Ο Πρωτοπόρος Βολιώτης Ζωγράφος και Φωτογράφος
του Σταύρου Μπατουδάκη
Στις αρχές της δεκαετίας του 1890 ο Βόλος, το Πήλιο και η ευρύτερη περιοχή του νομού είχαν το ευτύχημα να συναντήσουν τον ιδανικότερο υμνητή τους μέσα από το φακό του Στέφανου Στουρνάρα. Το ευτύχημα ήταν διπλό: αφορούσε όχι μόνο το καλλιτεχνικό μέγεθος του ανδρός, αλλά, επιπλέον, και την εμφάνιση του σε μια πρώιμη ακόμη εποχή, που η περιοχή αναπτυσσόταν γοργά κι ένιωθε την ανάγκη να βγει προς τα έξω, να δείξει τα επιτεύγματα της και να καταστήσει σαφές ότι λίγα χρόνια μετά την απελευθέρωση είχε πλήρως ενσωματωθεί στο ελληνικό κράτος σαν να μην έλειψε ούτε στιγμή από αυτό.
Με τη φωτογραφία άρχισε να ασχολείται ήδη κατά τη διάρκεια των σπουδών του, μελετώντας σχετική γαλλική βιβλιογραφία και ασκούμενος δίπλα σε αθηναίους φωτογράφους. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του, δούλεψε για ένα διάστημα στην Αθήνα ως γυψοτεχνης. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στο Βόλο και ασχολήθηκε με την αγιογράφηση εκκλησιών. Το 1892 άνοιξε φωτογραφείο στην οδό Ερμού μαζί με τον αδελφό του Παναγιώτη, με τον οποίο εξακολούθησε τη συνεργασία μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα. Από το 1915 ασχολήθηκε και με το εμπόριο φωτογραφικών ειδών.
Παντρεύτηκε με τη Μαρία Χιώτη (1893-1983) και απέκτησε δύο παιδιά, τον Κώστα (1914-1965) και τον Νίκο (1918-1993).
Αν θέλει να κρίνει κανείς την αξία, το έργο και εν τέλει την προσφορά του Στέφανου Στουρνάρα θα πρέπει να μιλήσει για πάρα πολλά πράγματα. Ο Στέφανος Στουρνάρας ήταν πρώτα απ' όλα ένας πολύ δυνατός ζωγράφος. Σε διαφημιστική καταχώριση του στην εφημερίδα "Νέα Θεσσαλία" της 31-5-1895 αναφέρεται: "Ζωγραφίζονται προσωπογραφία! εξ' εικόνων καθώς και εκ του φυσικού, τοπογραφία, θαλασσογραφίαι, εικόνες αγίων Βυζαντινού ρυθμού...". Καλλιέργησε λοιπόν όλα τα είδη ζωγραφικής, ασχολήθηκε όμως ιδιαίτερα με την προσωπογραφία και την αγιογραφία.
Οι ικανότητες και το ταλέντο του προκύπτουν ξεκάθαρα από τις λίγες σωζόμενες προσωπογραφίες του και φορητές εικόνες αγιογραφίες του. Εξαίρετο δείγμα της αγιογραφικής δουλειάς του σώζεται στον τρούλο της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου στην Κάτω Κερασιά του Πηλίου.
Ανήκει σ' εκείνη τη γενιά των καλλιτεχνών, που για λόγους ανεξάρτητους από τη θέληση τους (κυρίως βιοποριστικούς) δεν κατάφεραν να ασχοληθούν αποκλειστικά με τη ζωγραφική. Ασχολήθηκε, επιπλέον, με τη φωτογραφία και στην ενασχόληση αυτή διοχέτευσε εξίσου τις ικανότητες, το ταλέντο και την υψηλή αισθητική του. Καλλιέργησε όλα τα είδη φωτογραφίας και φωτογράφησε τους πάντες και τα πάντα. Στο εξοπλισμένο με τα τελειότερα φωτογραφικά μηχανήματα της εποχής ατελιέ του δημιούργησε απαράμιλλου κάλλους φωτογραφίες πορτρέτων και οικογενειών, πραγματικούς ζωγραφικούς πίνακες. Εκτός από το ατελιέ του, με περίτεχνο πραγματικό τρόπο φωτογράφησε τον απλό άνθρωπο σε κάθε εκδήλωση της καθημερινής του ζωής.
Στο τεύχος Νοεμβρίου 1893 του περιοδικού "Προμηθεύς", που εκδίδονταν στο Βόλο από τον Ζωσιμά Εσφιγμενίτη, αναφέρεται: "Οι μη επισκεφθέντες Μουσείον, ας επισκεφθώσι το εν τη οδώ Ερμού αριθμ. 93 Φωτογραφείον και Ζωγραφείον του κυρίου ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΣΤΟΥΡΝΑΡΑ και θα μείνωσιν έκθαμβοι δια την πληθύν και καλλονήν των εικόνων και φωτογραφιών. Προσέτι, δε, θα ίδωσιν ό,τι δεν είδον οι επισκεφθέντες τα φωτογραφεία των Αθηνών και το ζωγραφικόν τμήμα του Πολυτεχνείου".
Το 1897, επιστρατευόμενος στον πόλεμο εναντίον των Τούρκων, εκτός από το όπλο του φροντίζει να κρατά μαζί του και τη φωτογραφική μηχανή, φωτογραφίζει πλήθος μαχών και γίνεται έτσι ο πρώτος έλληνας φωτορεπόρτερ....
Στο "Ημερολόγιο Φιλόπτωχου Αδελφότητας Βόλου" του έτους 1899 διαβάζουμε σχετικά: "Κατά τον ατυχήν μας πόλεμο, ο Στουρνάρας, φέρων επί της ράχεως την φωτογραφικήν του μηχανήν, ως είδος γυλιού και επί του ώμου το Γκρα, έλαβε μέρος ενεργόν εις την μάχην Λοσφακίου της μεγάλης Τετάρτης. Την μεγάλην Παρασκευήν εις την μάχην της Βρύσης Τυρνάβου, ενώ φωτογραφεί την μάχην, οβίς Βολιδοφόρος εκραγεισα θα τον εφόνευεν, εάν δεν τον έσωζεν η ... φωτογραφική του μηχανή, ήτις ευρεθείσα προ αυτού ανετράπει και εθριμματίσθη... Επίσης έλαβε μέρος και εν Βελεστίνω κατά την μάχην της 23 Απριλίου. Εφωτογράφησεν εν όλω τας μάχας Βελεστίνου, Λοσφακίου, Προφήτη Ηλιου ΤυρνάΒου και Βρύσης Τυρνάβου, μόνος εκ των Ελλήνων φωτογράφων παρα-κολουθήσας τον πόλεμον φωτογράφων και μαχόμενος".
Κατά την περίοδο 1895-1903 ο φωτογραφικός φακός του, εκτός των άλλων, παρακολουθεί και καταγράφει την ίδρυση και λειτουργία της καινούργιας σιδηροδρομικής γραμμής Βόλου-Αγριάς-Λεχωνίων-Μηλεών. Σε δημοσίευμα με τον τίτλο "Τα εγκαίνια του σιδηροδρόμου Βόλου-Λεχωνίων" στο τεύχος Νοεμβρίου 1895 του περιοδικού "Προμηθεύς" αναφέρεται: "Ο ακάματος φωτογράφος κ. Στέφανος Στουρνάρας, ιστάμενος επί την στέγην της μεσημβρινής πτέρυγας του κτιρίου του σιδηροδρομικού σταθμού εφωτογράφησεν το πλήθος". Μέρος από αυτές τις φωτογραφίες, που είναι μοναδικά ντοκουμέντα και αληθινά μνημεία τέχνης και τεχνικής, συμπεριλαμβάνει σε λεύκωμα που εκδίδει.
Από το 1895 αρχίζει τις περιηγήσεις του σε διάφορα μέρη του Βόλου, του Πηλίου και της ευρύτερης περιοχής του νομού αλλά και ολόκληρου του θεσσαλικού χώρου και με το φωτογραφικό του φακό αιχμαλωτίζει απόψεις πόλεων και χωριών, δρόμους, πλατείες, σχολεία, εκκλησίες, σιδηροδρομικούς σταθμούς, ξενοδοχεία, γεγονότα, παζάρια, σκηνές της καθημερινότητας, ήθη και έθιμα και οτιδήποτε άλλο μπορεί να βάλει ο νους του ανθρώπου. Αργότερα κατεβαίνει στη Φθιώτιδα και στην Εύβοια.
Δημιουργεί έτσι ένα τεράστιο αρχείο που απαρτίζεται από πανέμορφες φωτογραφίες γεμάτες ευαισθησία και σεβασμό για τον άνθρωπο και το περιβάλλον του.
Το όνομα του βρίσκεται στον κατάλογο των φιλάρχαιων δωρητών του Μουσείου Αλμυρού. Στο "Δελτίον της εν Αλμυρώ Φιλαρχαίου Εταιρείας 'Όρθρυος", 1901-1902, αναφέρεται: "Φωτογραφίαι των εν Πιλάφ-Τεπέ αρχαιοτήτων -4- δωρηθείσαι υπό του φωτογράφου κ. Στέφανου Στουρνάρα".
Το 1900 λαμβάνει μέρος στην Παγκόσμια Έκθεση Φωτογραφίας του Παρισιού.
Από τις αρχές του 20ού αιώνα (αν όχι νωρίτερα) έως το τέλος του 1906 χρησιμοποιεί μέρος αυτού του φωτογραφικού υλικού και δημιουργεί αλλεπάλληλες εκδόσεις μονόχρωμων λιθογράφων καρτποστάλ με αποκλειστικά θεσσαλική θεματολογία.
Την εποχή εκείνη του απονέμεται ο τίτλος του φωτογράφου της αυλής της Α.Β.Υ. του Διαδόχου, τίτλος που φαντάζει μεν τιμητικός αλλά απονεμόταν με ευκολία σε πλήθος φωτογράφων της εποχής. Είναι φανερό ότι το μέγεθος του Στέφανου Στουρνάρα δεν χωρά σ' αυτό το τίτλο και αξίζει πολλά παραπάνω. Η επιβράβευση δεν θα αργήσει να έρθει. Το 1907 θα αποτελέσει έτος ορόσημο για την παραπέρα πορεία του. Συμμετέχει στην Παγκόσμια Ναυτική Έκθεση φωτογραφίας του Μπορντό με πενήντα φωτογραφίες, εκ των οποίων μία θα κερδίσει το αργυρό βραβείο. Αμέσως θα του δοθεί ο τίτλος του φωτογράφου της Α.Β.Υ. του Διαδόχου (και όχι πλέον της αυλής), τίτλος που απονεμόταν σε λίγους, βρισκόταν σε πλήρη αντιστοιχία με την αξία του και αποτελούσε την καλύτερη δικαίωση του έργου του.
Στους Βαλκανικούς Πολέμους έλαβε μέρος στη μάχη του Σαρανταπόρου (Οκτώβριος 1912), την οποία και φωτογράφησε.
Κατά τα έτη 1907-1908 πραγματοποίησε την έκδοση της πρώτης σειράς χρωμολιθόγραφων καρτποστάλ του, στην οποία συμπεριέλαβε και θέματα εκτός Θεσσαλίας. Από το 1915 άρχισε να πραγματοποιεί την έκδοση της δεύτερης σειράς χρωμολιθόγραφων καρτποστάλ του, την οποία ολοκλήρωσε μέσα στη δεκαετία του 1920. Εξέδωσε συνολικά περί τις 1.100 μονόχρωμες και χρωματιστές λιθόγραφες καρτποστάλ. Από αυτές οι σχετικές με το νομό Μαγνησίας καλύπτουν ποσοστό περίπου 90% του συνόλου των λιθογράφων καρτποστάλ που εκδόθηκαν ποτέ για την περιοχή, ενώ για τον υπόλοιπο θεσσαλικό χώρο το αντίστοιχο ποσοστό είναι περίπου 50%.
Σε σημαντικό αριθμό από τις καρτποστάλ που εξέδωσε παρουσιάζονται θέματα από περιοχές εκτός θεσσαλικού χώρου και συγκεκριμένα από την Εύβοια (Αιδηψός, Ιστιαία, Κύμη, Κάρυστος), τη Φθιώτιδα (Λαμία, Στυλίδα, Δομοκός) τη Μακεδονία (Αγιον Όρος, θεσσαλονίκη, Βαδενά, Δράμα, Καβάλα, Δεμίρ-Ισάρ) και την Ήπειρο (Μέτσοβο, Άγιοι Σαράντα). Εξέδωσε επίσης 25 περίπου καρτποστάλ με θέματα από την Μικρά Ασία και τη Μικρασιατική Εκστρατεία, οι οποίες βασίστηκαν σε φωτογραφίες που του παρεχώρησε ο νοικάρης του Ευάγγελος Παππάς.
Οι καρτποστάλ του Στέφανου Στουρνάρα αποτελούν κόσμημα για κάθε συλλογή αφού συνδυάζουν τον απόλυτο φωτογραφικό ρεαλισμό με τη σπάνια ζωγραφική ομορφιά. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να διευκρινισθεί, για τους αμύητους βέβαια, ότι την εποχή εκείνη δεν νοείται τεχνολογικά η παραγωγή έγχρωμης φωτογραφίας. Οι χρωματιστές καρτποστάλ της εποχής βασίζονταν σε μονόχρωμες φωτογραφίες και εκτυπώνονταν με τη λιθογραφική μέθοδο, αφού πρώτα είχαν επιλεγεί τα χρώματα τους από τον φωτογράφο-εκδότη τους. Οι ζωγραφικές ικανότητες και το ταλέντο βοήθησαν τον Στέφανο Στουρνάρα στην άριστη επιλογή των χρωμάτων για τις υπέροχες καρτποστάλ που εξέδωσε. Μετά το θάνατο του και κατά το χρονικό διάστημα 1929 -1937 περίπου, εκδόθηκε από το φωτογραφείο του μεγάλος αριθμός μονόχρωμων -φωτογραφικών πλέον- καρτποστάλ με θέματα από την περιοχή μας και τον ευρύτερο θεσσαλικό χώρο, οι οποίες βασίστηκαν και πάλι στην τεράστια παρακαταθήκη του.
Επιπλέον, ο Στέφανος Στουρνάρας δημιούργησε μία σχολή φωτογραφίας, η οποία δίδαξε με επιτυχία την φωτογραφική τέχνη τόσο στους δύο αδελφούς του Παναγιώτη και Περικλή όσο και στους δύο γιους του Κώστα και Νίκο. Μετά από όλα αυτά θεωρούμε ότι, αν ληφθεί υπόψη το σύνολο των δραστηριοτήτων και της ποιοτικής και ποσοτικής προσφοράς του Στέφανου Στουρνάρα, θα πρέπει να τον αναγνωρίσουμε, ίσως ως τον κορυφαίο καλλιτέχνη που γέννησε ή ανέδειξε ποτέ ο θεσσαλικός χώρος.
Ο Στέφανος Στουρνάρας πέθανε στο Βόλο στις 22 Αυγούστου 1928 από χρονία κυστίτιδα. Κατά την κηδεία του, που έγινε την επόμενη μέρα στο ναό Μεταμόρφωσης Βόλου, ο φίλος και συνάδελφος του Κώστας Ζημέρης, συναισθανόμενος και ο ίδιος ότι το κενό ήταν αδύνατο να καλυφθεί, τον αποχαιρέτησε με τα ακόλουθα συγκινητικά λόγια: «Όλο το Πήλιο και όλη η Θεσσαλία θα πενθήσει για σένα, αγαπητέ συνάδελφε Στέφανε, γιατί υπήρξες όχι μόνο μεγαλόκαρδος φίλος και ακούραστος τεχνίτης. Συ υπήρξες ο μεγάλος διαλαλητής των καλλονών του Πηλίου μας. Συ πρώτος άνοιξες τον δρόμο στους ξένους για να έλθουν να γνωρίσουν τον ωραίο μας τόπο. Η σκληρή μοίρα θέλησε να πέσεις στη μέση του μεγάλου δρόμου που με μόνες τις δυνάμεις σου άνοιξες κυνηγώντας τις φυσικές καλλονές του ωραίου μας Πηλίου. Μάταια θα σε περιμένει πλέον κάθε Βουνοπλαγιά και κάθε λαγκάδι. Μονάχα το βραδυνό αεράκι θα κλαίει το χαμό σου περνώντας ανάμεσα στις οξυές».
Ο Στέφανος Στουρνάρας ετάφη στο παλαιό νεκροταφείο του Βόλου (νεκροταφείο Ταξιαρχών). Το ταφικό μνημείο του βρίσκεται στην οδό Ασωμάτων στο τετράγωνο 78 αρ. 4. Σε μερικά χρόνια συμπληρώνονται ογδόντα χρόνια από τον θάνατο του. Μήπως κάποιος δρόμος του Βόλου πρέπει να αποκτήσει το όνομα του;
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ
Φώτης Βογιατζής, "Η θεσσαλική Ζωγραφική 1500-1980″.
Αλκής Ιανθάκης, "Οικογένεια Στουρνάρα, μία δυναστεία φωτογράφων", Μάιος 1984.
Βασιλεία Πασιράνη – Κυρίτση, "Ιστορίες ζωής και θανάτου στο Νεκροταφείο του Βόλου", ΘΕΣΣΑΛΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 1965.
Ο Σταύρος Μπατουδάκης υπηρετεί ως Αντεισαγγελέας στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Βόλου και ασχολείται με τη συλλογή παλαιών φωτογραφιών και καρτποστάλ. Το φωτογραφικό υλικό προέρχεται από τη συλλογή του.
πηγή : "εν Βόλω", (αναδημοσίευση)