Αυτοδίδακτος Αμερικανός φωτογράφος, γεννήθηκε τον οκτώβριο του 1947 και έγινε γνωστός για τις εικόνες της Αμερικής την δεκαετία του 70 καθώς και για την πρωτοποριακή χρήση του χρώματος στην τέχνη της φωτογραφίας.
Ξεκίνησε το ενδιαφέρον του για τη φωτογραφία από πολύ μικρή ηλικία. Στην ηλικία των έξι ετών είχε στην κατοχή του έναν πλήρη σκοτεινό θάλαμο. Στα δέκα, έπεσε στα χέρια του το βιβλίο "American Photographs" του Walker Evans, ο οποίος και τον επηρέασε πολύ στα κατοπινά χρόνια.
Stephen Shore
Στα δεκατέσσερά του παρουσίασε τις φωτογραφίες του στον Edward Steichen, τότε έφορο της φωτογραφίας στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης - ΜοΜΑ, που αναγνώρισε το μεγάλο του ταλέντο.
Το 1971, στα δεκαεπτά του χρόνια, ήρθε σε επαφή με τον Andy Warhol και το φωτογραφικό του studio. Στα εικοσιτέσσερά του ο Shore έγινε ο δεύτερος φωτογράφος εν ζωή που έκανε ατομική έκθεση στο Μητροπολιτικό Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης.
Από το 1982 κατέχει την θέση του Διευθυντή Φωτοτογραφικών σπουδών στο Bard College NY, και το 2010, έλαβε τιμητική υποτροφία από το Royal Photographic Society.
κείμενο: J.Eco
Stephen Shore
κείμενο: Θοδωρής Μάρκου
thodorismarkou.com, (απόσπασμα - αναδημοσίευση)
Οι δεκαετίες του ’50 και του ‘60 είναι μια σημαντική εποχή για τις τέχνες και την κοινωνία στην Αμερική, με τους baby boomers και τη σημαντική αύξηση του βιοτικού επιπέδου, τον Andy Warhol και την pop art, το rock’n’roll, τους beatnik συγγραφείς, το κίνημα των χίπις. Η φωτογραφία δεν μένει πίσω στις εξελίξεις αυτές, με τον Gary Winogrand, τον Lee Friedlander, τον Bruce Davidson, την Diane Arbus, τον Joel Meyerowitz και άλλους, να καταγράφουν με τον δικό τους ξεχωριστό τρόπο τη ζωή στις μεγαλουπόλεις.
Την ίδια εποχή, μια σειρά από φωτογράφοι πατάνε στα βήματα του Walker Evans, και φωτογραφίζουν την αμερικάνικη επαρχία. Η προσέγγισή τους είναι επιτηδευμένα «τοπογραφική» και παγερή, χωρίς προσπάθεια για καλλιτεχνία ή αποτύπωση συναισθήματος. Οι εικόνες που παράγονται είναι γεμάτες οπτική πληροφορία αλλά δεν εκφέρουν άποψη για τον κόσμο, ούτε αναδεικνύουν κάποιο θέμα. Η επιτομή του συγκεκριμένου στυλ έρχεται με μια έκθεση στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης (MoMA) της Νέας Υόρκης, το 1975, ονόματι «New Topographics: Photographs of a Man-Altered Landscape». Από τους δέκα φωτογράφους που συμμετέχουν στην έκθεση, μόνο ένας φωτογραφίζει σε χρώμα. Αυτός είναι ο Stephen Shore. Η έκθεση επηρεάζει σημαντικά τη φωτογραφία τοπίου και, με την εμφάνιση του «έγχρωμου» William Eggleston ένα χρόνο μετά και την αποδοχή του χρώματος στην καλλιτεχνική φωτογραφία, ο Stephen Shore εξελίσσεται σε ένα από τους πιο σημαντικούς φωτογράφους της εποχής του.
Η πρώτη επαφή του Stephen Shore με το χρώμα στηρίζεται πάνω στην αισθητική του snapshot. Εμφανώς επηρεασμένος από τη φιλία του με τον William Eggleston, και εντυπωσιασμένος από την αμερικάνικη επαρχία, αποφασίζει το 1972 να κάνει ένα road trip και να καταγράψει ενδελεχώς τα αστικά τοπία, τη ζωή στις επαρχιακές κωμοπόλεις αλλά και την ίδια του την καθημερινότητα κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. Χρησιμοποιεί αποκλειστικά μια point-and-shoot μηχανή με 35mm έγχρωμο φιλμ και η συμπεριφορά του είναι «τουριστική», αφού παραδέχεται και ο ίδιος ότι «φωτογράφιζα σχεδόν κάθε γεύμα που έτρωγα, κάθε άνθρωπο που συναντούσα, κάθε σερβιτόρο ή σερβιτόρα που με σέρβιρε, κάθε κρεβάτι στο οποίο κοιμόμουνα, κάθε τουαλέτα. Επίσης όμως, φωτογράφιζα δρόμους στους οποίους οδηγούσα, κτίρια που έβλεπα. Απλά πάρκαρα το αυτοκίνητο και έλεγα οκέυ, να μια εικόνα που θέλω…». Ονομάζει το συγκεκριμένο project American Surfaces, επιστρέφει στη Νέα Υόρκη, το προβάλλει σε έκθεση αλλά παίρνει αρνητικές κριτικές. Πεπεισμένος ότι σημαντικό ρόλο στις αρνητικές κριτικές έπαιξε η χαμηλή ποιότητα των τυπωμάτων, ξεκινάει εκ νέου το road trip αλλά αυτή τη φορά αποφασίζει να δουλέψει με μηχανή μεγάλου φορμά.
Η αλλαγή του εξοπλισμού τον αναγκάζει να χρησιμοποιεί τρίποδο και να στήνει προσεκτικά τα κάδρα του. Μέσα από αυτή τη διαδικασία χάνει την ταχύτητα και την αισθητική του snapshot, αλλά αποκτάει μια καινούργια οπτική προσέγγιση. Οι φωτογραφίες του τώρα είναι μακρινές, κρατάνε μια απόσταση από τον κόσμο, σαν εικόνες που βλέπει ένας συνοδηγός μέσα από το τζάμι του αυτοκίνητου σε ένα μεγάλο ταξίδι. Πλέον οι συνθέσεις του δεν στηρίζονται σε κάποιο κεντρικό θέμα, αλλά δημιουργούν φωτογραφικές σκηνές με μεγάλη λεπτομέρεια και αρκετά ενδιαφέροντα στοιχεία, τα οποία λειτουργούν αρμονικά μεταξύ τους.
Το ταξίδι του διαρκεί μια δεκαετία. Το 1982 κυκλοφορεί το βιβλίο Uncommon Places, το οποίο τοποθετεί τον Shore στο πάνθεον της φωτογραφίας. Η ύπαρξη του χρώματος στις εικόνες του είναι φυσική συνέχεια των σκηνών που καταγράφει. Ο Stephen Shore δεν «κυνηγάει» το χρώμα, ούτε επιλέγει συγκεκριμένες συνθέσεις ώστε να αναδείξει την ύπαρξή του. Οι φωτογραφίες του αποτυπώνουν τον αληθινό και άκρως φυσιολογικό κόσμο, από τη θέση ενός μακρινού παρατηρητή ή ενός περαστικού, αποφεύγοντας τα κοινωνικά σχόλια. Παγωμένες, αποστασιοποιημένες από γεγονότα και στιγμές, και ενίοτε λυρικές, χρησιμοποιούν το χρώμα σαν «άγκυρα». Το χρώμα φροντίζει να κρατήσει τις εικόνες αυτές προσγειωμένες, προσδίδοντας τους μια αίσθηση καθημερινότητας και προσκαλώντας τον θεατή να τις εξερευνήσει σα να είναι απλά μια πραγματικότητα.
Το Uncommon Places του Stephen Shore παραμένει βίβλος της έγχρωμης φωτογραφίας αφού, παρέα με τις δουλειές του William Eggleston, κατάφερε να νομιμοποιήσει την έγχρωμη φωτογραφία ως έργο τέχνης. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι επέτρεψε στο έγχρωμο μεγάλο φορμά να περάσει από την εμπορική εκμετάλλευση στην τέχνη, φέρνοντας μαζί και χαρακτηριστικά όπως η αποστασιοποιημένη προσέγγιση, η έμφαση στη λεπτομέρεια και η ψυχρή καταγραφή της πραγματικότητας. Έτσι, έστρωσε το δρόμο για την αλματώδη αύξηση της «νεο-τοπογραφίας» και επηρέασε σε μεγάλο βαθμό μεταγενέστερους φωτογράφους όπως ο Joel Sternfeld, o Andreas Gursky, ο Alec Soth και αρκετούς άλλους.
Ο φωτογράφος που προεικόνισε την αισθητική των κοινωνικών δικτύων, γίνεται επίκαιρος ξανά.
κείμενο: 'Εϊμι Αγγέλου - (αναδημοσίευση)
πηγή: lifo.gr, 10/2013
Το MoMa τον Οκτώβριο του 2013 έκανε την έκθεση “XL: 19 New Acquisitions in Photography” με θέμα την καριέρα του Shore. Το Νοέμβριο, της ίδιας χρονιάς η Sprüth Gallery Magers στο Λονδίνο θα φιλοξενήσει αναδρομική του έκθεση και στις αρχές του 2014, η Πινακοθήκη Rose στο Λος Άντζελες παρουσίασε μια επιλογή από το έργο του.
Τι κάνει τον Shore τόσο επίκαιρο ξαφνικά; Στην σύγχρονη φωτογραφική μας κουλτούρα, το δικό του έργο μοιάζει ταυτόχρονα αντίδοτο και πρόδρομος, σχεδόν προφητικό. "Ήθελα να κάνω τις εικόνες να φαίνονται φυσικές, τόσο φυσικές όσο η αίσθηση της όρασης, να μην είναι μια απόπειρα να πάρουμε κάτι από τον έξω κόσμο και να το μετατρέψουμε σε έργο τέχνης", λέει.
Ο στόχος του, συνεχίζει, δεν ήταν οι "κρίσιμες στιγμές" του Henri Cartier-Bresson, αλλά ακριβώς το αντίθετο: οι στιγμές όπου τίποτα δεν συνέβη, όπου ο πολιτισμός της αισθητικής, η σημειολογία της, κοιμόταν. "Δεν σκεφτόμουν την "ομορφιά πολύ. Είδα τον εαυτό μου ως έναν εξερευνητή" . Είχε κάνει οπτικά ημερολόγια στα οποία έπαιρνε ένα στιγμιότυπο από κάθε γεύμα που έτρωγε, πρόσωπα που συναντούσε, το κρεβάτι όπου κοιμόταν. Σήμερα, τα στιγμιότυπα αυτά μάς είναι οικεία: Μοιάζουν με ένα proto-Instagram, χωρίς τα φιλάρεσκα φίλτρα .
Υπήρξαν και αντιδράσεις βεβαίως, αφοριστικές: η συγγραφέας Lynne Tillman είπε χαρακτηριστικά: "Οι φωτογραφίες του, μερικές φορές, μοιάζουν από κοντά με φο μπιζού, φτηνές και άθλιες." Ο Geoff Dyer, στο βιβλίο του The Ongoing Moment έδωσε σε μία απο αυτές το φανταστικό βραβείο για την πιο " Άηδιαστική εικόνα ενός κρεβάτιού " ( the most disgusting picture of a bed ) . Ο ίδιος δίνει έναν ενδιαφέροντα και πολύ καθαρό ορισμό της τέχνης του: "Σε έναν πίνακα ζωγραφικής, έχουμε τα βασικά δομικά στοιχεία και καταλήγουμε σε κάτι που είναι πιο πολύπλοκο από ό, τι ξεκινήσαμε αρχικά. Είναι μια συνθετική μέθοδος. Στην φωτογραφία, κάνουμε το αντίθετο: Παίρνουμε τον κόσμο, και βάζουμε μια σειρά σε αυτόν, τον απλοποιούμε".
Το έργο του Stephen Shore έχει δημοσιευθεί ευρέως τα τελευταία σαράντα χρόνια. Ήταν ο πρώτος φωτογράφος εν ζωή που έκανε ατομική έκθεση στο Metropolitan Museum of Art στη Νέα Υόρκη μετά τον Alfred Stieglitz. Είχε,επίσης, one-man shows στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης, στο George Eastman House στο Rochester, στην Kunsthalle, στο Dusseldorf, στο Hammer Museum του Los Angeles, στο Jeu de Paume στο Παρίσι, στο Art Institute of Chicago.
'Εχει λάβει υποτροφίες από το Guggenheim Foundation και το National Endowment for the Arts.
Η σειρά των εκθέσεών του στο Light Gallery της Νέας Υόρκης στις αρχές του 1970, πυροδότησε νέο ενδιαφέρον για την έγχρωμη φωτογραφία και την χρήση της κάμερας ως καταγραφή της πραγματικότητας.