Το aspromavro.net έχει την τιμή να παρουσιάσει ένα απόσπασμα από την πολυετή μελέτη και έρευνα του Αποστόλη Μπρέντα – σαν προδημοσίευση – με θέμα "ΜΟΥΛΑΡΙΑ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΟΪΤΑΛΙΚΟ ΠΟΛΕΜΟ".
Μία κοπιαστική έρευνα γιά ενα ξεχασμένο κομμάτι του Ελληνοϊταλικού πολέμου, που αφορά στην προσφορά των Άλόγων, των Μουλαριών και των Ημιονηγών τους, στις νίκες του Ελληνικού Στρατού και στην επιστροφή τους από την κατάρρευση του μετώπου.
Το Φωτογραφικό υλικό προέρχεται από Ελληνικές και Ιταλικές πηγές ...μία μελέτη που βρήκε τον δρόμο της εκδόσεως...
Κείμενα, μελέτη και έρευνα: Απόστολος Μπρέντας
"Ουδέν περισσότερον από όσα μας χρειάζονται έκτισεν ο Θεός,
ούτε όμως παρέλειψε να κάμη κάτι που θα ήτο χρήσιμον"
«Εξαήμερος» του Μεγάλου Βασιλείου»
Πρόλογος
Στο βιβλίο που κρατάς στα χέρια σου, θα διαβάσεις μικρές αληθινές ιστορίες από τον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940-41. Θα διαβάσεις ιστορίες που έγραψε η ίδια η ζωή.
Ιστορίες για ανθρώπους και ζώα. Ιστορίες που συγκέντρωσα από τα ημερολόγια πολέμου, από μαρτυρίες στρατιωτών που επέζησαν, από εφημερίδες εποχής, μελέτες και διηγήματα αλλά και ιστορίες μέσα από το διαδύκτιο. Ο συγγραφέας, Άγγελος Τερζάκης, στο βιβλίο του «ΑΠΡΙΛΗΣ», τονίζει με υπερηφάνεια αλλά και πικρία ότι τον πόλεμο του ΄40 οι Έλληνες «τον έβγαλαν πέρα με τα ίδια μέσα του ΄12, το φανταράκι το πεζό και το μουλαράκι».
Μ' αυτά πολέμησαν τους πολιτισμένους επιδρομείς, οι οποίοι διέθεταν φοβερά για την εποχή πολεμικά μηχανοκίνητα μέσα. (1)
Η παραπάνω διαπίστωση είναι και ο στόχος ετούτου του βιβλίου. Να μας θυμίσει το χρέος μας, τόσο για τους ήρωες – πολεμιστές του μετώπου, αλλά και για τα ζώα που «έπεσαν» στα βουνά της Αλβανίας κατά την περίοδο του ελληνοιταλικού πολέμου του 1940 – 41.
Το Ελληνικό Γενικό Επιτελείο Στρατού, μας πληροφορεί ότι 125.000 άλογα και μουλάρια, είχαν επιταχθεί μέχρι τις 13 Νοεμβρίου 1940. (2)
Απ' όσο γνωρίζω, ούτε ένα μνημείο δεν έχει αφιερωθεί στους ηρωικούς ημιονηγούς και στα ακούραστα μουλάρια και άλογα του ελληνικού στρατού, που σήκωσαν και μετέφεραν στις πλάτες τους το βάρος του πολέμου.
Από την άλλη μεριά, θα ήταν άδικο να μην αναφερθώ και στους Ιταλούς ημιονηγούς που επιστρατεύτηκαν και στα ζώα που επιτάχτηκαν, κάνοντας κι αυτοί το «χρέος» προς τη δικιά τους τη πατρίδα. Σύμφωνα με την επίσημη έκδοση του Ιταλικού Γενικού Επιτελείου Στρατού: «στα τέλη Οκτωβρίου του 1940 υπήρχαν στην Αλβανία 25.200 κτήνη "άλογα και μουλάρια"». (3)
Στα επόμενα χρόνια αποδείχτηκε πράγματι, ότι η πλειοψηφία των Ιταλών φαντάρων δεν ήθελε αυτόν τον πόλεμο. Ενδεικτικά αναφέρω μιά μαρτυρία του έλληνα στρατιώτη Εμμανουήλ Γκατζέ, από το χωριό Περδίκκας Κοζάνης, η οποία καταχωρήθηκε στην ιστοσελίδα «Ευγένιος Βούλγαρης» και λέει τα εξής: «μετά την λήξη της μάχης, ο λοχαγός μας ανέθεσε σ' εμένα και έναν ακόμη συνάδελφό μου να μεταφέρουμε 100 Ιταλούς αιχμαλώτους εις την έδρα της μεραρχίας, η οποία απείχε από την πρώτη γραμμή γύρω στις 8 ώρες. Φύγαμε με τους αιχμαλώτους από την γραμμή του μετώπου γύρω στις 4 απογευματινή και φθάσαμε στην έδρα της μεραρχίας γύρω στις 12 νυκτερινή. Στον δρόμο συναντήσαμε ένα κινηματογραφικό στρατιωτικό συνεργείο και μας σταμάτησαν και μας πήραν ταινία. Οι Ιταλοί ήταν χαρούμενοι, γιατί γλίτωσαν τον πόλεμο. Το συμπέρασμα αυτό το βγάζω από το ότι, 2 άτομα να συνοδεύουν 100 αιχμαλώτους, μέσα σε πολλά κατσάβραχα και ιδίως τις νυκτερινές ώρες, και αυτοί να μη κάνουν καμία απόπειρα ν' αποδράσουν ή να επιτεθούν και να μας αφοπλίσουν (δεν δικαιολογείται)...». (4)
Ένα θαυμάσιο διήγημα του Κώστα Καλατζή, με τίτλο: «Η οδοιπορία του Ιουλίου Καίσαρος» των εκδόσεων Ηλέκτρα, μας μεταφέρει στο Ιταλικό στρατόπεδο και μας περιγράφει την περιπέτεια ενός Ιταλού ημιονηγού και του μουλαριού του. Το βιβλίο μέσα από τις σελίδες του μας αποκαλύπτει την φρίκη και τα δεινά του πολέμου αλλά και την άδολη αγάπη που δένει τον ημιονηγό με τον ημίονό του. Στην σελίδα 78 γράφει τα παρακάτω: «Ο Λεονάρντο έκανε ότι μπορούσε για να προστατέψει τον Ιούλιο Καίσαρα. Ενίσχυσε το περίφημο πανωφόρι μ' έναν γερό μουσαμά, που τον έκοψε από ένα τουμπαρισμένο φορτηγό. Έφτιαξε με κατράμι και λίπος μια αλοιφή, και άλειφε τα νύχια του ζωντανού για να μαλακώνουν και να μη σκάζουν. Στον ανήφορο, όπου ήταν δύσκολη η κατάσταση, πήγαινε ο ίδιος εμπρός κρατώντας το γκέμι και διάλεγε τις πατημασιές στον σκεπασμένο από χιόνι μουλαρόδρομο. Ο Ιούλιος Καίσαρ, έξυπνα, πάταγε πάνω στα χνάρια του Λεονάρντο κι ανέβαινε σταθερά. Όταν παραφούσκωναν από το ζόρι, και η ανάσα του άρχισε να βαραίνει, ο Λεονάρντο τον έβγαζε απ' τη γραμμή και τον άφηνε να ξελαχανιάσει....».(5)
Δυστυχώς δεν μπόρεσα να ανατρέξω με την ίδια ευκολία σε ιταλικές πηγές, αλλά από τις λίγες μαρτυρίες που κατέγραψα θα έχει σίγουρα μεγάλο ενδιαφέρον αν έχει γραφτεί κάτι σχετικό για το θέμα αυτό.
Ας είναι αυτή η προσπάθεια, φόρος τιμής και αιώνιο μνημόσυνο, στους Έλληνες και Ιταλούς νεκρούς του πολέμου, αλλά και σ' αυτά τα άλογα ζώα, που έμειναν εκεί για πάντα να μας θυμίζουν τον παραλογισμό και την τρέλα του ανθρώπινου εγωισμού...
(1) Τερζάκης Άγγελος «ΑΠΡΙΛΗΣ» Αθήνα 1946 – σελ.100
(2) ΔΙΣ/Γ.Ε.Σ. «Ο ΕΛΛΗΝΟΪΤΑΛΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ – Η ΙΤΑΛΙΚΗ ΕΙΣΒΟΛΗ» Αθήναι 1960 – σελ. 247
«Άπασαι αι ανωτέρω μονάδες του τε προς Αλβανίαν και Βουλγαρίαν θεάτρου επιχειρήσεως μετά των μη μεραρχιακών
τοιούτων, και των εν γένει υπηρεσιών, ανήρχοντο περίπου εις 300.000 άνδρας και 125.000 κτήνη».
(3) Ζαχαρίας Ν. Τσιρπανλής «Έλληνες και Ιταλοί στα 1940-41» Θεσσαλονίκη 2004 – σελ. 167 Έκδοση: Uninersity Studio Press
Δίκαιος οικτίρει ψυχάς κτηνών αυτού...
Ο πόλεμος με την Ιταλία κόστισε στην Ελλάδα περίπου 13.600 στρατιώτες νεκρούς, ενώ χιλιάδες έμειναν ανάπηροι από κρυοπαγήματα και τους τραυματισμούς για όλη τους τη ζωή.
Και όπως ήταν φυσικό άφησε πίσω του χιλιάδες ορφανά ανήλικα παιδιά και οικογένειες χωρίς στήριγμα που έπεσαν θύματα εκμετάλλευσης ανθρώπων που επωφελούνται από αυτές τις δύσκολες καταστάσεις. Αυτή ήταν η χείριστη και μεγαλύτερη πληγή για την μεταπολεμική ελληνική κοινωνία.
Θύματα όμως του παραπάνω πολέμου υπήρξαν και τα άλογα και τα μουλάρια, οι αχώριστοι σύντροφοι και βοηθοί του ανθρώπου της υπαίθρου που επιτάχθηκαν από τον στρατό για να μεταφέρουν τα εφόδια στην πρώτη γραμμή. Πολλά απ' αυτά τα ηρωικά ζώα γκρεμίστηκαν σε βαθιές χαράδρες ή σκοτώθηκαν από τα εχθρικά πυρά ή δεν άντεξαν στην πείνα και στις αφάνταστες κακουχίες.
Πόσα από αυτά τα ζώα γύρισαν πίσω; Και αυτά που γύρισαν, επέστρεψαν σακάτικα, καχεκτικά με λίγη ζωή μέσα στα στήθια τους. Αυτά τα ηρωικά ζώα, υπερήφανα, ακούραστα, μουσκεμένα από την βροχή και το χιόνι μετέφεραν τρόφιμα και πυρομαχικά στον μαχόμενο Στρατό μας. Και οι στρατιώτες – ημιονηγοί, έκλαιγαν σαν μικρά παιδιά, όταν έχαναν τους πιστούς συντρόφους τους. Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια ενός στρατιώτη, που γύρισε από το μέτωπο: «...Όλο νύχτα βαδίζαμε οι μεταγωγικοί μην μας δουν τ' αεροπλάνα και το πρωί σκοτώναμε όσa μουλάρια σακατεύονταν στους γκρεμούς. Καρτερούσαν τα καημένα τη σφαίρα σαν το ρωγοβύζι της μάνας τους. Αν έβρισκα δισκοπότηρο πριν τους ρίξω στο ριζάφτι θα τα μεταλάβαινα. Το χω βάρος. Γκαστρωμένος είμαι μ' ένα λιθάρι εδώ μέσα βαθιά...» (1)
Αυτό που αισθάνονταν και ένοιωθαν οι ημιονηγοί για τα ζώα τους, δεν ήταν η αρρωστημένη ζωοφιλία, αλλά μια αγάπη καθάρια που μέσα απ΄ αυτή αισθάνονταν την παρουσία του Θεού.
Ο θεόπνευστος λόγος του Βασιλιά Σολομώντα λέει: «δίκαιος οικτίρει ψυχάς κτηνών αυτού, τα δε σπλάχνα των ασεβών ανελεήμονα». (2) Δηλαδή, ο δίκαιος και ο καλός άνθρωπος πονάει τα ζώα του, ενώ οι ψυχές των ασεβών είναι σκληρές, χωρίς έλεος.
Μέσα στην αντάρα και την οχλοβοή της μάχης, τα πλάσματα αυτά, υπομονετικά και ήρεμα, στεκόταν σαν να προσεύχονταν για τις ψυχές των παλικαριών που χάνονταν, αλλά και για τις ψυχές αυτών που επέτρεπαν να γίνεται όλο αυτό το μακελειό.
Ένας άλλος στρατιώτης έγραφε στο γράμμα του: «εδώ πάνω, μέσα στο χιόνι και στο κρύο, τα άλογα και τα μουλάρια μας, μας θυμίζουν ότι υπάρχει και παράδεισος πάνω στη γη».
Άλλωστε γιατί ο Παντοδύναμος Θεός, επέτρεψε να γεννηθεί ο Υιός του ο Μονογενής, μέσα σε φτωχικό στάβλο και να ζεσταθεί, πρώτα από τα χνώτα των αλόγων ζώων;
(1) από το βιβλίο του Βασίλη Γκουρογιάννη «Ο τελευταίος στρατιώτης της 8ης Μεραρχίας»
(2) (Παροιμ. Ιβ-10).