό καί μέ βαθουλώματα ή μέ προεξοχές έξ αιτίας τής άπάτης πού προξενούν στήν δράση τά χρώματα· γενικά είναι φανερό οτι οί οπτικές αύτές άπατες βάζουν σέ μεγάλη ταραχή τήν ψυχή...».
Ο Στοβαίος στό «Ανθολόγιο» του άναφέρει οτι ό Πλάτωνας είχε άσχοληθει καί περιγράψει τόν τρόπο μέ τόν όποιο βλέπουμε: «Πώς λοιπόν γίνεται; Βλέπουμε σύμφωνα μέ γραμμές ή ευθείες ή καμπύλες ή γραμμές πού άντανακλώνται καί πού, φυσικά, μόνο μέ τό νουν συλλαμβάνονται καί είναι άϋλες. Καί μέ τίς ευθείες (γραμμές) βλέπουμε οσα βρίσκονται στόν άέρα καί οσα βρίσκονται στούς λίθους πού είναι διαφανείς καί τά κέρατα καί ολα αύτά τά βλέπουμε μέ κάθε σαφήνεια...).
Πολλοί άρχαίοι 'Έλληνες φιλόσοφοι καί μαθηματικοί, προβληματίστηκαν μέ τό σχηματισμό τών χρωμάτων θεωρούσαν οτι ή δημιουργία τών χρωμάτων είχε άμεση σχέση μέ τό φώς καί τήν ΰλη.'Ο Ζήνωνας ό Στωικός πίστευε οτι «τά χρώματα πρώτους είναι σχηματισμούς τής ΰλης» (τά χρώματα είναι οί πρώτοι, σχηματισμοί τής ΰλης).



Ο Πλάτωνας κάνει στόν «Τίμαιο» (67c – 68d) μιά έκτενη αναλυση για τη μίξη τών χρωμάτων καί περιγράφει τά νέα χρώματα πού δημιουργούνται. Ό Επίκουρος (341-270 π.Χ.), ήταν ενας άπό τούς πρώτους πού διαπίστωσε οτι ό χρωματισμός τών άντικειμένων διαφέρει άνάλογα μέ τό φώς πού τά φωτίζει· άπ' αυτό συμπέρανε οτι τά σώματα δέν έχουν τό ίδιο χρώμα. Στόν Επίκουρο άποδίδεται καί τό «Περί τού όράν» σύγγραμμα, πού δέν διασώθηκε.
Στόν 'Αριστοτέλη ή τή σχολή του άποδίδεται καί τό βιβλίο "Περι χρωμάτων" Είναι μιά συλλογή παρατηρήσεων, πού απευθύνεται σ'αυτόν πού θάθελε να άσχοληθει έπιστημονικα με τή θεωρία τών χρωμάτων. Ή έπίδραση τής χημικής
δράσης κι ό ρόλος της στή δημιουργία τών χρωμάτων δέν ήταν γνωστός στόν συγγραφέα· γίνεται δμως διαχωρισμός τών χρωμάτων σέ κύρια καί συμπληρωματικά καί διατυπώνεται ή άμφιβολίά αν τό μαύρο είναι χρώμα ή οχι.
Ο Αρχιμηδης 287-212 π.Χ. είναι ενας άκόμα Έλληνας σοφός πού άσχολήθηκε μέ διάφορα οπτικά προβλήματα. Αν κι οί πληροφορίες γιά τή ζωή του είναι πολύ λίγες, είναι γνωστό οτι ό μεγάλος αύτός μαθηματικός, άσχολήθηκε μέ ορισμένες πρακτικές κατασκευές τών έφευρέσεών του.Κατά τήν πολιορκία τών Συρακουσών άπό τούς Ρωμαίους τό 214 π.Χ., ό 'Αρχιμήδης, ύστερα άπό παράκληση τού Ιέρωνα, κατασκεύασε διάφορες βλητικές μηχανές γιά τήν άμυνα τής πόλης. Σύμφωνα μέ πληροφορίες πού άναφέρουν ό Λουκιανός, ό Διόδωρος ό Σικελιώτης κι ό Εύστάθιος Ζωναράς, ό 'Αρχιμήδης πυρπόλησε τά Ρωμαϊκά πλοία μέ τή συγκέντρωση τών ήλιακών άκτίνων, μέ κοίλα κάτοπτρα. Τό κάθε κάτοπτρο ήταν φτιαγμένο άπό μικρότερα κάτοπτρα, ετσι τοποθετημένα, ώστε νά σχηματίζουν ένα κατοπτρικό πολύγωνο. Ήταν συνδεδεμένα μεταξύ τους μέ κλειδώσεις καί μπορούσαν νά δημιουργήσουν οξείες καί άμβλείες γωνίες, άνάλογα μέ τό επιθυμητό αποτέλεσμα.
Σύμφωνα μέ τόν θέωνα τόν Άλεξανδρέα, ό 'Αρχιμήδης έγραψε καί βιβλίο μέ τίτλο «Κατοπτρικά», πού ειχε σάν θέμα τά οπτικά φαινόμενα σχετικά μέ τά κοιλα καί κυρτά κάτοπτρα, καί πού δέν διασώθηκε. Στόν ιδιο άποδίδεται, επίσης, τό εργο «Περί πυρπολικού κατόπτρου» πού διασώθηκε σ' άραβική μετάφραση, άλλά τό εργο πιθανότατα, ανήκει στόν σημαντικό Έλληνα μαθηματικό. 'Απολλώνιο τόν Περγαίο (260-200 π.Χ.), πού εζησε τήν ίδια εποχή μέ τόν 'Αρχιμήδη. Ό 'Αρχιμήδης πρέπει νά βάσισε τίς ερευνές του γιά τά κοίλα κάτοπτρα στίς σχετικές θεωρίες πού είχε άναπτύξει ό Ευκλείδης, πρίν ενα περίπου αιώνα.
Διατύπωσε άκόμα τούς θεμελιώδεις νόμους τής διάθλασης του φωτός, πού φαίνεται οτι παρατήρησε στή διάρκεια τών αστρονομικών μελετών του.
Ο Εύκλείδης ο μεγάλος μαθηματικός τής άρχαιότητας, πού έζησε καί άκμασε στήν 'Αλεξάνδρεια, γύρω στό 300 π.Χ. έπί βασιλείας Πτολεμαίου Α', εκτός άπό τά γνωστά μαθηματικά συγγράμματά του, έγραψε καί τά βιβλίο «'Οπτικά» καί «Κατοπτρικά»· σε αύτά περιγράφει μέ γεωμετρικές κατασκευές τίς βασικές άρχές τής οπτικής. Θεωρείται ό πατέρας τής στερεοσκοπίας. γιατί πρώτος παρατήρησε οτι τά άνθρώπινα μάτια βλέπουν τά εΐδωλα ενός άντικειμένου νά διαφέρουν έλάχιστα μεταξύ τους, άφού οί γωνίες δράσης τών δυό ματιών άπέχουν μιάν ορισμένη άπόσταση. Τό ιδιο φαινόμενο παρατήρησε, 450 χρόνια αργότερα ό Πτολεμαίος κι άργότερα ό Leonardo da Vinci. (1452-1519). Τέλος, πρέπει νά άναφερθει εδώ καί τό πασίγνωστο εδάφιο τής άρχής τού βιβλίου Ζ της «Πολιτείας» τοΰ Πλάτωνα, το όποιο ορισμένοι θεώρησαν οτι περιγράφει τό θέατρο σκιών, τον ... ομιλούντα κινηματογράφο, ή άκόμα. ενα φωτογραφικο θάλαμο μέ φωτοευαίσθητα τοιχώματα.
«... Φαντάσου σάν μέσα σ' ενα σπήλαιο κάτω άπό τή γή, πού νά εχει τήν εϊσοδό του άνοιγμένη πρός τό φώς σ' ολο τό μάκρος της άνθρώπους πού άπό παιδιά νά βρίσκονται έκει μέσα άλυσοδεμένοι... χωρίς νά μπορούν νά στρέψουν γύρω τήν κεφαλή τους έξ αιτίας τά δεσμά τους· καί άπό πίσω σ' αρκετή άπόσταση καί ύψηλότερά τους νά υπάρχει άναμμένη φωτιά, πού τό φώς της νά ερχεται ώς αυτούς καί άνάμεσα στή φωτιά καί τούς δεσμώτες ενας δρόμος πρός τά επάνω καί πλάι στό δρόμο φαντάσου άκόμα παράλληλά του χτισμένο ενα μακρύ τοιχάκι σάν εκείνα τά διαφράγματα πού έχουν βαλμένα οί θαυματοποιοί έμπρός άπό τούς άνθρώπους καί τούς δείχνουν άπό κει τίς ταχυδακτυλουργίες τους... Φαντάσου τώρα άνθρώπους νά περνούν κατά μήκος αύτού τού τοίχου φορτωμένοι κάθε λογής άντικείμενα, καθώς καί άγάλματα άνθρώπων καί ζώων κατασκευασμένα άπό ξύλο ή πέτρα ή οτι άλλο, πού νά ξεπερνούν ολ' αύτά πιό ψηλά άπό τό τοιχάκι, κι αύτοί πού τά σηκώνουν, οπως είναι φυσικό, άλλοι νά μιλούν καθώς περνούν μεταξύ τους κι άλλοι νά σωπαίνουν...».
Πολλά έχουν γραφτεί γιά τό άπόσπασμα αύτό, άπό τήν πιό λογική ώς τήν πιό άπίθανη εκδοχή. Ό Θανάσης Φωτιάδης στό ενδιαφέρον βιβλίο του «Καραγκιόζης ό Πρόσφυγας» περιγράφει άναλυτικά τίς διάφορες θεωρίες, σχετικά μέ τό αν τό χωρίο αύτό άναφέρεται σέ κουκλοθέατρο ή θέατρο σκιών. Άπό τό βιβλίο του μαθαίνουμε τά παρακάτω:
Στά 1932, άσχολήθηκαν μέ τό θέμα αύτό ό γνωστός δημοσιολόγος Γεώργιος Πώπ καί ό καθηγητής τής άρχαιολογίας Α. Άρβανιτόπουλος. 'Αναφερόμενος στό σχετικό άπόσπασμα άπό τήν Πολιτεία τού Πλάτωνα, ό Πώπ δημοσιεύει έπιστολή πρός τόν Α. 'Αρβανιτόπουλο (έφ. Έθνος, 14 'Ιουλίου 1932, άρθρο του μέ τίτλο «Σκιαί»), γιά τό αν ό κινηματογράφος ήταν γνωστός στήν άρχαιότητα.
Τήν έπομένη, 15 'Ιουλίου, ό Άρβανιτόπουλος στέλνει έπιστολή οπου άπαντά στόν Πώπ καί μεταξύ άλλων άναφέρει: «... Συμφωνώ μέ τήν είκασίαν τού κ. Χ (πρόκειται γιά τό ψευδώνυμο τού Γ. Πώπ), οτι είς τό 7ο βιβλίο τής «Πολιτείας» τού Πλάτωνος ό Σωκράτης ομιλών, διά παραβολής, δέν εκφράζει άποκυήματα τής φαντασίας του, άλλ' αντλει έκ τής πραγματικότητος...» Μέ βάση αύτό τό στοιχείο ό Πώπ ύποστήριξε οτι ή περιγραφή άναφερόταν σέ μιά μορφή προβολής μέ τή βοήθεια φακών, πού ήταν γνωστοί τά χρόνια εκεινα, δηλαδή ενα είδος ομιλούντος κινηματογράφου.
Τέλος, ό Lo Duca στό βιβλίο του «Ή ιστορία τού Κινηματογράφου» άναφέρει οτι ό Paul Valery προχώρησε πιό μακρυά, θεωρόντας οτι τό σπήλαιο τού Πλάτωνα ήταν ενας μεγάλος σκοτεινός θάλαμος καί πώς αν «περιόριζε σέ μιά πολύ μικρή τρύπα τό άνοιγμα τού άντρου του κι άλειφε μ' ενα ευαίσθητο στρώμα τά τοιχώματα πού τού χρησιμεύανε γιά οθόνη, ό Πλάτωνας, μεγαλώνοντας τό βάθος τής σπηλιάς του, θά είχε πετύχει ενα γιγάντιο φίλμ...».


ΕΥΚΛΕΙΔΙΟΣ ΟΠΤΙΚΗ
Απόσπασμα απο άρθρο του δρ.Α.Μ. Κουρνιάτη
...Στην Ελλάδα, από τον 7ο και 6ο π.χ. αιώνα όπου αρχίζει να δημιουργείται η έννοια της επιστήμης , να αναζητούνται οι αιτίες και να δίνονται ερμηνείες των φαινομένων, η πρακτική γνώση δίνει τη θέση της στην ελεύθερη αναζήτηση και την θεωρητική έρευνα. Οι φιλόσοφοι της Ιωνίας, από τον 6ο π.χ. αιώνα, διατυπώνουν απόψεις και θεωρίες για την φύση και τον άνθρωπο, αρνούμενοι να δεχθούν την οποιαδήποτε μυστικιστική ή υπερφυσική παρέμβαση, βασιζόμενοι όχι στην δεδομένη γνώση αλλά στην παρατήρηση και ορθή σκέψη. Στην τέχνη οι απεικονίσεις ξεφεύγουν σταδιακά από την Αρχαϊκή στατικότητα και στρέφονται στην αναζήτηση της πραγματικότητας. Στους κλασσικούς χρόνους, η ελευθερία που παρατηρείται στον τρόπο ζωής ευνοεί την ελεύθερη αναζήτηση στις επιστήμες και τις τέχνες.




Οι φιλόσοφοι διατυπώνουν διάφορες απόψεις για την λειτουργία της όρασης επισημαίνοντας την αδυναμία της να δώσει ασφαλή συμπεράσματα και οι καλλιτέχνες προσπαθούν να αποδώσουν την οπτική εμπειρία όσο μπορούν πιο πιστά. Οπως φαίνεται από τα διασωθέντα κείμενα του Πλάτωνα ,του Αριστοτέλη, του Βιτρούβιου και άλλων φιλοσόφων και στοχαστών της αρχαιότητας, οι καλλιτέχνες, υποτάσσονται στους οπτικούς νόμους και εγκαταλείπουν το αληθινό προκειμένου να επιτύχουν το αληθοφανές και το εύρυθμο αισθητικό αποτέλεσμα. Η γνώση των οπτικών νόμων και η εμπειρία, τους κάνει ικανούς να προβλέπουν τις παραμορφώσεις που πιθανόν να προέκυπταν στα έργα τους και να επεμβαίνουν με τις κατάλληλες οπτικές διορθώσεις στο στάδιο της μελέτης.
Η πρώτη επιστημονική προσέγγιση των οπτικών φαινομένων, από μαθηματική άποψη ,γίνεται από τον Ευκλείδη, τον 4ο π.χ. αιώνα, μέσα από τις προτάσεις που διατυπώνει και αποδεικνύει στην Οπτική του. Στην μελέτη αυτή ο Ευκλείδης συγκεντρώνει και καταγράφει όλες τις μέχρι τότε εμπειρικές γνώσεις γύρω από την οπτική αντίληψη και επιχειρεί μία γεωμετρική ερμηνεία των οπτικών φαινομένων.
Τα βασικά σημεία που χαρακτηρίζουν την Οπτική του Ευκλείδη είναι:
Η καμπυλόμορφη αντίληψη του χώρου η οποία σε ορισμένα σημεία διατυπώνεται ρητά και η οποία κυριαρχεί στο σύνολο των προτάσεων της Ευκλείδιας Οπτικής. Με την διαπίστωση ότι όσα επίπεδα βρίσκονται χαμηλώτερα από το μάτι φαίνονται κοίλα, εδραιώνει την καμπυλόμορφη οπτική θεώρηση του χώρου.
Οι οπτικές ακτίνες που κατευθύνονται από τον παρατηρητή προς το αντικείμενο και η οπτική γωνία που ορίζουν αποτελούν τον βασικό παράγοντα καθορισμού της θέσης του μεγέθους και της μορφής των αντικειμένων.
Οι αναφορές στις οπτικές ψευδαισθήσεις τις σχετικές με τη θέση ή με το μέγεθος του αντικειμένου, που δημιουργούνται όταν δεν υπάρχει σαφής αντίληψη της απόστασης.
Οι αναφορές στην ασάφεια των περιγραμμάτων των αντικειμένων όταν παρατηρούνται από μεγάλη απόσταση, δηλαδή στην ατμοσφαιρική προοπτική την εφαρμογή της οποίας θα συναντήσουμε σε τοιχογραφίες της Ελληνιστικής περιόδου, και αναφορές στα αμφίρροπα σχήματα απεικονίσεις των οποίων παρουσιάζονται σε ψηφιδωτά της αρχαιότητας
Οι Προοπτικές παρατηρήσεις για τις οπτικές εικόνες διαφόρων επιπέδων και χωρικών σχημάτων όπως ο κύκλος, ο κώνος, ο κύλινδρος και η σφαίρα από διάφορες θέσεις του παρατηρητή, οι οποίες βασίζονται στην καμπυλόμορφη αντίληψη του χώρου και
Οι αναφορές στην αντίληψη της κίνησης
Οι παρατηρήσεις και τα συμπεράσματα που καταγράφει ο Ευκλείδης συγκροτούν μία πλήρη μελέτη περί της οπτικής αντίληψης και παρέχουν τη δυνατότητα προσανατολισμού προς ένα συγκεκριμμένο σύστημα απεικόνισης με οδηγό τις οπτικές ακτίνες και τις οπτικές γωνίες που σχηματίζουν.
Ενα γεωμετρικό σύστημα απεικόνισης που θα κατέγραφε τις οπτικές εικόνες των χωρικών αντικειμένων , όπως περιγράφονται από τον Ευκλείδη, θα ήταν ένα σύστημα καμπυλόγραμμης προοπτικής που θα προέκυπτε από την κεντρική προβολή των αντικειμένων σε μία σφαιρική επιφάνεια. Στο γεωμετρικό αυτό σύστημα απεικόνισης, οι εικόνες που προκύπτουν και οι οποίες συμφωνούν με τα όσα περιγράφει ο Ευκλείδης, είναι σύμφωνες και με την οπτική μας εμπειρία. Το μέγεθος της εικόνας των αντικειμένων σε μία τέτοια απεικόνιση είναι συνάρτηση της οπτικής γωνίας με την οποία φαίνονται από το σημείο παρατήρησης το οποίο είναι και το κέντρο της σφαίρας. Η απόσταση του αντικειμένου από το σημείο οράσεως καθορίζει μαζί με τη γωνία οράσεως το φαινόμενο μέγεθος. Σε κάθε περίπτωση, ταυτόχρονα με την απομάκρυνση από το οπτικό κέντρο μειώνεται το φαινόμενο μέγεθος του αντικειμένου ανάλογα με την αντίστοιχη μείωση της οπτικής γωνίας, όπως είναι αναμενόμενο από την οπτική εμπειρία. Ετσι δεν προκύπτουν "παράδοξα" όπως στην προοπτική απεικόνιση σε επίπεδο πίνακα. Οι προοπτικές εικόνες ίσων μεγεθών, επί παραδείγματι ίσων κυλίνδρων ή ίσων σφαιρών, σε άνισες αποστάσεις από το σημείο οράσεως θα έχουν αντίστοιχα άνισες εικόνες, των οποίων το μέγεθος θα καθορίζει η εκάστοτε οπτική γωνία.
Εχοντας υπ όψιν ένα τέτοιο σύστημα προοπτικής απεικόνισης, το οποίο είναι πιθανό να ξεκίνησε εμπειρικά αλλά μετά την συστηματική διατύπωση των οπτικών νόμων από τον Ευκλείδη εξελήχθηκε σε οργανωμένο σύστημα, μπορούμε να κατανοήσουμε έργα τέχνης και αρχιτεκτονικής της αρχαιότητας. Μέσω ενός τέτοιου συστήματος οι μεν ζωγράφοι υπολόγιζαν με γραφικές χαράξεις τις προοπτικές σμικρύνσεις στα έργα τους οι δε αρχιτέκτονες οργάνωναν το χώρο, καθόριζαν τις μορφές των κτιρίων , εξουδετέρωναν τις οπτικές απάτες και δυσμορφίες και τόνιζαν τα στοιχεία που αναδείκνυαν τη σύνθεσή τους.
Στην Αρχιτεκτονική, η χωροθέτηση των κτισμάτων στα αρχαία συγκροτήματα είναι πιθανό να γινόταν μέσω γεωμετρικού οπτικού συστήματος, που είχε σαν βάση τις οπτικές ακτίνες , τις αντίστοιχες γωνίες και τις αποστάσεις από το καθορισμένο σημείο οράσεως. Επί πλέον πέραν του οπτικού συστήματος χωροθέτησης, τα διάφορα οπτικά τεχνάσματα που χρησιμοποιήθηκαν στα κλασσικά μνημεία ερμηνεύoνται συνδυάζοντας την καμπυλόμορφη αντίληψη του χώρου και τη γνώση και εφαρμογής των οπτικών κανόνων που προκύπτουν από την Ευκλείδια οπτική.
Τα προοπτικά τεχνάσματα που εφαρμόστηκαν σε αρχιτεκτονικά μνημεία της Αναγέννησης, με σκοπό την δημιουργία οπτικών εντυπώσεων που αναπλάθουν μία διαφορετική πραγματικότητα, ερμηνεύονται επίσης μέσω των προοπτικών παρατηρήσεων του Ευκλείδη....




Ο Ορυκτός Κρύσταλος
Ο φυσικός χαλαζίας ή ορυκτός κρύσταλλος είναι προϊόν της Φύσης. Δημιουργείται στο υπέδαφος και χρειάζονται μερικά δισεκατομμύρια χρόνια για να σχηματιστεί.
Οι κρύσταλλοι αναπτύσσονται βαθιά μέσα στον φλοιό της γης συνήθως γύρω από ηφαιστειογενείς και σεισμογενείς περιοχές. Η διαδικασία απαιτεί τεράστιες θερμοκρασίες και πίεση ενώ χρειάζεται πάντοτε ένας κόκκος κρυστάλλου για να ξεκινήσει η διαδικασία. Ο κόκκος αυτός δημιουργείται από ένα μοναδικό άτομο σιλικόνης κάτω από έντονη θερμοκρασία και πίεση και τήκεται με δυο άτομα οξυγόνου από το υπερθερμασμένο νερό ή ατμό που είναι παγιδευμένος στον ίδιο χώρο.
Τα άτομα τήκονται δημιουργώντας ένα μοναδικό κρυσταλλικό κύτταρο από διοξείδιο του πυριτίου, το υλικό από το οποίο προκύπτει ο κρύσταλλος (το υποπροϊόν είναι το υδρογόνο). Με την πάροδο των χιλιετιών εφόσον οι συνθήκες είναι σωστές αυτός ο κόκκος αρχίζει να μεγαλώνει. Το υγρό όμως που το περιβάλλει πρέπει να περιέχει τις ακριβείς αναλογίες πυριτίου και νερού ή πεπιεσμένου ατμού και να διατηρούνται αυτά σε μια τεράστια θερμότητα και πίεση για αρκετά μεγάλη χρονική περίοδο.
Οσο λιμνάζει το αρχέγονο υγρό γύρω από το πρώτο κύτταρο του διοξειδίου του πυριτίου το κύτταρο αρχίζει να αναπαράγει τον εαυτό του εξαπλώνοντας τη σύνθετη κρυσταλλική δομή ενός ατόμου κάθε φορά. Κάθε κύτταρο επαναλαμβάνει το ίδιο πρότυπο και έτσι ο κρύσταλλος «οικοδομεί» μια σύνθετη τρισδιάστατη δικτυωτή δομή γνωστή σαν κρυσταλλικό δίχτυ με απόλυτη γεωμετρική συμμετρία όπου το κάθε κύτταρο είναι απόλυτα συμμετρικό επαναλαμβανόμενο με ακρίβεια σε κάθε λεπτομέρεια του.
Μάλλον με το πέρασμα των αιώνων αρχίζει να δημιουργείται ένα κομμάτι καθαρού διάφανου φυσικού κρυσταλλικού χαλαζία όπου στη φυσική του κατάσταση το σχήμα του είναι έντονα γωνιώδες πάντοτε με έξι πλευρές που καταλήγουν σε μια οξεία γωνία.