Seydou Keita

20 Μαρτίου 2021




Ο πατέρας της αφρικανικής φωτογραφίας 




Αυτοδίδακτος φωτογράφος πορτραίτων, κατέγραψε με τη μεγάλου φορμά μηχανή του, την κοινωνία του Μπαμάκο (πρωτεύουσα του Μάλι), κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης περιόδου αποαποικιοποίησης της χώρας από το γαλλικό κράτος.  Αγάπησε τους ανθρώπους και υπηρέτησε μέσω της φωτογραφίας την ανάγκη τους για ελευθερία και ανεξαρτησία. Κύριο μέλημά του ήταν η ομορφιά και η ισότητα αυτών που φωτογράφιζε. Έμεινε στην αφάνεια μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Η ανακάλυψή του έστρεψε το ενδιαφέρον της Δύσης στο ογκώδες έργο του και στην αφρικανική φωτογραφία εν γένει.  

Ο Seydou Keita ανήκει στην πρώτη γενιά των φωτογράφων που βγήκαν από τη σπουδαία καλλιτεχνική παράδοση του Ομοσπονδιακού κράτους του Μάλι. Γεννήθηκε το 1921 (η ακριβής ημερομηνία δε μας είναι γνωστή) στο Μπαμάκο, στη πρωτεύουσα του Μάλι, και πέθανε το 2001 στο Παρίσι. Ήταν το μεγαλύτερο παιδί σε μια πενταμελή οικογένεια ξυλουργών. Δεν πήγε σχολείο ενώ από την ηλικία των 7 ετών εργαζόταν σα μαθητευόμενος ξυλουργός στην οικογενειακή επιχείρηση.

Η επαφή του με τη φωτογραφία ξεκινάει το 1935, σε ηλικία 14 ετών. Αποκτά την πρώτη του φωτογραφική μηχανή, μια Kodak Brownie, με φιλμ 8 φωτογραφιών, έπειτα από ένα ταξίδι του θείου του στη Σενεγάλη.  Ο Keita γοητεύεται. Ξεκινά να φωτογραφίζει την οικογένεια, τους φίλους καθώς και τους μαθητευόμενους στο εργαστήρι ξυλουργικής. Οι πρώτες του προσπάθειες ήταν απογοητευτικές αλλά επιμένει και συνεχίζει να προσπαθεί... 





Συμβουλές και βοήθεια στην προσπάθειά του δέχτηκε αφενός από έναν καθηγητή δημοτικού σχολείου, ο οποίος στο στούντιο που είχε στο σπίτι του υποστήριζε τους νέους φωτογράφους (Mountaga Dembele) και από το γάλλο φαρμακοποιό, Pierre Garnier. Το 1948, ο Κειτά ανοίγει το δικό του φωτογραφικό στούντιο. Δούλεψε σα φωτογράφος από το 1948 έως το 1962. Αγόρασε μια μηχανή μεγάλου φορμά, 13Χ18 από τον Pierre Garnier, με σπασμένο το αναδιπλούμενο πορτάκι και αυτή τη μηχανή χρησιμοποίησε σε όλη τη διάρκεια της δραστηριοποίησής του.

Ο Keita φωτογράφιζε παιδιά, γυναίκες, άντρες, ζευγάρια, παρέες, εντός και εκτός στούντιο, και αυτά τα πορτραίτα των πελατών του αποτελούν το έργο του. Ο Keita έκανε πορτραίτα για ατομική χρήση των πελατών του, που σημαίνει ότι οι φωτογραφίες αυτές ήταν για τους πελάτες του ένας τρόπος επικοινωνίας με τις οικογένειές τους. Αποτελούσαν απόδειξη ότι κατάφεραν να φτάσουν στην πρωτεύουσα. Μέχρι τότε υπήρχε δυσπιστία στους λευκούς φωτογράφους. Ο Keita δεν ήταν ο πρώτος φωτογράφος στούντιο στο Μπαμάκο, ήταν όμως γηγενής.

Ο Keita φωτογράφισε στο στούντιο, φωτογράφισε σε σπίτια και ταξίδεψε σε αγροτικές πόλεις για να τραβήξει φωτογραφίες ταυτότητας. Στην επαρχία σε κάποιες περιπτώσεις και στην πρωτεύουσα, οι άνθρωποι, οι αγρότες ίσως και να μην είχαν ξαναδεί φωτογραφική μηχανή. Κυριαρχούσαν μύθοι πώς αν ο φωτογράφος σε φωτογραφίσει θα σου κλέψει την ψυχή και θα πεθάνεις, άλλοι θεωρούσαν ότι ο φωτογράφος μέσα από το φακό θα τους δει γυμνούς. Ο Keita κατάφερνε να καλλιεργήσει εμπιστοσύνη και να τους πείσει να αφεθούν στο φακό του και να τραβήξει μια φωτογραφία.

Κατά τη δεκαετία του ’50 που ο Keita δραστηριοποιήθηκε σα φωτογράφος, το Μάλι βίωνε ιστορικές αλλαγές. Η χώρα, η οποία ήταν γαλλική αποικία από το τέλος του 19ου αιώνα όδευε προς την κατάκτηση της εθνικής της ανεξαρτησίας. Στην κοινωνία του Μπαμάκο έπνεε αέρας ελευθερίας. Οι άνθρωποι όριζαν εκ νέου την ταυτότητά τους και είχαν πλέον τη δυνατότητα να διαλέξουν αν θέλουν να προσεγγίσουν την κουλτούρα της Δύσης, να απομακρυνθούν ή να επιστρέψουν στην τοπική παράδοση.







Αυτή η μετακίνηση και αλλαγή της κοινωνίας προσφέρεται σήμερα μέσα από το έργο του Seydou Keita.  Φωτογράφιζε κυρίως ανθρώπους της μεσαίας τάξης και της ελίτ. Κατά τη δημιουργία των φωτογραφιών ο Keita είχε ένα σκοπό: τα πρόσωπα του να φαίνονται όμορφα αλλά και να φαίνεται ότι ανήκουν μεσαία τάξη ακόμα και αν δε βρίσκονταν εκεί. Αποτύπωσε δηλαδή τη μπουρζουαζία ή όσους ήθελαν να ενταχθούν σε αυτή. Οι γυναίκες ήταν όμορφες καλοντυμένες με ακριβά αξεσουάρ και κοσμήματα ενώ οι άντρες φορούσαν είτε ευρωπαϊκά κοστούμια είτε ρούχα της τοπικής παράδοσης και επιδείκνυαν τα ρολόγια, τα αυτοκίνητά τους κλπ. Ο Keita ήθελε να φτιάξει την εξιδανικευμένη εικόνα που είχε ένας κάτοικος του Μπαμάκο για τον εαυτό του – παραδείγματος χάρη, ένας δημόσιος υπάλληλος με εξουσία στην κρατική διαχείριση.

Έχει πει ο ίδιος: «Είναι εύκολο να τραβήξετε μια φωτογραφία. Αλλά αυτό που πραγματικά έκανε τη διαφορά ήταν ότι πάντα ήξερα πώς να βρω τη σωστή θέση και ποτέ δεν έκανα λάθος. Το κεφάλι που στριφογυρίστηκε ελαφρά, ένα σοβαρό πρόσωπο, η θέση των χεριών.. ήμουν σε θέση να κάνω κάποιον να φανεί πραγματικά καλός.»

Φωτογράφιζε με χαμηλή συνήθως γωνία λήψης για να τονίζονται οι εκφράσεις του προσώπου στον εκάστοτε πελάτη και ως επί το πλείστον – όχι καθολικά – με φυσικό φωτισμό. Επίσης τραβούσε συχνά διαγώνια/πλάγια τα πρόσωπά του. 

Εκτός από το να φαίνονται όμορφοι οι πελάτες του, σημαντικό μέλημά του ήταν να μπορούν να αναπαριστούν τους εαυτούς τους με εντιμότητα και ισότητα. Έτσι, ο Keita είχε στο στούντιο ρούχα, παπούτσια, αξεσουάρ όπως καπέλα, γραβάτες, ραδιόφωνα, τηλέφωνα, βέσπες κλπ τα οποία έθετε στη διάθεση των πελατών του, που δεν ήταν εύποροι.

Τα αντικείμενα που διέθετε στους πελάτες σηματοδοτούσαν τον εκμοντερνισμό και την αστικοποίηση της τότε κοινωνίας, ακόμα και αν ο εκμοντερνισμός αυτός σήμαινε να αντιγράφουν τη γαλλική κουλούρα η τη δύση. Συμβόλιζαν την εξουσία και τα δικαιώματα που οι κάτοικοι της χώρας θα ανακτούσαν. Το έργο του λοιπόν αποτυπώνει μια κοινωνία που στην πορεία της προς την ανεξαρτησία φαντασιώνεται μια εξιδανικευμένη κοινωνικοοικονομική κατάσταση και πρόοδο, χτίζει την ιδεατή μελλοντική κατάσταση των ανθρώπων της.

Είναι άνθρωποι που επιζητούν την αλλαγή και την αυγή μιας σοσιαλιστικής κυβέρνησης. Ο κόσμος άλλαζε για αυτούς και η νεότητα του κράτους τους χαρακτήριζε σαν κοινωνία.








Τα πρόσωπα τους στις φωτογραφίες του Keita αποπνέουν σιγουριά, αξιοπρέπεια, ελευθερία, χάρη, αυτοπεποίθηση, χαλαρότητα. Τα πρόσωπα είναι ζωντανά και εξαιρετικά εκλεπτυσμένα. Το σπουδαίο με τον Keita ήταν ότι η ματιά του ήταν πετυχημένη στα τρία βασικά συστατικά της φωτογραφίας πορτραίτου: το φως, το κάδρο, και το πρόσωπο-υποκείμενο της φωτογραφίας. 

Στο background των φωτογραφιών του χρησιμοποιούσε υφάσματα για να δώσει οπτική ενέργεια στα πορτραίτα του. Το πρώτο ύφασμα ήταν το σκέπασμα του κρεβατιού του. Στη συνέχεια, άλλαζε φόντο κάθε περίπου δυο με τρία χρόνια και αυτό τον βοηθούσε να υπολογίζει τη χρονολογία των λήψεων. Άλλες λεπτομέρειες της δουλειάς του ήταν ότι τραβούσε μόνο μία φωτογραφία για κάθε πελάτη. Δεν έκανε όπως έχει πει ο ίδιος καμιά τεχνική αντίστοιχη του φωτοσοπ στην εμφάνιση. Πολλές φορές φωτογράφιζε μέχρι και 40 πελάτες την ημέρα και για να προωθήσει τη δουλειά του, έβαζε στο πίσω μέρος των φωτογραφιών τη σφραγίδα του,

Πέτυχε οικονομικά, έγινε εύπορος και φημισμένος φωτογράφος πορτραίτων στο Μάλι. Το 1963, ο πρόεδρος της νέας κυβέρνησης προσέλαβε τον Keita ως επίσημο κρατικό φωτογράφο. Τα επόμενα 14 χρόνια εργάστηκε σε αυτή τη θέση αλλά τα αρχεία δεν είναι προσβάσιμα. Την ίδια περίοδο, το στούντιο του είχε περάσει στα χέρια του αδερφού, του γιου και των βοηθών του, όμως μέχρι το 1977 που ο Keita συνταξιοδοτήθηκε ο φωτογραφικός του εξοπλισμός είχε κλαπεί και έτσι συνέχισε να εργάζεται ως τεχνίτης φωτογραφικών μηχανών και μοτοποδηλάτων.


Το 1991 πραγματοποιήθηκε μια έκθεση Africa Explores: 20th Century African Art στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης. Εκεί υπήρχαν 7 φωτογραφίες ενός άγνωστου καλλιτέχνη. Ο Jean Pigozzi, συλλέκτης έργων αφρικανικής τέχνης ζήτησε από τον Αντρέ Μανιν, επιμελητής της συλλογής να εντοπίσει τον άγνωστο φωτογράφο. Ο Μανίν πήγε το 1992 στο Μπαμάκο και επισκέφτηκε τον Keita στο μαγαζί του. Εκεί βρήκε τα αρνητικά που είχε φυλάξει ο Keita – αρχείο περίπου 10.000 φωτογραφιών, επέλεξε 921 καλώς διατηρημένα τα έφερε στη Γαλλία και άρχισε να κάνει εκτυπώσεις που έφτασαν το μέγεθος 1,20Χ1,80. Πρώτη φορά ο Keita είδε το αποτέλεσμα της δουλειάς του σε τέτοιο τύπωμα. 


«Τώρα για πρώτη φορά καταλαβαίνω πως η δουλειά μου ήταν πραγματικά καλή.»


Ακολούθησαν εκθέσεις, βραβεία καθώς και συνεργασία του φωτογράφου με το Harper’s Bazaar. Χαρακτηρίζεται πλέον ως ο πατέρας της αφρικανικής φωτογραφίας.

 

 

 κείμενο : Έφη Τσακάλη

 









Seydou Keita




























































Seydou Keita on Harper’s Bazaar et Tati’s shootings,1998















Πηγές: 

https://www.guggenheim.org/artwork/artist/seydou-keita

www.wikipedia.org

https://www.artland.com/artists/seydou-keita

https://ocula.com/artists/seydou-keita/

http://www.seydoukeitaphotographer.com/

https://everyday-i-show.livejournal.com/291856.html#cutid1

https://www.all-about-photo.com/photographers/photographer/125/seydou-keita

https://www.metmuseum.org/art/collection/search/508077

https://black-is-no-colour.tumblr.com/post/171523443661/harpers-bazaar-us-march-1998-on-him-john

https://www.photologio.gr/megaloi-fotografoi/seydou-keita/