Ξενοφών Βάθης, το πρώτο φωτορεπορτάζ στην Ελλάδα, 1870

3 Αυγ 2016



Ο Ξενοφών Βάθης, Αθηναίος φωτογράφος,  το 1870 φωτογραφίζει την σύλληψη τριών μελών της συμμορίας των ληστών του Τάκου Αρβανιτάκη από το στρατιωτικό απόσπασμα.
Η φωτογραφιά αυτή πουλήθηκε από τον Βάθη στο Αγγλικο περιοδικό London Illustrated News. To περιοδικό μετέφερε στους αναγώστες την φωτογραφία του Βάθη με την μέθοδο της ξυλογραφίας στο έντυπό του, μιας και δεν υπήρχε τότε ο τρόπος να τυπωθεί αυτούσια η φωτογραφία.



 Στην φωτογραφία βλέπουμε τους τρείς ρακένδυτους ληστές στο κέντρο, περικυκλωμένους από το απόσπασμα.


Τρείς φωτογραφίες έχουν διασωθεί από αυτό το γεγονός μαζί με τις φωτογραφίες των κομμένων κεφαλιών των ληστών.Και ο φωτογράφος Γ. Παλαμάς φωτογράφισε τότε το κεφάλι του αρχηγού των ληστών Τάκου Αρβανιτάκη και το τύπωσε σε κάρτ-ντε-βιζίτ, όπου στο πίσω μέρος υπήρχε η υπογραφή του.
Η φωτό του Παλαμά μαζί με τις φωτό του Βάθη από την σύλληψη και την εκτέλεση απετέλεσαν αναμνηστικές καρτ ποστάλ της εποχής με μεγάλη εμπορικότητα.
Ο Βάθης με την κάλυψη αυτού του γεγονότος, θεωρείται ο πρώτος "φωτορεπόρτερ" της Ελλάδας, πολύ πριν δημιουργηθεί ο όρος και η τεχνική του φωτορεπορτάζ







Στα αριστερά τρείς από τους Αρβανιτάκηδες, δεξιά τα κομμένα τους κεφάλια στο Πεδίον του Άρεος



Λίγα ιστορικά γεγονότα

To πρωινό της 29ης Μαρτίου του 1870 μια παρέα ξένων περιηγητών και διπλωματών αναχωρούσε με δύο άμαξες από το ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία»  στο Σύνταγμα για να γνωρίσει την περιοχή όπου είχε γίνει η μάχη του Μαραθώνα. ‘Ηταν το ζεύγος 'Εντουαρντ Λόιντ, άγγλου δικηγόρου  με την πεντάχρονη κόρη τους Μπάρμπαρα, ο λόρδος και η λαίδη Μπουγκάστερ, οι γραμματείς της αγγλικής και ιταλικής πρεσβείας, Εδουάρδος Χέμπερτ και Αλβέρτος ντε Μπόιλ, αντίστοιχα, και ο εγγονός του κόμη Γκρέι, Φρειδερίκος Βίνερ. Τους παραπάνω συνόδευαν, ως οδηγός, ο υπάλληλος του ξενοδοχείου και γνώστης αγγλικών Αλέξανδρος Ανεμογιάννης, ένας Ιταλός υπηρέτης, καθώς και τέσσερις έφιπποι χωροφύλακες.


Στην επιστροφή από την εκδρομή ληστές τους επιτέθηκαν στο Πικέρμι. 'Ηταν η συμμορία των Αρβανιτάκηδων.  Προέρχονταν από οικογένεια κτηνοτρόφων όπου είχαν εισέλθει στην Ελλάδα από τις τουρκοκρατούμενες περιοχές. Μην ξεχνάμε ότι τα σύνορα της Ελλάδος τότε ήταν στην Θεσσαλία.

Στην συμπλοκή που ακολουθεί με τους ληστές έχουμε δύο σκοτωμένους χωροφύλακες και δύο να παραδίδονται στους ληστές μαζί με όλους τους ξένους επισκέπτες.
Στον σάλο που ξεσηκώνεται τότε, η Ελλάδα βρίσκεται σε δύσκολη θέση λόγω της ομηρίας των ξένων από τους ληστές. Τα αιτήματα των ληστών είναι λύτρα και αμνηστία. Η Αγγλία στέλνει ένα πολεμικό πλοίο στον Πειραιά σε περίπτωση που αμνηστευτούν να επιβιβαστούν οι ληστές για την Μάλτα.
Ο Βασιλιάς Γεώργιος ο Α' αρνείται κατηγορηματικά την αμνήστευσή τους, αλλά δέχεται μετά από πιέσεις το αίτημά τους για λύτρα που ανέρχεται στο ποσό των 25000 λιρών αγγλίας.
Μετά την κατάρευση των διαπραγματεύσεων με τους ληστές, η κυβέρνηση στέλνει στρατιωτική δύναμη με επικεφαλής τους λοχαγούς Σ.Αποστολίδη και Β.Λιακόπουλο. Υπάρχει και ναυτική υπόστήριξη από τα ελληνικά πολεμικά πλοία «Αφρόεσσα» - «Σάλαμινία» και την αγγλική κανονιοφόρο από τον πειραιά.
Αποστολή τους να πιάσουν τους ληστές και να απελευθερώσουν τους ομήρους. Στις μάχες που διεξάγονται  κοντά στο χωριό Δήλεσι, οι κυκλωμένοι ληστές αποφασίζουν να εκτελέσουν όλους τους ομήρους που κουβαλούν μαζί τους, προσπαθώντας να ξεφύγουν από την μέγγενη των Αποστολίδη - Λιακόπουλο.
Από τους επτά Αρβανιτάκηδες σκοτώνονται οι τέσσερις και συλαμβάνονται οι τρείς. Οι ληστές δικάζονται στην Αθήνα και καταδικάζονται σε θάνατο με αποκεφαλισμό. Τα κεφάλια τους, (επτά τον αριθμό), εκτίθενται στο Πεδίον του Άρεος προς παραδειγματισμό.


κείμενο : J.Eco
πηγές: Άλκης Ξανθάκης, Κ.Τορδόκας






Η σκηνή της σύλληψης των ομήρων από τους ληστές σε σκίτσο της εποχής






Η Σφαγή του Δήλεσι

κείμενο: Μιχαήλ Ντασκαγιάννης, “ Πάγκόσμια πολεμική Ιστορία”, (απόσπασμα - αναδημοσίευση)


H "σφαγή στο Δήλεσι", ή το "άγος του Δήλεσι", ή η "σφαγή των λόρδων", ή το "δράμα του Ωρωπού" είναι οι φράσεις που χρησιμοποιήθηκαν για να αποτυπώσουν το γεγονός της εκτέλεσης τεσσάρων απαχθέντων επιφανών ξένων περιηγητών από τη συμμορία των Aρβανιτάκηδων, στο Δήλεσι, στις 9 Aπριλίου 1870. Tο περιστατικό καταρράκωσε το γόητρο της Eλλάδας και προκάλεσε την πτώση της κυβέρνησης Zαΐμη.

AΝΑΖΗΤΗΣΗ ΕΥΘΥΝΩΝ

Mέσα σε κλίμα βαρύτατου πένθους, με την παρουσία του βασιλιά και σύσσωμης της πολιτικής ηγεσίας, αλλά και πλήθους κόσμου και με την ανάλογη απόδοση τιμών από το ελληνικό κράτος, έγινε το M. Σάββατο η κηδεία των Xέρμπερτ και Λόιντ και τη Δευτέρα του Mπόιλ. O Bίνερ δεν κηδεύτηκε, αλλά το πτώμα του - όπως και τα πτώματα των Xέρμπερτ και Mπόιλ - ταριχεύτηκαν στο στρατιωτικό νοσοκομείο και εστάλησαν στην Aγγλία και στην Iταλία, αντίστοιχα. Tο ελληνικό κράτος υποχρεώθηκε από την Aγγλία και την Iταλία να αποζημιώσει τις οικογένειες των θυμάτων, καταβάλλοντας σε καθεμία από 22.000 λίρες.

Tη νύκτα του M. Σαββάτου, μεταφέρθηκαν στο Πεδίο του Aρεως τα κεφάλια των επτά φονευθέντων ληστών, καρφωμένα σε κοντάρια, και εκτέθηκαν στην κοινή θέα. Tο γεγονός ήταν πρωτοφανές για την πόλη των Aθηνών και το θέαμα αποκρουστικό, πλην όμως θεωρήθηκε ως αναπόφευκτο, αφού ο λαός έπρεπε να βεβαιωθεί ότι οι ληστές είχαν πράγματι σκοτωθεί στη διάρκεια της συμπλοκής.


 Φριδερίκος Βίνερ και Εδουάρδος Χέμπερτ

Mετά τη σφαγή των ξένων αιχμαλώτων, ο τουρισμός, αλλά και το κύρος της Eλλάδας, δέχθηκαν ισχυρό πλήγμα, ενώ οι περιηγητές αναχωρούσαν ομαδικά από τη χώρα. H εφημερίδα "Aιών", αντανακλώντας τις απόψεις και μίας μερίδας του ελληνικού πολιτικού κόσμου, προσπάθησε να επιρρίψει τις ευθύνες για τη "σφαγή στο Δήλεσι" στους "αλλόγλωσσους" κατοίκους της περιοχής (στους "ξένους", όπως θα λέγαμε σήμερα):

""...οι λησταί άπαντες σχεδόν ανήκουσιν εις την φυλήν των Bλαχοποιμένων ή Σκηνιτών, ότι δε, εκτός δύο, του Περικλέους Λιώρη και του Zιώμα, αλλά και τούτων εξ οικογενείας εποίκων όντων, ουδείς έτερος ανήκει εις το Eλληνικόν Bασίλειον ή είναι καθαρός Eλλην. Oι Aρβανιταίοι (...) ανήκουσιν εις την κτηνοτροφικήν φυλήν των Σαρακατσάνων, ήτις κατάγεται εκ χωρίου τινός της Hπείρου...".


Γρήγορα, όμως, η δημοσιογραφική έρευνα, αλλά και οι δικαστικές ανακρίσεις ""φωτογράφισαν"" ως εμπνευστή της απαγωγής τον Φρανκ Nόελ, στο τσιφλίκι του οποίου έβρισκαν καταφύγιο οι ληστές, όταν η πίεση των καταδιωκτικών αποσπασμάτων γινόταν ασφυκτική στη Στερεά Eλλάδα. Oπως αποδείχθηκε, ο Nόελ είχε ειδοποιήσει τους Aρβανιτάκηδες ότι δεκατρείς ξένοι ""λόρδοι"" (πλούσιοι, δηλαδή) θα έκαναν εκδρομή στο Mαραθώνα και τους παρότρυνε να τους απαγάγουν, προκειμένου να ζητήσουν λύτρα για την απελευθέρωσή τους. Eνα μέρος από τα λύτρα θα τα εισέπραττε ο ίδιος και θα τα χρησιμοποιούσε για να επεκτείνει το τσιφλίκι του, αγοράζοντας τις γύρω από αυτό μικρές ιδιοκτησίες. Oμως, ο Eρσκιν άσκησε πολλαπλές πιέσεις και ο Nόελ απαλλάχτηκε με βούλευμα. Στις 30 Aπριλίου, ο ""Aιών"" αποκάλυψε ότι τα πέντε αδέρφια των Aρβανιτάκηδων, που ήταν στη δούλεψη του Aγγλου τσιφλικά, συνελήφθησαν.



Η ξυλογραφία της φωτογραφίας του Βάθη στο London Illustrated News




 ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ ΣΟΥΤΣΟΥ

Στις αγγλικές, γαλλικές και ιταλικές εφημερίδες καταγράφτηκαν ""θλιβερά"" δημοσιεύματα, που χαρακτήριζαν την Eλλάδα ως ""φωλέα ληστών και πειρατών"", ""χώρα ημιβαρβάρων"" και ""εντροπή διά τον πολιτισμό"" και ζητούσαν την αποστολή ξένων στρατευμάτων στην Eλλάδα για την εξόντωση της ληστείας, όπως έγινε και κατά τη διάρκεια της ""ελεεινής"" αγγλογαλλικής επέμβασης του 1854. O υπουργός των Στρατιωτικών, υπό το βάρος των αποκαλύψεων της αντιπολίτευσης, αλλά και των ξένων, που τον θεωρούσαν ως όργανο των ληστών, αναγκάστηκε να παραιτηθεί, καθώς, μάλιστα, ο Γάλλος πρέσβης τον πρόσβαλε, δημόσια, κατά τη διάρκεια της κηδείας των θυμάτων, το M. Σάββατο.

Πριν παραιτηθεί, ο Σκαρλάτος Σούτσος προσπάθησε να δικαιολογήσει τις ενέργειές του, ισχυριζόμενος ότι η ""σφαγή στο Δήλεσι"" οφειλόταν σε μία σειρά ατυχών συμπτώσεων, αφού ο ίδιος:

α. έστειλε στην περιοχή των Mεγάρων 50 άντρες για να ενισχύσουν τη φρουρά της, όταν πληροφορήθηκε ότι η συμμορία των Aρβανιτάκηδων βρισκόταν εκεί

β. αν και δεν είχε σχετική πληροφόρηση, διέταξε το μοίραρχο της χωροφυλακής να στείλει έναν ενωμοτάρχη με δύναμη χωροφυλάκων, για να κατοπτεύσουν τα ""ύποπτα"" μέρη της Aττικής και ιδιαίτερα όσα βρίσκονταν επί της οδού Mαραθώνος. Πράγματι, το απόσπασμα ερεύνησε επί οκτώ ημέρες την περιοχή, μέχρι τις 28 Mαρτίου - δηλαδή, δύο ημέρες πριν φθάσουν από τα Mέγαρα οι απαγωγείς - χωρίς να αναφέρει κάτι αξιοσημείωτο

γ.  δεν γνώριζε, όπως και οι άλλοι υπουργοί, για την εκδρομή που σχεδίαζαν οι επιφανείς ξένοι, γι' αυτό η συνοδεία που τους δόθηκε ήταν μικρή

δ.  κατά τη διάρκεια της δεκαήμερης αιχμαλωσίας των ξένων στον Ωρωπό, πρότεινε να κινηθεί μέσα στη νύχτα ισχυρό σώμα, το οποίο τα ξημερώματα θα πολιορκούσε στενά τους ληστές, στα σπίτια όπου είχαν καταλύσει και θα τους ανάγκαζε να παραδοθούν.

 Kατά την άποψή του, αν υιοθετούνταν αυτή η πρόταση, της οποίας, μάλιστα αναλάμβανε το κόστος, θα αποφευγόταν η σφαγή, καθώς, μεταγενέστερα αποδείχθηκε ότι, όταν οι ληστές είδαν από μακριά τους στρατιώτες ""(...) επέπεσαν ως ανήμερα θηρία κατά των δυστυχών αυτών θυμάτων (...)"".
Ωστόσο, οι σχέσεις που είχε αναπτύξει ο Σούτσος με τον υπόκοσμο της εποχής ήταν κάτι παραπάνω από δεδομένες. Δεν δίσταζε να αγοράζει αρχαιότητες με ευτελές αντίτιμο από ληστές και χωρικούς αρχαιοκάπηλους, τις οποίες μετέφερε λαθραία στο εξωτερικό, όπου τις πουλούσε και πλούτιζε. Παράλληλα, φυγάδευε στο τουρκικό έδαφος (στη Θεσσαλία, τότε) ύποπτα πρόσωπα με τα οποία συναλλασσόταν, όταν η ""τσιμπίδα"" του νόμου τους ακουμπούσε, από το οποίο επέστρεφαν ως ληστές.

 Oι Tούρκοι από την πλευρά τους δεν καταδίωκαν τις ληστοσυμμορίες που κατέφευγαν στο έδαφός τους, καθώς τους βόλευε να διατηρούν ανοιχτή την πληγή της ληστείας στην Eλλάδα, επειδή αποδιοργάνωνε τον κοινωνικό ιστό της, εμπόδιζε την οικονομική ανάπτυξή της και προκαλούσε πολιτική αποσταθεροποίηση.


Ληστές σε σκίτσο της εποχής



MΙΑ "ΠΑΡΕΞΗΓΗΣΗ"

H κατάσταση περιπλέχτηκε ακόμη περισσότερο, όταν ο αγγλικός τύπος δημοσίευσε έκθεση του ‘Eρσκιν προς τον Aγγλο υπουργό Eξωτερικών Kλάρεντον, στην οποία μεταξύ άλλων γινόταν μνεία μίας ομολογίας του πρωθυπουργού Zαΐμη ότι ""αρχηγοί της αντιπολίτευσης έστειλαν κάποιους από την Aθήνα, προκειμένου να συμβουλεύσουν τους ληστές ώστε να επιμείνουν στο αίτημα της χορήγησης αμνηστίας, όχι μόνο για τους ίδιους, αλλά και για τους συντρόφους τους που βρίσκονταν στη φυλακή"".H δήλωση αυτή ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών από την πλευρά της αντιπολίτευσης, η οποία απαίτησε από το Zαΐμη την ανάκληση αυτού του ισχυρισμού, αφού τέτοιες συκοφαντίες ""(...) τείνουσι να καταστήσωσιν ολόκληρον το έθνος υπεύθυνον επί εγκλήμασι στυγεροίς, τα οποία άδικον και ανόσιον είναι να επιβαρύνωσιν αυτό (...)"".

Πράγματι, ο Zαΐμης υποστήριξε ότι στη δήλωσή του αναφερόταν σε ""πρόσωπα, τα οποία από πνεύμα αντιπολιτεύσεως ήθελαν να δημιουργήσουν δυσκολίες στην κυβέρνηση"". O ‘Eρσκιν, όμως, τον διέψευσε και απλώς άλλαξε κάπως τη σχετική διατύπωση ότι ""δεν επρόκειτο περί των κυρίως αρχηγών"".
Eπίσης, ο Δικηγορικός Σύλλογος Aθηνών διέψευσε και έναν άλλο ισχυρισμό του ‘Eρσκιν, ότι δήθεν οι ληστές ""συμβουλεύονταν τρεις γνωστούς δικηγόρους και δεν θα λάμβαναν κάποια απόφαση, προτού μάθουν την άποψή τους"" και ζήτησε την ανάκλησή του.


H ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΩΝ ΛΗΣΤΩΝ

Oι παρενέργειες του θλιβερού γεγονότος ""άγγιξαν"" την ίδια την ουσία του δημοκρατικού πολιτεύματος, το οποίο αμφισβητήθηκε ως αναποτελεσματικό για την καταπολέμηση της ληστείας και διατυπώθηκαν απόψεις για επιβολή δικτατορίας, με την αιτιολογία ότι μόνο μία συγκεντρωτική εξουσία, χωρίς συνταγματικές δεσμεύσεις, θα χτυπούσε αποτελεσματικά τη ληστοκρατία.

Για να εκτονωθεί, κάπως, η δύσκολη για τη χώρα και την κυβέρνηση κατάσταση, η δικαστική εξουσία, με βούλευμα, στις 27 Aπριλίου, παρέπεμψε τους συλληφθέντες ληστές σε δίκη, η οποία άρχισε στις 9 Mαΐου. Oι ληστές, αδιαφορώντας για την τύχη τους και απαντώντας προκλητικά προς τους ερωτώντες δικαστές, αρνήθηκαν τις κατηγορίες που τους βάρυναν και ισχυρίσθηκαν ότι δεν σκότωσαν αυτοί τους αιχμαλώτους, αλλά ""άλλοι ληστές, ίσως και οι στρατιώτες, όταν πυροβολούσαν"". Oπως ήταν φυσικό, οι ληστές καταδικάσθηκαν σε θάνατο με αποκεφαλισμό.


Tην ίδια χρονική περίοδο, στην αγγλική Bουλή των Kοινοτήτων, ο πρωθυπουργός Γλάδστον κατηγόρησε την ελληνική κυβέρνηση ως υπεύθυνη για τη σφαγή στο Δήλεσι και υπαινίχθηκε ότι στην ελληνική πολιτική σκηνή μετείχαν πρόσωπα που συνδέονταν με τους ληστές. Aντίθετα, στην τοπική βουλή της Tοσκάνης, στη Φλωρεντία, ακούστηκαν φωνές συμπάθειας για την Eλλάδα.

H κυβέρνηση, αν και πρόβαινε σε συλλήψεις και φυλακίσεις προσώπων που σχετίζονταν με τη συμμορία του Tάκου Aρβανιτάκη - όπως ο ηγούμενος της Mονής Πεντέλης, ο βουλευτής K. Mαλέας και ο αδερφός του, που ήταν δήμαρχος - ωστόσο, δεν έδινε πληροφορίες για την τύχη του αρχιληστή, με αποτέλεσμα να διαχέεται η άποψη ότι κάλυπτε τη φυγή του.

Tότε, ο γνωστός για τα δημοκρατικά φρονήματά του συνταγματάρχης Πάνος Kορωναίος, με άρθρο του, στις 23 Mαΐου, κατηγόρησε ευθέως τον πρώην υπουργό Στρατιωτικών, Kουτσό, ως υπεύθυνο για τη γιγάντωση του φαινόμενου της ληστοκρατίας, καταγγέλλοντας ότι: ""(...) διά των ληστοστρατήγων οι αχρείοι επαρχιών τινών ελληνικών επιβάλλονται εις αυτάς, εκλέγονται βουλευταί, δήμαρχοι κ.λπ. και ενασκούσιν αμέριστον επιρροήν, δι' αυτών δ' επί τέλους οι δυνατοί επιβάλλονται εις το Kράτος και διορίζονται υπουργοί (...) εις τας ληστοφόρους επαρχίας εντόπιος τις συνήθως ηγείται της ληστείας, ούτος υποστηριζόμενος υπό των πλέον διεστραμμένων της επαρχίας επιβάλλεται, ούτοι δε διά των τοιούτων αρχηγών γίνονται βουλευταί, δήμαρχοι κ.λπ. και τέλος δι' αυτών τινες επιβάλλονται ως υπουργοί εις το κράτος"".

O Kορωναίος, με αυτή τη θεμελιώδη παρέμβασή του, έθεσε το πρόβλημα της ληστείας στις σωστές βάσεις, όσο και αν ο ρομαντικός εξωτισμός του 19ου αιώνα άρχισε να ωραιοποιεί τους ληστές, να τους εμφανίζει
 ως ανυπότακτους ήρωες και να παρουσιάζει τη δράση τους σαν αυτή να στόχευε στην προστασία των φτωχών και αδυνάτων. H δράση των Aρβανιτάκηδων, όπως και των άλλων συμμοριών αποσκοπούσε στην επιβολή προστασίας εις βάρος νομάδων κτηνοτρόφων και απόμακρων αγροτικών πληθυσμών, καθώς επίσης στην εξαναγκαστική συλλογή ψήφων υπέρ του ενός ή του άλλου υποψηφίου στις εκλογές.

Eνας δικαστικός στο Mεσολόγγι παρατηρούσε εύστοχα ότι: ""αλλαχού ο ληστής είναι αποτρόπαιος εις την κοινωνίαν, ενταύθα ουδείς ληστής άνευ προστάτου..."".

Oμως, ο Σούτσος έφερε τόσο βαρέως τις κατηγορίες που του απηύθυνε ο Kορωναίος, ώστε τον κάλεσε σε μονομαχία, κατά τη διάρκεια της οποίας τον τραυμάτισε σοβαρά. Tελικά, οι ληστές, αφού ο ‘Aρειος Πάγος απέρριψε, στις 4 Iουνίου, την αναίρεση που άσκησαν κατά της καταδικαστικής απόφασης, εκτελέστηκαν στο Πεδίο του ‘Aρεως, στις 07:00 της 8ης Iουνίου, με λαιμητόμο, παρουσία πλήθους κόσμου οι οποίοι τους αναθεμάτιζαν.



Το εξώφυλλο του London Illustrated News, 1870




ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ

O Tύπος συνέχισε να κατηγορεί την κυβέρνηση Zαΐμη ότι προσπαθούσε να αποπροσανατολίσει και να διαστρεβλώσει τη δικαστική έρευνα, να συγκαλύψει τους πραγματικούς ενόχους και να επιρρίψει την ενοχή σε κάποιους άσχετους βοσκούς. Παράλληλα, σε επίσημα διπλωματικά κείμενα διατυπωνόταν η άποψη ότι η Eλλάδα ""τίθεται εκτός του κύκλου των εξευγενισμένων κρατών"" και ότι ""αι ληστείαι συμφωνούνται εν Aθήναις, ένθα και διανέμονται τα χρήματα"".

H κυβέρνηση Zαΐμη αναγκάστηκε να παραιτηθεί στις 6 Iουλίου 1870, καθώς η παραμονή της στην εξουσία συντηρούσε το νοσηρό κλίμα και τα αρνητικά για την Eλλάδα δημοσιεύματα.
Στις 9 Iουλίου, ο βασιλιάς Γεώργιος έδωσε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον Eπαμεινώνδα Δεληγεώργη, αν και δεν διέθετε την απαιτούμενη αυτοδύναμη πλειοψηφία. Ωστόσο, η ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον ηγέτη της πάλαι ποτέ ""Xρυσής Nεολαίας"" (η οποία εμφανίστηκε μετά το τέλος του Kριμαϊκού πολέμου και απαιτούσε αλλαγή του πολιτεύματος και σεβασμό στο Σύνταγμα και στις ελευθερίες του ατόμου) γέννησε ελπίδες ότι θα επερχόταν η κάθαρση στην πολιτική ζωή και θα αποκαλύπτονταν οι πραγματικοί ένοχοι της σφαγής στο Δήλεσι.







"Τον Καιρό των Ελλήνων"

Παραγωγή 1981

Σενάριο και σκηνοθεσία: Λάκης Παπαστάθης
Φωτογραφία :Θόδωρος Μαργας
Μουσική: Γιώργος Παπαδάκης
Σκηνικα-Κοστούμια : Νικος Πολίτης

Ηθοποιοί: Αλέξης Δαμιανός, Κώστας Αρζόγλου, Γιώργος Σαμπάνης, Σταύρος Μερμήγκης, Μιχαήλ
Μαρμαρινός, Συμεών Καπετανάκης, Βαγγέλης Γούσιας, Σταύρος Νικολαΐδης, Υβόννη Μαλτέζου, Μίμης Χρυσομάλλης, Ντίνος Λύρας, Νενα Μεντή, Σμαράγδα Σμυρναίου


Σύνοψη της υπόθεσης:
Στα 1900, μια ομάδα ληστών απάγει έναν νεαρό αστό (Κώστας Αρζόγλου) και καταφεύγει στο βουνό,
περιμένοντας τα λύτρα για την απελευθέρωσή του. Ο νεαρός αναπτύσσει μια σχέση φιλίας με τον
αρχηγό των ληστών (Αλέξης Δαμιανός) και συνειδητοποιεί ότι η ζωή αυτών των παρανόμων είναι πολύ πιο αυθεντική απ’ τη δική του. Ταινία με αναφορές στον Βιζυηνό, τον Παπαδιαμάντη, τον λαϊκό
πολιτισμό: οι παλιές φυλλάδες, τα πρόσωπα, οι  μύθοι, οι ρωμέικες παραδόσεις και τελετουργίες, η
βαθιά θρησκευτικότητα. 'Ολα αυτά με φόντο το σκληρό ορεινό ελληνικό τοπίο. Μιά βαθιά πολιτική
ταινία.


Βραβεία και διακρίσεις:
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑΣ - ΚΑΛΥΤΕΡΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ - ΣΕΝΑΡΙΟΥ - ΣΚΗΝΟΓΡΑΦΙΑΣ - ΜΟΝΤΑΖ
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ (22ο),  1981







Γιάννης Κιουρτσάκης, "Ο Νεοελληνικός διχασμός και το μυστήριο της Τέχνης"

Ξαναβλέποντας δυο ταινίες του Λάκη Παπαστάθη, "Τον καιρό των Ελλήνων" και "Θεόφιλος"
της Ευάννας Βενάρδου από την  "Ελευθεροτυπία", 2014




Ο «Καιρός των Ελλήνων» είναι μια ταινία με θέμα την απαγωγή ενός αστού από μια συμμορία ληστών στην Ελλάδα του τέλους του 19ου αιώνα. Μέσα από την εμπειρία του αυτή, ο αστός αντιλαμβάνεται το χάσμα που υπάρχει ανάμεσα στη δική του παιδεία και στην παράδοση που κουβαλούν οι ληστές. Και σε επιστολές του προς τη γυναίκα του τονίζει την επιτακτική για τον τόπο ανάγκη να ενταχθούν στον τακτικό στρατό οι ληστές. Κάτι που τελικά κάνει ο αρχηγός της συμμορίας: εγκαταλείπει τους συντρόφους του και, με τη βοήθεια του πρώην ομήρου του, προσχωρεί στον εθνικό στρατό. Συντριβή...

Ο συγγραφέας προσέγγισε την ταινία αυτή ως έναν στοχασμό «πάνω στο διχασμό του νεοελληνικού κόσμου ανάμεσα στον αστικό και στο λαϊκό πολιτισμό του».

Και μνημονεύει μια πολύ χαρακτηριστική σκηνή της ταινίας: οι ληστές εισβάλλουν στο νεοκλασικό αρχοντικό «στη μέση μιας οικογενειακής γιορτής, όπου τα παιδιά των αστών, ντυμένα με "εθνικές ενδυμασίες", απαγγέλλουν στομφώδη πατριωτικά ποιήματα, ενώ οι γονείς τραγουδούν, με συνοδεία πιάνου, κωμειδυλλιακά άσματα που υμνούν τους λόγκους και τις βρυσούλες του ελληνικού βουνού». Τότε ακριβώς, όμως, είναι που γίνεται η εισβολή του αληθινού βουνού: «του αληθινού βιώματος που έρχεται να ανατρέψει βίαια τις εξιδανικεύσεις και τα ρηχά φαντασιοκοπήματα των αστών. Για να ακολουθήσει η κλασική στη λιτότητά της αναπαράσταση του βίου των ληστών στο βουνό, όπως αυτός συμπυκνώνεται πρώτα πρώτα στο συγκλονιστικό πρόσωπο του αρχιληστή-Αλέξη Δαμιανού».

Ο Κιουρτσάκης παραδέχεται πως όταν είχε πρωτοδεί την ταινία του δημιούργησε αμηχανία η ενσωμάτωση στον πρόλογο της ταινίας κάποιων αποσπασμάτων από τη «Μαρία Πενταγιώτισσα» του πρωτοπόρου Ελληνα κινηματογρσφιστή Αχιλλέα Μαδρά (1928), που πρώτος καταπιάστηκε με τους ληστές. «Αποσπάσματα άκρως αφελή, γεμάτα πατριωτικό στόμφο, που προκαλούν το μειδίαμα του σημερινού θεατή». Κι όμως, ο Λάκης Παπαστάθης ακούγεται να λέει: «Να δοξαστεί αυτή η αφέλεια».

Θα έλεγε κανείς, στοχάζεται ο συγγραφέας, πως ο σκηνοθέτης «γυρεύει επίμονα να πάρει τις αποστάσεις του από την ίδια του την ειρωνεία και να υπονομεύσει έτσι την ίδια του την υπονόμευση».
Αν και επικεντρώνεται στο ληστρικό βίο, η αφήγηση του Παπαστάθη δεν «λαϊκίζει». Αντίθετα, υποστηρίζει ο Κιουρτσάκης, η μορφή της ταινίας είναι ηθελημένα στιλιζαρισμένη και αφαιρετική: αργά, μέχρι ακινησίας πλάνα, τελετουργικές χειρονομίες, λιγοστά αλλά βαρυσήμαντα λόγια. «Με την ίδια τη μορφή της, η ταινία υπογραμμίζει το χάσμα που μας χωρίζει πια όλους από το ζωντανό λαϊκό πολιτισμό».

Αυτός ο διχασμός μεταξύ των δύο κόσμων, καταλήγει, ενυπάρχει και στο σκηνοθέτη και στο θεατή. Και η «ελληνικότητα» ως ιδεολόγημα «έχει δραστικά ανασκευαστεί, με την κατάδειξη του χιμαιρικού και αδιέξοδου χαρακτήρα της».

Ο Καπετάνιος  ψέλνει συνέχεια τροπάρια, κάτι ανάμεσα σε Καραλίβανο και Θεοχάρη.  Τα παρόντα και απαστράπτοντα, σε όλες τις καίριες στιγμές τους έργου, εξωκλήσια.  Ο κώδικας τιμής των Κλαριτών, το τυπικό της ομηρίας, οι μακριές φουστανέλες, η μπέσα, η προδοσία, το Βουνό, τα Μάρμαρα, οι Βρύσες, τα Πλατάνια. Η κλέφτικη τακτική στον πόλεμο και του ψυχολογικού συμπεριλαμβανομένου.
 Η πατριδοκαπηλία, η αστική τάξη, ξένη και αλαργινή, με κάποιες κρίσεις συνειδήσεως.
 Από τις συγλκονιστικότερες σκηνές: εκεί που γονατιστό το Πρωτοπαλίκαρό  φιλάει την λερωμένη και ματωμένη φουστανέλα του Καπετάνιου. Σαν  ράσο παπά....

Η ένταξη του Καπετάνιου στον “αστικό στρατό”, το Πρωτοπαλίκαρό του ο ληστής  ο οποίος είναι έτοιμος να του κόψει τον λαιμό γιατί όπως λέει “τους πούλησε”  και η απάντηση του Καπετάνιου  ..... "υπάρχει και Πατρίδα...”