Θάνος Μούρραη Βελλούδιος

10 Μαρτίου 2018



Ο Ελάχιστος Φαντασιομέτρης

«Δεν είμαι DADA, αλλά DAGADA»



Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1895 και πέθανε το 1992. Προερχόταν από πλούσια οικογένεια. Ο παππούς του, Αθανάσιος Ρουσόπουλος, ήταν καθηγητής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, ο πατέρας του Βελλούδης καθηγητής Μαθηματικών και Αστρονομίας με καταγωγή από τη Μικρά Ασία. Ηταν μια οικογένεια πανεπιστημιακών με ισχυρές αστικές καταβολές αλλά και με διεθνή εμπειρία μέσω της γιαγιάς του, η οποία ήταν μια Μάρεϊ με ρίζες που έφταναν ώς τον Βρετανό δούκα του 'Αθολ.

Toλμηρός αεροπόρος, διακρίθηκε για τα κατορθώματά του στη Μικρά Ασία, πρωτοπόρος του κινήματος Νταντά στην Ελλάδα, συνθέτης που «ξετούρκεψε τον ζεϊμπέκικο» κατά παραγγελία του Αγγελου Σικελιανού και της Εύας Πάλμερ στις Δελφικές Εορτές, λαογράφος που ασχολήθηκε με τα φαλλικά δρώμενα και τις φορεσιές, ηθοποιός σε ταινίες του Γιώργου Πανουσόπουλου αλλά και του Παντελή Βούλγαρη, «δάσκαλος» του Γιάννη Τσαρούχη, απίθανος λογοπλάστης, κοσμοπολίτης, αριστοκράτης και λαϊκός μαζί, ενέπνευσε ακόμα και τραγούδι από τον Βαμβακάρη.

Ο λόγος για τον πολυσχιδή, καινοτόμο Θάνο Μούρραη-Βελλούδιο (1895-1992), έναν άνθρωπο-ορχήστρα, ο οποίος συνέλαβε την τέχνη αλλά και την Ιστορία ως αέναο παιχνίδι και διαρκή δοκιμασία, ενώ έζησε μια πλούσια σε εμπειρίες και περιπέτειες ζωή διασχίζοντας με ορμή τον 20ό αιώνα.
Πολλά είναι τα επίθετα που ακολουθούν τον Θάνο Μούρραη-Βελλούδιο: Ελληνευρέτης, Ελληνοδίφης, Δέλφις, Ανεμοπόρος.



Θάνος Βελλούδιος, φωτό Ανδρέας Εμπειρίκος



Ο ίδιος επέμενε «Δεν είμαι DADA, αλλά DAGADA!» και προτιμούσε να αποκαλεί τον εαυτό του «φαντασιομέτρη». Τι ακριβώς είναι αυτό; Η μανία του να μαζεύει ευτελή αντικείμενα, κυρίως παλιά εξαρτήματα, και να φτιάχνει έργα τέχνης με αυτά, σαν readymade με ισχυρή συμβολική δύναμη, τα οποία στη συνέχεια ο Ανδρέας Εμπειρίκος τα φωτογράφιζε με εκπληκτικό τρόπο, ενώ ο Βελλούδιος έγραφε μικρά κείμενα με φαντασιακά στοιχεία κάτω από τις φωτογραφίες.


Ολα άρχισαν όταν σπούδαζε στο Κολέγιο του St. Galain της Ελβετίας, ενώ συμμετείχε στις δράσεις του Dada στο περίφημο καμπαρέ «Βολτέρ» της Ζυρίχης. Να πώς ο ίδιος περιγράφει με τον δικό του μοναδικό τρόπο την εμπειρία: «Ο εξάδελφός μου, ο Χανς Βερ Μπασελέ, με επήγαινε τότε εις την οδό των Κατόπτρων, εις την Σπίγκελγκάσε, όπου ήταν κέντρον σουρεαλιστών ή μάλλον ντανταϊστών, όπως ελέγοντο τότε οι πρόδρομοι του σουρεαλισμού, όπως ο Αρπ, ο Μπολ, ονοματίζων το νταντά ως μίαν φάσιν διαμαρτυρίας στους πολύ στενοζωσμένους καλλιτέχνας της εποχής τότε.

»Βλέποντας τα πηδαλιούχα του κόμητος Ζέπελιν είχα βρει ένα τετράφυλλο τριφύλλι απ' έξω από το κτίριον Ουλιρσχόφ, ένα από τα επτά κτίρια του Κολλεγίου εις τον Σαν Γκαλ, και έτσι έπιασα και εζωγράφισα σαν να πούμε ένα τσέπελιν, όχι να ρίχνει βόμβες, αλλά τετράφυλλα τριφύλλια. Αυτή ήταν η πρώτη μου φαντασιομετρική επίδοσις».

Πολλά χρόνια αργότερα, το 2016, όταν γιορτάστηκαν τα 100 χρόνια του Νταντά στο καμπαρέ «Βολτέρ», oι ειδικοί ιστορικοί της ντανταϊστικής περιπέτειας διαμόρφωσαν έναν κατάλογο με 165 καλλιτέχνες. Τότε ο ποιητής και καλλιτέχνης διαμέσων Δημοσθένης Αγραφιώτης, που από τη δεκαετία του '80 παρακολουθεί και προβάλλει το έργο του Βελλούδιου, πρότεινε στην οργανωτική ομάδα να συμπεριλάβει τον μόνο Ελληνα ντανταϊστή, το 166ο στον κατάλογο, τον Θάνο Μούρραη-Βελλούδιο, όπως και έγινε.

Ο Δημοσθένης Αγραφιώτης θυμάται τη γνωριμία του με τον εκκεντρικό καλλιτέχνη, όταν το 1984 η γκαλερί «Τάντρα» του Αντώνη Νταγκαδάκη στα Εξάρχεια οργάνωσε μια έκθεση νέων καλλιτεχνών. «Υπήρχαν έργα με φρεσκάδα, αλλά το βλέμμα έπεσε σε κάποια που μου φάνηκαν εκπληκτικά. Σκέφτηκα, αυτό το παιδί είναι τρομερό ταλέντο.

»Κι όταν ζήτησα να γνωρίσω τον νέο καλλιτέχνη μού δείχνουν έναν κύριο με άσπρα μαλλιά... Μου συστήθηκε ως “Ελάχιστος Φαντασιομέτρης, Θάνος Μούρραης-Βελούδιος”. Κατάλαβα ότι πρόκειται για ένα ιδιότυπο άτομο, εξέπεμπε μια αύρα ήρεμης περιέργειας. Συζητήσαμε και τον κάλεσα να κάνουμε τέσσερις μεγάλες συνεντεύξεις για το Τρίτο Πρόγραμμα όπου είχα εκπομπή, κι έτσι άρχισε μια φιλία που κράτησε αρκετά χρόνια».



Βελλούδιος "Artemis Efesou", φωτό Ανδρέας Εμπειρίκος




Βελλούδιος "Marsias opisthia opsis", φωτό Ανδρέας Εμπειρίκος




"Λαβύρινθος και Θησέας"







Πριν όμως ασχοληθεί με τις τέχνες υπήρξε αξιωματικός του Ναυτικού της Αεροπορίας, ριψοκίνδυνος ιπτάμενος χειριστής που πήρε μέρος σε πολλές επικίνδυνες αποστολές κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία.

Σύμφωνα με τη βιογραφία του, «στις 25 Ιουνίου 1920 προσγειώθηκε στην Προύσα στον περίβολο της εκεί Οθωμανικής Στρατιωτικής Ακαδημίας, όπου ύψωσε στον ιστό της την ελληνική σημαία και στη συνέχειαν απογειώθηκε. Για αυτή την ενέργεια τον αποκάλεσαν Πορθητή της Προύσας».

Πώς περιγράφει ο Δημοσθένης Αγραφιώτης τον Βελλούδιο; «Ηταν πάντα ντυμένος σαν Εγγλέζος τζέντλεμαν, μιλούσε τέσσερις γλώσσες, είχε τεράστιες γνώσεις για τη μυθολογία αλλά και τους αγίους, είχε την ικανότητα να συνθέτει και να φτιάχνει καινούργιες λέξεις, μια ήρεμη παρουσία με τρομερό χιούμορ.

»Καθόλου επιδεικτικός. Είχε την ικανότητα να συνδυάζει την πρωτοπορία με την ελληνική παράδοση. Τον αποκαλώ ανεμοπόρο της φαντασίας. Δεν ήξερες καμιά φορά ποιο κομμάτι ήταν της φαντασίας του και ποιο πραγματικότητα. Δεν είχε θεωρίες αλλά είχε αγάπη για ό,τι έκανε, δινότανε πραγματικά».

O Βελλούδιος δεν θεωρούσε τον εαυτό του καλλιτέχνη. «Ποτέ, έλεγε πάντα είμαι “ελάχιστος φαντασιομέτρης”», επισημαίνει ο Δ. Αγραφιώτης. Επιπλέον, δεν τον θεωρεί παραγνωρισμένο. «Θα έλεγα παρα-αναγνωρισμένος γιατί ο Βελούδιος είναι παντού παρών, έκανε φοβερά πράγματα. Οταν τον ρωτούσαν ποιο είναι το μέγιστο στη ζωή σου, έλεγε “εγώ έχω κάνει καταπληκτικά πράγματα, έχω ανεβάσει τη στολή των τσολιάδων πάνω από τα γόνατα. »Εχω κάνει μια στολή που πρέπει να φοράνε οι πολιτικοί μας στο εξωτερικό για να μην κυκλοφορούν με φράγκικα.»

Δημιούργισε με τον Εμπειρίκο μία σειρά φωτογραφιών πάνω στα αντικείμενα και τη σκιά τους. Και όπως έγραφε ο Βελλούδιος: «Ο Εμπειρίκος με θέλγει, επίσης, διότι εκπροσωπεύει με έναν ανθρώπινο τρόπο τις τάσεις ενός παγκοσμίου φαινομένου, του λεγομένου σιρεαλισμού, ο οποίος προσπαθεί να βρει ή να κατοχυρώσει μορφές άλλου σχήματος, και το πετυχαίνει αυτό με τον σιρεαλισμό, ο οποίος, όπως και η μοντέρνα τέχνη μάς βοηθεί στο να ψάξουμε και να βρούμε τον πυρήνα, το γιατί, το κουκούτσι της κάθε σκέψεως ή κατασκευής ή φαινομένου ή πληροφορίας».

Η εκκεντρική προσωπικότητα του Βελλούδιου προκάλεσε το ενδιαφέρον και των κινηματογραφιστών μας, με αποτέλεσμα τη συμμετοχή του σε μια σειρά ταινιών: «Γαλήνη» (1958) του Γκρέγκορι Μαρκόπουλου, «Η Χρυσομαλλούσα» (1978) του Τώνυ Λυκουρέση, «Ελευθέριος Βενιζέλος 1910-1927» του Παντελή Βούλγαρη (1980), «Μανία» (1985) και «Ταξίδι του μέλιτος» (1979) του Γιώργου Πανουσόπουλου.









Στο κουτούκι του Βαμβακάρη

Οπως σημειώνει ο Νώντας Τσίγκας στο περιοδικό «Φαρφουλάς», υπάρχουν δύο ενδιαφέροντα τεκμήρια προσωπικής σχέσης που φαίνεται πως είχε αναπτύξει ο Θάνος Βελλούδιος με τον Μάρκο Βαμβακάρη. Ενα από αυτά είναι η επιστολή του Βελλούδιου στην οικογένεια Κουτσίνα στις 4/4/1976 και περιλαμβάνεται στο βιβλίο «Εργα και ωραίες ημέρες του Φίλιππου Κουτσίνα».


Γράφει ο Βελλούδιος:

«Οταν προ ετών επήγαινα πάντοτε ως χασισοκαθάρτης και Ελληνευρέτης σε ένα κουτουκάκι στα Ασπρα Χούματα (εκ του χους χοός) κοντά στα Καμίνια του Πειραιώς σε μια γωνιά στην Κοκκινιά (...) ο Μάρκος Βαμβακάρης, ένας από τους πρώτους προμάχους του ελληνικού λαϊκού ρεμπέτικου τραγουδιού, είχε συνθέσει και συνόδευε με το αλησμόνητο μπουζούκι του το τραγούδι:


" Ο Θάνος μάνγκας ξακουστός, με φλέβα αριστοκράτη
τρανός γραμματοζούμενος σαν το σοφό Σωκράτη
Θάνε μου με το πέταγμα ετρόμαξες τον χάρο
σαν Αχιλλέας που 'σερνε τον Εχτορα με κάρο
Κόπιασε έλα γρήγορα κυρ Θάνο στον τεκέ μας
ν' ακούσεις φίνο μπαγλαμά και τις διπλοπενιές μας
για να σου φύγουν οι καημοί, να σπάσεις νταλκαδάκι
και να φουμάρεις το λουλά με Προυσαλιό μαυράκι".




κείμενο: Πάρη Σπίνου - "Eφημερίδα Συντακτών" 4-2018, (αναδημοσίευση, απόσπασμα)











Αποσπάσματα από το βιβλίο του Λεωνίδα Χρηστάκη: "Οι Δικοί μας 'Αγιοι", 1998


«Ήταν τόσο γνωστός αυτός ο άνθρωπος, σε ποικίλους κύκλους των Αθηνών, από το 1920, που αισθανόσουνα ντροπή να μην τον ξέρεις τουλάχιστον σε μια από τις επιδόσεις του. Όλοι οι γνωστοί και μη εξαιρετέοι των τελευταίων πενήντα χρόνων είχανε ‘κοινωνήσει’ στις απειράριθμες γνώσεις του.

Η ζώσα λαογραφία, το εθιμικό πάντων των εκκλησιαστικών λειτουργιών, το Κυριακοδρόμιο, οι Βίοι και τα Μαρτύρια των Αγίων, οι παράλληλες αναφορές του στην αρχαιότητα και στην ιστορία της αρχαίας μυθολογίας και η τέχνη του πλησιάσματος στους λαϊκούς τύπους – σχεδόν πάντα αρσενικούς – ήταν μερικά από τα σαμανικά προσόντα που διέθετε. Η λαογραφία, η καλλιτεχνία, η ‘άλλη’ αρχαιολογία, η παπαδιστική, και η διδασκαλία μέσω των περιηγήσεών του, ήταν οι κύριοι και βασικοί τομείς με τους οποίους ασχολήθηκε και δεκάδες πρόσωπα ωφελήθηκαν από την διέλευσή του από αυτή τη ζωή.

Οι πέτρες, οι ρίζες, τα παντός είδους ευτελή και λαϊκά εικονίσματα, τα εικονογραφημένα trademarks, οι τάφοι με την έντεχνη τοποθέτηση της φωτογραφίας του ‘προσφιλούς’ προσώπου, η λαϊκό-ψευτοαρχοντική διαρρύθμιση του χωρικού δωματίου, η κόμμωση και τα ρούχα των παπάδων, τα εσώρουχα των ανδρών, οι φουστανέλες των τσολιάδων, η επίστρωση των καλντεριμιών και δεκάδες άλλα που εμείς –οι άλλοι– τα προσπερνάμε βλέποντάς τα σαν ασήμαντες λεπτομέρειες, αποτελούσαν για τον Θάνο Μούρραιη Βελλούδιο, τον μοναδικό Ελληνόκεντρο Φαντασιομέτρη, βασικές του απασχολήσεις».

«είτε από χαρακτήρα, είτε από μια τάση μαγικής θολούρας και μυστηριώδους υπερβατικής σύγχυσης, ο Βελλούδιος δεν μίλησε ποτέ για τα χρόνια 1925-1950.
Είναι όμως βεβαιωμένο, τόσο από τις αποσπασματικές του αφηγήσεις όσο και από τις μαρτυρίες τρίτων, ότι αυτή ήταν η εποχή που κυριολεχτικά οργίασε. Πολλά συμβάντα από αυτά, που με πολλή πειστικότητα και με χαμηλόφωνη ομιλία συζητούσε –πάντα σε ολιγομελές ακροατήριο– ήταν από ιστορίες που είχε αποσπάσει από απλούς χωρικούς του Πηλίου, της Κεφαλλονιάς, της Ζακύνθου, του Αγίου Όρους και της Αττικής (Ωροπός, Ελευσίνα, Παλαιό Φάληρο, Πλάκα και περιοχή της Ακρόπολης).



Ο Βελλούδιος με τον Τσαρούχη και άγνωστο νεαρό, στο εργαστήρι του δεύτερου, στη Γαλλία, το 1974 , αρχείο Γ. Τουρκοβασίλη


Ο Βελλούδιος, σαν ένας ήσυχος και χαμηλόφωνος ‘υπερ-γάτος’ (ο Τσαρούχης μού τον είπε έτσι) κυκλοφορούσε ανάμεσα στους διανοούμενους της εποχής υποδυόμενος τις πολλές ιδιότητές του, που μία από αυτές –εκτός από τη μάθηση– ήταν και η σφοδρή αγάπη και το πάθος του για το νεανίζον αντρικό κορμί.
Οι διαφορές όμως του Βελλούδιου με τους τότε λάτρεις του ‘αντρικού ωραίου’ ή του ‘αρσενικού κάλλους’ ήταν μεγάλες και τις περισσότερες φορές έφταναν σε μίση που κρατούσαν και χρόνια ή που δεν κατασιγάστηκαν παρά μόνο με την απουσία λόγω θανάτου».


Σημειώνει, επίσης, ο Χρηστάκης πως κάποτε συνάντησε τον Βελλούδιο στο ατελιέ του Γιάννη Τσαρούχη, στην Καραγεώργη Σερβίας, με τον ζωγράφο να τον βρίζει με: «υποτιμητικές λέξεις και φράσεις, ανάμικτες με καλιαρντά», ενώ ο Βελλούδιος γράφει στο #37 της «Οδού Πανός» πως: «εγώ ξεμπρόστιασα τον τετραπλά βρωμομύριστο ψυχισμό του Ι.Α. Τσαρούχη (ιεροσυλία, κλοπή, τσατσάς και νταβά), κακού μαθητού μου».

Λίγο αργότερα πάντως (λίγο πριν τον θάνατο του Τσαρούχη τον Ιούλιο του ’89) οι δύο άντρες, γέροντες πια, φαίνεται πως συμφιλιώθηκαν και επ’ αυτού υπάρχει και η σχετική κοινή φωτογραφία τους στο #44 της «Οδού Πανός» (9-10/1989).


Ακόμη και η ομοφυλοφιλία αποτελούσε για ’κείνον, όπως σχολιάζει ο Λεωνίδας Χρηστάκης:  «μια τελετική τέχνη, όπου πρώτευε η διεγερτική αναζήτηση μέσα από δεκάδες ξεχασμένα ταμπού».


κείμενο: Φώντας Τρούσας, "Lifo" 2015, (απόσπασμα, αναδημοσίευση)


επιμέλεια: J.Eco