Το μαγαζί της Σώταινας

03 Αυγούστου 2017





Βόλος
οδός Χατζηαργύρη, μεταξύ Δημητριάδος και Ιάσονος, γύρω στα 1990

- "Η ταβέρνα ήταν βαμμένη εξωτερικά, με μπλε λαδομπογιά. Ταμπέλα δεν είχε. Τζάμια δεν είχε. Με τον καιρό, όταν έσπαγε κανένα τζάμι, αντικαθίστατο με κάποιο κόντρα πλακέ, βαμμένο κι αυτό με λαδομπογιά, στο χρώμα που αναφέραμε.
Ταβέρνα, τρόπος του λέγειν. Τα λίγα αντικείμενα, που υπήρχαν στο εσωτερικό, ήταν τα εξής: Τρία τετράγωνα τραπέζια, καλυμμένα επάνω με κάτι λιγδιασμένα τραπεζομάντιλα, που είχαν παραστάσεις από διάφορα φρούτα. Από τη μεριά του μακρύ τοίχου, υπήρχε ένα μακρόστενο κοντό ψυγείο με βιτρίνα, παλιάς τεχνολογίας, βρώμικο και λιγδιασμένο. Μέσα στο ψυγείο αυτό, δεν υπήρχε τίποτα το φαγώσιμο.
Το μαγαζί, διέθετε λίγα αναψυκτικά, αλλά ήταν εκτός ψυγείου, γιατί εκείνο ήταν από καιρό εκτός λειτουργίας. Στο πίσω μέρος, στη γωνία που σχημάτιζαν οι δύο τοίχου, υπήρχε ένα «τζου μπόξ». Πρέπει να πούμε, ότι κι αυτό, είχε τη λίγδα του. Δύο κάδρα, φτηνές αναπαραγωγές, έργων μεγάλων ζωγράφων, διακοσμούσαν τούς κιτρινισμένους από την τσιγαρίλα, τοίχους. Το ένα ήταν ακριβώς πάνω από το μακρύ ψυγείο, και απεικόνιζε ένα ναυτικό, με το στοφόδες βλέμμα του - που σε κοιτούσε σαν να γύρισε όλες τις θάλασσες του κόσμου - και το τσιμπούκι του. Στον άλλο τοίχο, έστεκε κιτρινισμένη η Τζογκόντα του Ντα Βίτσι. Σ' ένα σημείο το κάδρο αυτό, παρουσίαζε ένα φούσκωμα, ίσως από την υγρασία. Το περιβάλλον αυτό, με όλα τα αντικείμενα λιγδωμένα - από τα τραπέζια και τις καρέκλες, μέχρι και το νταβάνι - δεν θα σου δημιουργούσε καμία μεγάλη κακοδιαθεσία, να θέλεις να φύγεις από εκεί μέσα.

Από τα σπλάχνα τον μαγαζιού, αναδύονταν μια ανυπόφορη μπόχα. Η δυσοσμία αυτή είχε μια αιτία, πολύ συγκεκριμένη. Θα μπορούσε την αιτία της, να την εξηγήσει κάποιος που διέθετε βλέμμα παρατηρητικό και λίγο αδιάκριτο ...
Η ιδιοκτήτρια είχε καμιά μισή ντουζίνα γάτες, κι επειδή τις αγαπούσε πολύ, τις έκλεινε πάντα μέσα. 'Έτσι ήταν φυσικό επακόλουθο αυτές, πάνω στην ανάγκη τους, να μετατρέψουν τον επάνω χώρο, του παταριού, σε τουαλέτα.



 Το μαγαζί της "Σώταινας", η Κατερίνα - Σώταινα με θαμώνες
 φωτό Μιχάλης Πόρναλης, "Εν Βόλω".


- Στη φωτό  καθιστός στο τραπέζι με την άσπρη μπλούζα είναι ο Λεωνίδας. Η ιστορία του καταστήματος...

- Αν θυμάμαι καλά ο Λεωνίδας ήταν ο αγαπητικός της Παναγιώτας που είχε οίκο ανοχής στο στενό του Κλαουδάτου και είχε ένα μηχανάκι Ζούνταπ.
Στην Σώταινα σύχναζαν όλα τα "μάτια της ασφάλειας Βόλου" μέχρι και το κάθαρμα ο Μπουραντάνης εκεί πήγαινε...

Ioannis Papadam - Fb "Η Μαγνησία Στο Πέρασμα Του Χρόνου"



- Η ιδιοκτήτρια ήταν μια γριά, με κάτι ξέπλεκα, ασπρόξανθα μαλλιά. Η εμφάνισή της, ο τρόπος και τα φερσίματά της, σαν έδιναν την εντύπωση (που σου άφηνε μια γλυκιά ανάμνηση) μιας μάγισσας. Δεν μιλούσε σχεδόν καθόλου, και όταν σέρβιρε τ' αναψυκτικά, μετά καθόταν μακριά μόνη της σε μια γωνιά. Ο άντρας της είχε πεθάνει εδώ και πολλά χρόνια. Τότε η ταβέρνα αυτή, ήταν στις δόξες της. 'Όποιος διαβάτης περνούσε τότε απ' έξω, οποιαδήποτε ώρα και στιγμή, άκουγε όλο τραγούδια και φωνές.
Γι' αυτήν την ταβέρνα, μιλούσαν τότε, πολύ άσχημα. Μιλούσαν ακόμη και για μαχαιρώματα. Τέτοια φήμη είχε αποκτήσει με τον καιρό, το στέκι του Σώτου. Ήταν αλήθεια όλ' αυτά; 'Ηταν αλήθεια ότι ήταν το στέκι αυτού που λέγονταν υπόκοσμος; 'Ήταν υπερβολές; 'Ηταν συκοφαντίες της «καθώς πρέπει» κοινωνίας μας; Ποιος ξέρει; Αυτό ήταν το μαγαζί του Σώτου.

Η Σώταινα είχε πάρει αυτό το όνομα, το όνομα του άντρα της, ακόμα και στο θάνατο. Σώταινα την έλεγε όλος ο κόσμος. Και καθώς τα χρόνια περνούσαν, λησμονήθηκε πλέον το δικό της. Ξεχασμένη και μόνη απ' όλους έφυγε από τη ζωή, πήρε τη θέση της στον παράδεισο, δίπλα στις άλλες αγαθές υπάρξεις. Μια θέση δίπλα στις άλλες αγαθές ρεμπέτισσες που πέρασαν από την ψεύτικη αυτή ζωή, με τους αχάριστους ανθρώπούς της. Τέτοια σεμνή και ρεμπέτικη, ήταν η ζωή της. Το μαγαζί εκείνο, από τότε γκρεμίστηκε και εξαλείφθηκε από τη μέση εκείνη η βρωμιά, εξυγιάνθηκε, καθαρίστηκε και καυτηριάστηκε η κοινωνία μας από εκείνο το σπυρί...



από το βιβλίο "Αντάμωμα ψυχών" του Ανδρέα Χριστοδούλου 
επιμέλεια: Θανάσης Γέρμανος, (απόσπασμα - αναδημοσίευση   από το "Η Μαγνησία Στο Πέρασμα Του Χρόνου" - Fb)








Fb "Η Μαγνησία Στο Πέρασμα Του Χρόνου"
 σχόλια και μαρτυρίες των  αναγνωστών


- Το εθνικό ποτό του καταστήματος ήταν η μέντα!
Το όνομα της Σώταινας ήταν Κατίνα και το τζουκ μποξ όταν ρετάριζε, το επισκεύαζε ο Χρήστος Καραουλάνης!

-  Αρκετοί περιθωριακοί, όχι λόγω εγκληματικότητος αλλά λόγω ρατσισμού, εύρισκαν καταφύγιο εκεί. Αρκετοί από αυτούς μπαινόβγαιναν στο ψυχιατρείο σαν τον Θύμιο και τον Βασίλη Χατζηκυριάκο. Σύχναζαν επίσης αρκετοί ναυτικοί, θυμάμαι τον Νίκο Σταματίου ή Παπάκια, που διηγούνταν απίστευτες ιστορίες και για τις οποίες η κυρά Κατίνα έλεγε "αύριο δεν θα τις θυμούνται ούτε οι ίδιοι"......

Dimitrio Valentino - Fb "Η Μαγνησία Στο Πέρασμα Του Χρόνου"


- Η Σώταινα συνήθως ἦταν ξανθιά μέ δύο χρυσούς κρίκους γιά ἐνώτια. Ἐπίσης ἐπάνω ἀριστερά ἔφερε καί δύο χρυσά δόντια. Πολλές φορές ἔξω ἀπό τό κατάστημα περνοῦσε μέ τό πράσινο ποδήλατό του τό ὄργανον τῆς τάξεως, ὁ γνωστός Μπουραντάνης. Ἔριχνε μία ὕποπτη ματιά καί συνέχιζε βαρύς καί ἀσήκωτος τόν δρόμο του...

Giorgio Asderis - Fb "Η Μαγνησία Στο Πέρασμα Του Χρόνου"


- Το συγκεκριμένο μαγαζί έχει ακουστεί ότι κάποτε ήταν στις δόξες του, έχει γραφτεί μάλιστα τραγούδι που το αναφέρει στους στίχους του, "Στου Βόλου τις ακρογιαλιες"... Ωστόσο κάποια πραγματα πικρές αλήθειες δηλαδή πρέπει να ειπωθούν. Σε ηλικία 16 ετών πρωτοπήγα στην Σώταινα, πράγματι πηγαίνανε οι λεγόμενοι μάγκες του Βόλου. Ας αφήσουμε στην άκρη τα τότε ονόματα. Εμείς, μια παρέα παιδιών οι οποίοι σύχναζαμε στον Υδροχόο, είχαμε την περιέργεια και την αναζήτηση της ηλικίας. Πήγαμε και ξαναπηγαμε και όντως η άσχημη οσμή ήταν τόση, που όταν ήθελες να ουρήσεις δεν πήγαινες στην μικρή και κοινή τουαλέτα που είχε, αλλά απέναντι στον τοίχο της τράπεζας. Ωστόσο με το πέρασμα του χρόνου καταλάβαινες και τον λόγο που έμενε ακόμη ανοιχτό το συγκεκριμένο μαγαζί και το ποσό κακό έκανε σε νέους που η αναζήτηση της εφηβείας, τους οδηγούσε σε άσχημα μονοπάτια.
Συγκεκριμένα είναι και ήταν τα ερωτήματα. Γιατί οι τότε υπηρεσίες του Βόλου αφήνανε να λειτουργεί ένα τέτοιο μαγαζί, στην καρδιά του Βολου; Ο λόγος που σήμερα είναι προφανές ήταν ένας. Το μαγαζί ήταν το μάτι της ασφάλειας του Βόλου. Οτιδήποτε πριν καν γίνει, η ασφάλεια το ήξερε. Ό "κύριος στην πόρτα δίπλα που κάθεται, έβγαζε το μεροκάματο με το αζημίωτο!!! Και φυσικά όχι από τις μπύρες και τις μεντες που έπιναν κάποιοι για να γεμίσουν την κεφάλα τους... Τέλος πάντων, σε αυτό το στέκι κάποιοι νέοι καταστράφηκαν, για να πάρουν κάποιοι μεγαλύτερα και περισσότερα γαλόνια. Κάποιοι αλκοολικοί είχαν ένα στέκι για να πίνουν και κάποιοι διακινούσαν το χασίς στην πόλη ανενόχλητοι με την προστασία της ασφάλειας....

Josef Palantzas - Fb "Η Μαγνησία Στο Πέρασμα Του Χρόνου"



γενική επιμέλεια αφιερώματος: J.Eco