Απόσπασμα από το βιβλίο "Οι Μάηδες της Μακρυνίτσας" των Αλέξανδρου Καπανιάρη (Διδάκτωρ Λαογραφίας) και Νίκου Τσούκα (Κοινοτάρχη Μακρυνίτσας από το 1990 - 2002), αναδημοσίευση
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Οι Μάηδες της Μακρινίτσας έχουν χαρακτηριστεί κατά καιρούς ως χορευτικομιμητικό έθιμο (Λιάπης, 1990), ως δραματική παράσταση (Κορδάτος, 1931), ως μαγευτικό δρώμενο (Βελλούδιος, 1991), ως πανάρχαιος μύθος ή ως μαγικοθρησκευτικό έθιμο (Πλάτανος, 1963). Σύμφωνα με το Σαχινίδη (1995) οι Μάηδες ήταν μαγικά αγροτικά φυσιολατρικά έθιμα, που χαρακτηρίζονταν από μαγικοθρησκευτικά δραματοποιημένα θεάματα, και μιμοδράματα (δρώμενα), που είχαν ευετηριακή, προφυλακτική και αποτρεπτική σκοπιμότητα. Ως έθιμο που συμβολίζει την αναγέννηση της φύσης χαρακτηρίζουν τους Μάηδες οι Χουρμουζιάδης, Ασημακοπούλου-Ατζακά και Μακρής (1984) καθώς επίσης και ως κράμα αυτοσχεδιασμού και στοιχείων μουσικής, λόγου και κινήσεως αυστηρά προκαθορισμένων από την παράδοση.
κάρτ-ποστάλ εποχής - πηγή "Μαγνησία στο πέρασμα του χρόνου"
ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ
Κώστας Λιάπης (1990α) εντοπίζει βασικές ομοιότητες του εθίμου των Μάηδων με τους πανάρχαιους διονυσιακούς μύθους και με τα θεμελιώδη τελετουργικά γνωρίσματα της λατρείας της φύσης. Ειδικότερα, στους μύθους τους σχετικούς με τον Αδωνη και το Διόνυσο υπάρχουν πολλά στοιχεία των Μάηδων με τον ίδιο κεντρικό καμβά: ένα πρόσωπο δολοφονείται, θάβεται μ' ένα χλωρό κλαρί ή με ένα λούλουδο στο χέρι και στα στερνά ανασταίνεται κάτω από την επίδραση των τραγουδιών και των χορών των φίλων του (Λιάπης, 1990α).
Την ίδια άποψη του Λιάπη ενισχύει και ο Βελλούδιός (1991) ο οποίος συνδέει το έθιμο των Μάηδων με τις ανάλογες γιορτές του Διονύσου, των Ληναίων και των Ανθεστηρίων των αρχαίων Αθηναίων. Η άποψη του Βελλούδιου (1991) ενισχύεται ακόμα περισσότερο στο έργο του «Ευγονία και άλλα τινά» όπου αναφέρει χαρακτηριστικά: «Το «συγκρότημα», όπως το λένε σήμερα ή στην αρχαιότητα, ή ο
«Θίασος των Μάηδων», πηγαίνει σαν άλλο άρμα Θέσπιδος των αρχαίων. Ή σαν το μακρύ κάρρο του Θεοδοσίου με θίασο πάνω σ' αυτό από υποδυόμενους Έλληνες Ήρωες, που Βλέπαμε παλαιότερα στους στύλους του Ολυμπίου Διός στην Αθήνα, και δέχεται εισφορές για κοινωφελείς σκοπούς».
Τη σύνδεση του εθίμου των Μάηδων της Μακρινίτσας με το διονυσιακό κλίμα υποστηρίζει και ο Πλάτανος (1968) με το συμβολισμό του πανάρχαιου μύθου, που έφερνε μαζί του ο Μάης της πηλιορείτικης Γής (ένωση του αγροτικού θεού Διονύσου, με την Αριάδνη). Ακόμα, ταυτίζει τον Μακρινιτσιώτη Μάη του δασύφυλλου Πηλίου με τις μεγάλες οργιαστικές και θορυβώδες γιορτάδες προς τιμήν του Διονύσου, θεού των μυστηρίων και της φύσης. Έτσι όπως οι ακόλουθοι του Διονύσου σκέπαζαν τα πρόσωπά τους με στάχτη ή πηλό ή με κόκκινο Βάψιμο, φορώντας στα κεφάλια τους στέφανα κισσού, με παρόμοιο τρόπο και οι Μάηδες μεταμορφώνονταν μασκαρεμένοι και με οδηγό τη φαντασία, το κέφι και το κρασί μας προσκαλούν σε κόσμους εξωπραγματικούς (Πλάτανος 1968).
'Οπως μας πληροφορεί η αείμνηστη λαογράφος Αποστολία Νάνου - Σκοτεινιώτη (1998) από τη Μακρινίτσα και σύμφωνα πάντα με τις αντίστοιχες πηγές από περιγραφές γερόντων της εποχής, οι Μάηδες ήταν ένα συγκρότημα δεκαπέντε έως είκοσι περίπου μεταμφιεσμένων ανδρών. Ο αριθμός των συμμετεχόντων δεν ήταν πάντα αυστηρά προκαθορισμένος, αλλά εξαρτώνταν από τα πρόσωπα που προθυμοποιούνταν να λάβουν μέρος, τα διαθέσιμα χρήματα καθώς και από φορεσιές που ήταν διαθέσιμες. Οι συμμετέχοντες στο «θίασο» των Μάηδων αποτελούνταν: α) από τον χότζα, β) τα οχτώ ζεμπέκια, γ) τον γενίτσαρο, δ) το κορίτσι, ε) τον Μάη, στ) τον γύφτο, ζ) τη γύφτισσα, η) τον γιατρό, θ) την αρκούδα, ι) τον αρκουδιάρη, κ) τον Εβραίο, και λ) ένα ή τρία διαβολάκια.
αναπαράσταση του εθίμου από τον Θεόφιλο
H ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΕΘΙΜΟΥ ΤΩΝ ΜΑΗΔΩΝ
Ο κατάλογος των παραπάνω συμμετεχόντων σύμφωνα με τον Σαχινίδη (1995) διευρύνεται από τη γριά ή «μονοδοντού» και τους μαθητές του γιατρού, τα φραγκούλια, ενώ σύμφωνα με τους Χουρμουζιάδη, Ασημακοπούλου- Ατζακά και Μακρή (1984) ο κατάλογος των συμμετεχόντων περιλαμβάνει και τον αράπη βρακοφόρο, ο οποίο εκπροσωπεί το πνεύμα του κακού.
Οι Μάηδες παρουσιάζονταν μεταμφιεσμένοι την Πρωτομαγιά ξεκινώντας από τη Μακρινίτσα και μετά από περιήγηση οκτώ ημερών στα διπλανά χωριά του Πηλίου επέστρεφαν και εμφανίζονταν στις 8 του Μάη στη γιορτή του Αϊ-Γιάννη του Λουλουδίτη στη Μακρινίτσα, στη πλατεία της Κακουνάς. Η έναρξη της περιοδείας των Μάηδων από τη Μακρινίτσα συνοδευόταν από το νταούλι και τον ζουρνά και όλοι οι Μάηδες τραγουδούσαν μαζί το παρακάτω τραγούδι:
«Καλώς το Μάη το χρυσομάη με τ'άνθη στολιμένος ήρθε πάλι τραγουδούν το Μάη, Μάη γύρω στα κλαδιά τραγουδούν το Μάη την πρωτομαγιά».
Πριν φύγουν οι Μάηδες για τα γειτονικά χωριά του Πηλίου, συγκεντρώνονταν στην πλατεία της Μακρινίτσας και χόρευαν όλοι μαζί συρτό με το γενίτσαρο μπροστά. Στη συνέχεια, χόρευε ο γενίτσαρος και το κορίτσι ανοικτό χορό, χωρίς να πιάνονται (σιγκαστόν). Έπειτα, ακολουθούσαν τα ζεμπέκια που χόρευαν ζεμπέκικο, ένα ζεμπέκικο ιδιαίτερο και αρκετά δύσκολο με τρεις γύρους και τέσσερις φορές γόνα (γονάτιζαν) και πάλι γύρο και γόνα. Τα ζεμπέκια, όσο χόρευαν, χτυπούσαν τα σπαθιά μεταξύ τους και τα έπαιζαν και αρκετές φορές φώναζαν όλοι μαζί τη λέξη «σούιντα». Η συνέχεια του τελετουργικού περιελάμβανε το χορό του χότζα, τον χοτζάδικο χορό. Ο χότζας περνούσε το τσιμπούκι του πίσω στον λαιμό του χορεύοντας, ενώ πολλά από τα ζεμπέκια τον φασκέλωναν κρυφά αποκαλώντας τον «μπουνταλά».
Μετά, χόρευε ο γύφτος με τη γύφτισσα χορό, σε μια αρκετά εύθυμη στιγμή όπου ο κόσμος έκανε κέφι τόσο από το κωμικά πρόσωπα, όσο και από τον χορό, την ενδυμασία και τις περίτεχνες χειρονομίες τους. Μετά από τον χορό, ο χότζας έστελνε κρυφά τον γύφτο και σήκωνε το φουστάνι του κοριτσιού. Ευθύς αμέσως, ο γενίτσαρος θύμωνε, έβγαζε το πιστόλι του και σκότωνε τον γύφτο. Το δρώμενο συνεχιζόταν με την έλευση του γιατρού ο οποίος προσπαθούσε απεγνωσμένα να σώσει τον ασθενή του. Όταν ο Μάης αφήσει πάνω στον γύφτο ένα λουλούδι, αυτός ανασταίνεται και ο χορός συνεχίζεται στην επόμενη φάση του (Νάνου-Σκοτεινιώτη, 1998).
Σύμφωνα με μαρτυρία του Ζαγοριανού συγγραφέα και ιστορικού Γιάνη Κορδάτου, στην ομιλία του στην πλατεία της Μακρινίτσας, το παλικάρι (ο γενίτσαρος γαμπρός) σκοτώνει τον υπαίτιο των άσεμνων χειρονομιών προς τη νύφη και ο Μάης τον ανασταίνει δίνοντάς του να μυρίσει ένα λουλούδι. Αργότερα, σύμφωνα πάντα με τον Γιάνη Κορδάτο, υπό την επίδραση της ορθολογικά διαμορφωμένης νοοτροπίας, η ανάσταση γινόταν με φάρμακο που έδινε στο σκοτωμένο ο ευρωπαϊκά ντυμένος γιατρός (Χουρμουζιάδης, Ασημακοπούλου -Ατζακά και Μακρής, 1984).
Στη συνέχεια, η αρκούδα χορεύει υπό τις διαταγές του αρκουδιάρη και με τους ήχους του νταϊρέ κάνει τούμπες και ξεσηκώνει τον κόσμο. Το δρώμενο συνεχιζόταν, όταν ο γενίτσαρος υποδείκνυε στον γιατρό ποιον να γιατρέψει από τον κόσμο, ενώ ακολουθούσε η σειρά του Εβραίου που όλοι πάσχιζαν να τον κάψουν. Κατά τη διάρκεια εξέλιξης του τελετουργικού, ο Μάης καθόταν στο κέντρο της ομάδας και τραγουδούσε, ανεβοκατέβαζε το μαγιόξυλο και με τον κάθε χτύπο εξελισσόταν το δρώμενο. Αντίστοιχα, τα διαβολάκια άνοιγαν δρόμο στον κόσμο να περνούν οι Μάηδες, κυνηγούσαν τα παιδιά και έκαναν διάφορα πειράγματα (Νάνου-Σκοτεινιώτη, 1998).
Οι Μάηδες, μετά από την περιήγησή τους στην πλατεία και στους μαχαλάδες της Μακρινίτσας, ξεκινούσαν το σύντομο ταξίδι τους με δεύτερο σταθμό τις Σταγιάτες, στις 2 Μαΐου στο πανηγύρι του Αγίου Αθανασίου, όπου γλεντούσαν και απολάμβαναν τα τοπικά εδέσματα της περιοχής (Νάνου-Σκοτεινιώτη, 1998).
Η οκταήμερη πορεία των Μάηδων στα χωριά του Πηλίου επιβεβαιώνεται και από τον Κώστα Λιάπη (1990α), ο οποίος αναφέρει πως οι ξεφρενιασμένοι Μάηδες από χωριό σε χωριό ξεδίπλωναν το ασίγαστο πάθος τους, από καλντερίμι σε καλντερίμι και από παζάρι σε παζάρι γλεντοκοπούσαν στα τρανά κεφαλοχώρια του Πηλίου. Οι Μάηδες από την πλατεία της Μακρινίτσας βρίσκονταν στις πλατείες της Ζαγοράς, στον κήπο του Μουρογιάννη στα Πάνω Λεχώνια και στο μηλιώτικο παζάρι.
Η παρουσία των Μάηδων πιστοποιείται και στον Αγιο Λαυρέντιο Πηλίου το 1889 από τον Πηλιορείτη ρασοφόρο λόγιο Ζωσιμά Εσφιγμενίτη, ο οποίος μας δίνει μια περιγραφή για το έθιμο των Μάηδων: «Τη α' Μαΐου άγουσί τίνες νουμηνίαν μεταμφιεσμένοι και προσωπιδοφορημένοι όντες εν συνεταιρισμό και συνοδεία δέκα έως δώδεκα ων έκαστος φέρει ίδιον όνομα, ως ιατρός, γενίτσαρος, αράπης κ.λ.π. έχοντες μεθ' εαυτών και νεανίαν τινά όλον κεκαλυμένουν δι'ανθέων ον ονομάζουσι Μαγιόπουλον και περιερχόμενοι ανά τα οδούς και τα ρύμας του χωριού άδουσι και χορεύουσιν επί προαιρετική αμοιβή» (Λιάπης, 1996).
Φωτογραφία Δ.Λέτσιος
Η περιήγηση των Μάηδων σε διάφορες κοινότητες του Πηλίου (Ζαγορά, Λεχώνια, Μηλιές κ.α.) επιβεβαιώνεται και από άλλους ερευνητές,όπως ο Σαχινίδης (1995). Και ο Γιώργος Θωμάς συμφωνεί ότι οι Μάηδες της Μακρινίτσας είχαν μεγαλύτερη εμβέλεια στις κινήσεις τους, αναφέροντας ως σημεία εμφάνισης τους τα χωριά της Πορταριάς, τον Αγιο Λαυρέντιο, τη Δράκεια, τον Αϊ Γιώργη Νηλείας και τον Κισσό. Ακόμα και ο Θωμάς (1996) πιστοποιεί ότι στις 2 Μαΐου οι Μάηδες βρίσκονταν στο πανηγύρι του γειτονικού χωριού, στις Σταγιάτες, υλοποιώντας το τάμα που είχαν υποσχεθεί στον άγιο της περιοχής. Έπειτα, σύμφωνα πάντα με την ίδια πηγή, οι Μάηδες κατέβαιναν στο Κάστρο του Βόλου, όπου ήταν η διοίκηση των Τούρκων, και χόρευαν μπροστά τους, και κάποιες φορές έφταναν έως τη Ζαγορά, τέσσερις ώρες με τα πόδια.
Στη μεγάλη πλατεία τ' Αϊ-Γιώργη τόνιζαν τον ενθουσιασμό τους μέσα σε πλήθη Ζαγοριανών, που έτρεχαν ασυγκράτητοι να δουν τους Μάηδες. Οι Μάηδες συνέχιζαν και σε διάφορα σπίτια της πολίχνης, ακόμα και σε αυτά των προυχόντων, απ' όπου και εισέπρατταν γερά φιλοδωρήματα (Θωμάς, 1996).
Η ύπαρξη του εθίμου των Μάηδων σε όλο το Πήλιο, και ειδικότερα στη Μακρινίτσα, καταγράφεται και σε μια συνέντευξη που έδωσε στη Δόμνα Σαμίου ο πρωταγωνιστής της αναβίωσης των Μάηδων στη Μακρινίτσα το Μάιο του 1976, ο Σταύρος Χατζησταμούλης (Στάυρακας), «ψυχή» των Μάηδων.
Σε αυτήν τη συνέντευξη ο «Σταύρακας» αναφέρει χαρακτηριστικά: «... οι Μάηδες πρώτα γίνονταν σε όλα τα χωριά ...τα άλλα όμως χωριά το σταμάτησαν, εμείς το εξακολουθούμε ... ανάλογα με την όρεξη που είχαμε πηγαίναμε πότε πέντε ημέρες, πότε έξι και πότε οκτώ ... κατεβαίναμε στο Βόλο και γυρνούσαμε σε όλα τα χωριά του Πηλίου...» (Σαμίου, 1976).
Το τέλος της πομπής των Μάηδων ολοκληρωνόταν στις 8 Μαίου, τελευταία ημέρα του εθιμικού τους χρέους, οπότε θα βρίσκονταν πάλι στη Μακρινίτσα ολοκληρώνοντας τον κύκλο που είχαν ξεκινήσει. Την τελευταία ημέρα θα έδιναν το γιορταστικό τους παρόν στο πανηγύρι του Αϊ Γιαννιού του Λουλουδίτη στο συνοικισμό «Κακουνά». Εκεί συμμετείχαν στο κοινό γιορτάσι έως το βράδυ, οπότε και ξεντύνονταν, για να συνεχίσουν τη ζωή της καθημερινότητας, επειτα απο οκτώ ημέρες ξέφρενου γλεντιού με απεριόριστο φαγητό, κρασί και χορό (Θωμάς, 1996 και Λιάπης, 1990α).
Η τελευταία πράξη των Μάηδων ήταν η συγκέντρωση και η φύλαξη των ρούχων και των υποδημάτων τους σε κάποιο σπίτι, όλων μαζί. Οπως μας πληροφορεί η Νάνου-Σκοτεινιώτη (1998), σαν τέτοια σπίτια αναφέρονται του Ζησάκη στη Μακρυνίτσα και του Παναγιώτη Μπάκα στον Βόλο.
Ο ιδιοκτήτης του σπιτιού είχε την υποχρέωση κατά τη διάρκεια της χρονιάς να φυλάξει και να επιδιορθώσει ή να αναπληρώσει τα ρούχα, ώστε να είναι έτοιμα την επόμενη χρονιά.
Καλώς τονε τον Μάη, το Χρυσομάη
με τ'άνθη στολισμένος ήλθε πάλι.
Πρωτομαγιά, τα λούλουδα γιορτάζουν
και τα πουλιά τα ταίρια τους φωνάζουν.
Τραγουδούν το Μάη , Μάη γύρω στα κλαριά
Τραγουδούν το Χρυσομάη στην αλυγαριά.
Κορίτσια περπατάνε ταίρι ταίρι
με λούλουδα πρωτομαγιάς στο χέρι.
Πρωτομαγιά, τα λούλουδα γιορτάζουν
και τα πουλιά τα ταίρια τους φωνάζουν.
Τραγουδούν το Μάη, Μάη γύρω στα κλαριά
Τραγουδούν το Χρυσομάη στην αλυγαριά.
με τ'άνθη στολισμένος ήλθε πάλι.
Πρωτομαγιά, τα λούλουδα γιορτάζουν
και τα πουλιά τα ταίρια τους φωνάζουν.
Τραγουδούν το Μάη , Μάη γύρω στα κλαριά
Τραγουδούν το Χρυσομάη στην αλυγαριά.
Κορίτσια περπατάνε ταίρι ταίρι
με λούλουδα πρωτομαγιάς στο χέρι.
Πρωτομαγιά, τα λούλουδα γιορτάζουν
και τα πουλιά τα ταίρια τους φωνάζουν.
Τραγουδούν το Μάη, Μάη γύρω στα κλαριά
Τραγουδούν το Χρυσομάη στην αλυγαριά.
Η καταγραφή του εθίμου από τον Alan John Bayard Wace (1879 - 1957), 'Αγγλο αρχαιολόγο
Οι πρώτες γραπτές αναφορές που έχουμε για τους Μάηδες είναι του Δ. Κυρτσώνη (1889) στο περιοδικό Εβδομάς για τους Μάηδες στην Δράκεια, του Ζωσιμά Εσφιγμενίτη στον Προμηθέα του που περιγράφει το έθιμο στο χωριό του τον Άγιο Λαυρέντη (1898). Ο πολύς Ν. Πολίτης που πέρασε και από την πόλη μας σαν επιθεωρητής εκπαίδευσης δεν αναφέρεται στους Μάηδες, αλλά σε ένα «αδερφό» έθιμο των Θεοφανείων, την σχέση του οποίου με τους Μάηδες θα σχολιάσω παρακάτω. Η σχετική ελληνική βιβλιογραφία συνεχίζεται με τον Σ. Βάμβακο στα 1929 στην Ιστορία του Αγίου Λαυρεντίου, και η κατοπινή αναφορά του Γ. Κορδάτου στην Νέα Εστία το 1931 . Και μετά σιωπή μέχρι τα 1960…
Σήμερα βέβαια ξέρουμε περισσότερα αλλά από μια ματιά που είναι πιο σύγχρονη που έχει και το πλεονέκτημα και το μειονέκτημα της χρονικής απόστασης από τα παλιά δρώμενα. Οι δε σύγχρονες εκδηλώσεις είναι αναπόφευκτα διαφορετικές στο πνεύμα και στο σκοπό. Εξυπηρετούν άλλες ανάγκες. Από τη σύγχρονη βιβλιογραφία να ξεχωρίσω τις λυρικές αναφορές του Κ. Λιάπη στους Μάηδες που χάθηκαν στις Ώρες του Πηλίου , την αναλυτική περιγραφή του Γ. Θωμά και το πρόσφατο έργο των Αλέξανδρου Καπανιάρη και Νίκου Τσούκα, την καλαίσθητη και διεξοδική μελέτη οι «Μάηδες της Μακρινίτσας».
Υπάρχουν όμως και μη ελληνικές αναφορές που μάλλον αγνοούνται από πολλούς τοπικούς μελετητές, που αρχίζουν από το 1910. O A.J.B. Wace, ένας Άγγλος αρχαιολόγος με σημαντική προσφορά στην προϊστορική ιστορία της Θεσσαλίας κατέγραψε σε δύο άρθρα του μια σειρά εθίμων της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας με κοινό παρονομαστή κατάλοιπα από έθιμα της αρχαιότητας σχετιζόμενα με την λατρεία του Διόνυσου. Μάλιστα, κάνει ευθεία αναφορά στην κλασσική δημοσίευση του Dawkins που αναφέρονταν στην διονυσιακή χροιά του εθίμου των καλογέρων στην Θράκη – ένα δρώμενο με κεντρικό χαρακτηριστικό έναν θάνατο και μια ανάσταση – που είναι κοινό και στους Μάηδες.
Ο Wace μας δίνει πληροφορίες για τους Μάηδες όπου μας λέει: «Είδαμε το φεστιβάλ αυτό στις 1 Μαΐου του 1910 στις πλαγιές του Πηλίου λίγες ώρες έξω από το Βόλο, να εκτελείται από μια ομάδα (μπουλούκι) νέων από τον Άγιο Λαυρέντιο και το Καραμπάσι. Οι χαρακτήρες ήταν ο Γενίτσαρος, ο Αράπης (ή γέρος), η νύφη, η Αράπισσα (ή γριά), ο γιατρός, και ο βοηθός του (γιατρούλι), οι ζεϊμπέκηδες, και το μαγιόπουλο. Οι μασκαράδες ονομάζονταν Μάηδες»
Συνεχίζει με μια λεπτομερή περιγραφή του δρώμενου που είναι ακριβώς όπως το ξέρουμε σήμερα. Παρουσιάζει και ένα από τα τραγούδια της ομάδας :
Μαΐ μου, Μαΐε δροσερέ και Απρίλη λουλουδάτε
Μαΐης με τα τριαντάφυλλα, και Απρίλης με τα λουλούδια.
Όλον τον κόσμον γέμισαν τ’ άνθη και τα λουλούδια.
Φραγκίτσα ‘δω, Φραγκίτσα ΄κει, Φραγκίτσα πάγει ‘στη βρύσι.
Γιανίτσαρος την σταύρωσεν με τ’άσπρο το σαρίκι.
Παίζοντας, χορατεύοντας απεκοιμήθη αγφέντης.
Πως να του πω να σηκωθή, πως να του πω μα κάτση;
Να τον ειπώ λιγνό βεργί, και το βεργί λιγάει.
Να τον ειπώ αγιόκλημα, το κλίμα έχει κόμπο.
Να τον ειπώ τριαντάφυλλο, από το αγκάθι βγαίνει.
Φέρτε νταούλια να βροντούν, ζουρνέδες για να παίζουν.
Μπελκι ‘ξυπνής Αφέντη μας και λύσης το μανδήλι,
λύσε τ’ αφέντη μ’, λύσε τ’, το χρυσομάντηλό σου!
και αν έχεις γρόσια, δος μας τα, φλοριά μη τα λυπάσει!
Και αν τα λυπάσαι τα φλοριά, δος μας δεκαπεντάρια,
να ζήσης χρόνους εκατό, να ‘σπρίσης, να γεράσης,
να ασπρίσης σαν τον Όλυμπο, σαν τ’ άσπρο περιστέρι
και του χρόνου…
Αυτό, δεν είναι παρά τυπικό τραγούδι που αποζητάει το φίλεμα. Το ίδιο χρησιμοποιούν αυτοί που λέγαν τα κάλαντα των Φώτων στην Αγιά. Ο Wace επίσης μας λέει ότι την ίδια μέρα είδε μπουλούκια νέων Μάηδων στο Βόλο που προέρχονταν από τα χωριά του Άνω Βόλου, της Πορταριάς και της Μακρινίτσας. Από πληροφορίες ντόπιων έμαθε ότι το ίδιο έθιμο διαδραματίζεται στον Κισσό και στο Μούρεσι. Επομένως είναι καθαρό ότι οι Μάηδες ήταν έθιμο όλου του Πηλίου.
Το ενδιαφέρον του άρθρου του Wace είναι ότι η περιγραφή των Μάηδων και τα δρώμενά τους είναι εντελώς ταυτόσημα με τα δρώμενα των Θεοφανίων που περιέχεται στην ίδια δημοσίευση!... Είναι πρακτικά οι ίδιοι χαρακτήρες και η ίδια υπόθεση. Και ενώ οι Μάηδες είναι πηλιορείτικο φαινόμενο τα κάλαντα των Θεοφανίων και τα σχετικά θεατρικά δρώμενα υπάρχουν και στο Πήλιο (Πορταριά, Βόλος) και στον Αλμυρό, αλλά και σε Σοφάδες, Καρδίτσα, Τύρναβο, Καστοριά, Μακεδονία και Θράκη!... Σχεδόν τα ίδια πρόσωπα, σχεδόν η ίδια υπόθεση – πάντα ένας φόνος, και μια ανάσταση. Παντού η αναφορά στον Διόνυσο. Φυσικά και οι ελληνικές πηγές έρχονται στο ίδιο συμπέρασμα στην σχέση των εθίμων αυτών.
Απλά οι πρώτες αυτές δημοσιεύεις του Wace δίνουν μια εικόνα της γεωγραφικής διανομής των εθίμων αυτών. Τώρα γιατί τον Μάη και γιατί τα Φώτα; Οι εορτές των Χριστουγέννων και τα Φώτα και τα κάλαντά τους σχετίζονται, λέει ο Ν. Πολίτης με τις ρωμαϊκές Καλένδες του Ιανουαρίου, γιορτές που περιλάμβαναν επισκέψεις συγγενών και φίλων, ανταλλαγή δώρων, τυχερά παιγνίδια, αλλά και τελετές διονυσιακής λατρείας με σκωπτικά άσματα και δρώμενα με «ακραίο» περιεχόμενο. Το κοινό θέμα του θανάτου και της ανάστασης ερμηνεύεται από πολλές μελετητές με την σχετική διονυσιακή μυθολογία και την συμβολική αναπαράσταση του «ξυπνήματος» της γης από τον θάνατο του χειμώνα. Ο Μάης ταιριάζει… Πως και γιατί έγινε αυτή η επέκταση του εθίμου των Φώτων στον Μάη δεν ξέρω να σας πω…
To ενδιαφέρον είναι ότι τα έθιμα αυτά επιβιώνουν όχι μόνο στην Ελλάδα, (τα ραγκουτσάρια της Καστοριάς αλλά και της Καρδίτσας , καθώς και οι μωμόγεροι των Ποντίων) αλλά και σε διεθνές επίπεδο. Για παράδειγμα υπάρχουν οι mummers της Αγγλίας και οι mummers του Βελγίου (Flanders), αλλά και στο Νewfounderland του Καναδά και οι mummers της γειτονιάς μου στην Philadelphia των ΗΠΑ.
Κάποιοι ακαδημαϊκοί μάλιστα πρότειναν ότι τα έθιμα αυτά ήρθαν στην Δύση από τους σταυροφόρους που επέστρεψαν στην Δύση μετά την Φραγκοκρατία (ή από τους Γασμούλους - άτομα που προέρχονταν από μικτούς γάμους μεταξύ Ελλήνων και Φράγκων κατά την Φραγκοκρατία)…
πηγή : Αντώνης Ζαβαλιάγκος - "Mαγνησία στο πέρασμα του χρόνου" - volosmagnisia.wordpress.com
Οἱ «Μάηδες» στό Πήλιο
"Ἀλάκερο τό χωριό ἀχολογοῦσε καί ζοῦσε, μαζί μέ τούς πρωτουργούς τοῦ χαροκοπιοῦ ὥρες βαθύτατου ἀναγάλιου. Πανηγύριζαν τά χωριά, πανηγύριζε κι ἡ πλάση ἕνα - γύρω. Βεργολυγοῦσαν οἱ κορφές τῶν δέντρων νά χαιρετήσουνε τούς «Μάηδες», τ' ἄνθια μυροβολούσανε μές ἀπ’ το διάνοιχτο στόμα τους. Μές στή γλυκιά ἡλιορροή ἄλλες ὀρχῆστρες φτερωτές, τόνιζαν στ’ ἀκροκλώνια τόν ὕμνο τῆς Ἄνοιξης. Κι’ ὁ ρόχθος τοῦ νεροῦ κι ἀναρίθμητες μικροζωές ἑνάγυρο νά κρατοῦνε τό ἴσιο στούς παθιάρικους ρυθμούς τῶν ραγιάδωνε, στό εὐφραντικό πανηγύρι τῆς φύσης. Θά τὄβλεπες εἴτε σκάλωνες στά βαθύσκια ρέματα τ’ Ἀνωβόλου, εἴτε ἀνέβαινες στήν πράσινη πλημμυρίδα τῆς Ζαγορᾶς.
Ὥς ἐκεῖ ἔφταναν μαθές πότε - πότε οἱ «Μάηδες» ἀπ’ τά περίγυρα χωριά τοῦ Βόλου. Ἀναρριχιόντανε πρῶτα στά Χάνια, καβαλλούσανε τό βουνό κι ἔγερναν στά βουνίσια πλάτια τῆς Ζαγορᾶς. Πέντε - ἕξη ὥρες πορεία. Οἱ παλιοί γερόντοι τῆς πολίχνης ἀναθυμοῦνται ἀκόμα τί πυρετό ὀχλαγωγίας προκαλοῦσε ὁ πηγαιμός τῶν ἀνοιξιάτικων χαροκόπων. Κατάμπροστα στό Αἰγαῖο, μές στόν ἀνασασμό τῆς Ἄνοιξης ὀργανώνουνταν γλεντοκοπήματα στήν κεντρική πλατεία τ’ Ἁηγιωργιοῦ. Ἔρχουνταν μαζί, στίς ἀρχές τοῦ αἰώνα μας, ἀνάμεσα στούς ἄλλους κι οἱ καραμουζοπαῖχτες Δημήτρης Ροῦτσος ἀπ’ τήν Πορταριά, Πανταζής Μουλάς ἀπ’ τό Κατηχώρι κι ὁ Ἀργύρης Πιλάτος ἀπ’ τή Δράκια. Ὅλο τό χωριό ἔβγαινε καί τήραε τούς χορευτάδες. Τά βράδια τό ραβαΐσι μεταφέρουνταν στό παρακείμενο καπελειό καί καίουνταν τό πελεκούδι. Τήν ἐπαύριο γυροφέρνανε, ἀλαλάζοντας, τήν πολίχνη, ἀνοίγανε καί τίς πόρτες τῶν μεγάλων ἀρχοντικῶν, ζητώντας τό μερίδιό τους. Τίς ἴδιες πάλι ὥρες ἄλλοι ὅμιλοι «Μάηδων» ξάναβαν ἄλλες ἑστίες εὐφροσύνης καί χαρᾶς στούς δρόμους καί τά μαγαζιά τοῦ Βόλου καί τῶν τριγυρινῶν χωριῶν. Φορεῖς ὅλοι τοῦτοι τοῦ διονυσιακοῦ πνεύματος τῶν ἀρχαίων, προέχταση κόσμων εἰδωλολατρείας, ἐπαναλάμβαναν ἁπλά, ὅσα καί κεῖνοι οἱ γενάρχες μας τελούσανε κάθε χρόνο μιά φορά. Τοῦτο τό μαγιάτικο πανηγύρι κρατοῦσε ὀχτώ μέρες.
Φωτογραφία Βασίλης Πλάτανος, ο Θανάσης Κερασιώτης με το λυκοτόμαρο νταούλι και ο Μαυρίκος με τον ζουρνά
Ὀχτώ μέρες κραιπάλης, ὅπου μακρινές ἀπηχήσεις πρωτόγονων γιορταστῶν, ἁρμολογούσανε ἀτμόσφαιρες γελαστές καί χαρωπές. Καί μετατρέπουνταν τά γυροχώρια τοῦ Βόλου σέ τρικυμισμένα κέντρα γλεντολογιοῦ. Καί χτυπούσανε σέ τόνους γιορτῆς λαϊκά ὄργανα τῶν μουσικῶνε. Κι ἀναρριπίζουνταν στόν ἀέρα εὐζωνικές φουστανέλλες, σαλβάρια καί μακρυφούστανα γυναικῶνε. Καί γιόμιζαν οἱ χωριανοί ὥς τήν ὕστερη ἵνα τοῦ κορμιοῦ ἀπό χυμούς αἰσιοδοξίας καί γλυκολάλητης χαρᾶς. Ἕνα ἀνθρώπινο πανηγύρι μές στό θεϊκό τέτοιο τῆς πλάσης.
Νά τό ἀκουάζεσαι κι ἡ ψυχή σου νά πεταρίζει σέ χώρους εὐδαιμονίας. Νά τό θωρᾶς καί μύρια ἀναρριγήματα νά σέ κεντρίζουνε. Νά τό φέρνεις στό μνημονικό σου καί νά ζωντανεύουνε ὀμπρός σου διονυσιακές ὄρχησες καί ὀργιαστικά γιορτάσια."
πηγή: "Η Μαγνησία στο Πέρασμα του Χρόνου" (fb)
επιμέλεια: Θανάσης Γέρμανος
ΜΟΥΣΙΚΟ ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΜΕ ΤΗΝ ΔΟΜΝΑ ΣΑΜΙΟΥ - 6/1976 - ΑΡΧΕΙΟ ΕΡΤ